29.9.20

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ενός Μετανάστη στην Γερμανία 1968-ΦΩΤΟ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΣΕ ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ ΣΤΗ Δ.ΓΕΡΜΑΝΊΑ 1968-69.

Στη δεκαετία του 50-60 με την μεγάλη ανεργία τότε αναγκαστικά πολλοί νέοι ψάχνοντας για δουλειά, αναγκάστηκαν να πάνε όπου άκουγαν ότι υπάρχει, έτσι κι εγώ πήρα την μεγάλη απόφαση το 1962 τον Ιανουάριο, πήρα το τρένο για την Γερμανία. 
Μετά από ένα χρόνο ήρθε και η γειτονοπούλα, τον επόμενο χρόνο παντρευτήκαμε, ήρθαν τα δύο παιδιά, πολύ αργότερα και το τρίτο.

Τα γράφω αυτά εν περίληψη για να εξηγηθεί ο λόγος που έπρεπε να ΥΠΑΡΧΕΙ ένα Ελληνικό σχολείο, γιατί όπως εγώ έτσι υπήρχαν και άλλοι Έλληνες και οι περισσότεροι από Μακεδονία.

Είχαμε ένα στέκι το Cafe Kraus, το χωριό πού μένανε ήταν το Sulzfeld Baden, κοντινές πόλεις, &, κωμοπόλεις ήταν, το Bretten, Karlsruhe, Sinsheim, Pforzheim, Stuttgart, εκεί ήταν και το Ελληνικό Προξενείο, το χωριό μας δεν το είχε ο χάρτης τότε.






Έτσι λοιπόν μια μέρα εκεί που συζητούσαμε για διάφορα θέματα ήρθε και το θέμα Σχολείο, τα παιδιά μας μεγαλώνουν και αυτό που ακούν και μιλάνε με τα άλλα παιδιά είναι μόνο Γερμανικά, πρέπει κάτι να κάνουμε, τους λέω, ξέρει κάποιος από εμάς κάποιο που να έχει παρτίδες με την κυβέρνηση; ( 1968 )

Γέλια από μερικούς τους φάνηκε παράξενο, απίθανο, μου λέει κάποιος, Ο Μανώλας, μετανάστης και αυτός από Θεσσαλονίκη, αλλά δεν γίνεται τίποτα δεν μπορεί να έρθει δάσκαλος σε τόσο μικρό χωριό, αυτό θα το δούμε του είπα, πήγαμε στο λεγόμενο πατριώτη συνάδελφοι σε δύο εργοστάσια ήμασταν όλοι, του λέμε το θέμα και αυτός μας είπε πως να κινηθούμε.

Θα πάτε στο στρατιωτικό ακόλουθο στη Βόννη, με ένα μικρό αυτοκίνητο που είχα τη χελώνα της Volkswagen ξεκινήσαμε νύχτα γιατί έπρεπε να διανύσουμε κάπου 500 χιλιόμετρα. Έτσι και έγινε, το πρωί ήμασταν έξω από την κατοικία του στρατιωτικού ακόλουθου, περιμέναμε για λίγο και όταν διαπιστώσαμε ότι έχουν σηκωθεί, χτυπήσαμε την πόρτα βγήκε έξω ένας αξιωματικός μας ρώτησε τι θέλουμε και του είπαμε για τον Κο. Περησιάδη, αφού πρώτα του εξήγησα τον λόγο για τον οποίο ήμασταν εκεί.

Μας λέει να πάμε στην πρεσβεία και να περιμένουμε γιατί είχαν κάποια σύσκεψη και θα αργήσει λίγο να μας δεχτεί ο Κο. Περησιάδης.
Τέλος όταν μας δέχτηκε κάναμε ένα μικρό διάλογο μαζί του, (πολύ καλός Κύριος αλλά και Άνθρωπος), εντέλει τι θέλετε από εμένα?
Χωρίς περιστροφές του λέμε, ένα δάσκαλο γιατί τα παιδιά μας άρχισαν να μας μιλούν Γερμανικά, μας ρωτάει για πόσες ώρες; του είπαμε για να κάνουν Ελληνικά, Γραμματική, και Ιστορία, Αααα κατάλαβα μας λέει, από ντίπ ολότελα καλή είναι και η Παναγιώταινα, γελάσαμε και μας έστειλε στην επιθεώρηση η οποία ήταν στο υπόγειο, αν τελειώσει η δουλειά σας κάτω περάστε να ξέρω τι έγινε.

