Συνομιλώντας με την Δημοσιογράφο και Κλασική Φιλόλογο κα Βίκυ Φλέσσα, στο πλαίσιο του 6ου «Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών», με θέμα: «Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η θεμελίωση του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους», ο τέως Πρόεδρος... της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
“Μετά από μια λαμπρή διπλωματική αλλά και πολιτική σταδιοδρομία στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας, η οποία διήρκησε από το 1808 ως το 1822, ο Ιωάννης Καποδίστριας αποσύρθηκε στην Ελβετία. Το 1827 του ζητήθηκε να επιστρέψει στην Ελλάδα ως Πρώτος Κυβερνήτης, αξίωμα στο οποίο τον εξέλεξε η Γ΄ Εθνοσυνέλευση στις 14 Απριλίου 1827, με θεσμικό πλαίσιο διακυβέρνησης το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος», το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827, το οποίο ψηφίσθηκε από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση την 1η Μαΐου 1827.
Α. Η κατάσταση που αντιμετώπισε, ευθύς εξ αρχής, ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν, κατά την επιεικέστερη έκφραση, δραματική. Αντί άλλης περιγραφής αρκεί το εξής απόσπασμα από τα «Απόλογα του Καποδίστρια» του Γ. Τερτσέτη, όπου καταγράφεται συνομιλία του Κυβερνήτη με τον Γεωργάκη Μαυρομιχάλη: «Είναι καιροί που πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερματένια και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ στην Αίγινα δεν είδα κάτι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ιδεί… Ζήτω ο Κυβερνήτης, εφώναζαν γυναίκες αναμαλιασμένες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημά μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος».
Ουδείς, λοιπόν, μπορεί ν’ αμφισβητήσει, με τεκμηριωμένα ιστορικά δεδομένα, ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε ν’ αντιμετωπίσει μια κατάσταση πραγματικής «έκτακτης ανάγκης», μέσα στο πλαίσιο της οποίας έπρεπε να πάρει, χωρίς χρονοτριβή, αποφάσεις στοιχειώδους ανάταξης της Ελλάδας, προκειμένου να συνεχίσει τον Αγώνα της Απελευθέρωσης και να επιδιώξει την ανακούφιση του δεινώς χειμαζόμενου πληθυσμού.
Μια λύση θα ήταν η κατά περίπτωση εφαρμογή του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος», κάτι όμως το οποίο αφενός δεν συνάδει προς την ίδια την φύση κάθε σύγχρονου Συντάγματος -αυθαίρετη εφαρμογή του Συντάγματος à la carte ισοδυναμεί με υποβάθμιση και, εν τέλει, αναίρεσή του στην πράξη- και, αφετέρου, ήταν εντελώς αντίθετη προς την νοοτροπία του Ιωάννη Καποδίστρια. Στην νοοτροπία του πρώτου «Κυβερνήτη της Ελλάδος», με βάση και τον ασυμβίβαστο -όπως είχε φανεί καθαρά σε όλη την πολιτική διαδρομή του- χαρακτήρα του, ταίριαζε το «salus populi suprema lex esto».
Β. Μ’ επιδέξιους αποφασιστικούς χειρισμούς, ο Ιωάννης Καποδίστριας έπεισε την Βουλή για την «κρισιμότητα των καιρών». Και έτσι, με το Ψήφισμα ΝΗ΄ της 18ης Ιανουαρίου 1828, η Βουλή αποδέχθηκε και ενέκρινε την εισήγηση του Κυβερνήτη για «σχέδιον μεταβολής διοικήσεως προσωρινής», με το ακόλουθο αιτιολογικό: «Επειδή ο παρά του Ελληνικού Έθνους εμπεπιστευμένος τας ηνίας της Κυβερνήσεως Κύριος Ιωάννης Α. Καποδίστριας έφθασεν εις την Ελλάδα΄ Επειδή αι δειναί της Πατρίδος περιστάσεις και η διάρκεια του πολέμου δεν εσυγχώρησαν, ούτε συγχωρούσι την ενέργειαν του εν Τροιζήνι επικυρωθέντος και εκδοθέντος Πολιτικού Συντάγματος καθ’ όλην αυτού την έκτασιν΄ Επειδή η σωτηρία του Έθνους είναι ο υπέρτατος πάντων των Νόμων΄ και Επειδή η Βουλή ανεδέχθη παρά των Λαών την πρόνοιαν της εαυτών σωτηρίας΄ Η Βουλή μόνον σκοπόν έχουσα το να σωθή η Ελλάς, και ως ιερώτερόν της χρέος θεωρούσα τούτο, και την ευδαιμονίαν του Ελληνικού Έθνους του οποίου ενεπιστεύθη την φροντίδα΄ Και επειδή ο Κυβερνήτης επρόβαλε σχέδιον μεταβολής Διοικήσεως προσωρινώς΄».
Γ. Υπό τις συνθήκες αυτές ανεστάλη η εφαρμογή του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος». Η Βουλή ουσιαστικώς αυτοκαταργήθηκε –«αποτίθεται η Βουλή, το οποίον ανέλαβε χρέος της νομοδοτικής εξουσίας»- και οργανώθηκε «προσωρινή Διοίκησις της Επικρατείας».
