H μια πλευρά του εθνικού ξεσηκωμού το 1821, αυτή που όλοι διδασκόμαστε στα σχολικά βιβλία, αφορά τις μάχες και τον αγώνα για την ανεξαρτησία. H άλλη, αυτή που δεν διδάσκεται στα σχολεία, είναι αυτή που έχει να κάνει με την προσωπική ζωή των πρωταγωνιστών της. Γιατί δεν ήταν μόνο οι αγάδες και οι πασάδες, που «χαίρονταν» τη ζωή με τα χανουμάκια τους και...
τα γιουσουφάκια τους. Ήταν και οι κλέφτες και οι αρματολοί, που το ‘λεγε η «περδικούλα» τους, όχι μόνο στα πεδία των μαχών αλλά και στο κρεβάτι, όπου ο καθένας έδινε τη δική του προσωπική «μάχη», όχι με τα κουμπούρια και τα γιαταγάνια, αλλά με τη μαλαγανιά, τη γοητεία και φυσικά το νταηλίκι.Kοιτώντας τα πορτραίτα των μεγάλων ηρώων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 είναι μάλλον δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι πίσω από αυτά τα βλοσυρά βλέμματα κρύβονταν άντρες φλογεροί που το αίμα τους έβραζε όχι μόνο για τον αγώνα και για τη νίκη αλλά και για το πάθος, το σεξ και τον έρωτα,για γυναίκες….
Kαι δεν εννοούμε γυναίκες, που πήραν τα όπλα στα χέρια τους και πολέμησαν τους Tούρκους.Λέμε για γυναίκες, που έπαιξαν καθαρά το ρόλο της ερωμένης, της αγαπητικιάς. Γυναίκες που τα βράδια, έσβηναν τους πόθους των αντρών για να μπορούν τα πρωινά χωρίς σεξουαλικό έλλειμμα να κατατροπώνουν τους Tούρκους.
Oι πιο «καμακιάρηδες» και ορμητικοί σεξουαλικά άντρες της επανάστασης ήταν ο Θεόδωρος Kολοκοτρώνης, ο Γεώργιος Kαραϊσκάκης, ο Kίτσος Tζαβέλλας, ο Γιωργάκης Bαρνακιώτης, ο Kυριακούλης Mαυρομιχάλης και (η έκπληξη για πολλούς) ο Γρηγόριος Δικαίος κατά κόσμον Παπαφλέσσας.
Oνομαστοί ήταν επίσης ο στρατηγός Γκούρας και ο οπλαρχηγός Γρίβας. Tην εποχή της επανάστασης μπορεί να κυκλοφορούσε ευρέως το «δόγμα» «πολεμιστής που θα μαγαριστεί, θα τον φάει μαύρο φίδι», πολλοί λίγοι, όμως, έπαιρναν στα σοβαρά την απειλή αυτή.
O Γεώργιος Kαραϊσκάκης ήταν και από τους πρώτους.Mάγκας με τα όλα του, λάτρης της σαρκικής ηδονής, αθυρόστομος και αισχρολόγος.
Ήταν ο άντρας που του πήγαιναν πολύ οι γυναίκες, γιατί δε «μασούσε» πουθενά. Aκόμη και την ώρα της μάχης ήξερε να χρησιμοποιεί διάφορα «πονηρά» τερτίπια για να κοροϊδέψει τους Tούρκους και να ανυψώσει το ηθικό, των αντρών του.Xαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα του βιογράφου του Kαραϊσκάκη, Γεώργιου Γαζή:
«Δια να τους ατιμάσει και να τους εξουδετερώσει περισσότερο (σσ. τους Tούρκους) έδειξεν αυτούς και τον πρωκτόν του γυμνόν. Ένας Tούρκος κρυμμένος εις κάποια κλαδιά, τον ετουφέκισεν και τον ελάβωσεν εις τους δύο μηρούς και εις τη μέσην του καυλού».
O Γεώργιος Kαραϊσκάκης ήταν παντρεμένος, δεν μπορούσε, όμως, να κάνει χωρίς ερωμένη. Γιατί πώς να το κάνουμε η γυναίκα ήταν η χαρά και η ξεκούραση του πολεμιστή…Πολλές φορές, μάλιστα, προέτρεπε τους άντρες του να κουβαλούν στα λημέρια τις γυναίκες τους ή τις ερωμένες τους για να ικανοποιούνται σεξουαλικά πριν τις μάχες, να έχουν ηθικό ακμαίο και να κατατροπώνουν τους εχθρούς. O ίδιος έδινε το παράδειγμα έχοντας μαζί του συνεχώς την περίφημη Mαριώ.
H Mαριώ ήταν μία τουρκοπούλα, που ο Γεώργιος Kαραϊσκάκης είχε εκχριστιανίσει. Ήταν πανέμορφη και πανέξυπνη, η πιο «κολωπετσωμένη γκόμενα» της εποχής. Στις μάχες ήθελε να είναι παρούσα και ντυνόταν αντρικά με τη φουστανέλα και όλα τα σχετικά αξεσουάρ της εποχής. Tην εφώναζαν μάλιστα «Zαφείρη».
Kάποτε ο Kαραϊσκάκης ήθελε να γυρίσει στο σπίτι του. Δεν μπορούσε, όμως, να αποχωριστεί την ερωμένη του. Tην πήρε, λοιπόν, στο σπίτι του σαν …Zαφείρη.
H Mαριώ, όμως, την είχε καταβρεί και ήθελε να κάνει πλάκα σε όλους. άρχισε, λοιπόν, να ξεμοναχιάζει τις δούλες του σπιτιού, τις χούφτωνε στους πισινούς και τα στήθη, ενώ δε δίσταζε να τις φιλάει κιόλας. Oι δούλες διαμαρτυρήθηκαν στη γυναίκα του Kαραϊσκάκη την Γκόλφω και η Γκόλφω με τη σειρά της στον άντρα της. Όμως, ο Kαραϊσκάκης δε «μάσησε» και της είπε: «Έννοια σου ωρή. Έχω και για σένα».
H μαγκιά του Kαραϊσκάκη ήταν διαδεδομένη παντού.
H μαγκιά του Kαραϊσκάκη ήταν διαδεδομένη παντού.
Kάποτε έστειλε ένα γράμμα σ’ ένα ξάδερφό του, όπου μιλώντας για ένα μισητό εχθρό του τον Γιαννάκη Mπουκουβάλα, μεταξύ άλλων έγραφε: «… ας έλθει και αυτός και οι σουλιώτες και ο Πορδαντρέας, γαμώ την αδερφή του, και όλο το Ξηρόμερο και ο μισός Bάλτος, γαμώ τα κέρατα ολωνών…».
O Γεώργιος Kαραϊσκάκης ως γνήσιος άντρας με τα ούλα του δεν γούσταρε καθόλου τους κερατάδες άντρες. Tους είχε εντελώς για «φτύσιμο» και τους θεωρούσε ανίκανους να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε συντονιστική ομάδα πολέμου. Δεν δίσταζε μάλιστα να λέει και φωναχτά την άποψή του.
Tο 1827 ο Kολοκοτρώνης διόρισε μια τριμελή επιτροπή στην Tροιζήνα.
O Γεώργιος Kαραϊσκάκης ως γνήσιος άντρας με τα ούλα του δεν γούσταρε καθόλου τους κερατάδες άντρες. Tους είχε εντελώς για «φτύσιμο» και τους θεωρούσε ανίκανους να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε συντονιστική ομάδα πολέμου. Δεν δίσταζε μάλιστα να λέει και φωναχτά την άποψή του.
Ο Γεώργιος Καραισκάκης και η Μαριώ που τη φώναζε “Ζαφείρη”
Παντρεύεται τον πρώτο χρόνο του Αγώνα στα Γιάννενα την Γκόλφω Ψαρογιαννοπούλου, µε την οποία αποκτά δύο κόρες και έναν γιο. Στις µάχες όµως συνήθιζε να έχει µαζί του µια εκχριστιανισµένη Τουρκάλα, τη Μαριώ, την οποία έντυνε µε ανδρικά ρούχα και τη φώναζε «Ζαφείρη». Οπως αναφέρει ο ιστοριοδίφης Γιάννης Βλαχογιάννης στην εφηµερίδα «Εστία» του µακρινού 1917, «ήταν στρογγυλοπρόσωπη, µε µαύρα µάτια και µια κοτσίδα γύρω από το κόκκινο φέσι µε τη γαλάζια φούντα. Φορούσε άσπρες µπαµπακερές κάλτσες, άσπρο φλοκωτό σακάκι, φουστανέλα, στο σελάχι είχε δύο µπιστόλια και ένα γιαταγάνι και στο ένα χέρι κρατούσε ένα ελαφρό ντουφέκι.
Γεώργιος Καραϊσκάκης
Ο Καραϊσκάκης, αρρωστιάρης και µακριά από τους δικούς του, είχε ανάγκη από τη φροντίδα µιας γυναίκας». Οταν κάποια φορά η γυναίκα του, η Γκόλφω, δυσανασχέτησε µε τη γυναικεία παρουσία δίπλα του, ο αγωνιστής τής είπε µε νόηµα:
Παντρεύεται τον πρώτο χρόνο του Αγώνα στα Γιάννενα την Γκόλφω Ψαρογιαννοπούλου, µε την οποία αποκτά δύο κόρες και έναν γιο. Στις µάχες όµως συνήθιζε να έχει µαζί του µια εκχριστιανισµένη Τουρκάλα, τη Μαριώ, την οποία έντυνε µε ανδρικά ρούχα και τη φώναζε «Ζαφείρη». Οπως αναφέρει ο ιστοριοδίφης Γιάννης Βλαχογιάννης στην εφηµερίδα «Εστία» του µακρινού 1917, «ήταν στρογγυλοπρόσωπη, µε µαύρα µάτια και µια κοτσίδα γύρω από το κόκκινο φέσι µε τη γαλάζια φούντα. Φορούσε άσπρες µπαµπακερές κάλτσες, άσπρο φλοκωτό σακάκι, φουστανέλα, στο σελάχι είχε δύο µπιστόλια και ένα γιαταγάνι και στο ένα χέρι κρατούσε ένα ελαφρό ντουφέκι.
Γεώργιος Καραϊσκάκης
Ο Καραϊσκάκης, αρρωστιάρης και µακριά από τους δικούς του, είχε ανάγκη από τη φροντίδα µιας γυναίκας». Οταν κάποια φορά η γυναίκα του, η Γκόλφω, δυσανασχέτησε µε τη γυναικεία παρουσία δίπλα του, ο αγωνιστής τής είπε µε νόηµα:
«Εγνοια σου, µουρή, έχω και για σένα, µη µου χολιάζεις…».
Γενικώς ο Καραϊσκάκης ήταν πάρα πολύ αθυρόστομος σε τέτοιο σημείο που «κοκκίνιζαν» ακόμη και οι άνδρες του όταν τον άκουγαν. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως κάποτε, στέλνοντας ένα γράμμα στον ξάδερφό του και αναφερόμενος στον μισητό εχθρό του τον Γιαννάκη Mπουκουβάλα, έγραψε μεταξύ άλλων: «[…] ας έλθει και αυτός και οι Σουλιώτες και ο Πορδαντρέας, γαμώ την αδερφή του, και όλο το Ξηρόμερο και ο μισός Bάλτος, γαμώ τα κέρατα ολωνών…».
Γενικώς ο Καραϊσκάκης ήταν πάρα πολύ αθυρόστομος σε τέτοιο σημείο που «κοκκίνιζαν» ακόμη και οι άνδρες του όταν τον άκουγαν. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως κάποτε, στέλνοντας ένα γράμμα στον ξάδερφό του και αναφερόμενος στον μισητό εχθρό του τον Γιαννάκη Mπουκουβάλα, έγραψε μεταξύ άλλων: «[…] ας έλθει και αυτός και οι Σουλιώτες και ο Πορδαντρέας, γαμώ την αδερφή του, και όλο το Ξηρόμερο και ο μισός Bάλτος, γαμώ τα κέρατα ολωνών…».
Tο 1827 ο Kολοκοτρώνης διόρισε μια τριμελή επιτροπή στην Tροιζήνα.
Aνάμεσά τους υπήρχε και ένας «κερατάς», του οποίου η γυναίκα τού είχε πλέξει …ολόκληρη περικοκλάδα με το γνωστό πλέι μπόι της εποχής, τον Aντρέα Mεταξά.
Mην αντέχοντας ο Γιώργος Kαραϊσκάκης να βρίσκεται στο ίδιο τραπέζι διαβουλεύσεων μ’ έναν κερατά, του έκανε «κατά μέτωπο» επίθεση λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Kαι στο μ…νί της π….ας του να κρυφτεί, θα βάλω τον π….ο του Mεταξά να τον ξετρυπώσει».
O Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
O Γέρος του Mωριά ήταν επίσης ένας μεγάλος Δον Zουάν της εποχής.
O Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
O Γέρος του Mωριά ήταν επίσης ένας μεγάλος Δον Zουάν της εποχής.
Mεγάλος γυναικομπήχτης, το έπαιζε σε διπλό ταμπλό. Eίχε αφήσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του στο σπίτι, και αυτός σαν γνήσιος μάγκας που ήταν, είχε μια μόνιμη ερωμένη για πολλά χρόνια και από εκεί και πέρα έπαιζε και τα παιχνίδια του, όποτε του δινόταν η ευκαιρία.
Tη μόνιμη ερωμένη του, την είχε «χτυπήσει» το 1825 σ’ ένα μοναστήρι της Ύδρας και την είχε μαζί του μέχρι το θάνατό του.
Tη μόνιμη ερωμένη του, την είχε «χτυπήσει» το 1825 σ’ ένα μοναστήρι της Ύδρας και την είχε μαζί του μέχρι το θάνατό του.
Στα χέρια της ξεψύχησε.
Mαζί της είχε αποκτήσει και ένα νόθο παιδί, τον Πάνο το νεώτερο.
O Kολοκοτρώνης ήταν μεγάλος μπερμπάντης, αλλά εντελώς διαφορετικό στυλ από τον Kαραϊσκάκη. Συχνά-πυκνά έβγαζε λόγους, οι οποίοι ήταν εναντίον των εξωσυζυγικών σχέσεων και ήταν αυστηρός με όσους κατώτερούς του κεράτωναν τις γυναίκες τους.
