Ήταν Άνοιξη και τότε, Μάης του 1964, όταν ένας από τους πιο έμπειρους και θαρραλέους ορειβάτες
άφησε την τελευταία του πνοή κάτω από την υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, τον Μύτικα. Τέσσερις ορειβάτες κατρακύλησαν 500 μέτρα στην πλαγιά κάτω από το «λούκι» του Μύτικα. Οι τρεις τα κατάφεραν∙ ο Γιώσος Αποστολίδης «κατρακύλησε στην αγκαλιά του χιονιού [...] και ξεψύχησε στο σπίτι του», όπως έγραψε στο περιοδικό Όλυμπος του Συλλόγου Ελλήνων Ορειβατών (ΣΕΟ), η Ευδοκία Δέγκα.
Το καταφύγιο του Ολύμπου, το υψηλότερο των Βαλκανίων, φέρει επάξια το όνομά του με πρωτοβουλία του ΣΕΟ Θεσσαλονίκης. Εκτός από τον Όλυμπο όμως, ο τολμηρός ορειβάτης άφησε ανεξίτηλα τα χνάρια του και σε όλους τους ανθρώπους που τον γνώρισαν από κοντά, και σε όσους μιμούνται το παράδειγμά του στο πάθος του για τη ζωή και τη φύση, στο πείσμα, τη μαχητικότητα, στα ιδεώδη της αυταπάρνησης και της ανιοδιοτέλειας.
Γιώσος Αποστολίδης
Ο Γιώσος γεννήθηκε το 1907 στα Σούρμενα του Πόντου. Το όνομά του ήταν Ιωσήφ, αλλά του άρεσε να τον φωνάζουνε «Γιώσο», στη διάλεκτο του τόπου καταγωγής του.
Στην Ελλάδα ήλθε το 1924, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Έκανε διάφορες εργασίες, οικοδομικές και εργολαβικές, και αργότερα ασχολήθηκε με το εμπόριο, ανοίγοντας το δικό του κατάστημα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η μεγάλη του αγάπη για τη φύση τον έστρεψε γρήγορα προς την ορειβασία, σε μια εποχή που όλα ήταν ακόμα πολύ ερασιτεχνικά και δύσκολα για τους λάτρεις των βουνών.
Ο Γιώσος με τη σχοινοσυντροφιά του
Ο επί χρόνια μέλος του ΣΕΟ Κώστας Τριανταφυλλίδης, νεαρός τότε, που γνώριζε προσωπικά τον Γιώσο Αποστολίδη και πολλές φορές συμμετείχε μαζί του σε αναβάσεις, θυμάται με νοσταλγία τις διανυκτερεύσεις στο καφενείο-μαγειρείο του Παντόφλα στο Λιτόχωρο, πριν ξεκινήσουν για τη μεγάλη ανάβαση στον Όλυμπο. Και περιγράφει τον Γιώσο ως τον αδιαφιλονίκητο αρχηγό γιατί ήταν θαρραλέος, γνώριζε καλά το βουνό και ήξερε να δίνει θάρρος και να στηρίζει τους συνοδοιπόρους του στις δύσκολες στιγμές.
Το καταφύγιο «Γιώσος Αποστολίδης» στο οροπέδιο των Μουσών, σε υψόμετρο 2.697 μ.
Μαζί με λίγους φίλους, ο Αποστολίδης πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Συλλόγου Ελλήνων Ορειβατών Θεσσαλονίκης και έβαλε στόχο, όπως καταγράφηκε και στο καταστατικό του νέου συλλόγου, την ευρεία διάδοση, την ανάπτυξη και εξύψωση της ορειβασίας σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις, όπως αναβάσεις, ορεινή πεζοπορία, αναρρίχηση βράχου, αλπινισμός, ορειβατικό σκι και αναβάσεις ψηλού βουνού.
