15.2.19

Οι άνθρωποι καθρέφτες....[Ο Λύκος της Στέπας, Έρμαν Έσσε]

Στα σημάδια του λύκου της στέπας διέκρινες τον άνθρωπο της νύχτας. Το πρωί ήταν γι' αυτόν μια άσχημη ώρα, που την φοβόταν και ποτέ δεν του είχε φέρει τίποτα καλό.
Όχι, δεν ήταν, για τίποτα που πέρασε δεν ήταν κρίμα. Κρίμα είναι μόνο για το σήμερα και το τώρα, για όλες αυτές τις

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ....Διάλογος πρῶτος

Διάλογος πρῶτος

Σὰ νὰ μὴν ὑπήρξαμε ποτὲ
κι ὅμως πονέσαμε ἀπ᾿ τὰ βάθη.
Οὔτε ποὺ μᾶς δόθηκε μία ἐξήγηση
γιὰ τὸ ἄρωμα τῶν λουλουδιῶν τουλάχιστον.
Ἡ ἄλλη μισή μας ἡλικία θὰ περάσει
χαρτοπαίζοντας μὲ τὸ θάνατο στὰ ψέματα.
Καὶ λέγαμε πὼς δὲν ἔχει καιρὸ ἡ ἀγάπη
νὰ φανερωθεῖ ὁλόκληρη.
Μία μουσικὴ
ἄξια τῶν συγκινήσεών μας
δὲν ἀκούσαμε.
Βρεθήκαμε σ᾿ ἕνα διάλειμμα τοῦ κόσμου
ὁ σῴζων ἑαυτὸν σωθήτω.
Θὰ σωθοῦμε ἀπὸ μία γλυκύτητα
στεφανωμένη μὲ ἀγκάθια.
Χαίρετε ἄνθη σιωπηλὰ
μὲ τῶν καλύκων τὴν περισυλλογὴ
ὁ τρόμος ἐκλεπτύνεται στὴν καρδιά σας.
Ἐνδότερα ὁ Κύριος λειτουργεῖ
ἐνδότερα ὑπάρχουμε μαζί σας.
Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη
καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς.
Ὢ θὰ γυρίσουμε στὴν ὀμορφιὰ
μία μέρα…
Μὲ τὴ θυσία τοῦ γύρω φαινομένου
θὰ ἀνακαταλάβει, ἡ ψυχὴ τὴ μοναξιά της.

Pablo Neruda "Αργοπεθαίνει"

Pablo Neruda "Αργοπεθαίνει"
Αργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει
όποιος έχει την τηλεόραση για μέντωρα του

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ....Ἡ νύχτα μὲ συμφέρει

                                  Ἡ νύχτα μὲ συμφέρει
Πράγματι ἡ νύχτα μὲ συμφέρει.
Πρῶτα-πρῶτα ἐλαττώνει τὶς φιλοδοξίες· ὕστερα
διορθώνει τὶς σκέψεις· ἔπειτα
συμμαζώνει τὴ θλίψη καὶ τὴν κάνει ὑποφερτότερη
τὴ σιωπὴ μὲ σέβας ἀνατέμνει·
ἐξαίρει τὴν ὄσφρηση μὰ προπάντων ἡ νύχτα περιζώνει.

Αρθούρος Ρεμπώ - Μια εποχή στην κόλαση (απόσπασμα, "Μια νύχτα πήρα την ομορφιά στα γόνατα μου" )

Μια νύχτα πήρα την ομορφιά στα γόνατά μου και τη βρήκα πικρή και τη βλαστήμησα οπλίστηκα ενάντια στη δικαιοσύνη.
Δραπέτευσα... Ω μάγισσες, μιζέρια, μίσος εσείς θα διαφυλάξετε το θησαυρό μου. Κατόρθωσα να σβήσω απ' τα λογικά μου κάθε ελπίδα ανθρώπινη. Με ύπουλο σάλτο χίμηξα σα θηρίο πάνω σ' όλες τις χαρές σας να τις κατασπαράξω. Επικαλέστηκα τους δήμιους να δαγκάσω, πεθαίνοντας, τα κοντάκια των όπλων τους. Επικαλέστηκα κάθε οργή και μάστιγα να πνιγώ στο αίμα, στην άμμο η απόγνωση ήταν ο θεός μου. Κυλίστηκα στη λάσπη στέγνωσα στον αέρα του εγκλήματος ξεγέλασα τη τρέλα και η άνοιξη μου πρόσφερε το φρικαλέο γέλιο του ηλίθιου.

«Πώς δεν ήθελα να σπουδάσω»: Ένα διήγημα του Κώστα Βάρναλη

Στα 1898 τέλειωσα το σκολειό ― την έβδομη τάξη. Όσο έφτανε η άνοιξη και το καλοκαίρι, τόσο η ανυπομονησία μου μεγάλωνε πότε θα φτάσει η βλογημένη εκείνη ώρα που θ’ «ανακτήσω» την ελευθερία μου· δε θα έχω να διαβάζω, δε θα φοβάμαι τους δασκάλους, δε θα με δέρνει πια ο αδερφός μου... θα μάθω κι εγώ μια τέχνη, να γίνω «άντρας», όπως τόσα