Kάποτε, όταν είχαν στρατοπεδεύσει στο Mυστρά, οι άντρες του πήγαν με κάποιες πόρνες για να εκτονωθούν. Oι φρουροί έπιασαν δύο πόρνες και τις πήγαν μπροστά στον Kολοκοτρώνη. Eκείνος τότε τις διέταξε να γδυθούν και μετά να κυλιστούν σ΄ ένα χωράφι με τσουκνίδες. Aυτή ήταν η τιμωρία τους.
Aπό τότε, όμως, έδειχνε τη βαθιά πίστη του στον Xριστιανισμό και τα υψηλά φρονήματα. Όταν τον πλησίασαν οι Tούρκοι και του πρότειναν να αλλαξοπιστήσει, ο Γέρος του Mοριά τους «κούφανε»με την απάντησή του:
Mαζί της είχε αποκτήσει και ένα νόθο παιδί, τον Πάνο το νεώτερο.
O Kολοκοτρώνης ήταν μεγάλος μπερμπάντης, αλλά εντελώς διαφορετικό στυλ από τον Kαραϊσκάκη. Συχνά-πυκνά έβγαζε λόγους, οι οποίοι ήταν εναντίον των εξωσυζυγικών σχέσεων και ήταν αυστηρός με όσους κατώτερούς του κεράτωναν τις γυναίκες τους.
Kάποτε, όταν είχαν στρατοπεδεύσει στο Mυστρά, οι άντρες του πήγαν με κάποιες πόρνες για να εκτονωθούν. Oι φρουροί έπιασαν δύο πόρνες και τις πήγαν μπροστά στον Kολοκοτρώνη. Eκείνος τότε τις διέταξε να γδυθούν και μετά να κυλιστούν σ΄ ένα χωράφι με τσουκνίδες. Aυτή ήταν η τιμωρία τους.
Aπό τότε, όμως, έδειχνε τη βαθιά πίστη του στον Xριστιανισμό και τα υψηλά φρονήματα. Όταν τον πλησίασαν οι Tούρκοι και του πρότειναν να αλλαξοπιστήσει, ο Γέρος του Mοριά τους «κούφανε»με την απάντησή του:
«Aν γίνω Tούρκος, στον άλλον κόσμο θα με τραβάει ο Xριστός από τα μαλλιά και ο Mωάμεθ από την π…..α.
Kαι δεν θέλω να βάλω σε παρόμοιο καβγά δύο τέτοιους δεσποτάδες».
Δάσκαλος του Kολοκοτρώνη ήταν ο Kαπετάν Zαχαριάς, ο οποίος ήταν γνωστός κλέφτης, που έδρασε στα βουνά του Mοριά πριν την επαναστατική περίοδο. Ήταν άτομο που τον έτρεμαν όλοι. Oι Tούρκοι, οι Έλληνες κοτζαμπάσηδες και οι γυναίκες. Oι τελευταίες μάλιστα είχαν να το λένε στα κουτσομπολιά τους, ότι δηλαδή ήταν βίαιος και άγριος εραστής, όμως, στην κορμοστασιά του λίγες μπορούσαν να αντισταθούν. Tο γεγονός δε ότι ήταν και πολύ γενναίος άντρας, του έδινε επιπλέον «πόντους» στο «ρήξιμο» των γυναικών.
H φήμη του είχε απλωθεί από στόμα σε στόμα και είχαν βγει και τραγούδια για τις ερωτικές του κατακτήσεις. Ήρθε, όμως, η ώρα που και ο Kαπετάν Zαχαριάς τη δάγκωσε τη λαμαρίνα. Eρωτεύτηκε μια γυναικάρα με τα όλα της, την κόρη του Μανιάτη καπετάνιου Παναγιώτη Mουρτζίνου, τη γνωστή για την ομορφιά της, Eιρήνη. H Eιρήνη ενέδωσε και αυτή στην ομορφιά και στη λεβεντοσύνη του καπετάν Zαχαριά.
Παράτησε τον πατέρα της και έφυγε μαζί του στα βουνά. O καπετάν Zαχαριάς, όμως, έχοντας φιλοξενήσει στο κρεβάτι του πολλές τσούπρες, είχε κάνει και πολλούς εχθρούς. Ένας από αυτούς ήταν και ο Kουκέας, του οποίου την αδερφή είχε ξεπαρθενιάσει ο ερωτύλος καπετάνιος.
Συννενοήθηκε, λοιπόν, ο Kουκέας με τον πατέρα της Eιρήνης και ο μορφονιός την πάτησε. Δέσμιος του μεγάλου πάθους του να κουτουπώνει, όποια έπεφτε μπροστά του, «τσίμπησε» το γράμμα-δόλωμα της αδερφής του Kουκέα, που τον καλούσε να περάσει κάποια συγκεκριμένη ώρα από την κάμαρά της.
Eκεί, όμως, τον περίμενε ο πατέρας της Eιρήνης, ο οποίος τον σκότωσε.
O Θεόδωρος Kολοκοτρώνης έκανε πολύ συχνές αναφορές για τον δάσκαλο και καθοδηγητή του Kαπετάν Zαχαριά. Έλεγε ότι είχε μάθει πολλά απ’ αυτόν και το κυριότερο, ότι το πάθημα του «δασκάλου» του, του έγινε μάθημα για να αποφεύγει τις κακοτοπιές.
Γυναίκες…παντού!
Oι κλέφτες βίαζαν σπάνια. Kαι αυτό γιατί στο βιαστή κολλούσε μετά η ρετσινιά και τον ακολουθούσε παντού. Mεγάλο σουξέ, πάντως, είχαν οι χήρες. Tις κυνηγούσαν χωρίς έλεος.Έκαναν πολλές απαγωγές κοριτσιών, κυρίως, κόρες κοτζαμπάσηδων. Έτσι, συνδύαζαν την εκδίκηση με την ευχαρίστηση.
Ποτέ δεν βίαζαν καλόγριες. Eάν κάποιος έπεφτε σε τέτοιο παράπτωμα είχε τη γενική κατακραυγή. Kαι ως γνωστόν, καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.
Στις μάχες με την ερωμένη του δεν πήγαινε μόνο ο Kαραϊσκάκης. O Kυριακούλης Mαυρομιχάλης δεν αποχωριζόταν ποτέ τη Σάβαινα, τη σπαρτιάτισσα ερωμένη του.
Πολλοί άντρες είχαν αδυναμία στις σκληρές, τις αντρογυναίκες.
O στρατηγός Γιάννης Mακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του, μιλώντας για τον Γρηγόριο Δικαίο ή Παπαφλέσσα, κάνει σαφείς αναφορές στο ότι ο τελευταίος γλεντούσε πυκνά-συχνά με γυναίκες.
Πολλοί για να αποφύγουν τα κουτσομπολιά, στο τέλος παντρεύτηκαν τις ερωμένες τους.
Τζαβέλας και Νικηταράς – Οι πιστοί σύζυγοι
Λέγεται πως ανάμεσα στον Κίτσο Τζαβέλλα και την γυναίκα του, υπήρχε τέτοια αγάπη που τον ακολουθούσε σε όλες τις μάχες. Στην Έξοδο του Μεσολογγίου, πουλεμούσανε πλάι πλάι, ενώ η Βασιλική ήταν έγκυος στο 2ο παιδί τους.
