Το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, Νευροεπιστημών και Ιατρικής Ακριβείας (ΕΠΙΨΥ) ανακοίνωσε τα αποτελέσματα πανελλήνιας έρευνας η οποία έγινε σε μαθητές μέσα στο 2018 και αφορά τη φυσική άσκηση. Η έρευνα του ΕΠΙΨΥ με τίτλο «Πανελλήνια έρευνα για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των έφηβων μαθητών» (Έρευνα HBSC/WHO) διεξάγεται στο πλαίσιο του διεθνούς προγράμματος «Health Behaviour in School-Aged Children» (HBSC, www.hbsc.org) και τελεί υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και επαναλαμβάνεται ανά τετραετία σε περισσότερες από 40 χώρες.
Σύμφωνα με αυτά, το μεγαλύτερο ποσοστό των εφήβων στην Ελλάδα φαίνεται να υιοθετεί έναν τρόπο ζωής που δεν περιλαμβάνει φυσική δραστηριότητα.
Συγκεκριμένα, μόνο 2 στους 5 εφήβους (41,7%) αναφέρουν ότι έκαναν τουλάχιστον 5 ημέρες την εβδομάδα «συχνή» φυσική δραστηριότητα, δηλαδή οποιαδήποτε δραστηριότητα διάρκειας τουλάχιστον 60 λεπτών, που αυξάνει τους σφυγμούς της καρδιάς και προκαλεί λαχάνιασμα (π.χ. έντονο περπάτημα για το σχολείο, γυμναστική στο σχολείο, παιχνίδι με φίλους, διάφορα αθλήματα). Μάλιστα, ο 1 στους 9 (11,7%) ανέφερε «χαμηλή συχνότητα» φυσικής δραστηριότητας, δηλαδή το πολύ μία ημέρα την εβδομάδα.
Πιο περιορισμένη φυσική δραστηριότητα από τα αγόρια αναφέρουν έχουν τα κορίτσια καθώς και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία μαθητές, σε σύγκριση με τους νεότερους.
Η οικονομική κατάσταση της οικογένειας πιθανόν συνδέεται με τη συχνότητα της φυσικής δραστηριότητας των εφήβων
«Χαμηλή συχνότητα» φυσικής δραστηριότητας (δηλαδή, το πολύ μία ημέρα την εβδομάδα) αναφέρουν το 2018 σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (16,5%) οι έφηβοι των οποίων η οικογένεια ανήκει σε χαμηλότερο οικονομικό στρώμα σε σύγκριση με τους μαθητές που προέρχονται από πιο εύπορες οικογένειες. Και αντίστροφα, οι έφηβοι των οποίων η οικογένεια φαίνεται να ανήκει σε καλύτερη -αναλογικά- οικονομική κατάσταση αναφέρουν «συχνή» φυσική δραστηριότητα (δηλαδή, τουλάχιστον 5 φορές την εβδομάδα) σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (51,7%) σε σύγκριση με εκείνους των οποίων η οικογένεια τοποθετείται σε μέση (39,4%) ή χαμηλότερη οικονομική κατάσταση (37,2%) κατάσταση.
Απουσία χώρων για ασφαλή φυσική δραστηριότητα
Στην ερώτηση για το περιβάλλον στο οποίο ζουν και αν εκεί τούς παρέχονται οι εγκαταστάσεις για να συμμετέχουν σε φυσική δραστηριότητα οι έφηβοι απάντησαν σχεδόν ο 1 στους 3 (29,9%) πως δεν «Υπάρχουν παιδικές χαρές, πάρκα ή άλλοι ανοιχτοί χώροι κοντά στο σπίτι τους, στα οποία μπορούν να παίξουν» και οι 2 στους 5 (39,9%) πως δεν υπάρχουν «Στο σχολείο παιδικές χαρές ή ανοιχτά γήπεδα στα οποία να μπορούν να τρέχουν».
Ωστόσο και εδώ, διαφάνηκε ότι οι έφηβοι που ανήκουν σε οικογένειες χαμηλότερου οικονομικού επιπέδου στερούνται χώρων όπου μπορούν να αθλούνται σε σύγκριση με τους ομοτίμους τους από οικογένειες μέσης ή υψηλότερης οικονομικής κατάστασης.
Αναλύοντας την έρευνα η ομότιμη καθηγήτρια του πανεπιστημίου Αθηνών, και επιστημονική υπεύθυνη της έρευνας στο ΕΠΙΨΥ κα Άννα Κοκκέβη, τόνισε ότι τα ευρήματα δείχνουν τη μεγάλη ανάγκη που υπάρχει στο να ενισχυθεί ο ρόλος του σχολείου (ιδιαίτερα του δημόσιου) ως κεντρικού φορέα για την προαγωγή της φυσικής δραστηριότητας και της σωματικής άσκησης στους έφηβους-μαθητές τόσο εντός του σχολικού κτιρίου όσο και εκτός σχολικών ωρών.
Σύμφωνα με την κα Κοκκέβη, τα οφέλη από τη συχνή φυσική δραστηριότητα των εφήβων δεν περιορίζονται μόνον στους ίδιους τους έφηβους και στις οικογένειές τους, αλλά αντανακλώνται πίσω στο σχολείο συμβάλλοντας στη βελτίωση της ακαδημαϊκής επίδοσης και γενικότερα της ποιότητας της ζωής στο σχολείο.
Της Ανθής Αγγελοπούλου