ούτε να αφήσεις να να τελειώσει η μέρα...
χωρίς να μεγαλώσεις λιγάκι,
χωρίς να χαρείς,
χωρίς να δώσεις....
φτερά στα όνειρα σου.
Μην επιτρέψεις να σε νικήσει η απογοήτευση.
Μην αφήσεις κανένα να σου αφαιρέσει
το δικαίωμα να εκφραστείς...
Είναι σχεδόν ένα καθήκον.
Μην εγκαταλείψεις την αγωνία,
να κάνεις στη ζωή σου κάτι σπουδαίο...
και μην σταματήσεις , να πιστεύεις
ότι τα λόγια και η ποίηση,
μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο.
Ότι και να περάσεις να ξέρεις
ότι η ουσία μας μένει άθικτη.
Είμαστε όντα γεμάτα πάθος.
Η ζωή είναι έρημος και όαση.
Μας νικάει, μας πληγώνει, μας διδάσκει,
μας μετατρέπει σε πρωταγωνιστές της ζωής μας.
Ακόμα κι αν οι άνεμοι μας έλθουν κόντρα...
η ρωμαλέα όπερα συνεχίζεται.
Μπορείς να παίξεις μια στροφή.
Μη σταματάς ποτέ να ονειρεύεσαι,
γιατί....μέσα στα όνειρα του είναι ο άνθρωπος....Ελεύθερος.
Και μην αφήνεσαι να πέσεις στο χειρότερο από τα λάθη: την σιωπή.
Οι πιο πολλοί ζουν σε μια τρομακτική σιωπή.
Μην υποτάσσεσαι. Φύγε!
"Εκπέμπω τις κραυγές μου στις σκεπές αυτού του κόσμου",
λέει ο ποιητής.
Τίμα την ομορφιά των απλών πραγμάτων.
Μπορεί να γραφτεί ένα όμορφο ποίημα
για τα πιο ασήμαντα πράγματα...
αλλά δεν γίνεται να πάμε ενάντια στους εαυτούς μας.
Αυτό μετατρέπει τη ζωή μας σε κόλαση.
Να χαίρεσαι το φόβο που μέσα σου νοιώθεις
για τη ζωή π΄ανοίγεται μπροστά σου.
Ζήσε έντονα, χωρίς μιζέρια.
Σκέψου ότι σε Σένα ....
ακουμπά το Μέλλον
και αντιμετώπισε το περήφανα
χωρίς φόβο και αγωνία.
Μάθε απ΄όποιον μπορεί να σε διδάξει.
Οι εμπειρίες όσων έζησαν
πριν από τους δικούς μας
"πεθαμένους ποιητές"
θα σε βοηθούν να περπατήσεις το δρόμο της Ζωής.
Σήμερα η κοινωνία είμαστε εμείς
οι "ζωντανοί ποιητές".
Μην επιτρέψεις να διαβεί η ζωή....
χωρίς να την ζήσεις.
***
(παίρνοντας θέση μπροστά σ' ένα πορτρέτο)
1 Μεταφράζει η Μαρία Θεοφιλάκου
Έξω από αυτήν την κυρτωμένη, χοντροκομμένη Μάσκα,
(Όλες οι ευθειότερες, οι ομοιότερες Μάσκες απαρνημένες—αυτή προτιμημένη,)
Τούτη η κοινή αυλαία του προσώπου, περικλεισμένη σε μένα για εμένα, σε σένα για εσένα, σε κάθε έναν για καθέναν,
(Τραγωδίες, λύπες, γέλιο, δάκρυα— ω ουρανέ!
Τα παθιασμένα, συρρέοντα έργα που αυτή η αυλαία έκρυψε!)
