μη λές πως ήταν αφορμή τ’ οργίλο σου γραφτό:
λες κι από πριν, κάποια φωνή, μου το 'χεν ειπωμένο.
Δε θλίβομαι γι' αυτό.
Έτυχεν, όμως, η βραδιά τόσο βουβά να σβήσει,
κι ο ήλιος, μακριά, τόσο θλιβά να χάνεται μαζί...
Τέτοιες βραδιές, η σκέψη μου, που νοσταλγεί κι εκείνη,
δε θα ’θελε να ζει!
Κι εξάλλου, λες για πράγματα, που εγώ, δε βρίσκω βάση.
Λόγια γραμμένα βιαστικά, με πείσμα και χολή·
εκείνος που τα λόγια σου τα πριν έχει διαβάσει,
θα ξαφνιαστεί πολύ...
Μου λες πως «κυλιστήκαμε στο βόρβορο», –φαντάσου!
Κι εγώ που το ’χα καύχημα κρυφό, τόσον καιρό,
πως η καρδιά μου στάθηκε στα πλάνα βήματά σου, σαν άστρο φεγγερό!
Το γράμμα σου τ’ αποψινό, με βρήκε λυπημένο,
λες κι η καρδιά μου, σαν ανθός, για πάντα έχει σαπεί.
Κι όσο για κείνο που μου λες: «σαν άγνωστος θα μένω»,
–δεν ξέρω τι θα πει...
ΙΙ
Το βράδυ που σ’ αγάπησα δεν ήταν καλοκαίρι.
Τα φύλλα, μόλις πρόβαλλαν απάνω στα κλαριά
–κι ούτε θυμάμαι, να σου πω, τι μ’ είχε, τότε, φέρει,
σ’ εκείνη τη μεριά.
Θυμάμαι μόνο,
που έσερνα το βήμα το νωθρό μου,
και το μυαλό μου γύριζε σε πράματα παλιά,
την ώρα που σ’ απάντησα, να στέκεσαι στου δρόμου τα πέτρινα σκαλιά.
Τη νύχτα εκείνη, την τρελή, τη νύχτα τη μεγάλη,
να στη θυμήσω τώρα, εδώ, το βρίσκω περιττό.
«Τα περασμένα πέρασαν, μην τα θυμάσαι πάλι»,
μας λέει ένα ρητό...
Κι όμως, και συ μ’ αγάπησες βαθύτατα –το νιώθω, και ξέρω ακόμα, πως, συχνά, μου το ’χες ορκιστεί, πως όσο κι αν μαραίναμε τον πρώτο μας τον πόθο,
θα μέναμε πιστοί!
Μια και δεν ήταν να σταθείς σ’ εκείνα που είχες τάξει, τότε γιατί, το λόγο αυτό, μ’ ανάγκασες να πω;…
Τον όρκο σου τον πάτησες,
και το μυαλό μου γύριζε σε πράματα παλιά,
την ώρα που σ’ απάντησα, να στέκεσαι στου δρόμου τα πέτρινα σκαλιά.
Τη νύχτα εκείνη, την τρελή, τη νύχτα τη μεγάλη,
να στη θυμήσω τώρα, εδώ, το βρίσκω περιττό.
«Τα περασμένα πέρασαν, μην τα θυμάσαι πάλι»,
μας λέει ένα ρητό...
Κι όμως, και συ μ’ αγάπησες βαθύτατα –το νιώθω, και ξέρω ακόμα, πως, συχνά, μου το ’χες ορκιστεί, πως όσο κι αν μαραίναμε τον πρώτο μας τον πόθο,
θα μέναμε πιστοί!
Μια και δεν ήταν να σταθείς σ’ εκείνα που είχες τάξει, τότε γιατί, το λόγο αυτό, μ’ ανάγκασες να πω;…
Τον όρκο σου τον πάτησες,
μα εγώ δεν έχω αλλάξει,
κι ακόμα σ’ αγαπώ.
Πηγή: Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Ζήτρος.
κι ακόμα σ’ αγαπώ.
Πηγή: Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Ζήτρος.