ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΑΜΟΥΡΗΣ
«Όλο το βουνό σπηλιές γεμάτο, τρύπες και βάραθρα. Και τούτη η άγρια πλευρά γεμάτη. Και στις κορφές και στις βαθιές τις ρεματιές μα και στα ισιώματα και στα Κρεβάτια... πάνω ακόμα!
«Όλο το βουνό σπηλιές γεμάτο, τρύπες και βάραθρα. Και τούτη η άγρια πλευρά γεμάτη. Και στις κορφές και στις βαθιές τις ρεματιές μα και στα ισιώματα και στα Κρεβάτια... πάνω ακόμα!
Κάποιες στα μονοπάτια δίπλα και στα ρέματα, να βρίσκουν απάγκιο οι βοσκοί, οι λατόμοι, οι άνθρωποι όλοι του βουνού.
Και κάποιες πιο ψηλά, στα δύσκολα, κρυψώνα να βρίσκουν οι κυνηγημένοι.
Σ ‘αυτές σα μπαίνεις, δεν είναι το λίγο φως, δεν είναι τα σημάδια, είναι οι ιστορίες που μορφές γεννάνε απ’ το πουθενά.
Του μυαλού φαντάσματα που βιαστικά τρέχουν στα σκοτάδια τους να κρυφτούν.
Κάνεις να μπεις βαθιά στη σπηλιά και κοντοστέκεσαι. Η ιστορία της εδώ, μεγάλη γίνεται και πιο αληθινή, σα μπρος τα μάτια σου να ζωντανεύει.
Εκεί βαθιά, καημό, πόνο και κρυμμένα μυστικά κάποιοι αφήσαν.
Και συ, όμορφες τις ιστορίες να κρατήσεις θες. Φτάνει ως εδώ!
Γυρνάς στο φως. Απέναντι αστράφτει το βουνό, περήφανα σηκώνεται στον ουρανό.
Το ρέμα από κάτω, ήχο γλυκό της ηρεμίας στέλνει..
Κι αυτοί λοιπόν, της ιστορίας της σπηλιάς, αυτό θε να κοιτούσαν, αυτό θε ν’ άκουγαν.
Κι ας ήταν άγριες και δύσκολες οι εποχές. Γαλήνευε η ψυχή τους…».