πασχαλιές μεσ’ απ’ τη νεκρή γη, σμίγει
αναμνήσεις με επιθυμία, ανασαλεύει
νωθρές ρίζες με ανοιξιάτικη βροχή.
Ο χειμώνας μάς κράτησε ζεστούς, σκέπασε
τη γη με το χιόνι της λήθης, έθρεψε
μια μικρή ζωή με ξερούς βολβούς.
Το καλοκαίρι μάς ξάφνιασε καθώς ήρθε με μια μπόρα
πάνω από το Starnbergersee· σταθήκαμε στο περιστύλιο
και συνεχίσαμε τον δρόμο μας μες στη λιακάδα, ώς το Hofgarten,
όπου ήπιαμε καφέ, και κουβεντιάσαμε για καμιά ώρα.
Bin gar keine Russin, stamm’ aus Litauen, echt deutsch [1].
Κι όταν ήμασταν παιδιά, και μέναμε στου αρχιδούκα,
του ξαδέλφου μου, με πήγε βόλτα μ’ ένα έλκηθρο,
και φοβήθηκα. Είπε, Μαρί
Μαρί, κρατήσου γερά. Και γλιστρήσαμε στην κατηφόρα.
Στα βουνά, εκεί νιώθεις ελεύθερος.
Διαβάζω, όλη νύχτα σχεδόν, και τον χειμώνα πηγαίνω νότια.
Ποιες ρίζες γραπώνονται, ποια κλωνάρια φυτρώνουν
σ’ αυτά τα πέτρινα χαλάσματα; Υιέ του ανθρώπου,
δεν μπορείς να πεις, ή να μαντέψεις, γιατί γνωρίζεις μόνο
ένα σωρό σπασμένα είδωλα, όπου χτυπάει ο ήλιος,
και το νεκρό δέντρο δεν προσφέρει καταφύγιο, ούτε το τριζόνι παρηγοριά,
ούτε η στεγνή πέτρα ήχο νερού. Μόνο
σκιά κάτω απ’ αυτόν τον κόκκινο βράχο,
(έλα κάτω απ’ τη σκιά αυτού του κόκκινου βράχου),
και θα σου δείξω κάτι διαφορετικό
απ’ τη σκιά σου που το πρωί δρασκελίζει πίσω σου
ή τη σκιά σου που το δειλινό υψώνεται για να σε συναντήσει·
θα σου δείξω τον φόβο μέσα σε μια χούφτα χώμα.
[1] Δεν είμαι καθόλου Ρωσίδα, κατάγομαι από τη Λιθουανία, γνήσια Γερμανίδα.
Τ.Σ. Έλιοτ, «Άγονη γη», Εκδόσεις Πατάκη, 2020
Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις: Χάρης Βλαβιανός
Πρόσφατα, κυκλοφόρησε η Β΄ Έκδοση του βιβλίου.