Του Ανδρέα Καψαμπέλη...
Τα δύο γεγονότα των τελευταίων ημερών, με τη φρεγάτα «Λήμνος» που επιβεβαιώθηκε ότι επακούμβησε, κατά τη στρατιωτική ορολογία, την τουρκική «Kemal Reic» και την παραίτηση του πρωθυπουργικού συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Αλ. Διακόπουλου, δεν φαίνεται να επηρεάζουν την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η οποία συνεχίζεται με φόντο τον εφ’ όλης της ύλης διάλογο και τη συνεκμετάλλευση…
Η κυβέρνηση δίνει την εικόνα, όπως φάνηκε και από τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στο αμερικανικό CNN, ότι προσπαθεί να οριοθετήσει ορισμένες κόκκινες γραμμές, όπως ότι η μόνη διαφορά με την Aγκυρα αφορά την οριοθέτηση για τις θαλάσσιες ζώνες, αλλά το ουσιαστικό crash test στο εσωτερικό μέτωπο αναμένεται να καταγραφεί την Τετάρτη στη Βουλή. Η συζήτηση επί των δύο συμφωνιών που υπεγράφησαν πρόσφατα με την Ιταλία και την Αίγυπτο για τις θαλάσσιες ζώνες θα δώσει την αφορμή για την πρώτη κατά μέτωπον και σε επίπεδο κορυφής αντιπαράθεση των πολιτικών αρχηγών ύστερα από την κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας και την έξοδο του «Oruc Reic» στο ανατολικό Αιγαίο. Σε ποιο βαθμό, βέβαια, η αντιπαράθεση θα είναι πραγματικά ή προσχηματικά μετωπική είναι κάτι που θα φανεί σε μερικά εικοσιτετράωρα, καθώς είναι πυκνές οι διεργασίες στην αντιπολίτευση για το διά ταύτα στην ψηφοφορία για τις συμφωνίες αυτές.
Οι ισχυρές εσωτερικές πιέσεις προς τον Αλ. Τσίπρα από την «ομάδα Τσακαλώτου» να υπερψηφίσει (ή τουλάχιστον να μην καταψηφίσει) τις συμφωνίες δεν έχουν σχέση μόνο με τις γενικότερα εύθραυστες ισορροπίες εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Αντανακλούν και το κλίμα που έρχεται από το εξωτερικό για να διαμορφωθεί μια ευρύτερη, τουλάχιστον τρικομματική, συναίνεση υπέρ της «συνολικής διευθέτησης» των ελληνοτουρκικών διαφορών. Ορισμένοι, μάλιστα, διατυπώνουν την πιο προωθημένη άποψη ότι σε αυτή τη φάση δοκιμάζεται και η δυνατότητα να τεθούν οι βάσεις για τον μετασχηματισμό της συναίνεσης αυτής ακόμη και σε κυβερνητική συγκατοίκηση προκειμένου μια εφ’ όλης της συμφωνία με την Τουρκία να λάβει σχεδόν καθολικό χαρακτήρα.
Πέρα από την πίεση της εσωκομματικής του αντιπολίτευσης (στην οποία είναι καταλυτικές οι επιρροές των αντιλήψεων Σημίτη – Ροζάκη, καθώς τον τόνο δίνουν ο Ν. Μπίστης και οι άλλοι «εκσυγχρονιστές»), ο κ. Τσίπρας δεν έχει και ο ίδιος πολλές δυνατότητες ουσιωδών ελιγμών. Έχοντας ταχθεί από την αρχή υπέρ της μερικής οριοθέτησης με την Αίγυπτο, τυχόν επιλογή του να υπερβεί το ουδέτερο «παρών» ο ΣΥΡΙΖΑ στην ψηφοφορία της Τετάρτης θα τον έφερνε σε ευθεία αντίθεση με τα κέντρα εξουσίας του εξωτερικού και τους Ευρωπαίους εταίρους, ιδιαίτερα τη Γερμανία.
Η συνολική μετατόπιση των τελευταίων χρόνων δεν φαίνεται να αφήνει στη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση περιθώρια για επιστροφή στο παρελθόν, επαναλαμβάνοντας -για τα εθνικά θέματα αυτή τη φορά- την αντιμνημονιακή τακτική του «Go back Madame Μέρκελ» της περιόδου 2012-2015. Εξάλλου, ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ βαρύνεται με τη συμφωνία για το Σκοπιανό και δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν, βάσιμα, ότι η διευθέτηση των διαφορών με την Τουρκία θα είναι η αντίστοιχη «Συμφωνία των Πρεσπών» για τη Ν.Δ. στο Αιγαίο, με απλώς αντεστραμμένους τους ρόλους στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό.