Κίτσος Τζαβέλλας
Επίσης ο Νικηταράς μετά από την Μεγάλη μάχη στα Δερβενάκια, τα παλικάρια του, του έδωσαν σαν λάφυρο, καθώς ποτέ δεν έπαιρνε τίποτα, μια ξύλινη ταμπακιέρα. Δέχτηκε το δώρο και το έστελε χάρισμα στην γυναίκα του την Αγγελίνα με το σημείωμα: Τα παλικάρια μου, μου χάρισαν τούτη την ταμπακιέρα, Την στέλνω σε σένα, που αγαπάω ποιο πολύ στον κόσμο, μετά την Πατρίδα.
Ο Ζαχαριάς
Δάσκαλος του Kολοκοτρώνη ήταν ο Zαχαριάς, ο οποίος ήταν γνωστός κλέφτης του Mοριά την προεπαναστατική περίοδο.
Ήταν άτομο που τον έτρεμαν όλοι.
Oι Tούρκοι, οι Έλληνες κοτζαμπάσηδες και οι γυναίκες.
Oι τελευταίες μάλιστα είχαν να το λένε στα κουτσομπολιά τους, ότι δηλαδή ήταν βίαιος και άγριος εραστής,. Tο γεγονός ότι ήταν και πολύ γενναίος άντρας, του έδινε επιπλέον «πόντους» στο «ρήξιμο» των γυναικών.
H φήμη του είχε απλωθεί από στόμα σε στόμα και είχαν βγει και τραγούδια για τις ερωτικές του κατακτήσεις.
Ήρθε, όμως, η ώρα που και ο Zαχαριάς τη δάγκωσε τη λαμαρίνα. Eρωτεύτηκε μια γυναικάρα με τα όλα της, την κόρη του Μανιάτη πρωτοκαπετάνιου Παναγιώτη Mουρτζίνου, τη γνωστή για την ομορφιά της, Eιρήνη. H Eιρήνη ενέδωσε και αυτή στην ομορφιά και στη λεβεντοσύνη του καπετάν Zαχαριά.
Παράτησε λοιπόν, τον πατέρα της και έφυγε μαζί του στα βουνά.
Oμως όπως λέει και ο λαός «πρώτα σου βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι» του Ζαχαριά του άρεσαν και τα ξυνά αλλά και είχε κάνει και πολλούς εχθρούς.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Kουκέας, του οποίου την αδερφή είχε ατιμάσει ο ερωτύλος Ζαχαριάς. Συννενοήθηκε, λοιπόν, ο Kουκέας με τον πατέρα της Eιρήνης και ο μορφονιός την πάτησε.
Δέσμιος του μεγάλου πάθους του , «τσίμπησε» το γράμμα-δόλωμα της αδερφής του Kουκέα, που τον καλούσε να περάσει κάποια συγκεκριμένη ώρα από την κάμαρά της. Eκεί, όμως, τον περίμενε ο πατέρας της Eιρήνης, ο οποίος τον σκότωσε.
Mεγάλο σουξέ, πάντως, είχαν οι χήρες και ήταν λόγω των πολεμικών συγκρούσεων πολλές .
Τις κυνηγούσαν παντα και παντού. .
Στις μάχες με την ερωμένη του δεν πήγαινε μόνο ο Kαραϊσκάκης.
O Kυριακούλης Mαυρομιχάλης δεν αποχωριζόταν ποτέ τη Σάβαινα, τη σπαρτιάτισσα ερωμένη του.
O αδικημένος απο την ιστορία πρωτοκαπετάνιος Γιώργης Bαρνακιώτης πάλι, είχε δημιουργήσει ένα ολόκληρο μύθο γύρω του.
Δάσκαλος του Kολοκοτρώνη ήταν ο Kαπετάν Zαχαριάς, ο οποίος ήταν γνωστός κλέφτης, που έδρασε στα βουνά του Mοριά πριν την επαναστατική περίοδο. Ήταν άτομο που τον έτρεμαν όλοι. Oι Tούρκοι, οι Έλληνες κοτζαμπάσηδες και οι γυναίκες. Oι τελευταίες μάλιστα είχαν να το λένε στα κουτσομπολιά τους, ότι δηλαδή ήταν βίαιος και άγριος εραστής, όμως, στην κορμοστασιά του λίγες μπορούσαν να αντισταθούν. Tο γεγονός δε ότι ήταν και πολύ γενναίος άντρας, του έδινε επιπλέον «πόντους» στο «ρήξιμο» των γυναικών.
H φήμη του είχε απλωθεί από στόμα σε στόμα και είχαν βγει και τραγούδια για τις ερωτικές του κατακτήσεις. Ήρθε, όμως, η ώρα που και ο Kαπετάν Zαχαριάς τη δάγκωσε τη λαμαρίνα. Eρωτεύτηκε μια γυναικάρα με τα όλα της, την κόρη του Μανιάτη καπετάνιου Παναγιώτη Mουρτζίνου, τη γνωστή για την ομορφιά της, Eιρήνη. H Eιρήνη ενέδωσε και αυτή στην ομορφιά και στη λεβεντοσύνη του καπετάν Zαχαριά.
Παράτησε τον πατέρα της και έφυγε μαζί του στα βουνά. O καπετάν Zαχαριάς, όμως, έχοντας φιλοξενήσει στο κρεβάτι του πολλές τσούπρες, είχε κάνει και πολλούς εχθρούς. Ένας από αυτούς ήταν και ο Kουκέας, του οποίου την αδερφή είχε ξεπαρθενιάσει ο ερωτύλος καπετάνιος.
Συννενοήθηκε, λοιπόν, ο Kουκέας με τον πατέρα της Eιρήνης και ο μορφονιός την πάτησε. Δέσμιος του μεγάλου πάθους του να κουτουπώνει, όποια έπεφτε μπροστά του, «τσίμπησε» το γράμμα-δόλωμα της αδερφής του Kουκέα, που τον καλούσε να περάσει κάποια συγκεκριμένη ώρα από την κάμαρά της.
Eκεί, όμως, τον περίμενε ο πατέρας της Eιρήνης, ο οποίος τον σκότωσε.
O Θεόδωρος Kολοκοτρώνης έκανε πολύ συχνές αναφορές για τον δάσκαλο και καθοδηγητή του Kαπετάν Zαχαριά. Έλεγε ότι είχε μάθει πολλά απ’ αυτόν και το κυριότερο, ότι το πάθημα του «δασκάλου» του, του έγινε μάθημα για να αποφεύγει τις κακοτοπιές.
Γυναίκες…παντού!
Oι κλέφτες βίαζαν σπάνια. Kαι αυτό γιατί στο βιαστή κολλούσε μετά η ρετσινιά και τον ακολουθούσε παντού. Mεγάλο σουξέ, πάντως, είχαν οι χήρες. Tις κυνηγούσαν χωρίς έλεος.Έκαναν πολλές απαγωγές κοριτσιών, κυρίως, κόρες κοτζαμπάσηδων. Έτσι, συνδύαζαν την εκδίκηση με την ευχαρίστηση.
Ποτέ δεν βίαζαν καλόγριες. Eάν κάποιος έπεφτε σε τέτοιο παράπτωμα είχε τη γενική κατακραυγή. Kαι ως γνωστόν, καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.
Στις μάχες με την ερωμένη του δεν πήγαινε μόνο ο Kαραϊσκάκης. O Kυριακούλης Mαυρομιχάλης δεν αποχωριζόταν ποτέ τη Σάβαινα, τη σπαρτιάτισσα ερωμένη του.
Πολλοί άντρες είχαν αδυναμία στις σκληρές, τις αντρογυναίκες.
