3.7.20

Ανήμπορος να κείτεται στο κρεβάτι του πόνου και το βλέμμα του να σε κοιτά ....

..."Μες το νοσοκομείο βλέπεις την κοινωνία σε μικρογραφία τη δομή και τις δυσλειτουργίες αλλά κυρίως 
Αντρίκο, βλέπεις την κατάντια του ανθρώπου.
Είμαστε ένα τίποτα,

που για μια στιγμή νομίζει ότι είναι τα πάντα. Η φθορά του χρόνου, η αρρώστια, σκουριάζουν το κορμί, τα μάτια, το χαμόγελο,
την ψυχή.Και τι απομένει; Μόνο η αγάπη και η καλοσύνη. Όλα είναι αγάπη. Τίποτα άλλο. Απολύτως τίποτα. Αυτόν τον άνθρωπο που έπιανε την πέτρα και την τσάκιζε μες τη χούφτα του, τον είδα να έχει παραδώσει τις δυνάμεις του, την περηφάνια και την αξιοπρέπειά του στο πεπρωμένο και την αρρώστια. Τον είδα να τα έχει κάνει πάνω του κι ακίνητος να περιμένει έναν καλό Σαμαρείτη να τον προσέξει, να τον βοηθήσει. Άβουλος, αδύναμος, να δέχεται την ήττα αδιαμαρτύρητα, να κλείνει τα μάτια περιμένοντας μες τη βρωμιά και τη δυσωδία, μες τη ντροπή και την ανάγκη, να νοιώσει άνθρωπος. Τραγική εικόνα. Μου έφυγε η μαγκιά από την κατάντια του ανθρώπου. Αν ποτέ γεράσουμε δε θα ήθελα να φτάσω σε τέτοια κατάσταση. Είδα και την βοηθό νοσοκόμα να βάζει γάντια και να καθαρίζει τα σκατωμένα σκέλια του, τους γλουτούς και τα αρχίδια του. Να καθαρίζει με τη δυσωδία διάχυτη στο δωμάτιο τα σκατά ενός ξένου με τα σπλάχνα της στο στόμα έτοιμη να τα ξεράσει, τα δόντια της να τρίζουν πίσω από τα σφιγμένα χείλη κρατώντας την ανάσα όσο περισσότερο μπορούσε να αντέξει για να κάνει το καθήκον της.Από ανάγκη. Για το ψωμί. Για το μεροκάματο.
Για την οικογένεια και τα παιδία της.
Φίλε, όσο αλληλέγγυος και να είσαι δεν είναι δουλειά να ξεσκατώνεις έναν ξένο… Να υπομένεις τη βρωμιά, τη δυσοσμία, την αηδία και τις παραξενιές κάθε αρρώστου.
Ούτε τον εαυτό σου δεν αντέχεις σε τέτοια κατάσταση όχι έναν γέροντα.
Τον ίδιο σου τον εαυτό σιχαίνεσαι αν λερωθείς...
Πως μπορείς να φτάσεις σε αυτό το επίπεδο ανθρωπιάς, σε αυτό το επίπεδο προσφοράς αν δεν είσαι ταγμένος επαγγελματικά ή άνθρωπος με τεράστια αποθέματα και μεγαλείο ψυχής!
Πως καταντάει ο άνθρωπος! Ανήμπορος να κείτεται στο κρεβάτι του πόνου και το βλέμμα του να σε κοιτά ένας θεός ξέρει με ποια συναισθήματα.
Αυτό το κορμί πριν 30, 40 χρόνια ξέρεις έστεκε σφριγηλό και δυνατό απέναντι και μπροστά στη ζωή…Και μετά, κατάντια.
Να λιώνει, με κατατρυπημένες τις φλέβες, πονεμένο και αδύναμο, ένα μάτσο σκατά, ένας σκελετός με δέρμα κι έντερα στα λευκά σεντόνια, σε αφιλόξενα ταβάνια….Πόσες μέρες μπορείς να κοιτάς το ταβάνι…; Ήταν πολύ καλός ο παππούς, περήφανος και κημπάρης. Δεν είχα τίποτα να προσφέρω εγώ….
Ένα χαμόγελο, ένα χάδι, με τη συμπόνια και την αγάπη που έβγαινε από μέσα μου….
Έβλεπα την ευγνωμοσύνη να λάμπει στα μάτια του όταν του χάιδευα το μέτωπο και τα μάγουλα και του έσφιγγα το χέρι στοργικά…Δεν ξέρω, είναι δύσκολες οι στιγμές κοντά σε έναν ετοιμοθάνατο.
Έχασα τη λαλιά μου, τη φωνή μου, τα κουράγια μου…Και υπάρχουν άνθρωποι φίλε μου, τόσο καλοί και ταπεινοί, καλύτεροι από μας, με περίσσευμα αγάπης να στέκονται δίπλα στον άνθρωπό τους, να ξενυχτούν στην καρέκλα, κυριολεκτικά ράκη και να χαμογελάνε με τον καλό λόγο στο στόμα και την πίστη και την ελπίδα…. Πονεμένα πρόσωπα, κουρασμένα από την καρέκλα, την αγωνία, τον πόνο και τον βουβό θρήνο. Αλλά γεμάτα ανθρωπιά. "


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ από το βιβλίο Ο ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΗ ΓΟΡΓΟΝΑ...
Σε όλα τα βιβλιοπωλεία και στην ΚΑΤΕΡΙΝΗ από το βιβλιοπωλείο ΟΣΤΡΙΑ δίπλα από το ΑΛΛΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ...