Η Επανάσταση του 1821 διαφέρει από κάθε άλλη επαναστατική πράξη που είχε σημειωθεί στον υπόδουλο ελληνικό χώρο. Το κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που είχε εξαπλωθεί στη Βαλκανική μετά το 1750, είχε φροντίσει να προετοιμάσει ιδεολογικά τον ξεσηκωμό του Γένους. Η Ελληνική επανάσταση δεν ήταν αποκομμένη από τις γενικότερες εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή ήπειρο και τις ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης. Σε όλο το διάστημα πριν την Επανάσταση είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται εκείνοι οι κοινωνικοί, οικονομικοί και ιδεολογικοί παράγοντες που οδήγησαν τους Έλληνες στη δυναμική διεκδίκηση της ελευθερίας τους. Έτσι, υπήρχαν και διαφορετικές απόψεις σχετικά με τον τρόπο που έπρεπε να κινηθούν οι Έλληνες.
Υπήρχε, λοιπόν, η αντίληψη ότι η Οθωμανική αυτοκρατορία θα ήταν δυνατόν να καταρρεύσει εκ των έσω από τους Έλληνες με την πάροδο του χρόνου, βαθμιαία και ειρηνικά, καθώς είχαν σημειώσει σημαντικές προόδους στην οικονομία και ειδικά στο εμπόριο και τη ναυτιλία, παράλληλα με την ανάπτυξη της παιδείας μέσω της ίδρυσης σχολείων και της έκδοσης βιβλίων. Η δεύτερη άποψη, συνέδεε την απελευθέρωση της Ελλάδας με την ανάληψη πρωτοβουλιών από την πλευρά της Ρωσίας. Η τρίτη λύση ήταν η Επανάσταση. Σε όσους υποστήριζαν αυτήν τη λύση ηχούσε ακόμα το κήρυγμα του Ρήγα και παρά το παράλογο του εγχειρήματος, ήταν αυτή που προτιμήθηκε. Σε αυτό, λοιπόν, συνέβαλε και η Φιλική Εταιρεία.
Η Φιλική Εταιρεία, ήταν μία μυστική οργάνωση η οποία ιδρύθηκε στην Οδησσό το καλοκαίρι του 1814. Ένα στοιχείο της Φιλικής Εταιρείας είναι ότι δεν οργάνωσε μόνο επιτυχώς την εθνική επανάσταση των Ελλήνων κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αλλά έθεσε και σε νέα βάση το θέμα της εθνικής αποκατάστασης και της ίδρυσης Ελληνικού κράτους. Το ελληνικό ζήτημα αντιμετωπίστηκε ως ένα ζήτημα καθαρά ελληνικού ενδιαφέροντος και ελληνικής ευθύνης και όχι ένα ζήτημα που θα λυνόταν στο πλαίσιο μιας απελευθερωτικής και επεκτατικής δραστηριότητας μιας μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης, όπως είχε γίνει έως τότε. Η Φιλική Εταιρεία ιδρύεται σε μία εποχή που υπήρχαν αρκετές μυστικές οργανώσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Έτσι, ιδρύονται εταιρείες που υιοθετούν ένα σχήμα συνωμοτικότητας, ένα συγκεκριμένο τελετουργικό πρότυπο, χωρίς όμως μεταφυσικό περιεχόμενο αλλά περισσότερο για να ενισχυθεί η συνοχή των μελών και να εξασφαλισθεί το απόρρητο. Τέτοιες ελληνικές εταιρείες, προπομποί της Φιλικής Εταιρείας, ήταν το «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον» του Παρισιού το 1809, η «Φιλόμουσος Εταιρεία» των Αθηνών το 1813 και η «Φιλόμουσος Εταιρεία» της Βιέννης το 1814.
