δύσκολη για εμάς, μας φέρνει πολύ πόνο, πολλές απογοητεύσεις και πολλά άλυτα προβλήματα. Για να την αντέχουμε, δεν μπορούμε να στερηθούμε κάποια μέσα ανακούφισης («Δε γίνεται χωρίς βοηθητικές κατασκευές» μας λέει ο Theodor Fontane). Υπάρχουν ίσως τριών ειδών τέτοια μέσα: ισχυροί περισπασμοί, που μας κάνουν να υποτιμούμε την αθλιότητά μας, υποκατάστατες ικανοποιήσεις, που τη μειώνουν, και ναρκωτικές ουσίες, που μας κάνουν να μην την αντιλαμβανόμαστε. Κάποιο από αυτά τα είδη μάς γίνεται απαραίτητο. Ο Βολταίρος εννοεί τους περισπασμούς, όταν βάζει τον Candide του να δίνει στο τέλος τη συμβουλή να καλλιεργούμε τον κήπο μας. Ένας τέτοιος περισπασμός είναι και η επιστημονική δραστηριότητα. Οι υποκατάστατες ικανοποιήσεις, όπως τις προσφέρει η τέχνη, είναι απέναντι στην πραγματικότητα αυταπάτες, δε δρουν όμως σε λιγότερο βαθμό ψυχικά χάρις στο ρόλο που έχει η φαντασία στην ψυχική ζωή. Οι ναρκωτικές ουσίες επηρεάζουν το σώμα μας, αλλάζουν το χημισμό του.
Το ερώτημα σχετικά με το σκοπό της ανθρώπινης ζωής έχει τεθεί αμέτρητες φορές· δεν έχει ποτέ έως τώρα δοθεί μία ικανοποιητική απάντηση, ίσως και να μην επιδέχεται καθόλου κάτι τέτοιο. Κάποιοι από αυτούς που έθεσαν το ερώτημα πρόσθεσαν: εάν αποδεικνυόταν ότι η ζωή δεν έχει κανέναν σκοπό, τότε θα έχανε κάθε αξία. Αλλά αυτή η απειλή δεν αλλάζει τίποτε. Μοιάζει μάλλον να έχει κάποιος το δικαίωμα να απορρίψει την ερώτηση.
Η προϋπόθεσή της φαίνεται να είναι εκείνη η ανθρώπινη αλαζονεία, από την οποία έχουμε ήδη δει τόσες άλλες εκδηλώσεις. Για το σκοπό της ζωής των ζώων δε συζητούμε, όταν ο προορισμός τους δεν είναι να υπηρετούν τους ανθρώπους. Μόνο που ούτε αυτό είναι βάσιμο, διότι πολλά ζώα ο άνθρωπος δεν μπορεί να τα αξιοποιήσει αλλιώς πέρα από το να τα περιγράφει, να τα ταξινομεί και να τα μελετά, και αμέτρητα είδη ζώων δεν έχουν ούτε και αυτή τη χρήση, καθώς έζησαν και εξαφανίσθηκαν προτού τα δει ο άνθρωπος.
Στρεφόμαστε έτσι σε ένα λιγότερο απαιτητικό ερώτημα: τι αφήνουν οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσω της συμπεριφοράς τους να φανεί ως σκοπός και πρόθεση της ζωής τους, τι απαιτούν από τη ζωή και τι θέλουν να επιτύχουν σε αυτή. Η απάντηση εδώ είναι εύκολη: επιδιώκουν την ευτυχία, θέλουν να γίνουν και να παραμείνουν ευτυχισμένοι. Αυτή η επιδίωξη έχει δύο πλευρές, ένα θετικό και έναν αρνητικό στόχο: θέλει από τη μία πλευρά την απουσία πόνου και δυσαρέσκειας και από την άλλη πλευρά την εμβίωση δυνατών αισθημάτων ηδονής. Υπό στενότερη έννοια, η λέξη «ευτυχία» αναφέρεται μόνο στη δεύτερη πλευρά. Αντίστοιχα με αυτόν το διαχωρισμό των στόχων ξεδιπλώνεται και η δραστηριότητα των ανθρώπων προς δύο κατευθύνσεις, ανάλογα με το αν προσπαθεί να πραγματοποιήσει τον ένα ή τον άλλο στόχο κυρίως ή και αποκλειστικά.
