26.3.21

Το 1821 στην Πιερία: Λαζαίοι, οι Σταυραητοί – Του Θανάση Μπίντα

Πυλώνας ανθεκτικότητας ενός έθνους είναι αναμφισβήτητα η ιστορία του. Είναι οι μνήμες, οι φωνές και οι εικόνες που ανασύρονται από το βαθύ παρελθόν. Αυτό το παρελθόν ορίζει και προδιαγράφει το παρόν και το μέλλον.
Η επανάσταση του 1821 και οι μετέπειτα αγώνες δεν είναι προνόμιο μόνο των νοτίων Ελλήνων, φαινόμενο που επί 200 χρόνια τώρα επιβλήθηκε τεχνηέντως με τα απανωτά λεκτικά κλισέ στα σχολικά βιβλία της ιστορίας ή με τις δημοσιομανείς μετριότητες «εγκυρότατης παντογνωσίας» κάποιων ινστιτούτων που εμφανίζονται σε τηλεοπτικές εκπομπές σκυλεύοντας στο δύστυχο κουφάρι του έθνους. Ας μην ξεχνάμε πως οι Έλληνες ξεκίνησαν την επανάσταση από το Βορρά με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη διότι πίστευαν πως πατρίδα είναι το αίμα που κυλάει μέσα μας και γνωρίζοντας πως τιμή κι ασφάλεια αυτά τα δύο μαζί δεν πάνε και πως την Ελληνική οικογένεια δεν την καθορίζουν μόνο οι δεσμοί του αίματος αλλά και αυτοί που δίνουν το αίμα τους για την οικογένεια αυτή.



Σκάβοντας ή οργώνοντας ετούτη την Πιερική γης, βρίσκεις κόκκαλα παντού και μάρμαρα χαραγμένα με τη δυναμική παρουσία του χτες. Τότε η μητέρα των Μουσών, η Μνημοσύνη, θεά που τις μνήμες εγείρει, όσο και αν αυτές τις καλύπτει η σκόνη της φθοράς κεντά τη θέληση και σε φτερώνει με τόλμη να αναλάβεις το έργο της αναπλήρωσης του καθήκοντος του κράτους και σε οπλίζει ακόμα με την ελπίδα πως θα ανάψεις τη σπίθα της Ανάστασης της ξεχασμένης ιστορίας μας γιατί πολλοί χειμώνες πέρασαν και η Άνοιξη δεν ήρθε, για εκείνους τους ευλογημένους λεοντανθρώπους τους Λαζαίους του Ολύμπου και των Πιερίων, που γλυκοξεχασμένοι μείναν μέσα, στο όνειρο.

Ας αφήσουμε την ψυχή μας να μιλήσει, μέρες που είναι, με υπόκρουση τους ύμνους των Μουσών που αιώνες τώρα σφυρίζουν στους αέρες του Ολύμπου και το Αιγαίο και το αντιλάλημα τους φτάνει μέχρι τα πολυθρύλητα αιματοποτισμένα ερείπια του πύργου των Λαζαίων εκεί όπου μορφές του Νεοελληνισμού έδρασαν και μεγαλούργησαν με τους αγώνες τους.

Πολλά στοιχεία, που αφορούν την πολυθρύλητη και βαθύριζη γενιά βγαίνουν στην επιφάνεια. Υπήρξε δυαδική οικογένεια σε πανελλήνια κλίμακα που έδωσε δεκάδες θύματα στη διάρκεια δυο και πλέον αιώνων χωρίς να αποκατασταθούν τα μέλη της τουλάχιστον ηθικά διότι υλικά ποτέ δεν αποκαταστάθηκαν σε τούτη την πικρόπνοη γης που κατοικήσανε και τη δόξασαν.

Για ετούτη τη γενιά με τα 200 θύματα, φειδωλή πολύ υπήρξε η ιστορία μας. Το αληθοβόλο φως όμως της δικαιοσύνης μάς οδηγεί να απαλύνουμε από τον πόνο της λήθης τα πληγοκεντημένα σώματα εκείνων των ηρώων, θαμμένα τώρα στον τόπο των αιώνιων πόνων.