Οι τρεις ιδρυτές της, ο Νικόλαος Σκουφάς, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ και ο Εμμανουήλ Ξάνθος, πίστευαν ότι ο Ελληνικός λαός μπορούσε να πετύχει μόνος του την απελευθέρωσή του, χωρίς να περιμένει τη βοήθεια από ξένες δυνάμεις. Και οι τρεις, καθώς φαίνεται, θέλησαν να φτιάξουν μια συνωμοτική οργάνωση που το δίκτυό της θα κάλυπτε όλο τον ελληνικό χώρο και θα συμπεριλάμβανε και όλους τους χριστιανούς των Βαλκανίων. Ο Νικόλαος Σκουφάς γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας γύρω στο 1779 και εργάστηκε ως βιοτέχνης «σκουφάς». Από εκεί βρέθηκε στην Οδησσό ως έμπορος. Ο Σκουφάς είχε διατελέσει μέλος του «Φοίνικος», μιας εταιρείας που είχε ιδρυθεί από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο με στόχο τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ίδρυση ελληνικού κράτους. Ο Εμμανουήλ Ξάνθος γεννήθηκε το 1772 και μεγάλωσε στην Πάτμο. Είχε ενταχθεί στο επάγγελμα των γραμματικών του εμπορίου και εργάστηκε στη Σμύρνη, στην Τεργέστη και στην Οδησσό. Ο Αθανάσιος Τσακάλωφ γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1788. Ο Τσακάλωφ είχε ήδη χρηματίσει μέλος του λεγόμενου «Ελληνόφωνου Ξενοδοχείου» των Παρισίων πριν γίνει ιδρυτικό μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Και οι τρεις, λοιπόν, ήταν μέσου βεληνεκούς, οικονομικά και κοινωνικά, δραστήριοι εγγράμματοι έμποροι του παροικιακού ελληνισμού, με μεγάλο πατριωτικό ζήλο. Και όπως αναφέρεται, ήταν ίσως η καταλληλότερη κατηγορία υπόδουλων Ελλήνων για να οργανώσουν τη Φιλική Εταιρεία, καθώς βρίσκονταν, λόγω των εμπορικών τους δραστηριοτήτων, κοντά στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας παρακολουθούσαν τις αλλαγές στην Ευρώπη και οι διεθνείς συνθήκες τούς επηρέαζαν. Τους διακατείχε ένα ισχυρό πατριωτικό αίσθημα και αγωνιστικό φρόνημα και με οργανωμένο σχέδιο συντόνισαν τις προσπάθειες των Ελλήνων, εκμεταλλευόμενοι τις δυνάμεις του Έθνους που είχαν στο μεταξύ αναπτυχθεί. Ο κλήρος σε όλη την επικράτεια, οι έμποροι από τα διάσπαρτα εμπορικά κέντρα του Ελληνισμού, οι πλοιοκτήτες, οι διανοούμενοι εμποτισμένοι από τις ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, οι λόγιοι, οι κλέφτες και οι αρματολοί, οι έλληνες ναυτικοί και ο καταπιεσμένος Ελληνικός λαός, αποτελούσαν για τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας την εγγύηση ότι η Επανάσταση θα είχε αίσιο αποτέλεσμα.
Η περίοδος 1816-1818 είναι μία περίοδος που η Φιλική Εταιρεία μυεί στους κόλπους της περισσότερα μέλη. Την άνοιξη του 1818, οι Φιλικοί μετέφεραν την έδρα τους από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη. Μετά το 1818, και κυρίως το 1819, η Φιλική Εταιρεία αναπτύσσεται περισσότερο στην Ελλάδα, καθώς στις τάξεις της μυήθηκαν οι περισσότεροι αρχιερείς, οι απλοί κληρικοί και οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου.
Εκείνα τα χρόνια, και καθώς η μυστική «Αρχή» της Εταιρείας διευρυνόταν, έγιναν και οι πρώτες κινήσεις ώστε να αναλάβει την ηγεσία της ο Ιωάννης Καποδίστριας, ένα από τα πιο λαμπρά μυαλά της ευρωπαϊκής διπλωματίας. Ο Σκουφάς θεωρούσε ότι ήταν απαραίτητο να τεθεί επικεφαλής της Εταιρείας ένα ισχυρό και επιφανές πρόσωπο της διασποράς. Στη συνάντηση του Ξάνθου με τον Καποδίστρια, ο τελευταίος αρνήθηκε την αρχηγία, καθώς θεωρούσε το έργο παράτολμο και ότι δεν είχε έρθει ακόμα το πλήρωμα του χρόνου. Ο Καποδίστριας θεωρούσε ότι μία, μέσω του ιδίου, εμπλοκή της Ρωσίας στην Ελληνική επανάσταση τη συγκεκριμένη στιγμή, θα οδηγούσε σε συμμαχία τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις εναντίον όχι μόνον της Ελλάδας αλλά και της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο Καποδίστριας δεν ήταν, τουλάχιστον εκείνη τη στιγμή, αισιόδοξος, καθώς γνώριζε την κατάσταση στην Ευρώπη και ειδικά στην Ιερή Συμμαχία.
