Ζητήματα Ελληνοτουρκικών Σχέσεων - Ειδικότερα κείμενα
Η έναρξη της διαφοράς σχετικά με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας τοποθετείται χρονικά στον Νοέμβριο του 1973, όταν η τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίων χορήγησε άδειες για διεξαγωγή ερευνών επί της ελληνικής υφαλοκρηπίδας δυτικά των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Έκτοτε, οι επανειλημμένες τουρκικές απόπειρες παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας επί της υφαλοκρηπίδας της έχουν αποτελέσει σοβαρότατο σημείο τριβής στις διμερείς σχέσεις, φέρνοντας τις δύο χώρες ακόμα και στο χείλος ένοπλης σύγκρουσης (1974, 1976, 1987).
Το 1976, η Ελλάδα έφερε το θέμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας, λόγω της σοβαρότητάς του, και παράλληλα προσέφυγε μονομερώς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Τουρκία δεν την ακολούθησε, επικαλούμενη τη μη αναγνώριση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου από αυτήν. Το Δικαστήριο δεν υπεισήλθε στην ουσία του ζητήματος για τυπικούς λόγους, λόγω έλλειψης αρμοδιότητας.
Οι δύο χώρες άρχισαν διαπραγματεύσεις για το θέμα της υφαλοκρηπίδας τον Νοέμβριο του 1976, συνυπογράφοντας το γνωστό ως Πρακτικό της Βέρνης, το οποίο έθετε το πλαίσιο του διαλόγου. Ο διάλογος, όμως, τερματίσθηκε άπρακτος το 1981, λόγω των συνεχών παλινδρομήσεων και της αδιάλλακτης στάσης της Τουρκίας, οπότε εξέπνευσε παράλληλα και το Πρακτικό της Βέρνης, το οποίο αφορούσε τις συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις και επομένως η ισχύς και η διάρκειά του τελούσαν σε άμεση συνάρτηση με εκείνες.
Τον Μάρτιο του 2002, στο πλαίσιο της διαδικασίας της ελληνο-τουρκικής προσέγγισης που εγκαινιάσθηκε το 1999, οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε μια διαδικασία εμπιστευτικών Διερευνητικών Επαφών, οι οποίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα, με σκοπό να διερευνηθεί εάν και κατά πόσον υπάρχει κοινό έδαφος και συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έναρξη διαπραγματεύσεων που θα μπορούσαν ενδεχομένως να καταλήξουν σε συμφωνία για την υφαλοκρηπίδα.
Σε περίπτωση που διαφανεί ότι δεν καθίσταται δυνατή η εξεύρεση κοινού εδάφους εντός εύλογου χρόνου, η πάγια θέση της Ελλάδας, η οποία συνάδει απολύτως με το διεθνές δίκαιο και έχει τεθεί και ως κριτήριο στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, είναι η παραπομπή του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ), προκειμένου να μη διαιωνισθεί η διαφορά. Δεδομένου, όμως, ότι η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τη γενική υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, απαιτείται ειδική συμφωνία (συνυποσχετικό) που θα αποτελέσει τη νομική βάση για τη δικαιοδοσία του ΔΔΧ.
Οι θέσεις της Ελλάδας επί της ουσίας του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας και των ορίων αυτής, βασίζονται στις προβλέψεις του ισχύοντος δικαίου της θαλάσσης, συμβατικού και εθιμικού και είναι οι εξής:
• Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας προβλέπει κυριαρχικά δικαιώματα του παρακτίου κράτους επί της υφαλοκρηπίδας, το εύρος της οποίας είναι τουλάχιστον 200 ν.μ., εφόσον το επιτρέπει η απόσταση μεταξύ των αντικειμένων ακτών. Τα δικαιώματα αυτά του παρακτίου κράτους υφίστανται ipso facto και ab initio. Η Ελλάδα κύρωσε την ως άνω Σύμβαση με τον Ν. 2321/1995, που βάσει του Συντάγματος υπερισχύει κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, αλλά και ως νεώτερος νόμος κατισχύει παντός παλαιότερου.
