Μερικές φορές το πεπρωμένο είναι σαν μια μικρή αμμοθύελλα που αλλάζει συνεχώς κατεύθυνση. Κι εσύ μπορεί να αλλάξεις κατεύθυνση αλλά
η αμμοθύελλα σε κυνηγάει. Στρίβεις ξανά, η αμμοθύελλα όμως σ’ ακολουθεί και συνεχίζεις ακατάπαυστα, σαν να χορεύεις έναν δυσοίωνο χορό με τον θάνατο, λίγο πριν ξημερώσει. Γιατί; Επειδή αυτή η αμμοθύελλα δεν ήρθε από κάπου μακριά, δεν είναι κάτι που δεν έχει σχέση με σένα.
Αυτή η αμμοθύελλα είσαι εσύ. Βρίσκεται μέσα σου. Έτσι, δεν έχεις παρά να της παραδοθείς, να μπεις μέσα της, να κλείσεις τα μάτια σου και να βουλώσεις τα αυτιά σου, για να μην περάσει μέσα σου η άμμος, και βήμα βήμα να τη διασχίσεις. Δεν υπάρχει ήλιος εκεί, ούτε φεγγάρι, ούτε πυξίδα, καμία αίσθηση του χρόνου. Μόνο η υπέροχη λευκή άμμος που στροβιλίζεται και υψώνεται ψηλά στον ουρανό σαν σκόνη από κονιορτοποιημένα οστά. Μια τέτοια αμμοθύελλα πρέπει να φανταστείς. […]
Και πρέπει στ’ αλήθεια να περάσεις μέσα από αυτή την άγρια, μεταφυσική, συμβολική αμμοθύελλα. Ανεξάρτητα από το πόσο μεταφυσική ή συμβολική είναι, εσύ μην κάνεις το λάθος και την παραβλέψεις: θα σε χαρακώσει βαθιά, σαν χίλια ξυραφάκια. Εκεί πολλοί θα ματώσουν, αλλά θα ματώσεις κι εσύ. Καυτό κόκκινο αίμα. Το αίμα τούτο θα βάψει τα χέρια σου, αίμα δικό σου και των άλλων.
Και μόλις η θύελλα κοπάσει, δε θα θυμάσαι πώς κατάφερες να τη διασχίσεις, πώς κατάφερες να επιζήσεις. Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζεις πως η θύελλα κόπασε. Ένα όμως είναι βέβαιο. Όταν βγεις από κει μέσα, δε θα είσαι το ίδιο άτομο με εκείνο που μπήκε. Περί αυτού πρόκειται.»
Χαρούκι Μουρακάμι
«Ο Κάφκα στην ακτή»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΨΥΧΟΓΙΟΣ