υλοποίηση προγράμματος
αδειοδότησης (licensing program), για την αμοιβή των εκδοτών Τύπου και έχει ήδη υπογράψει σχετικές συμφωνίες με μεμονωμένους εκδοτικούς οργανισμούς στη Γερμανία, την Αυστραλία και τη Βραζιλία.
Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί στροφή στη μέχρι σήμερα πολιτική της Google,
αδειοδότησης (licensing program), για την αμοιβή των εκδοτών Τύπου και έχει ήδη υπογράψει σχετικές συμφωνίες με μεμονωμένους εκδοτικούς οργανισμούς στη Γερμανία, την Αυστραλία και τη Βραζιλία.
Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί στροφή στη μέχρι σήμερα πολιτική της Google,
η οποία εντοπίζεται στις χώρες που πρώτες υιοθέτησαν το σκεπτικό του νέου συγγενικού δικαιώματος Τύπου, όπως προβλέπεται από την ευρωπαϊκή οδηγία 790/2019.
Μέχρι τώρα, όχι μόνον αρνιόταν να αποζημιώσει τις εκδοτικές επιχειρήσεις, αλλά απαιτούσε να εκμεταλλεύεται το περιεχόμενό τους, χωρίς να καταβάλει το σχετικό αντίτιμο.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο για τα νέα προϊόντα, Brad Bender, η Google εισάκουσε το αίτημα για την ανάγκη αποζημίωσης των εκδοτών Τύπου για την εκμετάλλευση του περιεχομένου τους και η κίνησή της είναι προς αυτή την κατεύθυνση. Όταν ρωτήθηκε πώς θα αλληλεπιδράσει το πρόγραμμα αυτό με την ευρωπαϊκή νομοθεσία -σύμφωνα με την οποία οι εκδότες Τύπου έχουν δικαίωμα να απαιτούν αποζημίωση από τις ψηφιακές πλατφόρμες για την εκμετάλλευση του περιεχομένου τους- απάντησε ότι η Google θα συνεχίσει να συμμορφώνεται προς τις εθνικές νομοθεσίες. O Brad Bender χαρακτήρισε το πρόγραμμα αυτό ριζική αλλαγή για την εταιρία. Σύμφωνα πάντα με το υψηλόβαθμο στέλεχος, το licensing program θα συνδράμει τους εκδοτικούς οργανισμούς στην κεφαλαιοποίηση του ποιοτικού περιεχομένου τους και θα ενδυναμώσει τη σχέση τους με τους αναγνώστες, μετατρέποντάς τους, σε βάθος χρόνου, σε πιστούς συνδρομητές. Η Google θα αναλάβει επίσης να καλύψει το αντίτιμο για πρόσβαση των χρηστών σε άρθρα που απαιτούν συνδρομή.
Η Google έχει ήδη υπογράψει συμφωνίες με μεγάλες εφημερίδες όπως οι γερμανικές Der Spiegel, Die Zeit, Frankfurter Allgemeine Zeitung και Rheinische Post, οι αυστραλιανοί όμιλοι Schwartz Media, The Conversation and Solstice Media και οι βραζιλιάνικοι οργανισμοί Diarios Associados και A Gazeta. Σύμφωνα με τον Bender, η επιλογή των εκδοτών Τύπου δεν είναι η τελική. Η πρόθεση της εταιρίας είναι το πρόγραμμα να αποκτήσει παγκόσμια κάλυψη και ήδη βρίσκεται σε συζητήσεις με εκδοτικούς οργανισμούς σε έξι ακόμα χώρες.
Υψηλόβαθμα στελέχη του Τύπου καλωσόρισαν την κίνηση της Google, δεν έλειψαν όμως και οι απόψεις που βλέπουν την αλλαγή αυτή, στη στάση της κορυφαίας πλατφόρμας, με σκεπτικισμό. Τέτοια ήταν η αντίδραση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εκδοτών (European Publishers Council), καθώς, σύμφωνα με δήλωση εκπροσώπων του, η καταβολή αντιτίμου από τις κυρίαρχες ψηφιακές πλατφόρμες για την εκμετάλλευση περιεχομένου, από το οποίο επωφελούνται, θα έπρεπε να είναι ο κανόνας. Σύμφωνα με άλλα στελέχη του Τύπου, οι συμφωνίες καλύπτουν ορισμένους μόνο εκδότες, τα ποσά είναι σχετικά μικρά, ενώ θα ήταν προτιμότερο να επιβληθεί από τον νόμο η συστηματική καταβολή αντιτίμου για την εκμετάλλευση του περιεχομένου.