• Σύμφωνα με το άρθρο 121 (2) της Σύμβασης Δικαίου της Θάλασσας, όλα τα νησιά δικαιούνται αιγιαλίτιδας ζώνης, συνορεύουσας ζώνης, αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδας. Οι ζώνες αυτές καθορίζονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις της Σύμβασης, όπως αυτές εφαρμόζονται στις ηπειρωτικές περιοχές. Ο γενικός αυτός κανόνας αποτελεί και εθιμικό δίκαιο, δεσμεύει, δηλαδή, και τα κράτη που δεν είναι συμβαλλόμενα στη Σύμβαση. Κατ’ εφαρμογή του κανόνα αυτού, όλα τα ελληνικά νησιά, σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας, έχουν υφαλοκρηπίδα.
Το Πρακτικό της Βέρνης (μετά την κρίση με το «Χόρα»), το Νοέμβρη 1976 μεταξύ Κ. Καραμανλή και Σ. Ντεμιρέλ, με το οποίο δεσμεύονταν οι δύο χώρες να μην προβούν σε ενέργειες που θα παρενοχλούσαν τις διαπραγματεύσεις. Ουσιαστικά, πάγωσαν έκτοτε οι ενέργειες για έρευνα και εκμετάλλευση τυχόν κοιτασμάτων πετρελαίου πέρα από τα χωρικά ύδατα των 6 μιλίων από τις ηπειρωτικές ακτές.
Η Συμφωνία του Νταβός (μετά την κρίση του 1987 με το «Σισμίκ»), το Φλεβάρη του 1988 μεταξύ Α. Παπανδρέου και Τ. Οζάλ, με την οποία οι δύο χώρες συμφωνούν να περιορίσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα για ανεύρεση κοιτασμάτων πετρελαίου στην αιγιαλίτιδα ζώνη τους. Δηλαδή, επαναβεβαίωση του Πρακτικού της Βέρνης.
Η Συμφωνία της Μαδρίτης, τον Ιούλη του 1997 (μετά την κρίση των Ιμίων το Γενάρη του 1996), μεταξύ Κ. Σημίτη και Σ. Ντεμιρέλ, με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει «τα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο και δεσμεύεται να μην προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες, όπως θα μπορούσε να θεωρηθεί η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων (έρευνες στην υφαλοκρηπίδα, επέκταση χωρικών υδάτων κ.λπ.).
Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και το Ελσίνκι, οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης το Δεκέμβρη του 1999, όπου στο πλαίσιο της ενεργοποίησης της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας η Ελλάδα αποδέχθηκε την ύπαρξη προς διευθέτηση «συνοριακών διαφορών».
Το Μνημόνιο της Βουλιαγμένης του 1988, μεταξύ των τότε υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδας Κ. Παπούλια και της Τουρκίας Μ. Γιλμάζ. Είναι η βάση των ΝΑΤΟικής έμπνευσης ΜΟΕ (Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης). Σε αυτό προβλεπόταν η μη διεξαγωγή ασκήσεων, πτήσεων και άλλων δραστηριοτήτων στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, των εθνικών και των θρησκευτικών εορτών των δύο χωρών.
• Στο πλαίσιο αυτό, ζήτημα οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας τίθεται μόνον μεταξύ των αντικείμενων ακτών των ελληνικών νησιών που βρίσκονται απέναντι από την Τουρκία και των τουρκικών ακτών.
• Ως προς τη μέθοδο οριοθέτησης, πάγια θέση της χώρας μας αποτελεί ότι η οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών, συμπεριλαμβανομένης της υφαλοκρηπίδας, θα πρέπει να γίνει με βάση την αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής.
Συναφώς σημειώνεται ότι , σύμφωνα με το άρθρο 156 του Ν 4001/2011 (ΦΕΚ Α΄ 179 - «για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις»), ελλείψει συμφωνίας οριοθέτησης με γειτονικά κράτη, το εξωτερικό όριο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας είναι η μέση γραμμή μεταξύ των ελληνικών ακτών και των ακτών που είναι παρακείμενες ή αντικείμενες σε αυτές.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΟΥΛΕΖΑΣ.
Δικηγόρος Ποινικού Δικαίου
Criminal Lawyer
Rechtsanwalt
Rechtsanwalt