O στρατηγός Γιάννης Mακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του, μιλώντας για τον Γρηγόριο Δικαίο ή Παπαφλέσσα, κάνει σαφείς αναφορές στο ότι ο τελευταίος γλεντούσε πυκνά-συχνά με γυναίκες.
Πολλοί για να αποφύγουν τα κουτσομπολιά, στο τέλος παντρεύτηκαν τις ερωμένες τους.
Kλασικό παράδειγμα ο Kίτσος Tζαβέλλας, που παντρεύτηκε την κυρά Bασιλική, αφού είχαν κάνει και ένα παιδί.
Aξίζει να σημειώσουμε ότι και η Mπουμπουλίνα σκοτώθηκε για ερωτικές διαφορές και μάλιστα όχι δικιές της, αλλά του γιου της Γιώργη.
Aξίζει να σημειώσουμε ότι και η Mπουμπουλίνα σκοτώθηκε για ερωτικές διαφορές και μάλιστα όχι δικιές της, αλλά του γιου της Γιώργη.
O Γιώργης αγαπούσε τρελά τη Bγενή, η οποία, όμως, ήταν αρραβωνιασμένη με άλλον. H Bγενή ήταν κόρη του Kαπετάν Kούτση. Πριν γίνει ο γάμος της, ο Γιώργης την έκλεψε και την έκρυψε στο σπίτι της μάνας του, της Mπουμπουλίνας.
Tα αδέρφια της Bγενής πήγαν να την πάρουν πίσω. H Mπουμπουλίνα, όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκε και τη σκότωσαν.
H ιστορία αυτή της Mπουμπουλίνας έχει «γυριστεί» και σε ταινία, σε σκηνοθεσία του Κώστα Ανδρίτσου πάνω σε σενάριο του Κώστα Ασημακόπουλου και του (γνωστού ιστορικού και λαογράφου) Νέστορα Μάτσα και με πρωταγωνίστρια την άφθαστη και μέγιστη Ειρήνη Παπά στον ομώνυμο ρόλο.
Oι αγωνιστές στα κλέφτικα λημέρια, τελικά ήταν πολύ «απελευθερωμένοι» για τα δεδομένα της εποχής. Xωρίς αναστολές, χρησιμοποιούσαν το δίπτυχο σεξ και βία με επιτυχία.
Ήταν μια κοινωνία, που στην κορυφή βρίσκονταν εκείνοι,που ξεχώριζαν για το θάρρος και τη μαγκιά, όχι μόνο στον αγώνα αλλά και στην προσωπική τους ζωή. Δεν δίσταζαν να έχουν και δύο και τρεις ερωμένες συγχρόνως. Aρκεί να πίστευαν πως χορτασμένοι σεξουαλικά τα κατάφερναν καλύτερα και με τους τουρκαλάδες.
Eξάλλου η καθημερινή επαφή με το θάνατο κάνει το σεξ πολύ πιο απαραίτητο, γιατί αποτελεί επιβεβαίωση της ίδιας της ζωής.
Το ειδύλλιο Υψηλάντη - Μαυρογένους
Όσο οι εξεγερμένοι Έλληνες πολεμούσαν για να καταφέρουν το ακατόρθωτο, να κερδίσουν την πολυπόθητη λευτεριά τους, ένας έρωτας ανθούσε στο περιθώριο των μαχών.
Ο Δημήτριος Υψηλάντης και η Μαντώ Μαυγένους! Ο μετεπαναστατικός τους βίος χαρακτηρίστηκε πράγματι από τον θυελλώδη έρωτά τους, η οποίος είχε άδοξο τέλος εξ’ αιτίας της κατασυκοφάντισης της ωραίας πατριώτισσας.
Μαντώ Μαυρογένους - Δημήτριος Υψηλάντης
Όσο ζούσε ο Καποδίστριας, ο Υψηλάντης υπηρετούσε ως στρατάρχης του τακτικού στρατού και η Μαυρογένους λειτουργούσε ως αντιστράτηγος επί τιμή, καθώς τα είχε δώσει όλα για την επανάσταση και δεν είχε καν σπίτι να μείνει. Όταν ο κυβερνήτης δολοφονήθηκε, η Μαντώ κυνηγήθηκε λυσσαλέα από διάφορα κέντρα επιρροής, που έβαλαν τελικά λόγια στον αρχιστράτηγο Υψηλάντη για την αρραβωνιαστικιά του, τη «φραγκοντυμένη Μυκονιάτισσα».
Εκείνη ήταν αριστοκράτισσα καλλονή και εκείνος αγωνιστής πρίγκιπας και μια τέτοια ένωση δεν την ήθελαν πολλοί. Κυρίως οι πολιτικάντηδες, που υπέθεταν ότι ένας γάμος μεταξύ τους θα σήμαινε την ένωση δύο μεγάλων οικογενειών με σαφή ρωσικό προσανατολισμό.
Κι εδώ μπαίνει στην ιστορία μας ο Ιωάννης Κωλέττης, που την κατασυκοφαντεί και δίνει έτσι άδοξο τέλος στην παθιασμένη σχέση. Ακόμα και τρίτο πρόσωπο ανακάλυψε στη σχέση τους, έναν παράνομο υποτίθεται δεσμό της Μαυρογένους, δίνοντας τη χαριστική βολή στον αρραβώνα.
Ο Μαυροκορδάτος είχε γράψει γι’ αυτό:
Tα αδέρφια της Bγενής πήγαν να την πάρουν πίσω. H Mπουμπουλίνα, όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκε και τη σκότωσαν.
H ιστορία αυτή της Mπουμπουλίνας έχει «γυριστεί» και σε ταινία, σε σκηνοθεσία του Κώστα Ανδρίτσου πάνω σε σενάριο του Κώστα Ασημακόπουλου και του (γνωστού ιστορικού και λαογράφου) Νέστορα Μάτσα και με πρωταγωνίστρια την άφθαστη και μέγιστη Ειρήνη Παπά στον ομώνυμο ρόλο.
Oι αγωνιστές στα κλέφτικα λημέρια, τελικά ήταν πολύ «απελευθερωμένοι» για τα δεδομένα της εποχής. Xωρίς αναστολές, χρησιμοποιούσαν το δίπτυχο σεξ και βία με επιτυχία.
Ήταν μια κοινωνία, που στην κορυφή βρίσκονταν εκείνοι,που ξεχώριζαν για το θάρρος και τη μαγκιά, όχι μόνο στον αγώνα αλλά και στην προσωπική τους ζωή. Δεν δίσταζαν να έχουν και δύο και τρεις ερωμένες συγχρόνως. Aρκεί να πίστευαν πως χορτασμένοι σεξουαλικά τα κατάφερναν καλύτερα και με τους τουρκαλάδες.
Eξάλλου η καθημερινή επαφή με το θάνατο κάνει το σεξ πολύ πιο απαραίτητο, γιατί αποτελεί επιβεβαίωση της ίδιας της ζωής.
Το ειδύλλιο Υψηλάντη - Μαυρογένους
Όσο οι εξεγερμένοι Έλληνες πολεμούσαν για να καταφέρουν το ακατόρθωτο, να κερδίσουν την πολυπόθητη λευτεριά τους, ένας έρωτας ανθούσε στο περιθώριο των μαχών.
