στον τόπο του, κάτι που θα του αναγνωρίσει ευτυχώς νωρίς το νεοσύστατο ελληνικό κράτος και θα τον τιμήσει ως εθνικό ευεργέτη ήδη από το 1859 (συνάμα με τον ξάδελφό του Κωνσταντίνο Ζάππα). Το ξακουστό Ζάππειο Μέγαρο των Αθηνών φέρει τη σφραγίδα του Ζάππα, καθώς ήθελε να φτιάξει έναν χώρο για να στεγάσει εκεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας!
Γεννήθηκε στο χωριό Λάμποβο (του Ζάππα) στη Βόρειο Ήπειρο το 1800. Ήταν ο νεότερος γιος του Βασίλη Ζάππα, έμπορος από τους σημαντικούς της περιοχής και της Σωτηρίας, το γένος Μέξη. Το χωριό ανήκε στην επαρχία Τεπελενίου, πατρίδα του Αλή Πασά. Ο Ευαγγέλης, σε ηλικία 13 ετών, στρατολογήθηκε απ’ τον Αλή Πασά και στάλθηκε φρουρός σε ένα φρούριο κοντά στα Γιάννενα. Με τη συμμαχία των Σουλιωτών με τον Αλή, ο Ζάππας βρέθηκε στο στρατόπεδο του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα των Ελλήνων το 1821 και τέθηκε υπό τις διαταγές του Μάρκου Μπότσαρη. Έγινε, μάλιστα, υπασπιστής και τον ακολούθησε. Μετά το θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη, ο πολέμησε με τον Κωνσταντίνο Μπότσαρη, αδερφό του ήρωα, και στη συνέχεια με τον στρατηγό Νικόλαο Ζέρβα, τον Λάμπρο Βέικο, τον Γκούρα, και συναγωνιστές τον Μακρυγιάννη, τον Νοταρά και τον Πανουργιά. Το 1824, έγινε ταξίαρχος και διοίκησε τα Βλαχοχώρια των Σαλώνων. Σύμφωνα με άλλες πηγές, πολέμησε με τον Καραϊσκάκη, τον Κολοκοτρώνη και τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Στο τέλος της Επανάστασης αρνείται την χρηματική αποζημίωση για τους αγωνιστές και μεταναστεύει στο Βουκουρέστι το 1831. Η περιοχή αυτή των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών είχε την περίοδο εκείνη μεγάλη ελληνική παράδοση, από την εποχή που η Υψηλή Πύλη διόριζε Φαναριώτες στις διοικητικές θέσεις. Ο Ζάππας εγκαταστάθηκε στη Βλαχία, όπου η κοινωνικοοικονομική δομή της περιοχής χαρακτηριζόταν από την ισχνότητα αστικών κέντρων και τα μεγάλα κτήματα και εντάχθηκε στην τοπική κοινωνία χρησιμοποιώντας ένα εκλεπτυσμένο σύστημα δημοσίων σχέσεων. Φρόντισε να εξοικειωθεί με τους άρχοντες και τους ηγούμενους των ελληνικών μοναστηριών οι οποίοι διαχειρίζονταν τα μοναστηριακά κτήματα, ακολουθώντας την τακτική και άλλων Ελλήνων, σύμφωνα με την οποία νοίκιασε και εκμεταλλεύτηκε μοναστηριακά κτήματα στην περιοχή της Γιαλόμιτζας, κοντά στο Βουκουρέστι. Σε τρεις περίπου δεκαετίες απέκτησε τεράστια περιουσία και αντίστοιχα εισοδήματα. Με τη μακροχρόνια απουσία του απ' την Ελλάδα και το ρίζωμα του στη βλαχική κοινωνία ο Ευαγέλλης απέκτησε τη θέληση να ευεργετήσει και την Ελλάδα και τη Βλαχία.
