11.9.20

Υπό σκιήι....Από το βιβλίο του Θεοχάρη Μπικηρόπουλου ΚΡΙΣΕΙΣ επιΚΡΙΣΕΩΝ εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ

ΑΡΗΣ: Τα κεφάλια μέσα.Έξω ερημιά, άδειες βιτρίνες και λουκέτα, μεταπολεμικό τοπίο...
Σα βομβαρδισμένη η πόλη. Απελπισία. Που να βγεις και
τι να κάνεις… Πρόσωπα αγέλαστα. Άσχημα. Πως έγινε έτσι ο κόσμος; Άσχημος, ρακένδυτος, άπλυτος, αγέλαστος… ζαρωμένος. Σκυμμένος. Το πρόσεξες; Όλοι περπατάνε σκυμμένοι… Ήττα. Απελπισία. Φόβος. Αβεβαιότητα. Απόγνωση. [κοιτάζει στο χώρο τριγύρω].
Εδώ πάλι αντί να ξεσκάσεις, χειρότερα γίνεσαι με τους αναστεναγμούς, φυσάνε ξεφυσάνε, μουγκοί. «Κηδεία» στο καφενείο…
ΠΑΡΗΣ: Με την παρέα ξεχνιέσαι… Συμπάσχεις. Μοιράζεται ο πόνος.
ΑΡΗΣ: Μάλιστα...Μεταξύ πασχόντων, μη εχόντων… συμπάσχεις και παρηγορείσαι. Πού θα πάει αυτή η κατάσταση;
[κοιτάζει γύρω του] 

Δες, ενεργοί πολίτες…!
[με στόμφο πρόσωπο με πρόσωπο] 
Πριν ένα χρόνο τι γινόταν εδώ μέσα!
ΠΑΡΗΣ: Καμιά σχέση…
ΑΡΗΣ: Περιμένουμε….περιμένουμε…Δεν ξέρω τι περιμένουμε, πάντως, περιμένουμε…!
ΠΑΡΗΣ: Περιμένουμε, περιμένουμε, γιατί τίποτα δεν περιμένουμε.
ΑΡΗΣ:Αυτό το τίποτα είναι τόσο τρομακτικό… Κάτσε….
ΠΑΡΗΣ: [κάθεται μαζί του ]

Περιμένοντας το τίποτα… χωρίς τίποτα…
Δε μπορείς να ξεσηκώσεις κανέναν, αλλά λέγε-λέγε μπορείς να τον κάνεις τουλάχιστον να σκέφτεται αυτά που φωνάζεις, μπας και…
ΑΡΗΣ: Στου κωφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα...Όλοι για ΩΡΛ είναι…Δεν ακούνε, δε βλέπουν, δε μιλάνε.. Τίποτα. Η φτώχια κουφαίνει.
ΠΑΡΗΣ: Χα χα χα…Πλάκα έχεις.! Χα χα χα…! [παύση, αλλάζει η έκφραση του προσώπου του] Σκέφτηκες ποτέ φίλε μου, αν μπορείς να αντιδράσεις εγκλωβισμένος μες τους τοίχους της φτώχιας; Όταν απομονώνεσαι στο δωμάτιο της σιωπής, με μοναδική σκέψη την επιβίωσή σου; Όταν δεν ξέρεις αύριο το μεσημέρι αν θα έχει φαγητό στρωμένο στο τραπέζι; Όταν η σκέψη σου είναι «πως θα ζήσεις» εσύ και η οικογένειά σου;
ΑΡΗΣ: Εύχομαι αυτά που λες να μη μου συμβούν ποτέ…
ΠΑΡΗΣ: Εγώ δε θέλω να συμβούν ούτε στον εχθρό μου….Αλλά τα μηνύματα είναι δυστυχώς τραγικά… Εκεί οδεύουμε…
ΑΡΗΣ: Εγώ βλέπω να είμαστε εγκλωβισμένοι ανάμεσα στα τραπουλόχαρτα, το ποδόσφαιρο και την πολιτική…
ΠΑΡΗΣ: Από πού να αρχίσω και που να τελειώσω… Εσύ τι κάνεις όλα καλά;
ΑΡΗΣ: Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε μαύρη σαν καλιακούδα….τρέχω!
ΠΑΡΗΣ: Τρέχεις;
ΑΡΗΣ: Δρομέας έχω καταντήσει… Τρέχω από σούπερ μάρκετ σε σουπερ μάρκετ να πάρω τις προσφορές… Το ίδιο προϊόν, εδώ 3 ευρώ, παραπέρα 2, παραδίπλα 1 …Δουλευόμαστε, αλλά αφού κόψαμε τα καφενεία, γεμίζουμε το χρόνο με περιοδείες στα σούπερ μάρκετ…!
ΠΑΡΗΣ: Αφού δεν υπάρχει κράτος, να πατάξει την ακρίβεια κρατώντας τις τιμές χαμηλά εμείς θα τρέχουμε στις προσφορές και τα ληγμένα… Άσε που και να λήξουν, αλλάζουν την ημερομηνία και όλα καλά… Οι φτωχοί θα τα φάνε… Αυτοί είναι έτσι κι αλλιώς καταδικασμένοι… Πειραματόζωα των κυβερνώντων…
ΑΡΗΣ: Ααααχ… Γονατίσαμε φίλε, γονατίσαμε… Μιζέρια… Η τσέπη άδεια, μερικά κέρματα για να μη ξεχάσουμε πως είναι το χρήμα….

[βάζει το χέρι στην τσέπη]. 
Δες, 5 ολόκληρα ευρώ στην τσέπη.
[το δείχνει] 
Χάρτινο χρήμα. Αυτά είναι… Τα κάνω βόλτες μια εβδομάδα στους δρόμους. Δεν το χαλάω… Συλλεκτικό κομμάτι. Για να έχω τάχα μου χρήματα στην τσέπη… Ρευστό τέλος.
Άποροι στη δήθεν εύπορη κοινωνία μας. Εκεί φτάσαμε. Απρόβλεπτη κατάντια… Και όλοι προσποιούνται ότι είναι μια χαρά!
Η πείνα –πείνα, κατά τα άλλα τάχα μου όλα ζάχαρη και μέλι…
ΠΑΡΗΣ: Οι άνθρωποι ζουν την απόγνωση μες τη σιωπή. Και δυστυχώς αυτή η σιωπή παραείναι παρατεταμένη.
ΑΡΗΣ: Τόση σιωπή που ακούγονται τα γουργουρητά από την άδεια κοιλιά!!!
Φτώχεια καταραμένη σου λέω… Φτώχεια υπομονετική. Μελαγχολική. Όταν είσαι φτωχός είναι κουσούρι… Με τα λεφτά σπάζεις την αλυσίδα του σκλάβου, πετάς από πάνω τη ρετσινιά του φτωχού. Περπατάς με το κεφάλι ψηλά, γιατί δεν έχεις ανάγκη κανέναν…
ΠΑΡΗΣ: Άρχισες να φιλοσοφείς τη ζωή….