Το σκοπό της ζωής τον θέτει, όπως παρατηρούμε, απλώς ,το πρόγραμμα της αρχής της ηδονής. Αυτή η αρχή κυριαρχεί στην επίδοση του ψυχικού μηχανισμού από τnv αρχή- η σκοπιμότητα της είναι αδιαμφισβήτητη και όμως, το πρόγραμμά της βρίσκεται σε διχόνοια με όλο τον Κόσμο, τόσο με το μακρόκοσμο όσο και με τον μικρόκοσμο. Είναι εντελώς ανέφικτη, κάθε θεσμός του σύμπαντος της αντίκειται- θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρόθεση να είναι ο άνθρωπος ευτυχισμένος δε συμπεριλαμβάνεται στο πλάνο της «δημιουργίας». Αυτό που με τη στενότερη έννοια ορίζουμε ως ευτυχία πηγάζει μάλλον από την ξαφνική ικανοποίηση έντονα συσσωρευμένων αναγκών και είναι από τη φύση του δυνατό μόνο ως επεισοδιακό φαινόμενο. Κάθε διάρκεια μίας κατάποσης πoυ επιδιώκεται από την αρχή της ηδονής δημιουργεί απλώς ένα αίσθημα χλιαρής ευχαρίστησης – είμαστε πλασμένοι ώστε να μπορούμε να απολαμβάνουμε, μόνο την αντίθεση, την κατάσταση μόνο λίγο. Έτσι οι δυνατότητες μας για ευτυχία είναι περιορισμένη ήδη από την ιδιοσυστασία μας.
Ο πόνος μάς απειλεί από τρεις πλευρές: από το ίδιο μας το σώμα, που προορισμένο για την παρακμή και τη διάλυση μας προσφέρει και πόνο και άγχος ως προειδοποιητικά σημάδια, από τον εξωτερικό κόσμο, ο οποίος μπορεί να στραφεί εναντίον μας με ισχυρές, αδυσώπητες, καταστρεπτικές δυνάμεις και, τέλος, από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Τον πόνο που προέρχεται από αυτή την πηγή τον αισθανόμαστε ίσως πιο οδυνηρά από όλους τους άλλους.
Δεν είναι να απορούμε που υπό την πίεση αυτών των πιθανών πόνων οι άνθρωποι μετριάζουν την αξίωσή τους για ευτυχία. Καθώς θεωρούμε εαυτόν ήδη ευτυχή όταν έχουμε αποφύγει τη δυστυχία, έχουμε αντέξει τον πόνο, όταν γενικότερα το έργο της αποφυγής του πόνου παραμερίζει το έργο της απόκτησης ηδονής. Η σκέψη μάς διδάσκει ότι μπορούμε να επιδιώξουμε την επίλυση αυτού του προβλήματος από πολύ διαφορετικούς δρόμους. Όλοι αυτοί οι δρόμοι έχουν προταθεί από τις μεμονωμένες σχολές της σοφίας της ζωής και έχουν εφαρμοσθεί από τους ανθρώπους. Η απεριόριστη ικανοποίηση κάθε ανάγκης προέχει ως ο πιο δελεαστικός τρόπος ζωής, αλλά αυτό σημαίνει να βάλει κανείς την απόλαυση πριν από τη σύνεση και σύντομα έρχεται η τιμωρία. Οι άλλες μέθοδοι, στις οποίες η κύρια πρόθεση συνιστά την αποφυγή της δυσαρέσκειας, διαφέρουν ανάλογα με την πηγή της δυσαρέσκειας προς την οποία στρέφουν ως επί το πλείστον την προσοχή τους. Υπάρχουν ακραίες και μετριοπαθείς διαδικασίες, μονόπλευρες και διαδικασίες που επιτίθενται ταυτόχρονα σε αρκετά σημεία. Η ηθελημένη απομόνωση, η απομάκρυνση από τους άλλους, είναι η πιο εύκολη προστασία έναντι του πόνου που μπορεί να αναπτυχθεί από τις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι ευνόητο ότι η ευτυχία που μπορεί να επιτευχθεί μέσω αυτού του δρόμου είναι