2.3.20

Το στίγμα της ελληνικής γλώσσας σήμερα. (ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ)

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιο είναι το στίγμα της ελληνικής γλώσσας σήμερα;
Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ: Διδάσκω από παλιά και υποστηρίζω με μία πείρα σαράντα χρόνων έρευνας, μελέτης,

διδασκαλίας της γλώσσας, ότι αυτό που ξεχωρίζει αυτή τη γλώσσα
-αν θέλαμε να απομονώσουμε ένα χαρακτηριστικό της ελληνικής γλώσσας σε σχέση με άλλες- είναι η συνέχεια που έχει σε αυτούς τους σαράντα αιώνες που πέρασαν.

Γλώσσες παλιές υπάρχουν κι άλλες, δεν είναι λόγος να επαιρώμεθα ότι η Ελληνική είναι μια παλιά γλώσσα. Αυτό που αξίζει να εξαίρεται σε σχέση με την ελληνική γλώσσα είναι η συνέχεια: ότι ως προφορικός λόγος από το 2000 προ Χριστού (που με αρχαιολογικές μαρτυρίες έρχονται οι Έλληνες στην Ελλάδα ή από τον 15ο αιώνα σίγουρα, γιατί από τότε έχουμε και γραπτές μαρτυρίες) μέχρι σήμερα μιλάμε μία γλώσσα, την ίδια, μέσα στην εξέλιξή της, τη φυσική εξέλιξή της σε όλα τα πεδία. Σε επίπεδο λεξιλογικό, γραμματικό και συντακτικό.
Βεβαίως, υπάρχει σε όλες τις γλώσσες, άρα και στην Ελληνική, μια εξέλιξη. Για παράδειγμα η τάση προς «αναλυτικές δηλώσεις». Αντί να λέμε «γέγραφα» λέμε έχω «γράψει», αντί να λέμε «λύσω» λέμε «Θα λύσω» και «θα λύνω». Αυτές οι αναλυτικές δηλώσεις έναντι των «συνθετικών» είναι μία γενικότερη τάση των γλωσσών, που υπάρχει και στα Ελληνικά.
Όπως υπάρχει μία απλοποίηση. Παλιά, στην αρχαία γλώσσα, είχαμε πέντε βραχέα και επτά μακρά φωνήεντα, ενώ σήμερα έχουμε ένα πολύ απλό σύστημα φωνηέντων. Αλλαγές υπάρχουν, και αλίμονο αν δεν υπήρχαν, θα σήμαινε ότι είμαστε ένας κοκαλωμένος, παγωμένος λαός, κολλημένος σε ένα σημείο κάπου, από το οποίο δεν αλλάζει τίποτε.
Σήμερα, λοιπόν, μιλάμε την ίδια γλώσσα στην εξέλιξή της κι αυτό είναι το σημαντικό. Επιπλέον έχουμε αυτή τη συνέχεια, που μας εξασφαλίζει μεταξύ άλλων το μοναδικό πλεονέκτημα να διαβάζεις ένα κομμάτι από τον Πλάτωνα, τους Διαλόγους, ή από τον Ξενοφώντα και να το καταλαβαίνεις, να το αισθάνεσαι ότι είναι δικό σου. Μπορεί να στέκεσαι σε έναν τύπο ή σε κάποια λέξη, αλλά το αισθάνεσαι ότι είναι δικό σου κείμενο.
Άρα η συνέχεια της γλώσσας είναι το ιδιαίτερο, και θα το πω και μοναδικό, σε σχέση με άλλες γλώσσες, χαρακτηριστικό της Ελληνικής. Δεν είναι «μητέρα όλων των γλωσσών» όπως βαυκαλίζονται μερικοί. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ισχύει όμως ότι έχει τη συνέχεια σαράντα αιώνων.
Και δεν είναι μόνον η συνέχεια, αλλά αξιωθήκαμε να έχουμε κάποια πολύ δυνατά μυαλά, έναν Πλάτωνα, έναν Αριστοτέλη, έναν Θουκυδίδη κ.ά., που έχουν δουλέψει κι εκφραστεί μέσα από την ελληνική γλώσσα για να αποτυπώσουν τα υψηλά νοήματα που είχαν συλλάβει. Έτσι κατόρθωσαν να ανεβάσουν το επίπεδο αυτής της γλώσσας. Διότι οι έννοιες και τα νοήματα πάνε μαζί με τις σημασίες και τις λέξεις.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Μπορούμε να συγκρίνουμε ποιότητες; Μπορούμε να πούμε ότι η ποιότητα της αρχαίας Ελληνικής, επειδή και τα νοήματα, η φιλοσοφία, η τέχνη της εποχής ήταν πολύ πιο συγκροτημένα, είναι ανώτερη από τη νεότερη Ελληνική; Υπάρχει η έννοια της ποιότητας στη γλώσσα σε διαφορετικές εποχές;

Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ: Ναι, σε λεξιλογικό ιδίως επίπεδο, αλλά όχι μόνον, γιατί και η σύνταξη και η γραμματική και οι δομές, ο μηχανισμός της γλώσσας παίζουν ρόλο.

Ναι, όταν οι εκφραστικές σου ανάγκες είναι διευρυμένες -γιατί η σκέψη σου, τα ενδιαφέροντά σου, ο πολιτισμός σου, η καθημερινή πράξη είναι διαφορετική-, τότε εκ των πραγμάτων υπάρχει μια εις βάθος και εις εύρος μεγαλύτερη καλλιέργεια της γλώσσας, άρα και ποιότητα.
Δεν μπορείς να μη σκεφθείς ότι ο Πλάτων στους Διαλόγους του ήταν υποχρεωμένος ανεβαίνοντας και ανεβάζοντας τη σκέψη του να ανεβαίνει και να ανεβάζει τη γλώσσα, διότι αυτά πάνε μαζί. Όταν ο Αισχύλος ή ο Ευριπίδης γράφουν αυτά τα αριστουργήματα, τα οποία έχουν αυτή την κλασική παρουσία, ή όταν ο Θουκυδίδης γράφει ιστορία, εκεί είναι οι έννοιες που πιέζουν να εκφραστούν γλωσσικά και με λέξεις, αλλά και με λεπτούς μηχανισμούς της γλώσσας.
Παράδειγμα, η ευκτική του πλαγίου λόγου υπάρχει στα αρχαία, αλλά δεν υπάρχει σήμερα. Τι είναι η ευκτική του πλαγίου λόγου; Ότι όταν μιλάω για κάτι παρελθοντικό πρέπει να μειώσω τη βεβαιότητά μου και να μη χρησιμοποιώ την οριστική που είναι η απόλυτη βεβαιότητα, αλλά να πηγαίνω σε μία ευκτική που αφήνει περιθώρια μειωμένης βεβαιότητας. Αυτά είναι λεπτές έννοιες, τις οποίες χρειάστηκαν να χρησιμοποιήσουν οι αρχαίοι διανοούμενοι.
Άρα στον βαθμό που υπήρχε μία καλλιέργεια της σκέψης, υπήρχε ανάγκη και για μια ποιοτική έκφραση αυτής της καλλιέργειας. Δηλαδή αν έχουμε μία διαφορά στη χρήση της γλώσσας είναι κι αυτό προς εξέταση. Παράγουμε σήμερα μία τέτοια καλλιέργεια στη σκέψη μας, στην επιστήμη μας, στον πολιτισμό μας, ώστε να έχουμε ανάγκη να την εκφράσουμε και με τη γλώσσα; Αυτό, λοιπόν, εξαρτάται από το τι δέχεσαι. Εάν δέχεσαι ότι τότε η καλλιέργεια κορυφώθηκε, άρα κορυφώθηκε και η ποιότητα της γλώσσας.
Το ίδιο ισχύει και για τις ξένες γλώσσες. Κι αυτές όταν φτάσουν σε μια διανοητική κορύφωση έχουν και μια γλωσσική ποιότητα. Συνέβη με τη Γερμανική, τη Γαλλική, την Αγγλική, τn Ρωσική, την Κινεζική, την Ινδική, θα μπορούσα να αναφέρω και πολλές άλλες. Αυτοί λοιπόν οι λαοί που ανέπτυξαν μεγάλο πολιτισμό και δύναμη σκέψης ανέπτυξαν και δύναμη εκφραστική, δηλαδή διαμόρφωσαν καλλιεργημένες γλώσσες.

Οι πικρές αλήθειες της γλώσσας μου

Γ. Μπαμπινιώτης
Εκδόσεις Μεταίχμιο