Ο κύριος αποδέκτης των ευεργεσιών του ήταν φυσικά η Ελλάδα, με την πιο εντυπωσιακή εκδήλωση της προσφοράς του να είναι το εγχείρημα αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων. Το 1856 έγραψε στο βασιλιά Όθωνα προσφέροντας 400 μερίσματα της Εθνικής Ατμοπλοΐας ώστε τα κέρδη να χρησιμοποιηθούν για την ίδρυση των Ολυμπιακών Αγώνων και για τα βραβεία των νικητών. Ο Ευάγγελος Ζάππας, μαζί με τον εξάδελφό του Κωνσταντίνο Ζάππα τιμούνται ως εθνικοί ευεργέτες από το 1859, όταν ιδρύθηκαν τα "Νέα Ολύμπια", έκθεση γεωργική, τεχνική και βιομηχανική που ορίστηκε να πραγματοποιούνται ανά τετραετία, ενώ την ίδια χρονιά κατάφερε να αναβιώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε μια πλατεία της Αθήνας. Στη διαθήκη του άφηνε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, με το οποίο χρηματοδότησε τους αγώνες του 1870 και 1875 που πραγματοποιήθηκαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο που επίσης αναστύλωσε. Οι Ζάππειοι αγώνες του 1859, 1870 και 1875 ήταν επίσης διεθνείς αφού συμμετείχαν αθλητές από την Ελλάδα και την Οθωμανική αυτοκρατορία. Ο Ευαγγέλης Ζάππας αναβιώνοντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες για πρώτη φορά από την Αρχαιότητα, έθεσε τη βάση για τους μεγάλους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, από το βαρώνο Πιέρ ντε Κουμπερτέν και τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή που ιδρύθηκε το 1894. Χρηματοδότησε επίσης τη δημιουργία του Μεγάρου που φέρει το όνομα του, το Ζάππειο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τους αγώνες ξιφασκίας στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1896 και ως κέντρο τύπου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, ενώ παραμένει έως σήμερα κεντρικός εκθεσιακός χώρος.
Το 1863 ο Ευαγγέλης Ζάππας προσβάλλεται από αδιευκρίνιστη ψυχική νόσο. Ο έλληνας πρόξενος στο Βουκουρέστι την περιγράφει πάντως ως «φρενιτίαση» ή «κάποιου είδους μονομανία». Δύο χρόνια αργότερα, στις 18 (ή 19) Ιουνίου 1865, ο Ζάππας εγκαταλείπει τα εγκόσμια αφήνοντας διαχειριστή της περιουσίας του τον ξάδελφό του Κωνσταντίνο, δεσμεύοντάς τον για την ολοκλήρωση του ολυμπιακού του οράματος. Άκληρος και σχετικά ιδιότροπος,διορατικός και έμπειρος, φροντίζει στη διαθήκη του να τονίσει ότι όχι μόνο οι συγγενείς του, αλλά και «πας Έλλην, χωρίς εξαίρεσιν, έχει το δικαίωμα να επαγρυπνήση εις την εκτέλεσιν των διατάξεων της παρούσης διαθήκης μου και τους εναντίους αυτής να τους υποχρεώση διά του νόμου προς αποζημίωσιν και αποκατάστασιν των ειρημένων διατάξεων». Η βούληση του Ζάππα αποτυπώθηκε με σαφήνεια στην εντολή που άφηνε στον ξάδελφό του Κωνσταντίνο: «Να κτίση το κατάστημα των Ολυμπίων μετά του σταδίου αυτού αξιοπρεπές και ευρύχωρον, κατά το σχέδιον όπου έχω στείλει του κ. Ραγκαβή». Σύμφωνα επίσης με την ίδια διαθήκη, το λείψανο της κεφαλής του εθνικού μας ευεργέτη, «εγκλεισμένον εντός αργυράς θήκης εν σχήματι ναΐσκου», εντοιχίστηκε στον αριστερό τοίχo του κυκλικού σχήματος Περιστυλίου του Μεγάρου την ημέρα των εγκαινίων του (1888). Μια αναμνηστική πλάκα απομένει για να θυμίζει τον χώρο όπου βρίσκεται ως σήμερα η κεφαλή του Ζάππα. Ο Ζάππας είχε ζητήσει όλη του η χρηματική περιουσία, κοντά στα 6 εκατομμύρια δραχμές, να περάσει μετά και τον θάνατο του ξαδέλφου του Κωνσταντίνου (πέθανε στις 20 Ιανουαρίου 1892) στην «Επιτροπή των Ολυμπίων», αλλά τελικά μόνο ένα μικρό μέρος της έφτασε στην Ελλάδα. Το ρουμανικό Δημόσιο στάθηκε εμπόδιο στην ολοκλήρωση αυτής του της επιθυμίας, παρά τα όσα είχε κάνει ο Ζάππας για το εκπαιδευτικό σύστημα της δεύτερης πατρίδας του. Αδριάντες του Ευαγγέλη και του Κωνσταντίνου στέκουν μπροστά από το Ζάππειο Μέγαρο…