Η Νομοθετική Εξουσία περιήλθε στον Κυβερνήτη και ιδρύθηκε συμβουλευτικό συλλογικό όργανο, το «Πανελλήνιον». Το όργανο αυτό αποτελούσαν 27 μέλη που διόριζε ο Κυβερνήτης και διαιρείτο σε τρία τμήματα, με ειδικότερα για καθένα αντικείμενα τις γνωμοδοτήσεις προς τον Κυβερνήτη επί οικονομικών θεμάτων, θεμάτων περί τα εσωτερικά ζητήματα και περί τα ζητήματα για τις Ένοπλες Δυνάμεις, πριν από την λήψη εκ μέρους του των τελικών αποφάσεων με την μορφή «ψηφισμάτων». Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας λειτούργησε εφεξής ως μονοπρόσωπο κυβερνητικό όργανο, επικουρούμενος από τον «Γραμματέα της Επικρατείας» -πρώτος ορίσθηκε ο Σπυρίδων Τρικούπης, προσκείμενος στο «αγγλικό κόμμα»- και από ένα στοιχειώδες Υπουργικό Συμβούλιο, του οποίου τα μέλη «παραδέχονται την διεύθυνσιν του Κυβερνήτου της Ελλάδος εις τα εμπιστευθέντα εις αυτούς έργα».
Όταν ολοκληρώθηκαν αυτές οι θεσμικές διεργασίες, ο Ιωάννης Καποδίστριας αποφάσισε την σύγκληση από κοινού με την Βουλή, της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης, εντός του Απριλίου του 1828 για την θέσπιση νέου Συντάγματος. Στο μεταξύ διευκρινίσθηκε ότι γίνεται αποδεκτό «σύστημα προσωρινής Κυβερνήσεως, θεμελιωμένου, εν τοσούτω, επάνω εις τας βάσεις των πράξεων της Επιδαύρου, του Άστρους και της Τροιζήνος».
Δ. Το έργο που συντελέσθηκε επί Ιωάννη Καποδίστρια, στο μικρό χρονικό διάστημα ως την δολοφονία του –δηλαδή σε τριάμισι, μόλις, χρόνια- υπήρξε κυριολεκτικώς εντυπωσιακό.
Στο εσωτερικό, ο Καποδίστριας είχε ν΄ αντιμετωπίσει την πειρατεία, την διάλυση του Στρατού, καθώς και την κακή οικονομική κατάσταση της Χώρας. Ιδιαίτερη μέριμνα επέδειξε ο Καποδίστριας για την δημιουργία δικαστηρίων, θεσπίζοντας και Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Στην προσπάθεια αναδιοργάνωσης του Στρατού περιλαμβάνεται και η ίδρυση της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων. Ίδρυσε, επίσης, Εθνικό Νομισματοκοπείο, ενώ καθιέρωσε τον Φοίνικα ως Εθνικό Νόμισμα. Όσον αφορά την εκπαίδευση, ανήγειρε νέα σχολεία, εισήγαγε την μέθοδο του αλληλοδιδακτικού σχολείου και ίδρυσε Εκκλησιαστική Σχολή στον Πόρο. Ανήγειρε, ακόμη, το Ορφανοτροφείο Αίγινας. Μερίμνησε για τον επανασχεδιασμό και την ανοικοδόμηση Ελληνικών Πόλεων, όπως το Ναύπλιο, το Άργος, το Μεσολόγγι και η Πάτρα, έργο που ανέθεσε στον Κερκυραίο αρχιτέκτονα Σταμάτιο Βούλγαρη. Σημαντική ήταν και η συμβολή του στο εμπόριο, με την παραχώρηση δανείων στους νησιώτες, για την αγορά πλοίων και την κατασκευή ναυπηγείων στον Πόρο και στο Ναύπλιο. Τον Οκτώβριο του 1829, ίδρυσε το πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αίγινα. Όσον αφορά την Ελληνική Οικονομία, ο Καποδίστριας επέδειξε ιδιαίτεροι ενδιαφέρον για την γεωργία, βασική πηγή πλούτου της Ελλάδας. Ίδρυσε την Γεωργική Σχολή της Τίρυνθας και ενεθάρρυνε την καλλιέργεια της πατάτας.
Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική του Καποδίστρια, αξίζει να υπογραμμισθεί ότι, μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις, υπογράφηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830, με το οποίο αναγνωριζόταν η ανεξαρτησία της Ελλάδας, που θα εκτεινόταν νότια της συνοριακής γραμμής, την οποία όριζαν οι ποταμοί Αχελώος και Σπερχειός. Η αλληλογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια με τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης, αποδεικνύει πόσο σημαντικός υπήρξε ο ρόλος του στην οριστική διατύπωση του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου του 1830, λόγω της μεγάλης εκτίμησης που οι εκπρόσωποι αυτοί έτρεφαν στο πρόσωπό του.
Συμπερασματικώς, ο Καποδίστριας αφιέρωσε, κυριολεκτικώς, τον εαυτό του στον ιερό σκοπό της δημιουργίας, ουσιαστικώς εκ του μηδενός, σύγχρονου Ελληνικού Κράτους, βάζοντας τις βάσεις για μιαν Ελλάδα αντάξια του παρελθόντος της αλλά και της προοπτικής της. Ακαταπόνητος και αποφασιστικός, εργάσθηκε «με λογισμό και μ΄ όνειρο», για να θυμηθούμε τον στίχο του Διονυσίου Σολωμού στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους».”
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