Αυτό το λούστρο απ' του Θεού τον γαληνότερο, τον πιο καθάριο ουρανό,
Αυτή η μεμβράνη από του Σατανά τον κοχλαστό τον λάκκο,
O χάρτης της γεωγραφίας ετούτης της καρδιάς—αυτή η απέραντη μικρή χώρα—αυτή η άηχη θάλασσα•
Έξω από τις περιελίξεις αυτής της σφαίρας,
Αυτό το πιο δαιμόνιο ουράνιο σώμα από του ήλιου ή της σελήνης—από του Δία, της Αφροδίτης, του Άρη•
Αυτή η συμπύκνωση του Σύμπαντος—(μάλιστα, να εδώ το μόνο Σύμπαν,
Εδώ η ιδέα—όλη σ' αυτή τη μυστηριακή αδραξιά σφιγμένη•)
Αυτά τα σκαλισμένα μάτια, που αστράφτουν προς τα σένα, να περαστούν στους μέλλοντες καιρούς,
Να εκτοξευτούν και να στροβιλιστούν πέρα για πέρα στο γειρτό,περιστρεφόμενο διάστημα—από αυτά για να πηγάσει,
Προς Εσένα, όποιος και νά 'σαι—ένα Βλέμμα.
2
Ένας Ταξιδευτής σκέψεων και χρόνων—ειρήνης και πολέμων,
Νεότητας από καιρό εξοδεμένης, και μέσης ηλικίας που ξεπέφτει,
(Όπως ο πρώτος τόμος μιας ιστορίας που μελετήθηκε κι αφέθηκε στην άκρη, και αυτός εδώ ο δεύτερος,
Τραγούδια, αποκοτιές, καιροσκοπίες, που πάνε για να κλείσουν,)
Αργοπορώντας μια στιγμή, εδώ και τώρα, σ' Εσένα αγνάντια Εγώ γυρίζω,
Όπως στο δρόμο, ή σε μια πόρτα κουφωτή, τυχόν, ή παραθύρι ανοιχτό,
Στέκοντας, χαμηλώνοντας, γυμνώνοντας την κεφαλή μου, ειδικά Εσένα χαιρετώ,
Να σύρω και να σφίξω την Ψυχή σου, για μια φορά, αδιάρρηκτα με τη δική μου,
Κι έπειτα να ταξιδέψω, να ταξιδέψω εμπρός.
Ω Εαυτέ μου! Ω Ζωή!
Ω εαυτέ μου! ω ζωή!... των ερωτημάτων αυτών που επαναλαμβάνονται•
Των ατελείωτων τρένων των απίστων— πόλεων έμπλεων με τους ανόητους•
Του εαυτού μου αδιάκοπα που μέμφεται τον εαυτό μου, (καθώς ποιός περισσότερο ανόητος από εμένα, και ποιός περισσότερο άπιστος;)
Ματιών που μάταια ποθούν το φως— των επονείδιστων στόχων—του αγώνα που αέναα ξαναρχίζει,
Των φτωχών εκβάσεων των πάντων— των βραδυκίνητων και ρυπαρών όχλων που βλέπω γύρω μου•
Των αδειανών και άχρηστων χρόνων της αδράνειας— με τον αδρανή εμένα συνυφασμένων,
Το ερώτημα, ω εαυτέ μου! τόσο λυπητερό, επανέρχεται—Τί το καλό μέσα σε αυτά, ω εαυτέ μου, ω ζωή;
Απάντηση.
Ότι είσαι εδώ—ότι ζωή υπάρχει, και ταυτότητα•
Ότι το παντοδύναμο παιχνίδι συνεχίζεται, και συ μπορείς να συνεισφέρεις μια στροφή.
Η Τελευταία Επίκληση
Στα τελευταία, με τρόπο μαλακό,
Από τους τοίχους της σθεναρής οχυρωτής εστίας,
Από την πόρπη των πλεγμένων κλειδαριών, από τη φύλαξη των καλά κλεισμένων θυρών,
Άσε με να εκπνευστώ.
Άσε με να γλιστρήσω αθόρυβα προς τα μπροστά•
Με το κλειδί της απαλότητας ξεκλείδωσε τις κλειδαριές—με έναν ψίθυρο,
Θέσε ορθάνοιχτες τις πόρτες ω ψυχή.
Μαλακά—μην ανυπόμονη φανείς,
(Δυνατό είναι το κράτημά σου, ω σάρκα εφήμερη,
Δυνατό είναι το κράτημά σου, ω αγάπη).
Παραπομπή:
1) στίχος του ποιητή από το Τραγούδι του Εαυτού μου (Song of Myself, Νο 52), Φύλλα Χλόης.