Το επόμενο πρόσωπο που στράφηκαν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας ήταν ο πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, επιφανής Έλληνας της Ρωσίας, απόγονος φαναριώτικης οικογένειας με καταγωγή από τον Πόντο, διοικητών στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Ο Ξάνθος απευθύνεται στον Υψηλάντη ο οποίος και αποδέχεται το 1820 την υπέρτατη ευθύνη του «Γενικού Εφόρου» της Φιλικής Εταιρείας. Ο Υψηλάντης δείχνοντας μοναδικές οργανωτικές ικανότητες αναλαμβάνει άμεσα πρωτοβουλίες, ζητώντας να συναντηθεί και με τον Καποδίστρια.
Η προσπάθεια αποκτά νέα δυναμική, λοιπόν, μετά την ανάληψη της αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Τον Αύγουστο του 1820 η Οδησσός μετατρέπεται σε σημαντικό σημείο των ενεργειών του Υψηλάντη, καθώς γίνονται μυήσεις νέων μελών και συγκεντρώνονται σοβαρά χρηματικά ποσά από τους πλουσιότερους εμπόρους της πόλης. Στο σχέδιο γινόταν αναφορά στην εκμετάλλευση της σύγκρουσης της Πύλης με τον Αλή Πασά της Ηπείρου και στην εξέγερση των Σέρβων και των Μαυροβούνιων, ώστε να πολλαπλασιαστούν τα μέτωπα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερη σημασία στο «Σχέδιον Γενικόν», όπως ονομάστηκε, είχε η απόσχιση της Μολδοβλαχίας με πρωτοβουλία των Ελλήνων στρατιωτικών αρχηγών Γεωργάκη Ολύμπιου και Σάββα Φωκιανού. Τελευταίες πληροφορίες από την Ελλάδα έλεγαν ότι οι ενέργειες έπρεπε να επισπευτούν, καθώς οι Οθωμανοί είχαν αρχίσει να υποπτεύονται. Μάλιστα, υπήρχε και η άποψη ότι το κέντρο έπρεπε να μεταφερθεί στη Μολδοβλαχία, επειδή στην Πελοπόννησο δεν είχαν γίνει οι απαραίτητες προπαρασκευές.
Τον Οκτώβριο του 1820 οι συναντήσεις των Φιλικών είναι συχνότερες και σε αυτές που γίνονται στο Ισμαήλιο, διαμορφώνεται ένα επιχειρησιακό σχέδιο με βασικές γραμμές: άμεση έναρξη της επανάστασης, κέντρο των επαναστατικών ενεργειών η Πελοπόννησος, λαϊκή εξέγερση στην Κωνσταντινούπολη, πυρπόληση του τουρκικού στόλου, παράλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και σύλληψη του Σουλτάνου, εξέγερση των μισθοφορικών υπό ελληνική διοίκηση φρουρών στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, συμμαχική προσέγγιση με τους Σέρβους και άμεσο ξεκίνημα των «Αποστολών» της Εταιρείας προς τις ελληνικές περιοχές και τον ελληνισμό της διασποράς για την προετοιμασία του Αγώνα. Ωστόσο, ο Υψηλάντης, καθώς συνειδητοποιεί τις αντιθέσεις ανάμεσα στους Φιλικούς, γνωρίζοντας ότι οι Οθωμανοί είχαν ήδη μάθει τα σχέδια της Εταιρείας και ότι οι Αυστριακοί παρακολουθούσαν τις ενέργειές τους, την ίδια στιγμή που η Ιερή Συμμαχία ακόμα και με στρατιωτικές επεμβάσεις προσπαθούσε να διατηρήσει το status quo στην Ευρώπη, και αντιλαμβανόμενος πως όποια καθυστέρηση θα σήμαινε και την αποτυχία του όλου εγχειρήματος, κι ενώ ακόμα συνεχίζονταν οι συζητήσεις για την ημερομηνία της Επανάστασης, παίρνει την παράτολμη απόφαση να