Συμφωνούσε με τον παππού του που έλεγε:
« Κατά πώς είν’ οι καιροί, έτσι και ν’ αρμενίζεις».
Ο Αχιλλέας ήταν πεπεισμένος ότι ο άνθρωπος φτάνει ως εκεί που το επιτρέπουν οι δυνάμεις του και λίγο παραπέρα αν είναι τυχερός και ακόμη πιο πέρα αν θέλει και ο θεός. Γι αυτόν δεν υπήρχε «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.Υπήρχε,αριστερά και δεξιά, πίσω, δρόμοι να γλυτώνεις και από τον γκρεμό και από το ρέμα…».
Ήταν άποψη του πατέρα του που του είχε κάνει εντύπωση, την είχε υιοθετήσει και αναζητούσε λύσεις στα αδιέξοδα της ζωής. Κάθε πρόβλημα είχε τη λύση του με το ίδιο σκεπτικό που κάθε λύση είχε …το πρόβλημά της! Πίστευε ότι η ζωή μας χρωστάει αλλά ότι μας χρωστάει το δίνει σε ανύποπτο χρόνο και όχι όποτε το ζητάμε. Και όταν είναι στραβός ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε, η ζωή μας παίρνει και αυτά που έχουμε βεβαίως. Δεν εγκατέλειπε όμως ποτέ την προσπάθεια…Πίστευε. Πίστευε βαθιά. Στις δυνάμεις του. Στον εαυτό του. Και στο θεό πίστευε με τον δικό του τρόπο, αν και υπήρχαν στιγμές αμφιβολίας μες την πίκρα του που ερχόταν σαν κρότος μες τα μηνίγγια του μια παροιμία που είχε ακούσει από το στόμα της γιαγιάς του: «άναψε τ' αγίου δυο κεριά και του δαιμόνου πέντε». Έφτανε στα άκρα. Πλησίαζε τα όριά του για να δει τις αντοχές του αλλά κατά βάθος ήθελε να τα ξεπεράσει.
Ο Αχιλλέας ήταν πεπεισμένος ότι ο άνθρωπος φτάνει ως εκεί που το επιτρέπουν οι δυνάμεις του και λίγο παραπέρα αν είναι τυχερός και ακόμη πιο πέρα αν θέλει και ο θεός. Γι αυτόν δεν υπήρχε «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.Υπήρχε,αριστερά και δεξιά, πίσω, δρόμοι να γλυτώνεις και από τον γκρεμό και από το ρέμα…».
Ήταν άποψη του πατέρα του που του είχε κάνει εντύπωση, την είχε υιοθετήσει και αναζητούσε λύσεις στα αδιέξοδα της ζωής. Κάθε πρόβλημα είχε τη λύση του με το ίδιο σκεπτικό που κάθε λύση είχε …το πρόβλημά της! Πίστευε ότι η ζωή μας χρωστάει αλλά ότι μας χρωστάει το δίνει σε ανύποπτο χρόνο και όχι όποτε το ζητάμε. Και όταν είναι στραβός ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε, η ζωή μας παίρνει και αυτά που έχουμε βεβαίως. Δεν εγκατέλειπε όμως ποτέ την προσπάθεια…Πίστευε. Πίστευε βαθιά. Στις δυνάμεις του. Στον εαυτό του. Και στο θεό πίστευε με τον δικό του τρόπο, αν και υπήρχαν στιγμές αμφιβολίας μες την πίκρα του που ερχόταν σαν κρότος μες τα μηνίγγια του μια παροιμία που είχε ακούσει από το στόμα της γιαγιάς του: «άναψε τ' αγίου δυο κεριά και του δαιμόνου πέντε». Έφτανε στα άκρα. Πλησίαζε τα όριά του για να δει τις αντοχές του αλλά κατά βάθος ήθελε να τα ξεπεράσει.
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα
Ο ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΗ ΓΟΡΓΟΝΑ...