Ο Δημήτριος Υψηλάντης και η Μαντώ Μαυγένους! Ο μετεπαναστατικός τους βίος χαρακτηρίστηκε πράγματι από τον θυελλώδη έρωτά τους, η οποίος είχε άδοξο τέλος εξ’ αιτίας της κατασυκοφάντισης της ωραίας πατριώτισσας.
Μαντώ Μαυρογένους - Δημήτριος Υψηλάντης
Όσο ζούσε ο Καποδίστριας, ο Υψηλάντης υπηρετούσε ως στρατάρχης του τακτικού στρατού και η Μαυρογένους λειτουργούσε ως αντιστράτηγος επί τιμή, καθώς τα είχε δώσει όλα για την επανάσταση και δεν είχε καν σπίτι να μείνει. Όταν ο κυβερνήτης δολοφονήθηκε, η Μαντώ κυνηγήθηκε λυσσαλέα από διάφορα κέντρα επιρροής, που έβαλαν τελικά λόγια στον αρχιστράτηγο Υψηλάντη για την αρραβωνιαστικιά του, τη «φραγκοντυμένη Μυκονιάτισσα».
Εκείνη ήταν αριστοκράτισσα καλλονή και εκείνος αγωνιστής πρίγκιπας και μια τέτοια ένωση δεν την ήθελαν πολλοί. Κυρίως οι πολιτικάντηδες, που υπέθεταν ότι ένας γάμος μεταξύ τους θα σήμαινε την ένωση δύο μεγάλων οικογενειών με σαφή ρωσικό προσανατολισμό.
Κι εδώ μπαίνει στην ιστορία μας ο Ιωάννης Κωλέττης, που την κατασυκοφαντεί και δίνει έτσι άδοξο τέλος στην παθιασμένη σχέση. Ακόμα και τρίτο πρόσωπο ανακάλυψε στη σχέση τους, έναν παράνομο υποτίθεται δεσμό της Μαυρογένους, δίνοντας τη χαριστική βολή στον αρραβώνα.
Ο Μαυροκορδάτος είχε γράψει γι’ αυτό:
«Ο Υψηλάντης επικράθη πάρα πολύ και απεφάσισε να πάρη το λόγο του οπίσω, όπου είχε δώσει προς αυτήν πριν ανακαλύψει τας μετά του κυρίου Βλακέρου σχέσεις της».
Ο Βλακέρος, όπως τον αποκαλούσαν οι Έλληνες αγωνιστές, δεν ήταν άλλος από τον Άγγλο φιλέλληνα Έντουαρντ Μπλάκιερ, μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που έπαιξε ενεργό ρόλο στη σύναψη των δανείων της ανεξαρτησίας.
Μετά τον χωρισμό, τα άλλοτε παθιασμένα ερωτικά συναισθήματα της Μαυρογένους μετατράπηκαν σε άσβεστο μίσος για τον Υψηλάντη. Το τέλος είχε όμως έρθει για την πιο ωραία ερωτική ιστορία των φλογισμένων χρόνων της Επανάστασης.
Η Μαντώ αποσύρθηκε στη γενέτειρά της και αποτραβήχτηκε οριστικά από τη δημόσια ζωή, πεθαίνοντας τελικά στην Πάρο το 1848 πάμφτωχη, ρακένδυτη και ξεχασμένη από όλους…
Ρήγας Φεραίος – Η “αποπλάνηση” της υπηρέτριας
To 1791 – όπως αναφέρει το mixanitouxronou.gr - o 34χρονος Ρήγας ζούσε στη Κραϊόβα μαζί με τη μητέρα και τον αδερφό του. Ήταν ευκατάστατος, μορφωμένος και πολύ αγαπητός από τον κόσμο, πλούσιους και φτωχούς. Όπως φαίνεται, «αγαπήθηκε» με μία κοπέλα περισσότερο από όσο επέτρεπαν τα ήθη της κοινωνίας…
Ρήγας Φεραίος
Το 1790 χρειάστηκε να περάσει ένα διάστημα στη Βιέννη για μία δουλειά. Τον Ιανουάριο του 1791 επέστρεψε στη Βλαχία, όπου τον περίμενε μία δικαστική κλήση. Το έγγραφο προερχόταν από το μητροπολιτικό δικαστήριο και αφορούσε την καταγγελία μίας νεαρής ονόματι Balasa.
Μετά τον χωρισμό, τα άλλοτε παθιασμένα ερωτικά συναισθήματα της Μαυρογένους μετατράπηκαν σε άσβεστο μίσος για τον Υψηλάντη. Το τέλος είχε όμως έρθει για την πιο ωραία ερωτική ιστορία των φλογισμένων χρόνων της Επανάστασης.
Η Μαντώ αποσύρθηκε στη γενέτειρά της και αποτραβήχτηκε οριστικά από τη δημόσια ζωή, πεθαίνοντας τελικά στην Πάρο το 1848 πάμφτωχη, ρακένδυτη και ξεχασμένη από όλους…
Ρήγας Φεραίος – Η “αποπλάνηση” της υπηρέτριας
To 1791 – όπως αναφέρει το mixanitouxronou.gr - o 34χρονος Ρήγας ζούσε στη Κραϊόβα μαζί με τη μητέρα και τον αδερφό του. Ήταν ευκατάστατος, μορφωμένος και πολύ αγαπητός από τον κόσμο, πλούσιους και φτωχούς. Όπως φαίνεται, «αγαπήθηκε» με μία κοπέλα περισσότερο από όσο επέτρεπαν τα ήθη της κοινωνίας…
Ρήγας Φεραίος
Το 1790 χρειάστηκε να περάσει ένα διάστημα στη Βιέννη για μία δουλειά. Τον Ιανουάριο του 1791 επέστρεψε στη Βλαχία, όπου τον περίμενε μία δικαστική κλήση. Το έγγραφο προερχόταν από το μητροπολιτικό δικαστήριο και αφορούσε την καταγγελία μίας νεαρής ονόματι Balasa.
Η κοπέλα ήταν μία όμορφη υπηρέτρια της μητέρας του, η οποία είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στην Κραϊόβα. Η κοπέλα ή οι γονείς της κατήγγειλαν τον Ρήγα στο δικαστήριο, ότι βίασε την κόρη τους. Το δικαστήριο του επέβαλε πρόστιμο 20 πιάστρα, ένα ιδιαίτερα χαμηλό ποσό, ειδικά για τον Ρήγα, του οποίου ο μηνιαίος μισθός ξεπερνούσε τα 120 πιάστρα. Το χαμηλό ποσό δείχνει ότι δεν υπήρξε «βιασμός», αλλά αποπλάνηση της κοπέλας, η οποία φαίνεται ότι βρέθηκε μαζί του ερωτικά με τη θέλησή της. Βέβαια τίποτα από αυτά δεν έχει αποδειχτεί και υπάρχουν μόνο εκτιμήσεις για τα πραγματικά περιστατικά....
Τζαβέλας και Νικηταράς – Οι πιστοί σύζυγοι
Λέγεται πως ανάμεσα στον Κίτσο Τζαβέλλα και την γυναίκα του, υπήρχε τέτοια αγάπη που τον ακολουθούσε σε όλες τις μάχες. Στην Έξοδο του Μεσολογγίου, πουλεμούσανε πλάι πλάι, ενώ η Βασιλική ήταν έγκυος στο 2ο παιδί τους.