Η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης επηρεάζει εμμέσως και την κατάσταση στους κόλπους της Ν.Δ. Η στήριξη, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, του ΣΥΡΙΖΑ προς τις κεντρικές κατευθύνσεις της κυβέρνησης λειτουργεί ασφυκτικά και για τα «γαλάζια» στελέχη που (σιωπηρώς έως τώρα) διατυπώνουν προβληματισμούς για την απόλυτη «σημιτοποίηση» της εξωτερικής πολιτικής της χώρας και δη έναντι της Τουρκίας. Οι προβληματισμοί αυτοί μένουν αυστηρά εντός των τειχών -για λόγους που συνδέονται και με άλλες σκοπιμότητες-, επιτρέποντας στον κ. Μητσοτάκη να έχει συμπαγή την Κοινοβουλευτική Ομάδα του και 158 τα «ναι».
Η αναμενόμενη επικύρωση των δύο συμφωνιών, πιθανότητα και με αυξημένη πλειοψηφία, αφού υπάρχει ως τρίτος παίκτης το ΚΙΝ.ΑΛ., ανοίγει τον δρόμο για να ξεκινήσουν οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, οι οποίες τοποθετούνται για δύο ημέρες αργότερα, την Παρασκευή 28 του μήνα. Άλλωστε και ο πρέσβης Π. Αποστολίδης, που θα ηγείται της ελληνικής αντιπροσωπίας, υπήρξε εκλεκτός του συστήματος Σημίτη έως το 2004.
ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ ΤΩΡΑ Τι μας περιμένει;
Η Ελλάδα οδηγείται στο τραπέζι του διαλόγου, μολονότι η μία πρόκληση του «σουλτάνου» σε βάρος της χώρας μας διαδέχεται την άλλη. Το απέδειξε με τη νέα απόφασή του για μετατροπή (έναν μήνα μετά την Αγία Σοφία) από μουσείο σε τζαμί και της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη. Ο «σκακιστής παγκόσμιας κλάσης», κατά τον Αμερικανό πρόεδρο Ντ. Τραμπ, κ. Ερντογάν συνεχίζει να κινείται κατ’ αυτόν τον τρόπο έχοντας πλήρως καλυμμένα τα νώτα του από την κυρία Μέρκελ, η οποία έχει διασφαλίσει παράλληλα τη γερμανική επικυριαρχία και την εξάρτηση της χώρας μας από την πρώτη περίοδο των Μνημονίων, το 2010, έως τώρα με τις ροές των 72 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης για την ανοικοδόμηση των ερειπίων που, λόγω πανδημίας, θα θυμίζουν, κατά τον Ντράνγκι, «το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου».
Παιχνίδι Μέρκελ με τη δημιουργία του αγωγού Nord Stream 2
Η πίεση της Μέρκελ για ταχεία διευθέτηση των μετώπων, συμπεριλαμβανομένης και της ανατολικής Μεσογείου, δεν έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι αυτό το εξάμηνο η Γερμανία ασκεί την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θέλει επί των ημερών της να πιστωθεί τα αποτελέσματα καθώς και την αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της χώρας της σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η Γερμανίδα καγκελάριος θέλει να εκμεταλλευτεί και τις αμερικανικές εκλογές του φθινοπώρου προκειμένου να πιέσει τον ένοικο του Λευκού Οίκου (είτε τον ίδιο είτε τον επόμενο) να ξεμπλοκάρει τη δημιουργία του αγωγού Nord Stream 2 που θα φτάνει από τη Ρωσία και θα τροφοδοτεί τη βόρεια και τη δυτική Ευρώπη μέσω της Βαλτικής.
Με αυτόν τον τρόπο η Γερμανία θα βοηθηθεί αποτελεσματικά να παραμείνει οικονομική υπερδύναμη και προς τούτο χρησιμοποιείται ως εργαλείο πίεσης ο Ερντογάν, ο οποίος από τη δική του πλευρά, εκτός από τη συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο επιδιώκει την αντικατάσταση του υποθαλάσσιου East Med με άλλον, που θα περνά μέσω της Τουρκίας και θα την αναβαθμίζει ενεργειακά και γεωπολιτικά…
πηγή: «δημοκρατία»