9.2.24

«Μπούκλα Εβραίου δεν ασπρίζει» Εισαγωγή από το "Οι προγραμματισμένοι στο χαμό" του Ντίνου Χριστιανόπουλου

«Κάθε φορά που διαβάζω για τον ευρωπαϊκό ανθρωπισμό, ο νους μου γυρνάει στις μαύρες μέρες του ’43, τότε που στεκόμασταν στα πεζοδρόμια της Εγνατίας και βλέπαμε με σφιγμένη την καρδιά τους Εβραίους να φεύγουν. Ήταν ένα εξουθενωμένο καραβάνι με άντρες, γυναίκες, παιδιά, γέρους και γριές, που έσερναν τα πόδια τους κουβαλώντας μικρά μπογαλάκια. Που και που κάποιος αναγνώριζε κάποιον γνωστό του και τον χαιρετούσε κρυφά, μην τύχει και τον αντιληφθούν οι βλοσυροί Γερμανοί στρατιώτες που τους συνόδευαν. Στους τοίχους, δηλητηριασμένες αφίσες με αντισημιτικά συνθήματα. Και η φάλαγγα δεν είχε τελειωμό….
» Πόσοι άραγε από κείνους που στέκονταν τότε στο πεζοδρόμιο, είχαν κρύψει και είχαν σώσει, με κίνδυνο της ζωής τους, Εβραίους; Αλλά και πόσοι από κείνους δεν είχαν αρπάξει ανάλγητα εβραϊκές περιουσίες και δεν είχαν αδειάσει εβραϊκά μαγαζιά; Ανάμεσα σ’ αυτούς και σε κείνους στέκαμε όλοι εμείς οι άλλοι με την παθητική θλίψη, βουβοί θεατές μιας απάνθρωπης τραγωδίας, εμείς που δεν είχαμε κάνει απολύτως τίποτε για τους συνανθρώπους μας.

»Προσπάθησα να δω τι από όλη εκείνη τη συμφορά πέρασε στην ποίησή μας. Διάβασα εκατοντάδες ποιήματα για πόθους, λουλούδια και ηλιοβασιλέματα, μα δε βρήκα παρά μόνο ψίχουλα για την καταστροφή των Εβραίων. Μήπως δεν τα ζήσαμε όλα αυτά, δεν τα είδαμε, δεν τα ξέρουμε; 
Και πως τα ξεχάσαμε τόσο γρήγορα; 
Είναι αλήθεια πως η λογοτεχνία του καιρού μας, και πιο πολύ η ποίηση, βαραίνει από αισθήματα και πάθη του ατομικού χώρου, τόσο που να μη μένει τόπος για τον πόνο του διπλανού μας. Όμως και τόσος ατομισμός δεν καταντάει στο τέλος απάνθρωπος; […]».

Γιώργος Ιωάννου
Με το τραίνο
Όλη τη νύχτα λέγανε ψαλμούς
-τους παίρνουν όπου να ‘ναι τους Εβραίους .
Τα ξημερώματα ήρθαν και μας φίλησαν ,
ξύπνησαν το μικρό τους , έβρασαν αυγό ·
φεύγανε λέει ,ταξίδι με το τραίνο .
Τώρα στο πάτωμά τους μπαινοβγαίνουν άλλοι .
Οι ίδιες πόρτες κλείνουν και γι’ αυτούς ,
σ’ αυτά τα ίδια δωμάτια πλαγιάζουν .
Κι εγώ ακόμα αμφιβάλλω αν τους πήρανε ·
και τα βραδάκια σιγοτραγουδώ στις σκάλες .
Και αναρτώ πάλι το ποίημα του Pavel Friedman :
Η πεταλούδα
Ήταν η τελευταία .
Τόσο λαμπερή ,τόσο εκτυφλωτικά κίτρινη .
Αν ίσως τα δάκρυα του ηλίου
να τραγουδούσαν μπορούσαν
πάνω στην άσπρη πέτρα …
Τόσο κίτρινη
που ανάγλυφα επάνω την τράβηξε’ ο ήλιος .
Είμαι σίγουρος έφυγε γιατί ήθελε
ν’ αποχαιρετίσει τον κόσμο .
Επτά βδομάδες είμ’ εδώ .
Κλεισμένος στο γκέτο .
Αλλά βρήκα εδώ το λαό μου .
Οι πικραλίδες απ’ την αυλή με καλούν
μαζί με τ’ άσπρα της καστανιάς άνθη .
Μόνο που ποτέ δεν είδα άλλη πεταλούδα .
Εκείνη η πεταλούδα ήταν η τελευταία
Οι πεταλούδες δεν ζουν εδώ ,
Στο γκέτο .


Εβραίοι μεταφέρονται μέσω της Εγνατίας οδού στον σιδηροδρομικό σταθμό, προκειμένου να επιβιβαστούν στα μακάβρια τρένα για το Άουσβιτς