Τα Χριστούγεννα του 1920 όμως, η ζωή του Κωστή Παλαμά θα αλλάξει, όταν θα γνωρίσει την 20χρονη Ελένη Κορτζά. Ο ποιητής ήταν τότε ήδη 61 ετών και τίποτα δεν προμήνυε τον μεγάλο τρυφερό έρωτα που θα ένιωθε για τη νεαρή Ελένη. Οι δυό τους γνωρίστηκαν στο σπίτι του ανιψιού του Παλαμά, Χρήστου Ξανθόπουλου. Ο ποιητής εντυπωσιάστηκε από τη φρεσκάδα, την ομορφιά, τη μόρφωση και την ευφράδεια της Ελένης η οποία μάλιστα ευθαρσώς του είπε «Δεν γνωρίζω ποιητή Παλαμά» (εκείνη την εποχή ο Παλαμάς ήταν ήδη καταξιωμένος). Οι συναντήσεις τους συνεχίστηκαν στο ίδιο σπίτι κάθε Σάββατο, υπό το βλέμμα και άλλων ενδιαφερομένων για τις απόψεις του Παλαμά.
"Επέρασα μια νύχτα, τη νύχτα της Δευτέρας προς την Τρίτη, με το λυρικό, το μεθυστικό πυρετό της ενθύμησής σου. Το δειλινό της Δευτέρας μου το εξακολούθησε και μου το συμπλήρωσε η νύχτα ίσα με τα ξημερώματα της Τρίτης, με όλη την αχαλίνωτη ελευθερία της φαντασίας, με όλη την ωραία, την ηδονόπαθη, τη λογική, τη βαθυστόχαστη, την τρομαχτική, την εντατική ασυναρτησία του ονείρου (...)"
Ωστόσο αυτό δεν αρκούσε στο μεγάλο ποιητή και τη νεαρή Ελένη, που έπασχε από φυματίωση και αντλούσε δύναμη από τον Κωστή Παλαμά. Κανόνισαν λοιπόν ιδιαίτερες συναντήσεις στο "κελί", όπως ονόμαζε το σπουδαστήριό του που βρισκόταν στην Ασκληπιού 3. Εκεί συζητούσαν για καθετί που μπορεί να τους απασχολούσε.
Σε κάποιες προσφωνήσεις προς την αγαπημένη του, αντί για το πραγματικό της όνομα, την αποκαλούσε: “Ραχήλ” ή “Chere Clarte”, δηλαδή “αγαπημένη λάμψη”.
Τα γράμματα του ποιητή προς την Ελένη φανερώνουν τα έντονα συναισθήματα που έτρεφε για εκείνη. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο αν η σχέση τους παρέμεινε πλατωνική ή αν υπήρξε και ερωτική σχέση.
Ο έρωτάς τους διήρκησε 14 ολόκληρα χρόνια, με τα γράμματα να περιγράφουν τα αισθήματα και των δύο. Για τον ποιητή, η Ελένη γινόταν στα γράμματά του η «Ραχήλ». Το 1935 η Ελένη έφυγε από την Ελλάδα για την αφρικανική ήπειρο, ακολουθώντας τον στρατηγό πατέρα της. Επέστρεψε στην Ελλάδα έναν χρόνο μετά το θάνατο του Κωστή Παλαμά (1944), χωρίς να καταφέρει να πει αντίο στον αγαπημένο της. Η μορφή της σχέσης τους παραμένει μέχρι σήμερα ένα πολύ δύσκολο αίνιγμα.