Η ιστορία, των κατορθωμάτων της περίφημης γενιάς των Λαζαίων, της εποχής τους και του τόπου τους, είναι αξεδιάλυτα συνυφασμένη με την ιστορία της όλης Ελλάδας και αρχίζει γύρω στα 1691 όταν φιρμάνι Τουρκικό αναφέρει πως η καθέδρα τους η Μηλιά Πιερίων είναι ανυπόταχτη και ασυμβίβαστη με τους κατακτητές.

Εδώ ακριβώς πρέπει να ανασκευαστεί μια πλάνη ιστορική του τόπου μας. Είναι τελείως απαράδεκτο να θεωρούμε ότι ο Μακεδονικός Αγώνας περιχαρακώνεται στην 5ετία 1904-1908 . Είναι αδιανόητο να συρρικνώνεται αυτό το περίφημο έπος 200 και πλέον ετών κατά το οποίο η Μακεδονία πρόσφερε ποταμούς αίματος για τη λευτεριά, μέχρι το 1912. Πώς θα πρέπει να ονομάσουμε τους αγώνες των Μακεδόνων που ενσαρκώνονται υποδειγματικά μέσα από τις πράξεις και τη δράση μιας και μόνο Μακεδονίτικης οικογένειας;

Η δράση των Λαζαίων με έδρα τη Μηλιά Πιερίας και ορμητήριο του περίφημου Πύργου τους εξακτινώνεται προς στεριές και θάλασσες γι αυτό και η φήμη τους φτάνει παντού και η δόξα που τους συνοδεύει είναι πολύ μεγάλη. Πέρα μάλιστα από την ανδρεία τους, το αγωνιστικό τους φρόνημα, το ακαταδάμαστο σθένος και την απαράμιλλη αφοσίωση στο καθήκον, διακρίνονται για το ήθος και τις σπάνιες αρετές του χαρακτήρα τους. Για αυτό και η Λαϊκή μούσα τους τραγουδάει:

«Ένας πασάς διαβαίνει
Κι άλλος έρχεται.
Μες στη Μηλιά πηγαίνουν
Και μέσα στα βουνά
Παλιούς κλέφτες γυρεύουν
Και κλέφτες κυνηγούν.
Γυρεύουν τους Λαζαίους
Τους αρματολούς.
Λαζαίοι τρών και πίνουν
Μέσα στη Μηλιά,
Στρώνουνε τ’άρματά τους
Και λάμπουν τα βουνά.
Αρπάζουν τα σπαθιά τους,
Στους κάμπους τρέχουνε
Τους Τούρκους για να σφάξουν,
Θα γίνει μακελειό.»

Πάνω στα βουνά, τον Όλυμπο και τα Πιέρια γίνεται μια φυσική επιλογή των Ελλήνων, δημιουργείται μια βιολογικά δυναμική καταβολή μιας φάρας που ζεί, σχεδόν ανεξάρτητη. Είναι οι πιο ανυπότακτοι οι πιο αποφασιστικοί, οι πιο λεοντόθυμοι Έλληνες με ξεχωριστή ψυχοσύνθεση όπως χαρακτηριστικά λέει ο καθ. Απόστολος Βακαλόπουλος στα συγγράμματά του. 
Είναι οι Λαζαίοι των αρχέγονων ιστορικών βουνών – Ολύμπου και Πιερίων – που καθαρίζουν τον ρύπο του ραγιαδισμού και για τους άλλους Έλληνες και πάνω απ’ όλα και κύρια συντελούν στην ηθική αναγέννηση και περηφάνια του Ελληνικού γένους. 
Εμπνέουν γενναία αισθήματα και δείχνουν με το παράδειγμά τους σε όλους το δρόμο της τιμής και του καθήκοντος. 
Στα πρόσωπά τους αντικατοπτρίζεται η νέα μορφή του ηρωικού Έλληνα Μακεδόνα ο οποίος ενσαρκώνει τα αισθήματα της αντρίκειας περηφάνιας και τη αδίστακτης αντίστασης εναντίον των κατακτητών.Απομεινάρια από τον Πύργο των Λαζαίων στη Μηλιά Πιερίας

Στο τέλος του 18ου αιώνα οι Λαζαίοι συνεργάζονται με όλους σχεδόν τους κλεφταρματωλούς της Μακεδονίας, Νικοτσαρά, Πάνο Ζήδρο, τους Καρατασαίους της Βέροιας και τον Γάτσιο, τον Διαμαντή Νικολάου, το Μήτρο Λιακόπουλο, το Σιατιστινό Νικόλαο Κασομούλη, τον Γούλα Δράσκο. 
Δέχτηκαν γρήγορα και με λαχτάρα τα κηρύγματα του εθνομάρτυρα Ρήγα Φεραίου και φιλοξένησαν στη Μηλιά τον εθναπόστολο Κοσμά τον Αιτωλό. 
Συνεργάστηκαν με τον επίσκοπου Κίτρους Μελέτιο – μέλος της Φιλικής Εταιρείας – ο οποίος μαρτύρησε το Μάρτη του 1822 στη Θεσσαλονίκη όπου ως πρωτόθρονος επίσκοπος, της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης αντικαθιστούσε ως τοποτηρητής το Μητροπολίτη Ιωσήφ. 
Τον Μελέτιο των κομμάτιασαν οι Τούρκοι στη μεγάλη πλατεία του Κοπανιού.

Αλλά κορυφαίο μέλος της οικογένειας των Λαζαίων με έντονη δράση υπήρξε ο θρυλικός τους γόνος Γιωργάκης Ολύμπιος του οποίου η δράση ξεπερνά τα όρια του Ελληνικού χώρου.

Το 1747 οργανωμένοι οι Λαζαίου με τους άλλους οπλαρχηγούς του Ολύμπου χτυπούν τα τσιφλίκια της Καλλιανης.

Το 1813 υφίστανται την καταστροφή της Μηλιάς από το γιο του Αλή Πασά Βελή. 
Τότε ξεκληρίστηκε η μισή οικογένεια των Λαζαίων.

Και ήρθε η ώρα του Μεγάλου Ξεσηκωμού. Έρχονται σε συνεννόηση με τους κλεφταρματωλούς Καρατάσιο και Γάτσιο της Βέροιας, του πρόκριτου της Νάουσας, Ζαφειράκη. Στις αρχές Γενάρη του 1822 συναντώνται στη μονή του Δοβρά και αποφασίζουν να κινηθούν αρχικά με ορμητήρια τα ορεινά ερείσματα της Νάουσας, της Καστανιάς, του Κολινδρού και της Σιάτιστας. Προς το τέλος Φεβρουαρίου του 1822 επιστρέφει από τη Νότια Ελλάδα ο απεσταλμένος τους Νικόλαος Κασσομούλης, με δύο καράβια με ψαριανούς και λίγα πυρομαχικά. Στις αρχές Μαρτίου φτάνουν ακόμη δυο ψαριανά καράβια με τον διορισμένο αρχηγό της εκστρατείας στη Μακεδονίας Γρηγόρη Σάλα και μερικούς Γερμανούς πυροβολητές, στο Ελευθεροχώρι. 
Την αποστολή συνόδευε και ο γνωστός λόγιος και μοναχός Θεόφιλος Καϊρης. Μαζί τους επικεφαλής των πυροβολητών ο φιλέλληνας Γερμανός Moren, ο Πολωνός Lezinski και ο Βοϊνέσκου. Ο Μεχμέτ Εμίν πασάς της Θεσσαλονίκης ζητά να εμφανιστούν μπροστά του όλοι οι οπλαρχηγοί και πρόκριτοι του Ολύμπου και των Πιερίων, της Νάουσας, της Βέροιας και τη Έδεσσας. Στην διαταγή του πασά ο Διαμαντής Νικολάου απαντά με επίθεση στον Κολινδρό στις 8 Μαρτίου 1822.