Όπως διαφαίνεται, η νέα τακτική της Google είναι να διασπάσει την αγορά, συμβαλλόμενη μόνο με ορισμένους μεγάλους εκδοτικούς ομίλους, ώστε να ασκήσει στη συνέχεια πίεση προκειμένου να αποκτήσει, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, περιεχόμενο από τις μικρότερες εκδοτικές επιχειρήσεις. Η αποτελεσματικότερη απάντηση στη στρατηγική αυτή είναι η συλλογική διαπραγμάτευση όλων των εκδοτικών επιχειρήσεων με την Google και μάλιστα όχι σε εθνικό, αλλά σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλισθεί και η αμοιβή των δημοσιογράφων.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο για τα νέα προϊόντα, Brad Bender, η Google εισάκουσε το αίτημα για την ανάγκη αποζημίωσης των εκδοτών Τύπου για την εκμετάλλευση του περιεχομένου τους και η κίνησή της είναι προς αυτή την κατεύθυνση. Όταν ρωτήθηκε πώς θα αλληλεπιδράσει το πρόγραμμα αυτό με την ευρωπαϊκή νομοθεσία -σύμφωνα με την οποία οι εκδότες Τύπου έχουν δικαίωμα να απαιτούν αποζημίωση από τις ψηφιακές πλατφόρμες για την εκμετάλλευση του περιεχομένου τους- απάντησε ότι η Google θα συνεχίσει να συμμορφώνεται προς τις εθνικές νομοθεσίες. O Brad Bender χαρακτήρισε το πρόγραμμα αυτό ριζική αλλαγή για την εταιρία. Σύμφωνα πάντα με το υψηλόβαθμο στέλεχος, το licensing program θα συνδράμει τους εκδοτικούς οργανισμούς στην κεφαλαιοποίηση του ποιοτικού περιεχομένου τους και θα ενδυναμώσει τη σχέση τους με τους αναγνώστες, μετατρέποντάς τους, σε βάθος χρόνου, σε πιστούς συνδρομητές. Η Google θα αναλάβει επίσης να καλύψει το αντίτιμο για πρόσβαση των χρηστών σε άρθρα που απαιτούν συνδρομή.
Η Google έχει ήδη υπογράψει συμφωνίες με μεγάλες εφημερίδες όπως οι γερμανικές Der Spiegel, Die Zeit, Frankfurter Allgemeine Zeitung και Rheinische Post, οι αυστραλιανοί όμιλοι Schwartz Media, The Conversation and Solstice Media και οι βραζιλιάνικοι οργανισμοί Diarios Associados και A Gazeta. Σύμφωνα με τον Bender, η επιλογή των εκδοτών Τύπου δεν είναι η τελική. Η πρόθεση της εταιρίας είναι το πρόγραμμα να αποκτήσει παγκόσμια κάλυψη και ήδη βρίσκεται σε συζητήσεις με εκδοτικούς οργανισμούς σε έξι ακόμα χώρες.
Υψηλόβαθμα στελέχη του Τύπου καλωσόρισαν την κίνηση της Google, δεν έλειψαν όμως και οι απόψεις που βλέπουν την αλλαγή αυτή, στη στάση της κορυφαίας πλατφόρμας, με σκεπτικισμό. Τέτοια ήταν η αντίδραση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εκδοτών (European Publishers Council), καθώς, σύμφωνα με δήλωση εκπροσώπων του, η καταβολή αντιτίμου από τις κυρίαρχες ψηφιακές πλατφόρμες για την εκμετάλλευση περιεχομένου, από το οποίο επωφελούνται, θα έπρεπε να είναι ο κανόνας. Σύμφωνα με άλλα στελέχη του Τύπου, οι συμφωνίες καλύπτουν ορισμένους μόνο εκδότες, τα ποσά είναι σχετικά μικρά, ενώ θα ήταν προτιμότερο να επιβληθεί από τον νόμο η συστηματική καταβολή αντιτίμου για την εκμετάλλευση του περιεχομένου.
Όπως διαφαίνεται, η νέα τακτική της Google είναι να διασπάσει την αγορά, συμβαλλόμενη μόνο με ορισμένους μεγάλους εκδοτικούς ομίλους, ώστε να ασκήσει στη συνέχεια πίεση προκειμένου να αποκτήσει, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, περιεχόμενο από τις μικρότερες εκδοτικές επιχειρήσεις. Η αποτελεσματικότερη απάντηση στη στρατηγική αυτή είναι η συλλογική διαπραγμάτευση όλων των εκδοτικών επιχειρήσεων με την Google και μάλιστα όχι σε εθνικό, αλλά σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλισθεί και η αμοιβή των δημοσιογράφων.