Συστηθήκαμε στον Κο. επιθεωρητή και μας ρώτησε που βρίσκεται αυτό το χωριό, στο χάρτη δεν υπήρχε, μα που θα έρθει δάσκαλος αφού δεν είναι στο χάρτη γραμμένο? Του είπαμε Πώς εγώ θα είμαι υπεύθυνος για όλα, και για το σπίτι που θα μείνει.
Τελειώσαμε και πήγαμε ξανά επάνω, μας κέρασε κάτι και λέει τον αξιωματικό, δείξε στα παιδιά αυτά που μας στείλανε από αυτή την περιφέρεια, μας πήγε σε ένα γραφείο και βγάζει κάτι φακέλους, εμείς μείναμε άφωνοι, γι’ αυτά που γράφανε και αυτός που τα έγραψε, με μια λέξη και οι τρείς πρώτα για αυτόν τον.....και μετά για τα άτομα που έγραφε, αυτός είναι ένα ρεμάλι κα γι’ αυτούς που γράφει είναι όλοι τους οικογενειάρχες, τι δουλειά τους και τίποτα άλλο.
Τα αρπάζει από τα χέρια του αξιωματικού και με οργή, αγανάκτηση, και νεύρα, τα σκίζει μπροστά μας, φωνάζοντας περιμένεις να κάνεις κράτος με αυτό τον παλιό κόσμο, πάτε παιδιά μου στο καλό εγώ θα φροντίσω για το θέμα σας.
Σε λίγο καιρό με πήραν τηλέφωνο (όχι δικό μου της σπιτονοικοκυράς μας) πως πρέπει να πάω να παραλάβω το δάσκαλο από το Bretten.

Έτσι έγινε και κάναν τα παιδιά μας τα μαθήματα που ήταν για τα Ελληνικά, τα υπόλοιπα μαθήματα κάναν μαζί με τα Γερμανάκια, Μαθηματικά, γεωμετρία, κ.λ.π. Ο δάσκαλος ο πρώτος έμεινε στο σπίτι μου για λίγο καιρό έως ότου βρούμε σπίτι, Θόδωρο τον λέγανε, αφού βρήκαμε σπίτι ήρθε και η γυναίκα του, η οποία έπιασε δουλειά σε ένα απο τα εργοστάσια, με το Θόδωρο πέρασαν ΔΥΟ χρόνια, δεν μπορούσε να μείνει παραπάνω, έφυγε και μας στείλανε τον δεύτερο δάσκαλο δεν θυμάμαι το όνομα του, έτσι λοιπόν συνέχισε την λειτουργία το σχολείο για τρίτη χρονιά στο χωριό μας το Sulzfeld Baden.
Κάναμε τις εθνικές μας γιορτές, κανονικά όπως στην Ελλάδα. Αυτοί που κάναμε αυτή την κίνηση είμαστε, Δημητριάδης Νίκος από τα Κύργια Δράμας, Μητσοκάπας Ιωάννης, και Τσιώτσιος Θεόδωρος από Κατερίνη.

Με τις οδηγίες του Μανώλα λοιπόν ( η Ελληνική λύση στη λύσει προβλημάτων στην χώρα μας «Μέσον».
Κατόπιν Πρόεδρος της Σχολικής εφορίας Τσιώτσιος Θεόδωρος, που μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, μου ζήτησαν να γίνω μέλος σε κάποια φιλοκυβερνητική Οργάνωση. Έκανα γνωστό στο δάσκαλο πως σε οργάνωση όποια και αν είναι, δεν πρόκειται να γίνω μέλος. Τότε πιέζοντας το δάσκαλο για αρκετό καιρό, το Προξενείο???
Με κάλεσε ένα βράδυ και μου είπε, τι προτιμάς, θα γραφείς, θα παραιτηθείς, η θα σε διώξω, αυτήν την εντολή έχω..
Τον ευχαρίστησα για την άψογη συνεργασία που είχαμε και Παραιτήθηκα.

(θέλω να υπογραμμίσω πώς αυτά τα χρόνια που δεν υπήρχαν Οργανώσεις υπήρχε μια Ομόνοια και στα γύρο χωριά, δεν είχαμε ευτράπελα όπως σε άλλες πόλεις που υπήρχε Ελληνικό σχολείο).
Αυτά συμβαίνουν πάντα όταν μπαίνει μπροστά το Κόμμα…
Παραιτήθηκα, το Σχολείο όμως την επόμενη χρονιά πήγε σε άλλο μεγάλο χωριό, και έτσι αναγκαστικά τα παιδιά πλήρωναν και είχαν και τη μεταφορά μέσα στο χειμώνα. Και όλα αυτά γιατί δεν δέχτηκε ο πρόεδρος Σχολικής εφορίας να γίνει μέλος κάποιας οργανώσεις.


Τσιώτσιος Θεόδωρος.