Να ξεπερνάς τον φόβο σου τον ίδιο εκεί και βράδυ αν θες.
Τι κι αν δε θες; Ακούς καρδιά μου;
Τι;
Ψάχνεις τα χρώματα του φόβου;
Έχει χρώματα ο φόβος;
Έχει;
Το κόκκινο της φωτιάς και του πόνου. Το άσπρο της ελπίδας. Το κίτρινο του μίσους. Το μπλε της ζωής. Το καφέ της γης. Το ροζ του έρωτα. Το μοβ των αυτοκρατόρων. Το άλλο μοβ, εκείνο του θανάτου. Και το... Τι; Φοβάσαι το μαύρο; Ναι. Το άλλο χρώμα του φόβου είναι το μαύρο. Ακούς καρδιά μου; Το μαύρο...
Ακούς;
Μείνε ακίνητη. Λίγο ακόμα και θα ζήσεις.
Μη φοβάσαι το... μαύρο! Τ' ακούς καρδιά μου; Ακούς καρδιά μου;
Κι εκείνη, εκείνη τη νύχτα είχε το φόβο, μη φοβηθεί το μαύρο... Κι εκείνη. Εκείνη τη νύχτα φοβόταν μη και την πνίξει το μαύρο.
Μη και την πνίξει ο ίδιος ο φόβος.
Γιατί ο μόνος εχθρός της ήταν ο φόβος, του να ζήσει το μαύρο. Τον ίδιο τον... φόβο!
Η μάνα, το παιδί, το άλλο παιδί. Ο ξεριζωμός. Ο θάνατος.
Της είπαν το παιδί «σακάτικο» και πίσω να τ' αφήσει... Να αφήσει πίσω το "κακό" και το καλό μαζί να πάρει...
Κι εκείνη μάνα είναι...
Θα τ' αφήσει; Θα το πάρει; Τι θα γίνει με το "σακάτικο" πίσω που μένει; Και τ' άλλο; Το καλό; Ποια η τύχη του στη μοίρα του Πόντου; Λάσπες, βρωμιά και στην ψυχή, ξεσπίτωμα σαν ζήσεις. Ναι. Η μοίρα όμως, δίνει στον καθένα ό,τι του πρέπει.
Κι η Πόντια Μάνα, πάντα... ΜΑΝΑ!
Κι ύστερα; Μια μάνα, δεν έχει δικαίωμα να φοβάται τον... φόβο, μια τέτοια μέρα. Μια Πόντια μάνα; Να αφήσει πίσω εκεί παιδί μια μάνα;
Μια Πόντια μάνα.