Κίτσος Τζαβέλλας
Επίσης ο Νικηταράς μετά από την Μεγάλη μάχη στα Δερβενάκια, τα παλικάρια του, του έδωσαν σαν λάφυρο, καθώς ποτέ δεν έπαιρνε τίποτα, μια ξύλινη ταμπακιέρα. Δέχτηκε το δώρο και το έστελε χάρισμα στην γυναίκα του την Αγγελίνα με το σημείωμα: Τα παλικάρια μου, μου χάρισαν τούτη την ταμπακιέρα, Την στέλνω σε σένα, που αγαπάω ποιο πολύ στον κόσμο, μετά την Πατρίδα.
Ο Ζαχαριάς
Δάσκαλος του Kολοκοτρώνη ήταν ο Zαχαριάς, ο οποίος ήταν γνωστός κλέφτης του Mοριά την προεπαναστατική περίοδο.
Ήταν άτομο που τον έτρεμαν όλοι.
Oι Tούρκοι, οι Έλληνες κοτζαμπάσηδες και οι γυναίκες.
Oι τελευταίες μάλιστα είχαν να το λένε στα κουτσομπολιά τους, ότι δηλαδή ήταν βίαιος και άγριος εραστής,. Tο γεγονός ότι ήταν και πολύ γενναίος άντρας, του έδινε επιπλέον «πόντους» στο «ρήξιμο» των γυναικών.
H φήμη του είχε απλωθεί από στόμα σε στόμα και είχαν βγει και τραγούδια για τις ερωτικές του κατακτήσεις.
Ήρθε, όμως, η ώρα που και ο Zαχαριάς τη δάγκωσε τη λαμαρίνα. Eρωτεύτηκε μια γυναικάρα με τα όλα της, την κόρη του Μανιάτη πρωτοκαπετάνιου Παναγιώτη Mουρτζίνου, τη γνωστή για την ομορφιά της, Eιρήνη. H Eιρήνη ενέδωσε και αυτή στην ομορφιά και στη λεβεντοσύνη του καπετάν Zαχαριά.
Παράτησε λοιπόν, τον πατέρα της και έφυγε μαζί του στα βουνά.
Oμως όπως λέει και ο λαός «πρώτα σου βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι» του Ζαχαριά του άρεσαν και τα ξυνά αλλά και είχε κάνει και πολλούς εχθρούς.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Kουκέας, του οποίου την αδερφή είχε ατιμάσει ο ερωτύλος Ζαχαριάς. Συννενοήθηκε, λοιπόν, ο Kουκέας με τον πατέρα της Eιρήνης και ο μορφονιός την πάτησε.
Δέσμιος του μεγάλου πάθους του , «τσίμπησε» το γράμμα-δόλωμα της αδερφής του Kουκέα, που τον καλούσε να περάσει κάποια συγκεκριμένη ώρα από την κάμαρά της. Eκεί, όμως, τον περίμενε ο πατέρας της Eιρήνης, ο οποίος τον σκότωσε.
Mεγάλο σουξέ, πάντως, είχαν οι χήρες και ήταν λόγω των πολεμικών συγκρούσεων πολλές .
Τις κυνηγούσαν παντα και παντού. .
Στις μάχες με την ερωμένη του δεν πήγαινε μόνο ο Kαραϊσκάκης.
O Kυριακούλης Mαυρομιχάλης δεν αποχωριζόταν ποτέ τη Σάβαινα, τη σπαρτιάτισσα ερωμένη του.
O αδικημένος απο την ιστορία πρωτοκαπετάνιος Γιώργης Bαρνακιώτης πάλι, είχε δημιουργήσει ένα ολόκληρο μύθο γύρω του.
Συνοδευόταν πάντα από ένα τσούρμο γυναίκες, οι οποίες ήταν και η προσωπική του ασφάλεια. Ανάμεσά τους και η επίσημη ερωμένη του ήταν η Pίνα Kουτσουμποπούλα, η οποία φημιζόταν για το τσαγανό και το νταηλίκι της.
Η απαγωγή της παντρεμένης 16χρονης από τον Βάσο Μαυροβουνιώτη
Ένας από τους σημαντικότερους Βαλκάνιους φιλέλληνες ήταν ο σλαβικής καταγωγής Βάσος Μαυροβουνιώτης. Με το που ξεκίνησε η Επανάσταση, τέθηκε επικεφαλής ένοπλης ομάδας συγκροτημένης από συγγενείς του, Μαυροβούνιους και Σέρβους, δραστηριοποιούμενος αρχικά στην Εύβοια, όπου συμμετείχε σε τουλάχιστον δέκα μάχες κατά των Οθωμανών. Πάλαι ποτέ ληστής, τυχοδιώκτης, μισθοφόρος και τρόφιμος φυλακών, το 1824 μετακινείται στην Ύδρα προκειμένου να συμβάλει στην άμυνα του νησιού. Ο Υδραίος πρόεδρος του Εκτελεστικού («πρωθυπουργός» με τα σημερινά δεδομένα) Γεώργιος Κουντουριώτης αναγνωρίζει τη συμβολή του και τον προβιβάζει σε στρατηγό.Το 1826, ο Μαυροβουνιώτης θα βρεθεί στην Κέα. Εκεί θα συναντήσει μια εκθαμβωτική 16χρονη κοπέλα, την Ελένη. Όσοι την αντίκριζαν θαμπώνονταν από τα κάλλη και την ομορφιά της, την οποία εξύμνησαν μεταξύ άλλων, Γάλλος φιλέλληνας συγγραφέας Φρανσουά Ωγκύστ Ρενέ, υποκόμης ντε Σατωμπριάν (εξελληνισμένα Σατωβριάνδος) και ο ποιητής Παναγιώτης Σούτσος. Η Ελέγκω, όπως τη φώναζαν, θα «μαγέψει» τον Βάσο Μαυρωβουνιώτη που χωρίς περιστροφές πήγε να μιλήσει στους γονείς της για να του τη δώσουν. Εκείνοι όμως αρνήθηκαν, γιατί πολύ απλά ήταν ήδη παντρεμένη με τον προεστό και πρόξενο της Γαλλίας, Μιχαήλ – Τζώρτζη Πάγκαλο. Αντιλαμβανόμενοι τις προθέσεις, του ζητούν να φύγει.Εκείνος όμως δεν το βάζει κάτω. Την απαγάγει, τη μεταφέρει στο χωριό Αμμόλοχος της Άνδρου και την κλείνει στον πετρόκτιστο πύργο του Δημήτριου Γιαννούλη, που ήταν φίλος του. Έβαλε μάλιστα φρουρούς στις εισόδους για να μην επιχειρήσει να πάει κανείς να την πάρει πίσω. Παράλληλα προσέλαβε μια παραδουλεύτρα από τον Βόλο για να τη φροντίζει και της στέλνει φαγητό με ένα σκοινί από το παράθυρο. Η Ελέγκω θα μείνει εκεί κλεισμένη για πολλούς μήνες. Επιστρέφοντας από τις μάχες ο Βάσος Μαυροβουνιώτης, ενημερώνεται ότι ο σύζυγος της 16χρονης είχε πεθάνει – κάποιοι λένε ότι «έφυγε» ενδεχομένως και από τον καημό του. Τότε εκείνος την παντρεύεται. Ως νόμιμη γυναίκα του πλέον, την παίρνει μαζί στον Πειραιά, συνεχίζοντας την πολεμική του δράση. Η νεαρή κοπέλα είναι πλέον συνέχεια στο πλευρό του, εκτελώντας χρέη πότε νοσοκόμας στο μέτωπο και πότε γραμματέως, αφού ο άνδρας της δεν ήξερε ανάγνωση και γραφή. Φέρεται μάλιστα να τον βοηθάει στη λύση της πολιορκίας της Καρύστου και του κρατά την αλληλογραφία.Μετεπαναστατικά το ζευγάρι εγκαθίσταται στη Σαλαμίνα και το σπίτι του θα αποτελέσει το επίκεντρο της αντιπολίτευσης κατά του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ενώ όταν στέφθηκε βασιλιάς ο Όθωνας η οικογένεια Μαυροβουνιώτη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, με την Ελένη, που εξακολουθούσε να είναι πανέμορφή, να γίνεται μια από τις πιο φιλόξενες οικοδέσποινες της εποχής, διοργανώνοντας χορούς όπου μετείχε όλη η αριστοκρατία της εποχής. Η ίδια, ασχολούνταν με την ιππασία και τη μουσική ενώ ντυνόταν με ευρωπαϊκά φορέματα. Ο Βάσος από την πλευρά του, προτιμούσε μέχρι το τέλος της ζωής του τις φουστανέλες. Ο γάμος τους ωστόσο διαλύθηκε το 1839 με υπαιτιότητα της Ελένης όπως φαίνεται, η οποία πέθανε σε βαθιά γεράματα.