αυτή της ηρεμίας. Έναντι του τρομακτικού εξωτερικού κόσμου μπορούμε μόνο να αμυνθούμε μέσω κάποιου είδους απόκρουσης, εάν θέλουμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα για εμάς τους ίδιους και μόνο. Υπάρχει βέβαια ένας άλλος και καλύτερος δρόμος, αυτός της συμμετοχής σε μία ανθρώπινη κοινότητα και της επίθεσης στη φύση με τη βοήθεια της τεχνικής που εισάγει η επιστήμη, ώστε να την υποτάξουμε στην ανθρώπινη βούληση. Τότε εργαζόμαστε μαζί με όλους για την ευτυχία όλων. Οι πιο ενδιαφέρουσες μέθοδοι για την προστασία από τον πόνο είναι όμως αυτές που προσπαθούν να επηρεάσουν τον ίδιο μας τον οργανισμό. Σε τελική ανάλυση κάθε πόνος είναι μόνο αίσθηση, υπάρχει μόνο στο βαθμό που τον αισθανόμαστε και τον αισθανόμαστε μόνο ως συνέπεια συγκεκριμένων διατάξεων του οργανισμού μας.
Η πιο ακατέργαστη αλλά και δραστικότερη μέθοδος τέτοιου επηρεασμού είναι η χημική, η μέθη. Δεν πιστεύω ότι μπορεί κανείς να καταλάβει το μηχανισμό της, αλλά γεγονός είναι ότι υπάρχουν ουσίες ξένες στο σώμα, των οποίων η παρουσία στο αίμα και στα κύτταρά μας εξασφαλίζει άμεσες αισθήσεις ηδονής, αλλά αλλάζουν και τις συνθήκες της αισθητηριακής ζωής μας τόσο πολύ, που γινόμαστε ανίκανοι για την πρόσληψη δυσάρεστων αισθημάτων. Οι δύο επιδράσεις δε συμβαίνουν μόνο ταυτόχρονα, αλλά φαίνεται να είναι και στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους. Θα πρέπει όμως να υπάρχουν ουσίες και στον ίδιο μας το χημισμό που να προσφέρουν παρόμοια αποτελέσματα, διότι γνωρίζουμε τουλάχιστον μια νοσηρή κατάσταση, τη μανία, όπου πραγματοποιείται αυτή η συμπεριφορά που μοιάζει με μέθη χωρίς έχει ληφθεί κάποιο ναρκωτική ουσία. Εξάλλου η φυσιολογική ψυχική μας ζωή παρουσιάζει διακυμάνσεις εύκολης ή δύσκολης αποδέσμευσης της ηδονής, με τις οποίες υπάρχει παράλληλα μία μειωμένη ή αυξημένη ευαισθησία απέναντι στη δυσαρέσκεια. Είναι πολύ λυπηρό που αυτή η τοξική πλευρά των ψυχικών διεργασιών διέφυγε μέχρι τώρα της επιστημονικής διερεύνησης. Η επίδραση των ναρκωτικών ουσιών στον αγώνα για την ευτυχία και την απομάκρυνση της αθλιότητας εκτιμάται τόσο πολύ σαν ευεργεσία, που άτομα και Λαοί τής έχουν χαρίσει μία σταθερή θέση στη λιμπιντική οικονομία τους. Δεν τους χρωστάμε μόνο το άμεσο κέρδος οπό ηδονή αλλά και ένα πολυπόθητο κομμάτι ανεξαρτησίας από τον εξωτερικό κόσμο. Γνωρίζουμε ότι με τη βοήθεια του «παυσίλυπου» μπορεί ο καθένας ανά πάσα στιγμή να φύγει από την πίεση της πραγματικότητας και να βρει καταφύγιο σε ένα δικό του κόσμο με καλύτερες συνθήκες αίσθησης. Είναι γνωστό ότι ακριβώς αυτή η ιδιότητα των ναρκωτικών τα καθιστά επικίνδυνα και βλαβερά. Φέρουν σε μερικές περιπτώσεις την ευθύνη για την άσκοπη απώλεια μεγάλων ποσών ενέργειας, που θα μπορούσαν να έχουν χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση της ανθρώπινης μοίρας.