«Θάλασσα με τις πλατιές καμπύλες των κυμάτων σου,/ Θάλασσα με τις βαθιές κοφτές ανάσες», «Φύλλα του τάφου, φύλλα του κορμιού που φυτρώνετε πάνω από μένα/ και πάνω από τον θάνατο», «Πάνω στο στέρνο της άνοιξης», «Όλη τη νύχτα στη φαντασία μου περιπλανιέμαι».
«Και ποτέ δεν θα υπάρξει περισσότερη τελειότητα απ’ όσο υπάρχει/ τώρα./ Ούτε Παράδεισος περισσότερος ούτε Κόλαση απ’ όσο υπάρχει τώρα», «Ό,τι είναι πιο κοινό, πιο φτηνό, πιο προσιτό, πιο απλό είμαι Εγώ», «Αυτές είναι αληθινά οι σκέψεις όλων των ανθρώπων σε κάθε εποχή/ και χώρα, δεν είναι δικά μου γεννήματα./ Αν δεν είναι δικές σου όσο και δικές μου, τότε δεν είναι τίποτα, ή/ σχεδόν τίποτα,/ […]/ Είναι η χλόη που φυτρώνει όπου υπάρχει χώμα κι όπου υπάρχει νερό,/ Είναι ο κοινός αέρας που λούζει ολόκληρη τη γη» (και μεταφορά), «Μέσα σε κάθε πράγμα βρίσκεται μια αλήθεια σε αναμονή,/ Ούτε βιάζεται να γεννηθεί, ούτε αντιστέκεται στη γέννησή της», «Η οδύνη είναι μία από τις πολλές μου φορεσιές» (και μεταφορά), «Το παρελθόν και το παρόν μαραίνονται – τα έχω γεμίσει, τα έχω/ αδειάσει./ Και συνεχίζω για να γεμίσω την επόμενη πτυχή του μέλλοντός μου», «Όλα είναι μια πομπή,/ Το σύμπαν είναι μια πομπή με κίνηση τέλεια μετρημένη», «Δεν είμαι βέβαιος, αλλά η εκστατική ψυχή των εραστών καλωσορίζει/ πιο πολύ τον θάνατο», «Δεν με αφορά η νεότητα».
«Τραγουδώ το ηλεκτρικό κορμί,/ Οι στρατιές εκείνων που αγαπώ με περιζώνουν, όπως τους περιζώνω/ κι εγώ,/ Δεν θα με ελευθερώσουν ώσπου να δεχτώ το κάλεσμά τους, να πάω/ μαζί τους,/ Και να τους εξαγνίσω, και να τους φορτίσω ολόκληρους με το φορτίο/ της ψυχής./ Υπάρχει αμφιβολία ότι αυτοί που διαφθείρουν το ίδιο τους το σώμα/ αποκρύπτουν τον εαυτό τους;/ Και μήπως αυτοί που βεβηλώνουν τους ζωντανούς δεν είναι τόσο κα-/κοί όσο κι αυτοί που βεβηλώνουν τους νεκρούς;/ Και μήπως το σώμα δεν κάνει ακριβώς όλα όσα κάνει η ψυχή;/ Κι αν το σώμα δεν είναι η ψυχή, τότε τι είναι η ψυχή;»
(από το ποίημα «Τραγουδώ το ηλεκτρικό κορμί», στην ενότητα «Τα Παιδιά του Αδάμ»)
Καθώς περπατώ δίπλα στο ποτάμι (ο πρωινός περίπατός μου, η ξε-/κούρασή μου),/ Ψηλά στον ουρανό ένας έξαφνος πνιχτός ήχος, η ερωτοτροπία των/ αετών,/ Η λάβρα ερωτική επαφή των δυο τους μέσα στο διάστημα,/ Οι αρπάγες που γατζώνονται και συμπλέκονται, μια ζωντανή, βίαιη/ ρόδα που περιστρέφεται,/ Τέσσερις φτερούγες που χτυπιούνται, δύο ράμφη, στροβιλιζόμενη μά-/ζα γραπωμένη σφιχτά,/ Σε στριφογυριστές, συσπειρωμένες, κυκλικές τροχιές, πέφτοντας/ ολόισια προς τα κάτω,/ Μέχρι που πάνω από το ποτάμι ζυγιάζεται, ζευγάρι κι όμως ένα, μια/ στιγμή ανάπαυλας,/ Μια ακίνητη ασάλευτη ισορροπία στον αέρα, ύστερα χωρίζουν, τα/ νύχια χαλαρώνουν,/ Και προς τα πάνω ξανά με αργές, σταθερές φτερούγες λοξοπετώντας,/ τη χωριστή, διάφορη πτήση τους,/ Αυτή τη δική της, αυτός τη δική του, ακολουθούν».