ξεκινήσει η εξέγερση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και να κινηθεί τελικά προς το Ιάσιο της σημερινής Ρουμανίας, εκμεταλλευόμενος και την έως τότε προετοιμασία και δράση στην περιοχή του Γεωργάκη Ολύμπιου. Ο Υψηλάντης επιδίωκε, αρχικά, την εκδίωξη των Οθωμανών από τις Παραδουνάβιες ηγεμονίες και τη δημιουργία προγεφυρώματος, και στη συνέχεια την προέλαση, μέσω Βουλγαρίας, προς τις νότιες ελληνικές επαρχίες. Έτσι, οι Οθωμανοί θα στρέφονταν προς τη Μολδοβλαχία και θα δινόταν ο χρόνος για την προετοιμασία της Επανάστασης στον Μοριά, κάτι που ήθελαν και αρκετοί από τους προκρίτους της περιοχής.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1821, λοιπόν, ο Υψηλάντης κυκλοφόρησε την προκήρυξή του «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» και καλούσε τους Έλληνες σε ένοπλη εξέγερση. Κύρια μέριμνα του Υψηλάντη ήταν η οργάνωση των ένοπλων τμημάτων. Ενθαρρυντικό σημάδι ήταν η άφιξη εθελοντών από όλα τα Βαλκάνια. Το σχέδιο των Μελών της Φιλικής Εταιρείας για την έναρξη της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία, ώστε να παραπλανηθεί ο Σουλτάνος και να δημιουργηθεί αντιπερισπασμός για τον αγώνα στην Ελλάδα, φαινόταν να παίρνει σάρκα και οστά. Στα σύνορα Μολδαβίας και Βλαχίας, όπου συγκεντρώνονταν οι ενισχύσεις και οι εθελοντές, συγκροτήθηκε από τον Υψηλάντη ειδικό τάγμα πεζικού από τους σπουδαστές του Ελληνικού Σχολείου της Οδησσού, που είχαν φτάσει στην περιοχή ως εθελοντές. Αυτό το τάγμα αποτέλεσε τον περίφημο «Ιερό Λόχο». Σε όλη αυτήν την προσπάθεια ο Υψηλάντης αντιμετώπιζε συνεχώς προβλήματα τόσο με τους υπόλοιπους Βαλκάνιους συμμάχους του όσο και εσωτερικά με μέλη της Φιλικής Εταιρείας.
Δυστυχώς, οι συγκυρίες και τα γεγονότα ήταν καταστροφικά για τον αγώνα. Η αντίδραση των Οθωμανών και το Συνέδριο των Μεγάλων Δυνάμεων στο Λάυμπαχ, όπου το κλίμα ήταν ήδη εχθρικό απέναντι σε οποιαδήποτε επαναστατική ενέργεια, όριζε τραγική μοίρα στην προσπάθεια του Υψηλάντη και των Φιλικών. Ο Υψηλάντης κατευθύνθηκε κάποια στιγμή προς την Αυστρία, καθώς το μέτωπο στη Μολδοβλαχία κατέρρεε, ειδικά μετά τη μάχη του Δραγατσανίου, τον Ιούνιο του 1821. Πριν περάσει τα αυστριακά σύνορα αποχαιρέτησε τον πιστό του συναγωνιστή Γεωργάκη Ολύμπιο.
Η εξέγερση στη Μολδοβλαχία είχε αποτύχει για πολλούς λόγους: ήταν η πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων και κυρίως της Αυστρίας στη Ρωσία κατά τη διάρκεια του συνεδρίου του Λάυμπαχ. Ήταν η μη πραγματοποίηση της προσδοκίας των επαναστατών για ρωσική στρατιωτική βοήθεια. Ήταν ο αφορισμός του Αλέξανδρου Υψηλάντη και όσων συμμετείχαν στην εξέγερση. Ήταν η αποσκίρτηση του ρουμάνου οπλαρχηγού Θεόδωρου Βλαδιμηρέσκου. Ήταν η προσχώρηση του σημαντικού οπλαρχηγού Σάββα Φωκιανού στο οθωμανικό στρατόπεδο. Ήταν η είσοδος στη Μολδοβλαχία, με τη συγκατάθεση της Ρωσίας, σημαντικών οθωμανικών στρατευμάτων.
