Θλίβομαι που οι μοίρες μου ανέθεσαν το έργο της αποκάλυψης της εν λόγω αλήθειας, αλλά μια και όλοι μας υποφέρουμε εξαιτίας της, καλύτερα να δούμε τα πράγματα ως έχουν. Αυτό που αποκαλούμε γενικά ετερότητα δεν προσδιορίζει μόνο τις σωματικές, γλωσσικές και πολιτισμικές διαφορές που εμπλουτίζουν την ανθρωπότητα. Ετερότητα σημαίνει, επίσης, ότι υπάρχουν σε κάθε κοινωνία και σε κάθε κοινωνική διαστρωμάτωση, άτομα –όχι μόνο ένα, μεμονωμένο, αλλά έχει ακόμα και φίλους που συμφωνούν μαζί του τα οποία δε νοιάζονται καθόλου για τη συνοχή και τα οποία, αντί να έχουν ένα σύστημα αξιών διαφορετικό από το δικό σας, πράγμα που θα ήταν ενδιαφέρον, έχουν υιοθετήσει ως αξία την απουσία κάθε λογικής, δηλαδή, την απόλυτη ασυναρτησία. Αυτούς αποκαλώ συστημικούς ηλίθιους. Εάν αμφιβάλλετε για την ύπαρξή τους (πράγμα που έκανα μέχρι πρόσφατα), είμαι σε θέση να σας παρουσιάσω έναν απ’ αυτούς που δεν είναι ούτε βλάκας, ούτε τρελός, ούτε κακός, αλλά ξεχωρίζει στη δουλειά του (οι αληθινοί ηλίθιοι είναι σπάνια χαζοί). Αυτό το γνήσιο διαμάντι που είχα κάποτε την ευκαιρία να προσεγγίσω-δε θέλει να καταλάβει, παρόλο που διαθέτει τα μέσα, με άλλα λόγια εμμένει ηρωικά στην ίδια του την ηλιθιότητα.
Έτσι, η μεγάλη δυσκολία που συναντά ο ηθικοπλαστικος λόγος όταν απευθύνεται σε έναν ηλίθιο, όποιος κι αν είναι αυτός, είναι ότι προϋποθέτει μια ελάχιστη κοινή βάση πάνω στην οποία θα μπορούσαμε να συζητήσουμε προκειμένου να αξιολογήσουμε μαζί τις συμπεριφορές μας. Όμως, αντίθετα με αυτό που συμβαίνει με τα παιδιά και γενικότερα με εκείνους που συνδέονται μαζί μας μέσω κάποιων δεσμών αγάπης, οι ηλίθιοι δεν έχουν κανέναν λόγο ούτε να αποδεχτούν το σύστημα αξιών σας ούτε να κάνουν μια προσπάθεια για να το κατανοήσουν ώστε να το αμφισβητήσουν. Όταν υπάρχει απέναντί μας κάποιος που αρνείται ακόμα και την ιδέα της θέσπισης κοινών κανόνων, είναι αδύνατο να υπάρξει συνεννόηση, πράγμα που βυθίζει όλο τον κόσμο σε μια κατάσταση απόλυτης αδυναμίας. Γιατί οι ηλίθιοι δε θέλουν τη διαπραγμάτευση;
Η εν λόγω καταστροφή απορροφά κάθε προσπάθεια προκειμένου να υπάρξει ένας κάποιος διάλογος, διότι δεν υπάρχει πλέον ούτε εμπιστοσύνη ούτε καμία κοινή επιθυμία ανάμεσα στον ηλίθιο και σ’ εσάς. Συνεπώς, δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει διαπραγμάτευση, διότι δεν υπάρχει πλέον συνεννόηση ανάμεσα στους δύο κόσμους. Να γιατί η εξουσία (της λογικής, της ηθικής, του Θεού ή του ξέρω γω ποιου απόλυτου) έρχεται σε σύγκρουση με τον εαυτό της: παρόλο που συνιστά μια απέλπιδα απόπειρα για την επιδείωξη ενός άλματος, καταρρέει στο πεδίο της αλληλεπίδρασης. Ούτως ή άλλως, όταν κάνετε μάθημα ηθικής σε έναν ηλίθιο, του μιλάτε σε μια διάλεκτο την οποία δεν καταλαβαίνει. Οι δυσκαμψίες και οι αμφισημίες των γλωσσών καθιστούν τις παρεξηγήσεις μόνιμες μεταξύ των ανθρώπων. Αιπει, τη στιγμή του δράματος, η έλλειψη επικοινωνίας αποκτά κολοσσιαίες διαστάσεις.
Αλίμονο, υπάρχει και συνέχεια. Διότι οι αλληλεπιδράσεις μας δεν είναι μόνο γλωσσικές, περιλαμβάνουν μια ολόκληρη σειρά από αισθητηριακές εντυπώσεις (τόνος της φωνής, χειρονομίες, στάση σώματος, εξωτερική εμφάνιση, αλλά και διαδικασία της πέψης, επίδραση παλαιότερων εμπειριών κ.λπ.) τις οποίες καθένας ερμηνεύει προς κάθε κατεύθυνση, αντίθετη και αντιφατική ανάλογα το άτομο. Αυτή η γενική σημειωτική καθιστά, ας πούμε, ανεξέλεγκτη την πορεία που ακολουθούν τα άτομα εφόσον χάσουν το αίσθημα της κοινής ανθρώπινης υπόστασής τους. Τρέμω την ώρα που το γράφω: δεν υπάρχει τίποτε, υπό τις συνθήκες αυτές, που να μην είναι ικανοί να κάνουν.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΗΛΙΘΙΟΥΣ
MAXIME ROVERE
Εκδόσεις: ΨΥΧΟΓΙΟΣ