Το πολύπλοκο κτίσμα του ψυχικού μας μηχανισμού επιτρέπει όμως και μια ολόκληρη σειρά άλλων επηρεασμών.
Όπως η ικανοποίηση μίας ενόρμησης είναι ευτυχία, έτσι γίνεται και η αιτία μεγάλου πόνου, όταν ο εξωτερικός κόσμος μας αφήνει να υποφέρουμε, μας αρνείται τον κορεσμό των αναγκών μας. Μπορεί λοιπόν κάποιος να ελπίζει ότι θα απελευθερωθεί από ένα μέρος του πόνου επενεργώντας πάνω σε αυτές τις ορμικές διεγέρσεις. Αυτό το είδος άμυνας έναντι του πόνου δεν επιτίθεται πλέον στο μηχανισμό των αισθήσεων αλλά προσπαθεί να εξουσιάσει τις ενδότερες πηγές των αναγκών. Με ακραίο τρόπο αυτό συμβαίνει εξουδετερώνοντας τις ενορμήσεις, όπως διδάσκει η ανατολική φιλοσοφία και εφαρμόζει η μέθοδος της γιόγκα. Εάν αυτό πετύχει, τότε κάποιος θα έχει σίγουρα παραιτηθεί και από κάθε άλλη δραστηριότητα (θα έχει θυσιάσει τη ζωή), θα έχει αποκτήσει με άλλα λόγια μόνο την ευτυχία της ηρεμίας. Τον ίδιο δρόμο ακολουθεί κάποιος και με πιο μετριοπαθείς στόχους, όταν επιδιώκει μόνο την εξουσία επί της ορμικής ζωής. Οι κυρίαρχες ψυχικές αρχές τότε υπόκεινται στην αρχή της πραγματικότητας. Εδώ δεν παραιτούμαστε με κανέναν τρόπο από την πρόθεση της ικανοποίησης- μία ορισμένη προστασία από τον πόνο επιτυγχάνεται με το ότι η μη ικανοποίηση των ενορμήσεων που βρίσκονται υπό έλεγχο δε γίνεται τόσο οδυνηρά αισθητή όσο αυτή των αδέσμευτων. Εδώ υπάρχει όμως μία αναντίρρητη μείωση της πιθανής απόλαυσης. Το αίσθημα της ευτυχίας από την ικανοποίηση μίας μη δεσμευμένης από το Εγώ ορμικής διέγερσης είναι ασύγκριτα πιο έντονο από αυτό του κορεσμού μίας χαλιναγωγημένης ενόρμησης. Η γοητεία των διαστροφικών παρορμήσεων, ίσως και κάθε απαγορευμένου γενικά, βρίσκει εδώ μία οικονομική εξήγηση.
Μία άλλη τεχνική της άμυνας έναντι του πόνου χρησιμοποιεί τις μεταθέσεις της λίμπιντο που επιτρέπει ο ψυχικός μας μηχανισμός, μέσω των οποίων η λειτουργία του κερδίζει τόσο μεγάλη ελαστικότητα. Το πρόβλημα που πρέπει να λυθεί συνίσταται στη μεταφορά των στόχων της ενόρμησης με τέτοιον τρόπο που να μη μπορούν να πληγούν από την άρνηση του εξωτερικά κόσμου. Η μετουσίωση των ενορμήσεων μας δίνει τη βοήθεια της. Κάποιος καταφέρνει περισσότερα όταν γνωρίζει πώς να αυξήσει επαρκώς το κέρδος από ηδονή από τις πηγές της ψυχικής και διανοητικής εργασίας. Η μοίρα δεν μπορεί τότε να πειράξει κάποιον παρά ελάχιστα. Η ικανοποίηση τέτοιου είδους, όπως η χαρά του καλλιτέχνη για τη δημιουργία, για την αποτύπωση των εικόνων της φαντασίας του, αυτή του ερευνητή για την επίλυση προβλημάτων και για τη γνώση της αλήθειας, έχουν μία ιδιαίτερη ποιότητα, την οποία σίγουρα κάποια μέρα θα μπορούμε να χαρακτηρίσουμε μεταψυχολογική. Προς το παρόν μπορούμε μόνο να πούμε μεταφορικά ότι μας εμφανίζονται πιο «ευγενείς και ανώτερες», αλλά η έντασή τους σε σύγκριση με αυτήν του κορεσμού πιο ωμών, πρωτογενών ορμικών διεγέρσεων είναι εξασθενημένη- δε συγκλονίζουν τη σωματική μας υπόσταση. Η αδυναμία αυτής της μεθόδου έγκειται όμως στο ότι δεν είναι γενικά εφαρμόσιμη, στο ότι είναι προσιτή μόνο σε λίγους ανθρώπους. Προϋποθέτει ιδιαίτερα ταλέντα και χαρίσματα τα οποία δε συναντούμε συχνά σε δραστικό βαθμό. Ακόμη και εκείνοι οι λίγοι δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ολοκληρωμένη προστασία από τον πόνο, δεν τους προσφέρει κάποια πανοπλία αδιαπέραστη από τα βέλη της μοίρας και συχνά αποτυγχάνει, όταν το σώμα γίνεται το ίδιο η πηγή του πόνου.
Εάν ήδη κατά τη διαδικασία αυτή γίνεται φανερή η πρόθεση ανεξαρτητοποίησής μας από τον εξωτερικό κόσμο, αναζητώντας τις ικανοποιήσεις μας σε εσωτερικές, ψυχικές διεργασίες, τα ίδια χαρακτηριστικά προβάλλονται ακόμη πιο έντονα στην επόμενη μέθοδο. Εδώ χαλαρώνει ακόμη περισσότερο η σχέση με την πραγματικότητα, η ικανοποίηση αποκτάται από αυταπάτες, τις οποίες κάποιος αναγνωρίζει ως τέτοιες χωρίς να τον ενοχλεί στην απόλαυσή του το γεγονός ότι αποκλίνουν από την πραγματικότητα. To πεδίο οπό το οποίο προέρχονται οι αυταπάτες αυτές είναι αυτό της φαντασίας.
Στην κορυφή αυτών των φαντασιακών ικανοποιήσεων βρίσκεται η απόλαυση των έργων τέχνης, η οποία γίνεται προσιτή ακόμη και σε κάποιον που δεν είναι ο ίδιος δημιουργός, με τη μεσολάβηση του καλλιτέχνη. Όποιος είναι δεκτικός στην επιρροή της τέχνης, γνωρίζει ότι είναι ανεκτίμητη ως πηγή ηδονής και παρηγοριά στη ζωή. Όμως η ήπια νάρκωση, στην οποία μας βάζει η τέχνη, δεν μπορεί να μας δώσει κάτι παραπάνω από μία φευγαλέα φυγή από τις ανάγκες της ζωής και δεν είναι αρκετά δυνατή για να μας κάνει να ξεχάσουμε την πραγματική αθλιότητα.
