9.7.21

Φ. Κρανιδιώτης: Οι εστέτ της πλάκας. Οι ψευτοκουλτουριάρηδες…

Γράφει ο Φαήλος Κρανιδιώτης
Οι εστέτ της πλάκας, οι κατά Μίκη ιντελιγκέντσηδες, που απέχουν από τον λαϊκό πολιτισμό όσο μια γάτα από ένα λιοντάρι, κοροϊδεύουν τους Ελληνες που κάνουν χαβαλέ με τον Πικάσο. Συγγνώμη που κογιονάρουμε τη μύτη στο κούτελο και το βυζί στον σβέρκο, αλλά σας έχω νέα.
Το παρακάτω κείμενο από αυτοκριτική του Πικάσο το είχα διαβάσει πριν από πολλά χρόνια, διότι αποκάλυπτε αυτό που υποψιαζόταν όποιος έχει μισό δράμι μυαλό και αισθητική, δηλαδή πόσο υπερτιμημένο είναι μέρος της μοντέρνας τέχνης. Το θυμόμουν ως νόημα, πως ο Πικάσο είχε πει πως ζωγράφιζε αλλόκοτες ανοησίες γιατί είχε δει πως τα ψώνια που υποδύονται τους φιλότεχνους τρελαίνονταν γι’ αυτά και τα αγόραζαν όλο και πιο ακριβά και πως ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του διασκεδαστή αυτών των ψώνιων, που τον έκαναν πλούσιο, αλλά δεν θυμόμουν πού το είχα δει. Μου το θύμισε διαδικτυακή φίλη, η Λένα Λιώση, αναρτώντας μου το λινκ με το πολύ ενδιαφέρον άρθρο της Ειρήνης Σπυριδάκη, ζωγράφου και φιλολόγου, με τίτλο «Πικάσο: είμαι μόνο ένας δημόσιος ψυχαγωγός», που είχε δημοσιευτεί στο artmagazine.gr στις 22 Απριλίου 2009, όπου ως περαιτέρω πηγή αναφέρεται το περιοδικό «Φωτοχώρος».

Ο Πικάσο λοιπόν, που στην αρχή της καριέρας του, πριν προσχωρήσει στον προσοδοφόρο κυβισμό, ζωγράφιζε με πολύ πιο κατανοητό και κλασικό ύφος, είχε πει σε μια κρίση κυνικής ειλικρίνειας: «Από τη στιγμή που η τέχνη δεν είναι τροφή των εκλεκτών, ο καλλιτέχνης μπορεί να εκδηλώνει το ταλέντο του με κάθε ιδιοτροπία, όπως του καπνίσει, με κάθε επινόηση του πνευματικού τσαρλατανισμού. Αλλά οι εκλεπτυσμένοι, οι πλούσιοι, οι χασομέρηδες, οι διυλίζοντες την πεμπτουσία ψάχνουν για το καινούργιο, το αλλόκοτο, το πρωτοφανές, το σκανδαλώδες. Κι εγώ από τον κυβισμό κι ύστερα ικανοποίησα αυτούς τους κυρίους και τους κριτικούς με πάμπολλα παράξενα που πέρασαν από τον νου, και όσο λιγότερο τα καταλάβαιναν τόσο τα θαύμαζαν. Με το να διασκεδάζω συνεχώς με όλα τούτα τα παιχνίδια, τις λοιδορίες, τους γρίφους, τις σπαζοκεφαλιές και τα αραβουργήματα έγινα διάσημος και μάλιστα πολύ γρήγορα. Και η διασημότητα για έναν ζωγράφο σημαίνει: πωλήσεις, κέρδη, περιουσία, πλούτο. Οπως γνωρίζετε, σήμερα είμαι διάσημος και πλούσιος, αλλά, όταν μένω μόνος με τον εαυτό μου, δεν έχω το θάρρος να με θεωρώ καλλιτέχνη με την αρχαία έννοια της λέξης. Ηταν μεγάλοι ζωγράφοι ο Τζιότο, ο Τισιανός, ο Ρέμπραντ, ο Γκόγια. Είμαι μόνον ένας δημόσιος ψυχαγωγός, που κατάλαβε την εποχή του, που ικανοποίησε όσο μπορούσε την ηλιθιότητα, την κενοδοξία και την απληστία των συγχρόνων του. Είναι πικρή η δική μου εξομολόγηση, πιο οδυνηρή απ’ ό,τι μπορεί να φαίνεται, έχει όμως την αρετή να είναι ειλικρινής».


