17.2.23

«Μετά το ’22: Αναζητήσεις μιας νέας προοπτικής για την Ελλάδα»

Χαιρετισμός του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων και Προέδρου του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία 
κ.Κωνσταντίνου Τασούλα
κατά την έναρξη του επιστημονικού συνεδρίου του Ιδρύματος.
Εκατό χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο επιστημονικός κόσμος της χώρας συνεργάζεται με το Κοινοβούλιο προκειμένου να αποσυναρμολογήσουμε το φαινόμενο της Μικρασιατικής Καταστροφής, και ως γεγονός αλλά και τα μεθεόρτια αυτού του συγκλονιστικού, συνταρακτικού γεγονότος, εν σχέσει με την αλλαγή των προσανατολισμών της χώρας, των κυρίαρχων προσανατολισμών, γιατί πάντα οι προσανατολισμοί δεν είναι μονοσήμαντοι ούτε μονήρεις. Υπάρχει ο κυρίαρχος προσανατολισμός κι υπάρχουν και οι δευτερεύοντες, οι οποίοι ελλοχεύουν και διεκδικούν και αυτοί τη δική τους δικαίωση.

Το κυρίαρχο θέμα μετά το ’22 ήταν αυτό που περιγράφει σ’ ένα έξοχο ποίημά του ο Καβάφης για τις μεγάλες ελληνιστικές επικράτειες, οι οποίες οδήγησαν την ελληνική γλώσσα ως τη Βακτριανή, ως τους Ινδούς, όπως λέει, και αποδίδει αυτή την επίδοση στην «ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών». 
Αυτή η μαγική διατύπωση, η «ποικίλη δράσις των στοχαστικών προσαρμογών», είναι αυτό που σημαντικά πολιτικά πρόσωπα αντελήφθησαν και -τολμώ να πω- επέβαλαν μετά το ’22, αλλάζοντας τη μορφή της Μεγάλης Ιδέας από εδαφική σε ιδέα νοικοκυρέματος, προκοπής, εξασφαλίσεως της κυριαρχίας και αργότερα εξευρωπαϊσμού και εκσυγχρονισμού.
Δεν είναι εύκολο να πραγματοποιηθεί αυτή η μετάβαση. Χρειάζεται ηγεσία, χρειάζεται και μια ζωτικότητα του λαού, ο οποίος να είναι σε θέση να αντιληφθεί αυτά τα μηνύματα κι αυτές τις επιλογές της ηγεσίας, ιδίως όταν -όπως περιγράφεται- έπρεπε να γίνει η ταφή μιας Μεγάλης Ιδέας η οποία γαλούχησε επί αιώνες τον Ελληνισμό, και αμέσως μετά από αυτή την ταφή να γίνουν τα γεννητούρια μιας άλλης μεγάλης ιδέας, όπως τη χαρακτηρίζει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, η οποία ήταν αλαμπής, δεν φεγγοβολούσε όπως η Μεγάλη Ιδέα, ήταν πιο πεζή αλλά πάρα πολύ σημαντική, πάρα πολύ πρακτική, πάρα πολύ σωτήρια, για να αντικαταστήσει την προηγούμενη και να αποτελέσει τον οδηγό μας για τα περαιτέρω.

Δεν ήταν πάντα μόνο η Μεγάλη Ιδέα, η εδαφική, που μας κατηύθυνε, ήδη από το Σύνταγμα της Επιδαύρου υπάρχουν τα σπέρματα της ευρωπαϊκής εξομοιώσεως. 
Στο Σύνταγμα της Επιδαύρου και στη Διακήρυξη μιλάνε για τη φιλοδοξία τους να γίνει η Ελλάδα μια χώρα που να μοιάζει με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, οι οποίες απολαμβάνουν τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας, της τιμής, της ελευθερίας, κι αυτό ήταν μια μορφή προανακρούσματος αυτής της νοικοκυρεμένης άλλης μεγάλης ιδέας.

Φυσικά, αυτό που κυριάρχησε στα πρώτα χρόνια, τα εφηβικά, της χώρας μας ήταν η εδαφική διάσταση της Μεγάλης Ιδέας, η οποία ωστόσο, μετά τη λήξη των εθνολογικών της χαρακτηριστικών, στην περιοχή της Ανατολής, έπρεπε να αναπροσαρμοστεί. Και αναπροσαρμόστηκε, όπως παρουσιάζεται και αποσυναρμολογείται, με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο εδώ, στο τριήμερο συνέδριό σας, ειδικά την περίοδο όπου ήμασταν μεταξύ δύο παγκόσμιων πολέμων, μετά, την επόμενη περίοδο του «ψυχρού πολέμου», άλλα τα προτάγματα, και ολοκληρώθηκε αυτό με την ευρωπαϊκή προοπτική και ευρωπαϊκή επίτευξη της ενσωμάτωσης της χώρας μας.

Χθες έδωσα εντολή, παρακάλεσα, την Πρεσβεία μας στην ιταλική πρωτεύουσα να αφήσει ένα στεφάνι στην κηδεία ενός διακεκριμένου νεοελληνιστή, του Μάριο Βίττι, η οποία έγινε χθες στη Ρώμη. 
Ο Μάριο Βίττι, ένας ξένος και Έλληνας ταυτόχρονα, ανέδειξε κατά τρόπο συναρπαστικό και βαθύ τη νεοελληνική λογοτεχνία, ιδίως τη Γενιά του ’30. Ανέδειξε ένα στοιχείο της νέας μεγάλης ιδέας της χώρας που –εκτός από την προκοπή– είναι και η πολιτιστική της λάμψη. Και αυτό είναι ένα ενδιαφέρον στοιχείο, το οποίο με παρωθεί στο να σας πω πως μία από τις πιο ενδιαφέρουσες και πολιτικά καίριες παρεμβάσεις που έχουν γίνει στον ΟΗΕ τα δύσκολα χρόνια της μάχης για το Κυπριακό, το 1957, όταν τα πράγματα ήταν ακόμη για το Κυπριακό πάρα πολύ δύσκολα κι έγιναν ακόμα δυσκολότερα την επόμενη χρονιά με το σχέδιο Μακμίλαν, για να ανασάνουμε εν συνεχεία με την ανεξαρτησία, για λίγο όμως.

Το 1957 λοιπόν, στην κυριότερη επιτροπή του ΟΗΕ, την Πολιτική Επιτροπή, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, ο Fatin Zorlu -αυτός που μετά από τέσσερα χρόνια, το 1961, κρεμάστηκε στη Νήσο των Σκύλων από το δικτατορικό καθεστώς της Τουρκίας- για να εξουθενώσει τα επιχειρήματα της Ελλάδος για λύση του Κυπριακού σύμφωνα με τα θέσμια του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τις μεταπολεμικές ιδέες, μίλησε για τον «ιμπεριαλιστικό στόχο» της Ελλάδος, η οποία έφθασε 1.000 χιλιόμετρα στα βάθη της Ανατολίας, και συνέδεσε τις βλέψεις μας και τις απόψεις μας για το Κυπριακό με το γεγονός ότι ουσιαστικά η Ελλάδα δεν έχει εγκαταλείψει ποτέ την εδαφική μεγάλη ιδέα και ότι η υποστήριξη της χώρας μας στην Κύπρο στην πραγματικότητα υποκρύπτει την επιθυμία να είναι η Κύπρος βατήρας για νέες εξορμήσεις εδαφικής φύσεως εις βάρος της Τουρκίας.

