16.1.23

ΠΟΙΗΣΗ: Βάια Λαμπροπούλου, Ένα ταξίδι με το Ματαόρα

Μην σταματήσεις
και μην χαθείς στο πλήθος,
όποιος πέφτει στο χώμα τον ποδοπατούν.
Μην αρνηθείς να συνεχίσεις να περπατάς 
και να ελπίζεις, πως στην επόμενη γωνιά
θα υπάρχει μια μάνα και για σένα
και ας μην είναι η δική σου μάνα.
Ένα καράβι πάντα θα είναι ναυλωμένο να πορευτεί
και ας μην έχει θέση για σένα.
Εσύ πάντα θα έχεις στην τσέπη σου κάνα ψιλό
Και αν όχι θα ‘χεις πάντα τα χέρια σου έτοιμα για σκληρή δουλειά.
Και ας περάσεις κύματα και τρικυμίες
Και ας σου τρυπούν οι καταιγίδες τα κόκαλα
Στ’ αμπάρια τα κρυφά
Και ας χαθεί πριν βρεις τον δρόμο που σου ‘ταξε η ξενιτιά.
Μην οργιστείς σαν σε διώξει η πατρίδα
και ο ξένος δεν σου δίνει το δικό σου σπιτικό.
Μην οργιστείς γενικά. Ποτέ μην οργιστείς για μερτικά.
Η οργή δεν είναι σύμβουλος καλός.
Αγκάλιασε τα όνειρά σου
για να μπορέσεις κάποτε
να έχεις να θυμάσαι
πως παρά τον πόλεμο και την έχθρα
Εσύ και μια χούφτα άλλοι
Σταθήκατε όρθιοι.
-Και ας τρέμαν τα πόδια σας-.
Για να πείτε κάποτε
πως Ζει η χώρα Τούτη
Και πως ναι, όπως προείπαν κι άλλοι
“η μοίρα μας παρόλ’ αυτά βρίσκεται στα χέρια τα δικά μας”