«Η αλήθεια είναι πως τα γράμματά σου και μάλιστα το τελευταίο σου είναι σαν κάποια ωραία μάτια εκφραστικά που σε κοιτάζουν δακρυοπνιγμένα, μα χωρίς να στάζουνε τα δάκρυά τους, και χωρίς να χάνουν τίποτε από την ομορφιά τους τα μάτια αυτά. Μάλιστα γίνονται ομορφότερα. Μα η αλήθεια είναι πως θα τα ήθελα τα μάτια αυτά (παραμερίζοντας κάθε αισθητικό εγωισμό), πως θα τα ήθελα να μη πνίγονται δακρυσμένα, θα τα ήθελα ολοκάθαρα να λάμπουν και να χαμογελούν με το χαμόγελο εκείνο των ωραίων ματιών που κάποτε και πότε είναι εκφραστικώτερο και ποθητότερο από το χαμόγελο που ανατέλλει στα χείλη· κάποτε και πότε σημειώνω, γιατί δεν είναι τίποτε ωραιότερο καθώς κάπου το παρατηρεί και ο Τολστόης από το χαμόγελο του ανθρώπου· το μειδίαμα, βέβαια, που κέντρο του το στόμα είναι, μα που απλώνεται φωτίζοντας, με το φως μιας αυγής, ολόκληρο το πρόσωπο... Τα γράμματά σου πώς πονούν! Παλμός τους είναι η μελαγχολία, μια deception τα τρεμοσαλεύει κ' ένας φόβος τα κιτρινίζει. Αστείος και αφελής θα ήμουν αν προσπαθούσα να σε παρηγορήσω. Μα και δεν πρέπει να σου σιωπήσω δυο πράγματα: Πρώτα, πως μου δίνουν κ' εμένα ένα πένθος που όσο κι αν είναι δυσκολοέκφραστο, εύκολα θα μπορής να το εννοήσης. Επειτα και μαζί πως μου δίνουν μια χαρά. Το πένθος είναι από το πένθος σου, και η χαρά από τη σκέψη πως με θεωρείς άξιο της εμπιστοσύνης σου ώστε να γέρνης προς την ψυχή μου το πρόσωπο της θλίψης σου»
Το τελευταίο γράμμα που διασώθηκε, είναι από τον Αύγουστο του 1935.
12 σπουδαία λόγια του Κ. ΠΑΛΑΜΑ.
“Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα.Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα.”
“Το καλό πρέπει να το παίρνουμε όπου το βρίσκουμε.”
“Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα,μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!”
“Ποιος ξέρει στ’ άλλα τ’ άστρατι λαοί και τι κάστρα,τ’ άστρα, στο χάος γυρίζουν.”
“Τη φλόγα άρπαξαν οι άνομοιτη σβήσανε στα βαλτονέρια.”
“Κάλλιο γλύστρα στο δρόμο το δικό σου παρά στο δρόμο του άλλου να ‘σαι ορθός.”
“Δεν έχεις Όλυμπε θεούς, μηδέ λεβέντες Όσσα,ραγιάδες έχεις μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,κούφιοι και οκνοί καταφρονάν τη θεία τραχειά σου γλώσσα,των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι ...”
“Τα μεγάλα ιδανικά, όταν ανθίζουν και ζουν στο σπίτι του καθενός, ο ποιητής τους χτίζει παλάτιαΤα μεγάλα εθνικά ιδανικά, όταν ξεπέφτουν και ο καθένας τα διώχνει από το σπίτι του, ο ποιητής τα παίρνει στο καλύβι του και άσυλο τους δίνει.”
“Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ’ εγώ κι ο κτίστης,ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης.”
“..κ` η Aθήνα ζαφειρόπετρα στης γης το δαχτυλίδι.”
“Ασάλευτη δεν είναι καμιά ζωήΛογής ταξίδια μ’ έχουν τρικυμίσειμ’ είδαν τόποι, μου ανοίξανε ναοίκαι τέχνες με περπάτησαν και η φύση.”
“Δεν έχεις Όλυμπε θεούς, μηδέ λεβέντες Όσσα,ραγιάδες έχεις μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,κούφιοι και οκνοί καταφρονάν τη θεία τραχειά σου γλώσσα,των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι ...”
“Χρωστάμε σ` όσους ήρθαν πέρασαν,θα `ρθουν, θα περάσουν.Κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί.”
https://www.lifo.gr/culture/vivlio/o-agnostos-kai-paranomos-erotas-toy-kosti-palama-gia-tin-rahil