Πιο ενεργά και ριζικά δρα μια άλλη διαδικασία, η οποία βλέπει τον μοναδικό εχθρό στην πραγματικότητα, που αποτελεί την πηγή κάθε πόνου, που με αυτή δεν μπορεί να ζήσει κανείς και γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να διακόψει κάθε σχέση μαζί της, εάν θέλει να είναι ευτυχισμένος κατά κάποια έννοια, Ο ερημίτης γυρνάει την πλάτη σε αυτό τον κόσμο, δε θέλει να έχει καμία επαφή μαζί του. Αλλά μπορούμε να κάνουμε και κάτι περισσότερο, μπορούμε να τον δημιουργήσουμε εκ νέου, να φτιάξουμε έναν άλλον στη θέση του, έναν κόσμο όπου θα εξαλειφθούν τα πιο αβάσταχτα χαρακτηριστικά και θα αντικατασταθούν από άλλα σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες. Όποιος μέσα στην απελπισία και την οργή του διαλέγει αυτόν το δρόμο – προς την ευτυχία, κατά κανόνα δε θα φτάσει πουθενά, η πραγματικότητα είναι πολύ δυνατή γι’ αυτόν. Θα γίνει ένας παράφρονας που τις περισσότερες φορές δε βρίσκει αρωγό για την επιβολή της παραφροσύνης του. Λέγεται όμως ότι ο καθένας από εμάς φέρεται κατά κάποιον τρόπο παρόμοια με τον παρανοϊκό, διορθώνει μία αβάσταχτη για αυτόν πλευρά του κόσμου μέσω ενός δημιουργήματος της φαντασίας του και μεταφέρει αυτήν τη φαντασίωση στην πραγματικότητα. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δώσουμε στην περίπτωση όπου ένας μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων αναλαμβάνει από κοινού το εγχείρημα να εξασφαλίσει την ευτυχία και να αποφύγει τον πόνο μέσω του ψευδαισθητικού μετασχηματισμού της πραγματικότητας. Την παραφροσύνη δεν την αναγνωρίζει βεβαίως κανένας, όταν και ο ίδιος αποτελεί μέρος αυτής.
Δεν πιστεύω ότι αυτή η απαρίθμηση των μεθόδων με τις οποίες οι άνθρωποι πασχίζουν να αποκτήσουν την ευτυχία και να κρατήσουν μακριά τον πόνο είναι ολοκληρωμένη, γνωρίζω επίσης ότι αυτό το υλικό επιδέχεται και άλλες διατάξεις. Υπάρχει μία από αυτές τις διαδικασίες που δεν έχω ακόμη αναφέρει- όχι επειδή την ξέχασα, αλλά διότι θα μας απασχολήσει και σε σχέση με άλλα ζητήματα. Πώς θα ήταν εξάλλου δυνατόν να ξεχάσουμε ακριβώς αυτή τη μέθοδο της τέχνης της ζωής! Διακρίνεται μέσω της εκπληκτικής ενσωμάτωσης χαρακτηριστικών ιδιοτήτων. Επιδιώκει φυσικά και αυτή την ανεξαρτητοποίηση από τη μοίρα -αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να το εκφράσουμε- και μεταθέτει, με αυτή την πρόθεση, την ικανοποίηση σε εσωτερικές φυσικές διεργασίες, χρησιμοποιεί γι’αυτόν τον σκοπό την προαναφερθείσα ικανότητα μετάθεσης της λίμπιντο, αλλά δεν αποστρέφεται τον εξωτερικό κόσμο, αγκιστρώνεται αντίθετα στα αντικείμενά του και αποκτά μια αισθηματική σχέση με αυτά. Δεν ικανοποιείται με τον τρόπον τινά κουρασμένο και παρατημένο στόχο της αποφυγής της δυσαρέσκειας, αλλά την προσπερνάει μάλλον αδιάφορα και εμμένει στην