Η Επανάσταση, λοιπόν, στη Μολδοβλαχία, είχε κατάληξη τραγική, αλλά συνέβαλε θετικά στην επιτυχία του αγώνα στην Ελλάδα, όπου τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας είχαν ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες. Στην Πελοπόννησο οι «απόστολοι» της Φιλικής Εταιρείας όλο αυτό το διάστημα, και κυρίως ο Παπαφλέσσας και ο Αναγνωσταράς, είχαν εργαστεί με επιτυχία και είχαν κατορθώσει να υπερκεράσουν την αντίδραση και την αναβλητικότητα των προκρίτων. Η μύηση στη Φιλική Εταιρεία, άλλωστε, μέχρι τις παραμονές της Επανάστασης του μεγαλύτερου μέρους των προκρίτων, των κληρικών και των στρατιωτικών της Πελοποννήσου, είναι ένας από τους βασικούς λόγους επιτυχίας της Επανάστασης στη νότια Ελλάδα. Παράλληλα, ο Σουλτάνος αναγκάστηκε να στραφεί στην περιοχή της Μολδοβλαχίας και δεν έδωσε, αρχικά τουλάχιστον, τη δέουσα προσοχή στην Ελληνική χερσόνησο και στις εκεί επαναστατικές ενέργειες. Επιπλέον, η υποψία ότι πίσω από τις ενέργειες του Υψηλάντη βρισκόταν η Ρωσία ανάγκασε την Πύλη να διατηρεί σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Οι επιτυχίες των αγωνιστών εμψύχωσαν τους Έλληνες, οι οποίοι μπήκαν με μεγαλύτερο ενθουσιασμό στον αγώνα. Τέλος, η γειτνίαση της Μολδοβλαχίας με την Κεντρική Ευρώπη κέντρισε το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων και ανάγκασε τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής να ασχοληθούν με το έως τότε ανύπαρκτο για αυτούς Ελληνικό ζήτημα.
Η σημασία της Φιλικής Εταιρείας αμφισβητήθηκε από κάποιους, καθώς από τη στιγμή που άρχισε η Επανάσταση στην Πελοπόννησο, η επίδραση που άσκησε πάνω στα γεγονότα φαίνεται να ήταν μικρή έως ανύπαρκτη. Ωστόσο, η Φιλική Εταιρεία ήταν εκείνη που έδωσε σε όλους τους Έλληνες την αίσθηση πως είχαν κάποιον προορισμό. Ήταν εκείνη που μάζεψε τα αρχικά κεφάλαια του Αγώνα. Και, τέλος, ήταν εκείνη που έδωσε για πρώτη φορά μια κάποια συνοχή στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στις αρχές του 1821. Η τόλμη και η αφοσίωση των Φιλικών στον σκοπό της Επανάστασης και της δημιουργίας ανεξάρτητου εθνικού κράτους κατάφεραν να υπερνικήσουν την αναβλητικότητα πολλών Ελλήνων. Η συμβολή των ιδρυτών και των μελών της Φιλικής Εταιρείας στην καλλιέργεια της άποψης ότι οι Έλληνες είναι σε θέση ξεκινώντας μία Επανάσταση να πετύχουν την απελευθέρωσή τους είναι τεράστια. Και όλα αυτά ενώ οι συγκυρίες τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλαδική χερσόνησο προεξοφλούσαν την αποτυχία της προσπάθειας. Οι επιπτώσεις της ιδεολογίας και της κοσμοαντίληψης της Φιλικής Εταιρείας στη νεότερη ιστορία των Βαλκανίων και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι πολυεπίπεδες. Η εισδοχή, άλλωστε, μελών και από άλλες βαλκανικές εθνότητες στην περίοδο πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης, δηλώνει και την αντιοθωμανική συνεργασία των Βαλκανίων. Και μπορεί το όραμα των ιδρυτών της για έναν παν-βαλκανικό αγώνα κατά των Οθωμανών να μην υλοποιήθηκε αλλά το επαναστατικό πνεύμα είχε αρχίσει να φωλιάζει στις καρδιές όλων των κατοίκων της Βαλκανικής χερσονήσου.