Τέλος ο στρατηγός Μακρυγιάννης στα αποµνηµονεύµατά του αναφέρει ότι ο λόρδος Βύρων είχε ξεκάθαρες παιδοφιλικές τάσεις, και δη µε άγουρα αγόρια.
ΠΗΓΕΣ:
Η απαγωγή της παντρεμένης 16χρονης από τον Βάσο Μαυροβουνιώτη
Ένας από τους σημαντικότερους Βαλκάνιους φιλέλληνες ήταν ο σλαβικής καταγωγής Βάσος Μαυροβουνιώτης. Με το που ξεκίνησε η Επανάσταση, τέθηκε επικεφαλής ένοπλης ομάδας συγκροτημένης από συγγενείς του, Μαυροβούνιους και Σέρβους, δραστηριοποιούμενος αρχικά στην Εύβοια, όπου συμμετείχε σε τουλάχιστον δέκα μάχες κατά των Οθωμανών. Πάλαι ποτέ ληστής, τυχοδιώκτης, μισθοφόρος και τρόφιμος φυλακών, το 1824 μετακινείται στην Ύδρα προκειμένου να συμβάλει στην άμυνα του νησιού. Ο Υδραίος πρόεδρος του Εκτελεστικού («πρωθυπουργός» με τα σημερινά δεδομένα) Γεώργιος Κουντουριώτης αναγνωρίζει τη συμβολή του και τον προβιβάζει σε στρατηγό.Το 1826, ο Μαυροβουνιώτης θα βρεθεί στην Κέα. Εκεί θα συναντήσει μια εκθαμβωτική 16χρονη κοπέλα, την Ελένη. Όσοι την αντίκριζαν θαμπώνονταν από τα κάλλη και την ομορφιά της, την οποία εξύμνησαν μεταξύ άλλων, Γάλλος φιλέλληνας συγγραφέας Φρανσουά Ωγκύστ Ρενέ, υποκόμης ντε Σατωμπριάν (εξελληνισμένα Σατωβριάνδος) και ο ποιητής Παναγιώτης Σούτσος. Η Ελέγκω, όπως τη φώναζαν, θα «μαγέψει» τον Βάσο Μαυρωβουνιώτη που χωρίς περιστροφές πήγε να μιλήσει στους γονείς της για να του τη δώσουν. Εκείνοι όμως αρνήθηκαν, γιατί πολύ απλά ήταν ήδη παντρεμένη με τον προεστό και πρόξενο της Γαλλίας, Μιχαήλ – Τζώρτζη Πάγκαλο. Αντιλαμβανόμενοι τις προθέσεις, του ζητούν να φύγει.Εκείνος όμως δεν το βάζει κάτω. Την απαγάγει, τη μεταφέρει στο χωριό Αμμόλοχος της Άνδρου και την κλείνει στον πετρόκτιστο πύργο του Δημήτριου Γιαννούλη, που ήταν φίλος του. Έβαλε μάλιστα φρουρούς στις εισόδους για να μην επιχειρήσει να πάει κανείς να την πάρει πίσω. Παράλληλα προσέλαβε μια παραδουλεύτρα από τον Βόλο για να τη φροντίζει και της στέλνει φαγητό με ένα σκοινί από το παράθυρο. Η Ελέγκω θα μείνει εκεί κλεισμένη για πολλούς μήνες. Επιστρέφοντας από τις μάχες ο Βάσος Μαυροβουνιώτης, ενημερώνεται ότι ο σύζυγος της 16χρονης είχε πεθάνει – κάποιοι λένε ότι «έφυγε» ενδεχομένως και από τον καημό του. Τότε εκείνος την παντρεύεται. Ως νόμιμη γυναίκα του πλέον, την παίρνει μαζί στον Πειραιά, συνεχίζοντας την πολεμική του δράση. Η νεαρή κοπέλα είναι πλέον συνέχεια στο πλευρό του, εκτελώντας χρέη πότε νοσοκόμας στο μέτωπο και πότε γραμματέως, αφού ο άνδρας της δεν ήξερε ανάγνωση και γραφή. Φέρεται μάλιστα να τον βοηθάει στη λύση της πολιορκίας της Καρύστου και του κρατά την αλληλογραφία.Μετεπαναστατικά το ζευγάρι εγκαθίσταται στη Σαλαμίνα και το σπίτι του θα αποτελέσει το επίκεντρο της αντιπολίτευσης κατά του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ενώ όταν στέφθηκε βασιλιάς ο Όθωνας η οικογένεια Μαυροβουνιώτη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, με την Ελένη, που εξακολουθούσε να είναι πανέμορφή, να γίνεται μια από τις πιο φιλόξενες οικοδέσποινες της εποχής, διοργανώνοντας χορούς όπου μετείχε όλη η αριστοκρατία της εποχής. Η ίδια, ασχολούνταν με την ιππασία και τη μουσική ενώ ντυνόταν με ευρωπαϊκά φορέματα. Ο Βάσος από την πλευρά του, προτιμούσε μέχρι το τέλος της ζωής του τις φουστανέλες. Ο γάμος τους ωστόσο διαλύθηκε το 1839 με υπαιτιότητα της Ελένης όπως φαίνεται, η οποία πέθανε σε βαθιά γεράματα.
Τέλος ο στρατηγός Μακρυγιάννης στα αποµνηµονεύµατά του αναφέρει ότι ο λόρδος Βύρων είχε ξεκάθαρες παιδοφιλικές τάσεις, και δη µε άγουρα αγόρια.
ΠΗΓΕΣ:
https://www.newsbeast.gr/greece/arthro/7206765/oi-erotes-sta-chronia-tis-epanastasis-tou-1821
https://www.athensmagazine.gr/article/social/retromania/334040-h-erwtikh-zwh-twn-hrwwn-toy-1821-poioi-htan-gynaikades-kai-poioi-pistoi-syzygoi
https://www.ekriti.gr/afieromata/1821-oi-thyellodeis-erotes-ton-iroon-tis-epanastasis