πρωταρχική, παθιασμένη επιδίωξη για θετική εκπλήρωση της ευτυχίας. Ίσως να πλησιάζει πραγματικά αυτόν το στόχο περισσότερο από κάθε άλλη μέθοδο. Εννοώ φυσικά εκείνη την κατεύθυνση της ζωής που έχει ως κέντρο της την αγάπη, που περιμένει κάθε ικανοποίηση με το να αγαπά και να αγαπιέται. Μια τέτοια ψυχική στάση είναι σε όλους μας αρκετά γνωστή- μία από τις μορφές έκφανσης αυτής της αγάπης, η σεξουαλική αγάπη, μας χάρισε εντονότερη εμπειρία μίας εξαίσιας αίσθησης ηδονής και έγινε έτσι το πρότυπο για την επιδίωξη της ευτυχίας μας. Τι πιο φυσικό από το να επιμένουμε να αναζητούμε την ευτυχία στον ίδιο δρόμο που για πρώτη φορά τη συναντήσαμε. Η αδύναμη πλευρά αυτής της τεχνικής της ζωής είναι εμφανής- ειδάλλως κανένας άνθρωπος δεν θα είχε σκεφτεί να εγκαταλείψει αυτόν το δρόμο προς την ευτυχία για κάποιον άλλον. Ποτέ δεν είμαστε πιο απροστάτευτοι από τον πόνο από όταν αγαπάμε, ποτέ δεν είμαστε πια αβοήθητα δυστυχισμένοι από όταν έχουμε χάσει το αγαπημένο αντικείμενο ή την αγάπη του. Αλλά η τεχνική της ζωής που βασίζεται στην αξία της αγάπης για την ευτυχία δεν τελειώνει με αυτό, υπάρχουν πολλά ακόμη που θα πρέπει να ειπωθούν.
Εδώ μπορούμε να προσθέσουμε την ενδιαφέρουσα περίπτωση κατά την οποία η ευτυχία της ζωής αναζητείται κυρίως στην απόλαυση της ομορφιάς, όπως και αν παρουσιάζεται στις αισθήσεις και στην κρίση μας, στην ομορφιά των ανθρώπινων μορφών και χειρονομιών, στην ομορφιά φυσικών αντικειμένων και τοπίων, καλλιτεχνικών αλλά και επιστημονικών έργων. Αυτή η αισθητική στάση ως στόχος της ζωής προσφέρει ελάχιστη προστασία από τους πόνους που μας απειλούν, μπορεί όμως να αποζημιώσει για πολλά. Η απόλαυση της ομορφιάς έχει έναν ιδιαίτερο, ελαφρά μεθυστικό αισθητικό χαρακτήρα. Δεν είναι φανερή η χρησιμότητα της ομορφιάς, δεν μπορούμε να δούμε την πολιτιστική της αναγκαιότητα και όμως δεν μπορούμε και να μην τη συμπεριλάβουμε στον πολιτισμό. Η επιστήμη της αισθητικής εξετάζει τις προϋποθέσεις με τις οποίες γίνεται αισθητό το ωραίο- δεν έχει μπορέσει να διαφωτίσει τη φύση και την προέλευση της ομορφιάς- όπως συνηθίζεται, αυτή η απουσία αποτελέσματος καλύπτεται με βαρύγδουπα και κενά λόγια. Δυστυχώς ούτε η ψυχανάλυση έχει να πει πολλά σχετικά με την ομορφιά. Μόνο η προέλευση από το πεδίο της σεξουαλικής αίσθησης μοιάζει εξασφαλισμένη- θα ήταν ένα εξαίρετο παράδειγμα μίας ανασταλμένης ως προς το στόχο διέγερσης. Η «ομορφιά» και η «γοητεία» είναι πρωταρχικές ιδιότητες του σεξουαλικού αντικείμενου. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα ίδια τα γεννητικά όργανα, των οποίων η θέα πάντα δρα διεγερτικά, σχεδόν ποτέ δε χαρακτηρίζονται ως ωραία, αντίθετα ο χαρακτήρας της ομορφιάς φαίνεται να ταιριάζει σε συγκεκριμένα δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά.