Ήταν μια ομιλία πολύ επιθετική, με στοιχεία, με αριθμούς, και για έναν κάπως άμοιρο της Ιστορίας Υπουργό Εξωτερικών μιας χώρας άλλης, μακρινής, θα μπορούσε να φανεί και κάπως ευλογοφανής. 
Ο τότε Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Αβέρωφ, ζήτησε το λόγο και ξεκίνησε παραδεχόμενος ότι υπάρχει όντως μια μεγάλη ιδέα, την οποία η χώρα υπηρετεί -ήταν ένας τρόπος να προκαλέσει εντύπωση- και είπε όμως αμέσως μετά ότι αυτή η μεγάλη ιδέα δεν έχει καμιά σχέση με εκείνη που περιγράφει ο Ζορλού. Είναι μια άλλη μεγάλη ιδέα, μετά το 1922 -είπε- ακριβώς όπως ο τίτλος του συνεδρίου μας, και την οποία θα μπορούσα να σας την προσωποποιήσω -είπε- εάν σας έβαζα να σκεφθούμε ποια θα ήταν η χώρα σήμερα, το ’57, η οποία θα έπαιρνε το πρώτο παγκόσμιο βραβείο για την πραγματοποίηση της πιο εντυπωσιακής όπερας. Και θα το έπαιρνε αυτό το βραβείο -είπε- η Ελλάδα, γιατί διευθυντής της ορχήστρας θα ήταν ο Δημήτρης Μητρόπουλος -μεσουρανούσε τότε ο Μητρόπουλος- σοπράνο θα ήταν η Μαρία Κάλλας, βαθύφωνος θα ήταν ο Μοσχονάς, της Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης, και τενόρος ο Πασχάλης, της Σκάλας του Μιλάνου. Και λέγοντας αυτά τα ονόματα, τα οποία διεθνώς ήταν τόσο γνωστά το 1957, με έναν τρόπο απολύτως προσωποποιημένο και σε καλλιτεχνικό-πολιτιστικό επίπεδο υψηλότατο, έθεσε τη διάσταση της μεγάλης ιδέας της χώρας η οποία είχε να κάνει με την ανάτασή της, με την άνοδό της –και την οικονομική και την πολιτιστική– την οποία έκτοτε υπηρετούμε με τον τρόπο που ο καθένας θεωρεί προσφορότερο.

Αυτό είναι το μεγάλο μήνυμά του «μετά το ’22», αυτή η Ελλάδα, η οποία καθημερινά με τις οπισθοχωρήσεις αλλά και με τις ανατάσεις της το επιδιώκει, και αυτό χαίρομαι να διαπιστώνω, όπως περιγράφεται στο πρόγραμμα του συνεδρίου, από τα ακούσματα της πρώτης ημέρας, της δεύτερης και της αυριανής, που προβλέπω αυτό θα αποτυπωθεί και θα συνοψίσει όλο αυτό το θαυμάσιο επιστημονικό έργο κι αυτές οι υπέροχες επιστημονικές διαλέξεις που κάνετε θα συνοψίσουν αυτό που εικονικά φαίνεται στον πίνακα του Βασιλείου, θα συνοψίσει, με γήινα χρώματα, μια Ελλάδα που χτίζεται, μια Ελλάδα που είναι κάτω από έναν, όπως λέει ο Χατζιδάκις, «τρυφερό μα κι αβάσταχτο ουρανό» και διεκδικεί κάτω από αυτόν τον «τρυφερό και αβάσταχτο ουρανό» τη μοίρα της, την ευημερία της και τη δικαίωση των εθνικών της προσδοκιών.

Η ηγεσία της χώρας κάθε φορά επιμένει και καθοδηγεί τη χώρα και ο λαός, με τη ζωτικότητά του, αυτή την έμπνευση την εισπράττει και τη μετατρέπει σε συλλογική προσπάθεια. Από το ’22 και μετά, ο απολογισμός θεωρώ ότι είναι θετικός και σήμερα ό,τι πιο εκλεκτό από την επιστημονική κοινότητα βρίσκεται εδώ, στη Γερουσία, για να καταγράψει το παρελθόν, το παρόν και το αύριο της Ελλάδος μετά το ’22, και γι’ αυτόν το λόγο αισθάνομαι την ανάγκη να σας ευχαριστήσω θερμά.



Καλή επιτυχία!