(το ποίημα «Η ερωτοτροπία των αετών», από την ενότητα «Στου δρόμου την άκρη»)
(το ποίημα «Η ερωτοτροπία των αετών», από την ενότητα «Στου δρόμου την άκρη»)
Εσύ αναγνώστη
Εσύ αναγνώστη πάλλεις από ζωή και περηφάνεια και αγάπη
Όπως κι εγώ,
Για σένα είναι λοιπόν τ’ ακόλουθα τραγούδια.
***
Τον εαυτό τραγουδάω
Τον εαυτό τραγουδάω, έν’ απλό ξεχωριστό πρόσωπο,
Κι όμως εκστομίζω τη λέξη Δημοκρατικός, τη λέξη En-Masse.
Τη φυσιολογία απ’ την κορφή ως τα νύχια τραγουδάω,
Ούτε η φυσιογνωμία μόνη ούτε και μόνος ο νους αξίζουν τη Μούσα,
Λέω πως ολοκληρωμένη η μορφή αξίζει περισσότερο,
Το θηλυκό ομοίως με το Αρσενικό τραγουδάω.
Τη Ζωή απέραντη στο πάθος, τον παλμό και τη δύναμη,
Χαρμόσυνη, δημιουργημένη για την ελεύθερη δράση υπό τους θείους νόμους,
Τον Σύγχρονο Άνθρωπο τραγουδάω.
***
Για εκείνον τραγουδάω
Για εκείνον τραγουδάω,
Το παρόν στο παρελθόν υψώνω,
(Όπως δέντρο πολυετές από τις ρίζες ξεπετιέται,
Το παρόν επιβαλλόμενο στο παρελθόν,)
Με χρόνο και χώρο τον διαστέλλω
Και του εμφυσώ τους αθάνατους νόμους,
Μέσ’ απ’ αυτούς να επιβάλλει τον εαυτό του
Νόμο στον εαυτό του.
Μη Πάλλεσαι Μονάχα Μες Στο Κλεισμένο Στέρνο Μου
Μη πάλλεσαι μονάχα μες στο κλεισμένο στέρνο μου,
Ούτε σε οργισμένους στεναγμούς νυχτερινούς
όταν με τον εαυτό μου τα 'χω βάλει,
Ούτε σ΄ εκείνους τους βαθείς,
μισοπνιγμένους στεναγμούς,
Ούτε στους πολλούς όρκους που δεν κράτησα
και στις αθετημένες υποσχέσεις,
Ούτε στη βούληση της πεισματάρικης
και άγριας ψυχής μου,
Ούτε στον απαλό άνεμο που με θρέφει,
Ούτε σ΄ αυτόν τον χτύπο και τον βρόντο
μέσα στους κροτάφους και στους καρπούς μου,
Ούτε στην παράξενη εντός μου συστολή
και διαστολή που μια μέρα θα πάψει,
Ούτε στις τόσες ευχές
που απηύθυνα με δίψα στους αιθέρες,
Ούτε στις κραυγές, στα γέλια, στις προκλήσεις,
που ξεχύνονται από μέσα μου
όταν στην άγρια ερημιά είμαι μονάχος,
Ούτε στο τραχύ κοντανάσαιμα
μέσα από σφιγμένα δόντια,
Ούτε σε λέξεις χιλιοειπωμένες,
άναρθρες λέξεις, αντίλαλους, λέξεις νεκρές,
Ούτε στα μουρμουρητά
των ονείρων μου μέσα στον ύπνο,
Ούτε στα άλλα μουρμουρητά εκείνων
των απίστευτων ονείρων της μέρας,
Ούτε στα μέλη και στις αισθήσεις του κορμιού μου,
που αδιάκοπα σε δέχεται και σε διώχνει -ούτε εκεί,
Ούτε σε τίποτα απ΄ όλα αυτά,
ω ένωση, ω παλμέ της ζωής μου,
Δεν σε χρειάζομαι να υπάρχεις
και να φανερώνεσαι παρά σ' αυτά τα τραγούδια!
