Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε το 1913 και σχολιασμένο από τη γαλλική γλώσσα το 1971 από τον Κ. Βακαλόπουλο παρέχει πληροφορίες για την διέλευση τού σουλτανικού στρατού μέσα από την Μακεδονία («Η Μακεδονία στα 1715». Μακεδονικά, 11, 1971, σσ. 260-271.
Το γαλλικό κείμενο: «Constantin Dioikétés, Chronique de l'expédition des Turcs en Morée 1715, 6κδ. Nie. Iorga, Bucarest 1913»). Ειδικότερα για την περιοχή μας γράφει πως, βγαίνοντας από τό Κίτρος, συναντά χωράφια γεμάτα θάμνους και στους λόφους επάνω διακρίνει ένα νέο δάσος και ένα δερβένι που το φυλάγουν αρματολοί. Προχωρεί κατόπιν προς την Κατερίνη τα σπίτια της οποίας υπολογίζει σε πενήντα.
«Για την Κατερίνη λέγει ότι είναι μεγάλο χωριό που κατοικείται μόνον από χριστιανούς και ότι έχει μια εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, από την οποία πήρε και το όνομα το χωριό.
Επίσης ενδιαφέρουσα είναι η διαπίστωση της φρουρήσεως ορισμένων δερβενιών από χριστιανούς αρματολούς, έξω από την Θεσσαλονίκη, στο γνωστό Δερβένι, κατόπιν έξω από το Κίτρος προς την Κατερίνη και τέλος προς τον Πλαταμώνα. Ακόμη πρέπει να θεωρήσουμε ως απόλυτα πιθανό ότι το τοπωνύμιο Κατερίνη είναι αγιωνύμιο, δηλαδή ότι προέρχεται από εκκλησία που τιμάται επ' ονόματι της Αγ. Αικατερίνης.
Πέρα από την Κατερίνη, αφού περνά το ποτάμι Νεχρί Σεφταλή, το σημερινό Μαυρονέρι, προς τον Πλαταμώνα ασφαλώς, συναντά νέο δερβένι με αρματολούς επίσης και φθάνει τέλος στο κάστρο, το οποίο και περιγράφει».
Από τα στοιχεία που μας δίνει ο Διοικητής, συνεχίζει ο Κ. Α. Βακαλόπουλος, «αποκομίζουμε ενδιαφέρουσες ειδήσεις για την γεωγραφία και την ιστορία των τόπων της Μακεδονίας, από τους οποίους πέρασε κατά τις αρχές τού 18ου αιώνα.
Συγκεκριμένα μαθαίνουμε την επιβίωση λαϊκών παραδόσεων του Μ. Αλεξάνδρου για δύο περιοχές στην Μακεδονία: 1) για το κάστρο του Παλαιοχωρίου του Παγγαίου, γνωστό ως τού «Αλεξάνδρου» και 2) για τα Πιέρια, που ονομάζονται «βουνά του Αλεξάνδρου».
Επίσης ενδιαφέρουσα είναι η διαπίστωση της φρουρήσεως ορισμένων δερβενιών από χριστιανούς αρματολούς, έξω από την Θεσσαλονίκη, στο γνωστό Δερβένι, κατόπιν έξω από το Κίτρος προς την Κατερίνη και τέλος προς τον Πλαταμώνα».
Στην εργασία «Σύντομη ιστορία της πόλεως Κατερίνης. Αναζήτηση αρχειακών πηγών και βιβλιογραφίας», υπογραμμίζεται πως εξαιτίας των ελών και της υψομετρικής της διαφοράς από τη θάλασσα, η Κατερίνη δεν πρέπει να κατοικήθηκε συστηματικά πριν από το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα: «Η γνώμη μας είναι πως η Κατερίνη, λόγω της θέσης της όπως προείπαμε, θα χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτική βάση, όπως θα λέγαμε σήμερα, θα αποτέλεσε δηλαδή στα χρόνια της τουρκοκρατίας τούρκικο στρατόπεδο […]».
Carte du Mont Olympe. Πηγή: Heuzey L. (1860). Le Mont Olympe et l' Acarnanie, Paris: Libraire de Firmin Didot Frères, Fils et cie, Imprimeurs de l' Institut Carte
Το 1806 ο πρωτοπόρος άγγλος περιηγητής William Martin Leake (1770-1860) αναφέρει πως η Κατερίνη έχει 100 οικίες και παρατηρεί, περνώντας από την πεδιάδα της Κατερίνης, διάφορους αρχαίους ογκόλιθους και κιονόκρανα.