Το 1821 είναι ένα φαινόμενο αναπάντητο στις ιστορίες όλου του κόσμου. Μπορεί η επιστήμη της ιστορίας, καθώς η ερμηνεία συνεχώς αναθεωρείται μέσα από το πρίσμα των σύγχρονων εμπειριών, να επαναπροσδιορίζει πολλά ιστορικά γεγονότα, μπορεί η ιστορική έρευνα να φέρνει στο φως νέα στοιχεία, μπορεί να υπάρχουν ανατροπές που απομυθοποιούν αξίες και πρότυπα με τα οποία μεγάλωσαν γενιές πολιτών αυτής της χώρας, ωστόσο το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα γεννήθηκε εξαιτίας εκείνων που πάλεψαν εναντίον υπερεθνικών αυτοκρατοριών και κάθε είδους καταπίεση στο πέρασμα των αιώνων. Η εθνική ταυτότητα που διαμορφώνεται στη διάρκεια του Αγώνα αποκτάει συνεχώς νέα χαρακτηριστικά, κάτι που συνεχίζεται ακόμα και σήμερα, σε μία εποχή που τα πάντα αλλάζουν. Ο αγώνας του 1821 δεν είναι αγώνας μόνο πολεμικός. Είναι και αγώνας πολιτικός και διπλωματικός. Είναι αγώνας ηγετικών προσωπικοτήτων και ανωνύμων αγωνιστών. Οι υπόδουλοι Έλληνες ενωμένοι, παρόλο που στην πορεία ξέσπασε ο διχασμός και οι εμφύλιες συγκρούσεις, βρέθηκαν για διαφορετικούς ίσως λόγους στις επάλξεις της Επανάστασης. Και μπορεί τα αίτια να χαρακτηρίζονται για άλλους κοινωνικά, για άλλους οικονομικά, για άλλους ταξικά και για άλλους εθνικοαπελευθερωτικά, ωστόσο η αντίθεση των Ελλήνων σε κάθε μορφή δουλείας διαχρονικά, τα μηνύματα της Αμερικανικής και της Γαλλικής επανάστασης, οι επαναστατικές ιδέες του Ρήγα και το παράτολμο εγχείρημα της Φιλικής Εταιρείας οδήγησαν όλη τη νοτιανατολική Ευρώπη σε ένα μεγάλο βήμα μετασχηματισμού, στη δημιουργία του νέου κόσμου των εθνικών κρατών και στη δικαίωση του αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Ο εορτασμός της επετείου της επανάστασης του 1821 θα μπορούσε πράγματι να είναι η αφορμή για την επανασύσταση του ελληνικού κράτους. Η αφορμή, όμως, πρέπει να είναι καθημερινή και όχι εορταστική, κρυμμένη πίσω από μύθους που φτιάχτηκαν όμορφοι ώστε να κρύβουν χθεσινές και τωρινές άσχημες αλήθειες. Είναι αυτονόητο ότι η πορεία της Ελλάδας αυτά τα διακόσια χρόνια μπορεί να κριθεί ως θετική. Ωστόσο, η προσπάθεια δεν πρέπει να είναι μόνο επετειακή. Άλλωστε αν καταλήξουμε στο ότι χάθηκε και αυτή η ευκαιρία για την επανασύσταση, τότε θα είμαστε άξιοι αυτής της μοιραίας μοίρας, που φανερώνει όμως την καθημερινή μας απουσία και αδιαφορία για την αλήθεια και το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, και ταυτόχρονα αποδεικνύει πως τα αληθινά οράματα της Φιλικής Εταιρείας και του 1821 και όχι το εξιδανικευμένο παρελθόν που λειτουργεί πολλές φορές ως ένα καταφύγιο αδράνειας, περισσότερο μας ενοχλούν στην εποχή της απουσίας οραμάτων και μακροπρόθεσμων σχεδιασμών, και λιγότερο μας εμπνέουν.
Βιβλιογραφία
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, 1975, Αθήνα, τόμος ΙΒ΄.