Παρά την έλλειψη πληρότητας, τολμώ να κάνω ήδη από τώρα κάποιες παρατηρήσεις που θα κλείσουν την έρευνά μας. Το πρόγραμμα που μας επιβάλλει η αρχή της ηδονής, το να γίνουμε ευτυχισμένοι, είναι ανέφικτη και όμως μας επιτρέπεται —ή μάλλον μπορούμε- να μην εγκαταλείψουμε τις προσπάθειες να το φέρουμε με κάποιον τρόπο πιο κοντά στην εκπλήρωση. Μπορεί κάποιος να διαλέξει πολύ διαφορετικούς δρόμους, να θέσει προτεραιότητα είτε στο θετικό στόχο, το κέρδος από ηδονή, είτε στον αρνητικό, την αποφυγή της δυσαρέσκειας. Με κανέναν από αυτούς τους τρόπους δεν μπορούμε να επιτύχουμε όλα όσα λαχταρούμε.
Δεν υπάρχει καμία συμβουλή που να ταιριάζει σε όλους- ο καθένας θα πρέπει να προσπαθήσει να βρει μόνος του με ποιον ιδιαίτερο τρόπο θα γίνει ευτυχισμένος. Θα ισχύσουν οι πιο ποικίλοι παράγοντες για να δείξουν το δρόμο στην επιλογή μας. Εξαρτάται από το πόση πραγματική ικανοποίηση μπορεί κανείς να περιμένει από τον εξωτερικό κόσμο και σε ποιο βαθμό βρίσκει αφορμές για να ανεξαρτητοποιηθεί από αυτόν – και τέλος, από το πόση δύναμη πιστεύει ότι έχει για να αλλάξει αυτό τον κόσμο σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Ήδη από αυτό το σημείο, εκτός από τις εξωτερικές συνθήκες, γίνεται καθοριστική και η ψυχική ιδιοσυστασία του ατόμου. Ο κατά κύριο λόγο ερωτικός άνθρωπος θα δώσει προτεραιότητα στις αισθηματικές σχέσεις με άλλα άτομα, ο περισσότερο αυτάρκης ναρκισσιστής θα αναζητήσει την πραγματική ικανοποίηση στις δικές του εσωτερικές ψυχικές διεργασίες, ο άνθρωπος της δράσης δε θα απομακρυνθεί από τον εξωτερικό κόσμο όπου μπορεί να δοκιμάσει τη δύναμή του. Για τις μεσαίες καταστάσεις αυτών των τύπων, καθοριστικό ρόλο για το πού θα μεταφερθούν τα ενδιαφέροντά τους θα αναλάβει το είδος των ταλέντων τους και το μέγεθος της δυνατής σε αυτούς μετουσίωσης των ενορμήσεων. Κάθε ακραία απόφαση θα έχει ως αποτέλεσμα να εκτεθεί το άτομο στους κινδύνους που φέρει η αποκλειστικά επιλεγμένη τεχνική της ζωής. Όπως ακριβώς ο προσεκτικός έμπορος αποφεύγει να δεσμεύσει όλο του το κεφάλαιο σε ένα σημείο, έτσι ίσως θα μας συμβούλευε και η σοφία της ζωής να μην περιμένουμε όλη την ικανοποίηση από μία και μόνη επιδίωξη.
Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας
S. FREUD
EΚΔΟΣΕΙΣ ΝΙΚΑΣ