Δύο χρόνια αργότερα ο διδάκτωρ του πανεπιστημίου του Καίμπριτζ Edward Daniel Clark κάνει λόγο για 140 οικίες ενώ κοντά στον Πέλεκα και χωρίς να παρέχει κάποια πιο συγκεκριμένη τοπογραφική ένδειξη ανακαλύπτει έναν ναό δωρικού ρυθμού και τρεις επιτύμβιες επιγραφές.
Ο Clark επίσης, γράφει ο αρχαιολόγος Δημήτρης Θεοχάρης, «στην Κατερίνη παρατηρεί αρκετά αρχαία μάρμαρα, τα οποία είχαν μεταφερθεί από το Παλαιόκαστρο της Μαλαθριάς».
Σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο «την εποχή ακριβώς αυτή, δηλαδή στις αρχές του 19ου αι., η επικράτεια του Αλή πασά άρχιζε από την περιοχή της Αχρίδας και Καστοριάς, προχωρούσε προς Ν. και ΝΑ ως το χωριό Πύργος των Γενιτσών και ως τους πρόποδες του Ολύμπου, περιλάμβανε την Κατερίνη, χωριό τότε με 140 σπίτια, κυρίως ελληνικά, με διοικητή Τούρκο αγά, και έφτανε ως το Ελευθεροχώρι».
Τέλος, την εποχή αυτή, επίσκοπος Κίτρους ήταν ο Ζαχαρίας (τέλη 18ου-αρχές 19ου αιώνα) που καταγόταν από τον Βελβενδό και «διακρινόταν για την αξιόλογη μόρφωσή του και ανήκε στους λαμπρότερους τελειόφοιτους μαθητές του Ευγένιου Βούλγαρη. Πριν αναρρηθεί στον επισκοπικό θρόνο είχε υπηρετήσει ως δάσκαλος σε διάφορες θέσεις».
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα
antoniskalfas@yahoo.gr
Το 1806 ο πρωτοπόρος άγγλος περιηγητής William Martin Leake (1770-1860) αναφέρει πως η Κατερίνη έχει 100 οικίες και παρατηρεί, περνώντας από την πεδιάδα της Κατερίνης, διάφορους αρχαίους ογκόλιθους και κιονόκρανα.
Δύο χρόνια αργότερα ο διδάκτωρ του πανεπιστημίου του Καίμπριτζ Edward Daniel Clark κάνει λόγο για 140 οικίες ενώ κοντά στον Πέλεκα και χωρίς να παρέχει κάποια πιο συγκεκριμένη τοπογραφική ένδειξη ανακαλύπτει έναν ναό δωρικού ρυθμού και τρεις επιτύμβιες επιγραφές.
Ο Clark επίσης, γράφει ο αρχαιολόγος Δημήτρης Θεοχάρης, «στην Κατερίνη παρατηρεί αρκετά αρχαία μάρμαρα, τα οποία είχαν μεταφερθεί από το Παλαιόκαστρο της Μαλαθριάς».
Σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο «την εποχή ακριβώς αυτή, δηλαδή στις αρχές του 19ου αι., η επικράτεια του Αλή πασά άρχιζε από την περιοχή της Αχρίδας και Καστοριάς, προχωρούσε προς Ν. και ΝΑ ως το χωριό Πύργος των Γενιτσών και ως τους πρόποδες του Ολύμπου, περιλάμβανε την Κατερίνη, χωριό τότε με 140 σπίτια, κυρίως ελληνικά, με διοικητή Τούρκο αγά, και έφτανε ως το Ελευθεροχώρι».
Τέλος, την εποχή αυτή, επίσκοπος Κίτρους ήταν ο Ζαχαρίας (τέλη 18ου-αρχές 19ου αιώνα) που καταγόταν από τον Βελβενδό και «διακρινόταν για την αξιόλογη μόρφωσή του και ανήκε στους λαμπρότερους τελειόφοιτους μαθητές του Ευγένιου Βούλγαρη. Πριν αναρρηθεί στον επισκοπικό θρόνο είχε υπηρετήσει ως δάσκαλος σε διάφορες θέσεις».
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα
antoniskalfas@yahoo.gr