Στους σκοπούς του ΣΕΟ είχε εγγραφεί και η ανέγερση ορειβατικών καταφυγίων, και ο Γώσος Αποστολίδης το έκανε πραγματικότητα με πολλή προσωπική εργασία και αυταπάρνηση.
Το φθινόπωρο του 1957, λίγους μήνες μετά την ίδρυση του ΣΕΟ, στον Χορτιάτη στήθηκε μια αχυροκαλύβα. Δύο χρόνια αργότερα, ο Γιώσος άφησε την οικογένεια και τη δουλειά του για να περάσει το καλοκαίρι στον Όλυμπο με στόχο να ολοκληρώσει την ανέγερση της λίθινης ορειβατικής καλύβας σε υψόμετρο περίπου 2.700 μ., στη βάση του προφήτη Ηλία.
Στο καταφύγιο που φέρει το όνομα του Γιώσου οι σημερινοί ορειβάτες βρίσκουν την ανάπαυλα που έχουν ανάγκη
Ο κόπος του όμως πήγε χαμένος. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς η ορειβατική καλύβα κατεδαφίστηκε, γιατί χαρακτηρίστηκε παράνομη από το Δασαρχείο. Όταν ο ΕΟΤ χορήγησε άδεια στον ΣΕΟ για ανέγερση καταφυγίου στο διάσελο μεταξύ προφήτη Ηλία και Τούμπας, ο Γιώσος σήκωσε τα μανίκια και ρίχτηκε πάλι στη δουλειά. Αφιέρωσε ένα ακόμα καλοκαίρι, αυτό του 1961, και με τη συνδρομή του Καραμπέτ Αρζουμανιάν έκανε πάλι το όνειρο πραγματικότητα.
Την επόμενη χρονιά έγιναν τα εγκαίνια του καταφυγίου που απολαμβάνουν σήμερα οι ορειβάτες του Ολύμπου.
Ο ίδιος μάλιστα φρόντισε να χαράξει το μονοπάτι για την ανάβαση στο καταφύγιο, όπως και να διαμορφώσει το γνωστό σήμερα ως Πέρασμα του Γιώσου. Με προσωπικά του έξοδα κατασκεύασε επίσης μια δεξαμενή στη θέση Στράγγο του Ολύμπου για να έχουν νερό και το καλοκαίρι οι ορειβάτες και οι βοσκοί.
Το περιοδικό Εικόνες (22 Μαΐου 1964) για το θάνατο του Γιώσου
Στις 2 Μαΐου του 1964 ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη με τρένο μαζί με τους Δημήτρης Ιωαννίδη, Φώτη Ιωαννίδη και Χρήστο Κεχαγιά για το Λιτόχωρο. Έκαναν Ανάσταση και αμέσως μετά ξεκίνησαν για την πορεία στον Όλυμπο. Το χάραμα τους βρήκε στον Στράγγο. Μετά από σύντομη ξεκούραση συνέχισαν από Ανάθεμα, Σκούρτα, Λαιμό, Οροπέδιο, μέχρι το καταφύγιο. Κατέστρωσαν το πρόγραμμα της άλλης μέρας και τη Δευτέρα 4 Μαΐου άρχισαν την ανάβαση στον Μύτικα.
Το μνημείο του Γιώσου στον Όλυμπο γράφει: «Ορειβάτες λυπούμαι που δεν μπορώ να σας συνοδεύσω στις κορφές»
Ο Χρήστος Κεχαγιάς, που κατέβαινε πρώτος, έγραψε: Σε μια στιγμή βλέπω τον Αποστολίδη να πέφτει πάνω στα χιόνια και να γλιστράει προς το μέρος μου, σιωπηλά χωρίς να φωνάξει, χωρίς να πει το παραμικρό. Το σχοινί τέντωσε, τους τράβηξε, σχεδόν τους εκσφενδόνισε»… Ο Γιώσος έμεινε για πάντα στον Όλυμπο.
Τα στοιχεία προέρχονται από το περιοδικό Όλυμπος, που εκδίδει ο ΣΕΟ Θεσσαλονίκης