- Πρωτοπόροι της Ελληνικής Ελευθερίας: δέκα πρόσωπα που σφράγισαν την Ελληνική Επανάσταση, Τα Νέα-Ιστορία, 2012, Αθήνα, επιστημονική επιμέλεια: Βασίλης Παναγιωτόπουλος.
- 1821: η γέννηση ενός έθνους-κράτους, Σκάι, 2010, Αθήνα
- 1821: ο ξεσηκωμός του γένους, National Geographic, 2009, Αθήνα
- Dakin Douglas, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, Μ.Ι.Ε.Τ., 1999, Αθήνα.
- Αγτζίδης Βλάσης, Φιλική Εταιρεία: 200 χρόνια από την ίδρυσή της, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Μάρτιος 2014, Αθήνα.
- Αρς Λ. Γκριγκόρι, Η Φιλική Εταιρεία στη Ρωσία, Παπασωτηρίου, 2011, Αθήνα.
- Βερέμης Μ. Θάνος, 21 ερωτήσεις & απαντήσεις για το ‘21, Μεταίχμιο, 2020, Αθήνα.
- Βερέμης Μ. Θάνος–Κολιόπουλος Σ. Γιάννης–Μιχαηλίδης Δ. Ιάκωβος, 1821: Η δημιουργία ενός έθνους-κράτους, Μεταίχμιο, 2018, Αθήνα.
- Βουρνάς Τάσος, Φιλική Εταιρία. Α΄: Το παράνομο οργανωτικό της. Β΄: Ο διωγμός της από τους ξένους, αφοί Τολίδη, Αθήνα.
- Ευθυμία Μαρία, Μόνο λίγα χιλιόμετρα-Ιστορίες για την Ιστορία, Πατάκης, 2017, Αθήνα.
- Καργάκος Σαράντος, Η Ελληνική Επανάσταση του 1821, 2014, Αθήνα.
- Κουλούρη Χριστίνα, Φουστανέλες και χλαμύδες-Ιστορική μνήμη και εθνική ταυτότητα 1821-1930, Αλεξάνδρεια, 2020, Αθήνα.
- Κρεμμυδάς Βασίλης, Η Ελληνική επανάσταση του 1821: τεκμήρια, αναψηλαφήσεις, ερμηνείες, Gutenberg, 2016, Αθήνα.
- Λαμπρινός Γιώργης, Μορφές του Εικοσιένα, Καστανιώτης, 2002, Αθήνα.
- Μέντελσον-Μπάρτολντι Καρλ, Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, 2011, Αθήνα.
- Παναγιωτόπουλος Βασίλης, Η Φιλική Εταιρεία: οργανωτικές προϋποθέσεις της εθνικής επανάστασης–Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, Τα Νέα–Ελληνικά Γράμματα, 2003, Αθήνα.
- Παπαγεωργίου Π. Στέφανος, Πρώτο έτος της ελευθερίας: από τις Παρίστριες Ηγεμονίες στην Επίδαυρο–Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, Τα Νέα–Ελληνικά Γράμματα, 2003, Αθήνα.
- Παπαδριανός Ιωάννης Α., Η ελληνική παλιγγενεσία του 1821 και η βαλκανική της διάσταση, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, 1996, Κομοτηνή.
- Σάθας Κωνσταντίνος, Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, Λιβάνης, 1995, Αθήνα
- Σβολόπουλος Κωνσταντίνος, Κατακτώντας την ανεξαρτησία: δέκα δοκίμια για την Επανάσταση του 1821, Πατάκης, 2010, Αθήνα.
- Σκαρίμπας Γιάννης, Το 1821 και η αλήθεια, Κάκτος, 1995, Αθήνα
- Τρικούπης Σπυρίδων, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, Λιβάνης, 1993, Αθήνα
- Φίνλεϋ Γεώργιος, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2008, Αθήνα
- Χρυσανθόπουλος Φώτιος ή Φωτάκος, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως 1821-1828, Επικαιρότητα, 2005, Αθήνα.
https://eptanews.gr/?fbclid=IwAR2Wk2Bj6431OLpUKGdYyv1i6Zbar3JIWC4bQ2TzreZAg8BaJmJv8jnIj7A