Με αφορμή απορίες και ερωτήσεις κάποιων φίλων θέλω να διευκρινίσω ορισμένα πράγματα. Η διδασκαλία μιας γλώσσας με γραμματικούς κανόνες γίνεται κυρίως, για να μπορούν κοινωνικά σύνολα να μιλούν και να γράφουν, να επικοινωνούν δηλαδή με άνεση. Τα λέω πολύ συνοπτικά
Λέμε ότι κάνει λάθος όποιος παραβαίνει τους γραμματικούς κανόνες, όποιος λ.χ. λέει υπέρ μας, υπέρ σας, υπέρ τους, διότι συντάσσει την πρόθεση υπέρ με πτώση αιτιατική, ενώ ξέρουμε από τη γραμματική ότι συντάσσεται με γενική, υπέρ ημών, υπέρ των Ελλήνων κλπ.. Ίσως δεν μας ενοχλούν τόσο οι συντάξεις υπέρ μου, υπέρ σου, υπέρ του, όπου φαίνεται η γενική, ενώ το υπέρ μας, υπέρ σας μας ξεγελά, μολονότι και σε αυτές τις περιπτώσεις το μας, σας, τους είναι επίσης γενική. Είναι οι αδύνατοι τύποι που είναι όμοιοι με τους τύπους της αιτιατικής (Γραμματική Τριανταφυλλίδη & 715). Και κάτι ακόμη. Στο υπέρ μας συνδέονται μια λόγια πρόθεση με μια λαϊκή γενική που έχει κατάληξη αιτιατικής και μας φαίνεται κάπως παρδαλό..
Κάτι ακόμη που μπορεί να συμπληρώσει τα προηγούμενα. Ισχυρότερους κανόνες και από τους γραμματικούς γεννά η χρήση της γλώσσας κατά το λατινικό usus legem facit=η χρήση κάνει τον νόμο, το κανόνα. Η ισχύς αυτού του νόμου μπορεί να επιβάλλει λάθη, έτσι ώστε να θεωρούνται πλέον σωστά, ενώ τα σωστά να θεωρούνται λάθη. Πρόχειρα παραδείγματα: η λέξη έτος παίρνει ψιλή αλλά στη σύνθεση λέμε εφέτος- φέτος (λάθος) αλλά λέμε επέτειος (σωστό). Δε λέμε επέτος, δεν λέμε εφέτειος. Η λέξη αύριον παίρνει ψιλή και σωστά λέμε επαύριον και λάθος μεθαύριο. Ουδείς όμως τα αλλάζει. Δεν ξέρουμε επίσης πώς και πότε επιβλήθηκαν αυτά τα λάθη.
Πέραν αυτών υπάρχουν οι προσωπικές μας προτιμήσεις, το γούστο και το είδος του λόγου.
Να είστε καλά!-