Από το ακριβής παράγονται το ακρίβεια (τετρασύλλαβο), το επίρρημα ακριβώς και το ρήμα (ακριβόω-ώ), που έγινε ακριβώνω, όπως το έχουμε στο σύνθετο εξακριβώνω. με τη σημασία που έχουν αφενός το ακριβής= αυτός που προσέχει τη λεπτομέρεια, ο σωστός σε κάθε βήμα του (ακριβές αντίγραφο, είναι 12 ακριβώς). Αυτόν τον ακριβή (και την ακρίβεια) τον αντιμετωπίζουμε θετικά, μάλλον τον εκτιμούμε και τον συμπαθούμε, γιατί έχει σχέση με τη μεγάλη ανθρώπινη αρετή, τη συνέπεια.
Από το ακριβός παράγεται η ακρίβεια (τρισύλ.), το ρήμα ακριβαίνω και το επίρρημα ακριβά, τα οποία σχετίζονται με τις τιμές των προϊόντων. Η σημασία τους έχει εντελώς διαφοροποιηθεί. Δεν μπορούμε να πούμε ούτε κάτι το αγόρασα ακριβώς, ούτε η ώρα είναι 8 ακριβά. Η θέση των επιρρημάτων δε στέκει με τίποτα για κάποιον Έλληνα ομιλητή.
Στο πότε και το γιατί της γλώσσας δύσκολα δίνονται απαντήσεις. Πάντως φαίνεται ότι η πρόσδεση του ακριβός με το δούναι και λαβείν ή αλλιώς το αλισβερίσι ή την αγοραπωλησία ή τις δοσοληψίες των ανθρώπων, όπου κάποιος κερδίζει και ο άλλος χάνει, φόρτισε τη λέξη με αντιπαθητική σημασία. Τον ακριβό (και την ακρίβεια τρισύλ.) μάλλον τον αντιπαθούμε και τον αποφεύγουμε (ως πωλητή), εκτός όταν σχετίζεται με αγαπημένα μας, ακριβοθώρητα πρόσωπα.«Ακριβή μου, Σοφία» ήταν ο τίτλος μιας συλλογής επιστολών του Γεωργίου Παπανδρέου (όχι του Γιωργάκη!) προς την αγαπημένη του.
Στο δυτικό εμπόριο η τιμή φιξαρίστηκε, έγινε ακριβής και μπορεί να είναι και ακριβή. Στο ανατολίτικο παζάρι, το παζάρεμα στις τιμές εξακολουθεί να λειτουργεί. Αγόρασα μια τσάντα στην Κωνσταντινούπολη, στο Καπαλί Τσαρσί, και έβγαλα να την πληρώσω στην τιμή που είχε. Ο πωλητής δεν δέχτηκε τα χρήματα, διότι δεν είχαμε κάνει παζάρεμα στην τιμή. Ήθελε κάτι να κόψει.
* Ανάρτηση του κ. Ν. ΒΑΡΜΑΖΗ