31.10.21

Κ. Τσᾶτσος — «Ἡ ἑλληνικὴ ἐλευθερία»

Ἀπὸ τὰ βάθη τοῦ ἀρχαίου μύθου ἡ «ὕβρις» δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ὁ νόμος τοῦ μέτρου ποὺ βάζει ὅρια σὲ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα, τιμωρώντας κάθε ἀνυποταξία στὸν κανόνα, κάθε ὑπερβολή. Ὅταν ἀπόμονος στὸν καιρό του, παραμερίζοντας τὸ μῦθο ὁ Θαλῆς τολμάει νὰ πῆ τὴν καινούργια ἀλήθεια, τούτην τὴν ἑλληνικὴ ἐλευθερία (μὲ τὸ δικό [του] τρόπο) πραγματώνει, ποὺ εἶναι θέση καὶ νόμος. Καὶ μαζὶ μὲ τὸ Θαλῆ, τόσα τιτανικὰ ἄτομα, δημιουργικὰ τὸ καθένα τοῦ δικοῦ των νόμου, τῆς δικῆς των μορφῆς, ποιά ἄλλη, ἐκτός ἀπὸ τὴν προσωκρατικὴ ἐποχή, ἔχει νὰ ἀναδείξη; Οὔτε ἡ Ἀναγέννηση δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιπαραταχθῆ σ’ αὐτὸν τὸν πληθωρισμὸ τῶν πηγαίων προσωπικοτήτων, ποὺ σὰ νὰ μὴ γεννιοῦνται ἀπὸ τίποτα ἄλλο, παρὰ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους καὶ σὰ νὰ μὴν ὁρίζωνται ἀπὸ τἀ γύρω τους, μόνο νὰ τὰ ὀρίζουν μὲ μιὰ φυσικὴ καὶ αὐτονόητην ἀρχοντιά. Δὲν σταματοῦν, δὲν αὐτοθαμβώνονται μπρὸς στὴ δύναμη τῆς ἀντίστασής των· ἀβίαστα τὴν κατέχουν καὶ μονοχερὶς τὴν οἰακίζουν. Τολμοῦν πρωτοστόχαστα πηδήματα στὸ ἄγνωστο, πάντα μόνοι· ἄτομα αὐτόνομα· ἄτομα κοντὰ σὲ ἄλλα ἄτομα· ποτὲ ἀγέλη. Γιὰ τέτοιους λέει ὁ Ἀριστοτέλης ὅτι «... ὥστε γὰρ θεὸν ἐν ἀνθρώποις εἰκὸς εἶναι τὸν τοιοῦτον... κατὰ δὲ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος· αὐτοὶ γάρ εἰσι νόμος».Καὶ ὁ νόμος αὐτὸς ὁ ἐσωτερικός των, ἀντίθετος μὲ κάθε ἄλλο, τεθειμένο νόμο, εἶναι μαζὶ καὶ μορφὴ καὶ λόγος. Καὶ σὰ λόγος εἶναι ὁρισμὸς, εἶναι μέτρο. Τέτοιο εἶναι τὸ νόημα τῆς ἐλευθερίας τους. Πῶς λυτρώνεται ὁ φουτουριστὴς, ὁ σουρρεαλιστής, ὁ παλιὸς στὶς μέρες μας ρεαλιστὴς ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν καθιερωμένων αἰσθητικῶν τύπων; Καὶ πῶς ὁ ἕλληνας γλύπτης ἀπὸ τὸ ἄκαμπτο τυπικὸ τῆς αἰγυπτιακῆς καὶ τῆς ἀρχαϊκῆς τέχνης; Ὁ ἕλληνας μεταπηδάει στὸ νέο χωρὶς νὰ περάση ἀπὸ τὴν ἀκρότητα. Ἔχει τὴ ἄπειρη δύναμη, ἐνῶ γκρεμίζει, ἐνῶ ἀρνεῖται, ἐνῶ τραβάει τὴν διελκυστίνδα, νὰ μὴ περνάη πιὸ πέρα ἀπὸ ὅ,τι ἁρμόζει. Δὲν βάζει ἄμετρη, ἀλλὰ μετρημένη δύναμη. Καὶ ἡ μετρημένη εἶναι δυνατώτερη ἀπὸ μιὰν ἀρνητικὴ διάθεση ἀνανέωσης ἁπλῶς χάριν τῆς ἀνανέωσις, βρίσκει τὸ καινούργιο στηριγμένος στὸ παλιὸ καὶ ἐξελίσσοντάς το κατὰ τὸν ἐσωτερικὸ νόμο κάθε πνευματικοῦ, ἀντιθετικά, ἴσως, διαλεκτικά.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Κωνσταντίνου Τσάτσου «Ἑλληνικὴ Πορεία».