Αυτή την κυνική ομολογία από τον πατριάρχη της μοντέρνας ζωγραφικής για πνευματικό τσαρλατανισμό, που πλασάρεται ως μοδέρνα τέχνη, την αφιερώνω σε όλα τα ψώνια, συνήθως αριστερά, που έσπευσαν να χλευάσουν τους πολίτες που σκωπτικά αναφέρθηκαν στον κλεμμένο πίνακα και στην ατυχή πτώση του. Ενα ποτήρι φραπόγαλο θα μπορούσε να τον στηρίξει, ρε αδερφέ. Ο ίδιος ο Πικάσο περιγελά τους ηλίθιους που, όσο πιο ακατανόητα πράγματα ζωγράφιζε, αυτοί τόσο ενθουσιάζονταν και πλήρωναν ακριβότερα τα έργα του. Τα κονόμησε ο Πάμπλο και εξηγεί τον τρόπο, κάνοντας με την εξομολόγησή του την κηδεία του κυβισμού.

Δεν είναι ο λαός απαίδευτος, ιντελιγκέντσηδές μου, επειδή κοροϊδεύει καλικαντζούρες και πορτρέτα με πολυτεμαχισμενο πρόσωπο, προβοσκίδα, το μάτι στο πιγούνι και το στόμα στον απαυτό του μοντέλου. Απλά καταλαβαίνει ενστικτωδώς την παπάτζα, το γελοίο και ρηχό του πράγματος. Θα μου πεις, εδώ ο άλλος, πρωθυπουργός, ε, θαύμαζε μια σπασμένη καρέκλα, ένας άλλος… καλλιτέχνης κονσερβάριζε τα σκατά του και τα πούλαγε χιλιάδες δολάρια την κονσέρβα και αυτοί οι τραμπαρίφες τα αγοράζανε. Οι ανακυκλωμένοι κομμουνιστές που σας κουνάνε το δάχτυλο είναι οι ίδιοι που εκστασιάζονταν με τα παλλόμενα πέη του Φαμπρ, που έβαζε και κάτι τύπους να χώνουν τη μούρη τους ο ένας στον κώλο του άλλου και τον επιχορηγούσαμε για αυτό. Πολιτισμός!

Ο Πικάσο, σε αντίθεση με άλλους, ήταν μεγάλος ζωγράφος, ήξερε να ζωγραφίζει και φαίνεται στα πρώτα έργα του. Μυρίστηκε όμως τη μόδα, είδε πως οι ηλίθιοι εκστασιάζονταν με ανοησίες, με ό,τι δεν καταλαβαίνουν και φτιάχνουν ερμηνείες από της μαϊμούς τον κώλο και αποφάσισε να τα κονομήσει με τη βλακεία των προοδευτικών φραγκάτων φιλότεχνων.

Σε αντίθεση με τον ταλαντούχο Πικάσο, που απλά αποφάσισε να τα κονομήσει και εγκατέλειψε την κλασική κατανοητή τέχνη, πίσω από τον μοντερνισμό κρύβεται και αρκετή αταλαντοσύνη. Δεν θα κουραστώ ποτέ να επαναλαμβάνω την αγαπημένη μου ιστορία τέχνης που φλερτάρει με την κωμωδία. Πριν από χρόνια κάπου πίσω από το Πολεμικό Μουσείο τοποθετήθηκε μοντέρνο γλυπτό ενός τύπου, το οποίο ήταν κάτι σίδερα μπουρδουκλωμένα και αφημένα.

Πέρασε ο δήμος, οι υπάλληλος θεώρησε πως κάποιος πέταξε παλιοσίδερα και το μάζεψε αυτή η υπηρεσία που μαζεύει τα ογκώδη απορρίμματα. Διάβασα την οργίλη δημόσια επιστολή του καλλιτέχνου, κλαίγοντας από τα γέλια. Ούτε στιγμή δεν του πέρασε από το μυαλό πως το πρόβλημα το έχει αυτός και όχι το αισθητικό κριτήριο των απλών ανθρώπων. Κογιονάρετε λοιπόν ελεύθερα τα μοντέρνα, τάχα, ψαγμένα τερατουργήματα και σε όποιον σας σηκώνει το φρύδι να του τρίβετε στη μούρη το κείμενο του Πικάσο. Το «Με λένε Αρτέμη» του τίτλου είναι παλαιό απολαυστικό σατιρικό βίντεο του αείμνηστου Χάρρυ Κλυνν για τους ψευτοκουλτουριάρηδες. Δικαιώνεται κάθε φορά που διαβάζω ή βλέπω κάποιον από αυτούς. Αναζητήστε το και θα φτιάξετε συκώτι…

Το βρήκαμε στα ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