Η Φωνή Της Βροχής
Και ποια είσαι εσύ;
Είπα στην απαλή βροχούλα,
Κι εκείνη, όσο παράξενο κι αν φαίνεται,
μου έδωσε απάντηση,
εδώ τη μεταφράζω:
Είμαι το Ποίημα της Γης,
είπε η φωνή της βροχής,
Αιώνια ανέρχομαι ανεπαίσθητη
μέσα από τη στεριά και την απύθμενη θάλασσα,
Ψηλά στους ουρανούς,
απ' όπου, με ακαθόριστη μορφή, ολότελα
αλλαγμένη κι ωστόσο απαράλλαχτη,
Κατέρχομαι να λούσω τα άνυδρα,
τους κόκκους της σκόνης,
το χώμα όλης της γης,
Κι όλα όσα μέσα τους χωρίς εμένα
ήταν μόνο σπέρματα, αδρανή, αγέννητα.
Και αδιάκοπα, μέρα και νύχτα,
στην ίδια μου τη προέλευση δίνω
ξανά ζωή, την ομορφαίνω και την εξαγνίζω.
(Γιατί το τραγούδι, εκκινώντας
από τον γενέθλιο τόπο του,
μετά την εκπλήρωση, τη περιπλάνηση,
Φανερά ή κρυφά, πιστά με αγάπη επιστρέφει).
Η Ερωτοτροπία Των Αετών
Καθώς περπατώ τα πρωινά δίπλα στο ποτάμι
(ο πρωινός περίπατος, η ανάπαψή μου),
ψηλά στον ουρανό
ένας έξαφνος πνιχτός ήχος,
η ερωτοτροπία των αετών.
Η λάβρα ερωτική των δυο τους μες στο διάστημα,
οι αρπαγές που γατζώνονται και συμπλέκονται
μια ζωντανή, βίαιη ρόδα που περιστρέφεται,
τέσσερις φτερούγες που χτυπιούνται, δυο ράμφη,
στροβιλιζόμενη μάζα γραπωμένη σφιχτά,
σε στριφογυριστές, συσπειρωμένες, κυκλικές τροχιές,
πέφτοντας ολόισια προς τα κάτω,
μέχρι που πάνω από το ποτάμι, ζυγιάζεται,
ζευγάρι κι όμως ένα,
μια στιγμή ανάπαυλας.
Μια ακίνητη ασάλευτη ισορροπία στον αέρα,
ύστερα χωρίζουνε, τα νύχια χαλαρώνουν
και ξανά προς τα πάνω με αργές,
σταθερές φτερούγες λοξοπετώντας,
ακολοθούν τη χωριστή, διάφορη πτήση τους.
Αυτή τη δική της,
αυτός τη δική του.
Ο Ουώλτ Ουίτμαν (Walt Whitman), ο επιφανέστερος αμερικανός ποιητής του προηγούμενου αιώνα (1819-1892), είχε αγγλική και ολλανδική την καταγωγή. Στα νεανικά του χρόνια αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τις σπουδές του για να εργασθεί ως ξυλουργός, οικοδόμος, τυπογράφος και δάσκαλος. Από το 1838 άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά.
Βαθιά επηρεασμένος από τις θεωρίες του Έμερσον εκδίδει, το 1855 στην πρώτη της μορφή, τη συλλογή του "Φύλλα χλόης", αποτελούμενη από δώδεκα ποιήματα. Έκτοτε εμπλουτίζει σε αλλεπάλληλες εκδόσεις τη συλλογή αυτή με νέες συνθέσεις, εξασφαλίζοντας την αναγνώριση φανατικών θαυμαστών όπως ο Σουίνμπερν και ο Ο.Μ. Ροσσέτι, αλλά και την επιφυλακτικότητα του ευρύτερου κοινού, κυρίως για τις προωθημένες περί ηθικής αντιλήψεις του. Κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο υπηρετεί ως εθελοντής νοσοκόμος, εμπειρία που τον σφραγίζει και που την καταγράφει στα "Πολεμικά απομνημονεύματά του" (1875). Άλλα του έργα: "Δημοκρατικές απόψεις" (1871), "Δείγματα ημερών" (1882), "Κλαδιά του Νοεμβρίου" (1888), "Χαίρε, φαντασία μου" (1891).