Ο Σάλας αποκρούει στο Ελευθεροχώρι τους ιππείς του Σαλήμπεη της Κατερίνης και ανεβαίνει στην Καστανιά του Κολινδρού. 
Την νύχτα της 8ης Μαρτίου ο Μεχμέτ Αμίν χτυπάει ταχύτατα τις Ελληνικές δυνάμεις στον Κολινδρό, οι οποίες κατά προτροπή των Λαζαίων αποσύρονται στην οχυρωμένη έδρα τους στη Μηλιά. Οι μεγαλύτερες δυνάμεις του Μεχμέτ Εμίν, από τον Κολινδρό τους καταδιώκουν καίγοντας τα χωριά που βρίσκονται στο δρόμο τους και σφάζοντας τα γυναικόπαιδα. Φτάνουν στη Μηλιά, την Κυριακή του Πάσχα στις 2 Απριλίου.Απομεινάρια από τον Πύργο των Λαζαίων στην Μηλιά Πιερίας

Ο Σάλας και ο Δράσκος οχυρώνονται στον Πύργο των Λαζαίων. Ο Διαμαντής Νικολάου περιμετρικά στο χωριό. Ακολουθεί λυσσαλέα μάχη ο αριθμός των Τούρκων δεκαπλάσιος. 
Η πεισματώδης άμυνα των Ελλήνων μετατρέπεται σε αφανισμό. Όλη η Μηλιά παραδίδεται στις φλόγες. Οι υπερασπιστές της έδρας των Λαζαίων πλημμυρίζουν με το αίμα τους τα σοκάκια της. 
Οι Τούρκοι καίνε, γκρεμίζουν, λεηλατούν, σφάζουν γέροντες και γυναικόπαιδα.
 Ο περήφανος Πύργος των Λαζαίων ανατινάχτηκε. Ο Διαμαντής Νικολάου μέσα από τα δάση των Πιερίων κατευθύνθηκε προς τη Νάουσα για να ενωθεί με τους Καρατάσο και Γάτσιο που ήδη αντιμετώπιζαν τις δυνάμεις του Μεχμέτ Εμίν. 
 Ο Σάλας, ο Κανούσης και άλλοι οπλαρχηγοί κατόρθωσαν έπειτα από πολυήμερη εξαντλητική πορεία να φθάσουν σε ελεύθερο έδαφος στο αρματολίκι του Νικολάου Στουρνάρη στον Ασπροπόταμο.

Οι Λαζαίοι καταφεύγουν στα γύρω δάση με τις ηρωικές γυναίκες τους οι οποίες έπνιξαν τα μωρά τους με τα ίδια τους τα χέρια μη με το κλάμα τους, προδώσουν τις θέσεις τους. 
Ο αγώνας των Λαζαίων δεν σταματά εδώ. 
Τώρα ανοίγει ένας ακόμα κύκλος των εθνικών τους αγώνων και θυσιών. Ο μελόφρων φαίνεται σπουδαίος στις αποτυχίες και στις συμφορές. Οι Λαζαίοι ξέρουν πως με το σπαθί κερδίζεται ο κόσμος. Οι πράξεις τους και μετέπειτα διαθέτουν μια σαγήνη, μια ποιητικότητα, ένα αποκαλυπτικό σθένος. Είναι η πηγή εθνικού πνευματικού πλούτου με το φορτίο του αυθεντικού. Άγνωστα και ανέκδοτα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν τα τελευταία χρόνια στα αρχεία των βιβλιοθηκών της Αθήνας και στα μέρη όπου έζησαν οι απόγονοι των Λαζαίων τους αποδίδουν λαμπρό δοξοστέφανο που στολίζει την υπέρτατη εθνική μεγαλωσύνη τους.

Αυτά τα νέα στοιχεία μας βεβαιώνουν πως η καταστροφή της Μηλιάς και όλων των χωριών του Ολύμπου και των Πιερίων δεν άφησε αποκαΐδια και συντρίμια. Δεν ήταν επίλογος αφανισμού. Απλά έκλεισε για αυτούς ένα κεφάλαιο για να ανοίξει ένα μεγαλύτερο.

Ο Τόλιος Λάζος, γιος του Γιάννη Λάζου που γλίτωσε από τη σφαγή του Βελή του πασά στον Τύρναβο, το 1813, τα δυο του ξαδέρφια Δήμος Λάζος και Τόλιος Λάζος, γιοι του Λιόλιου Λάζου που λευτερώθηκαν με τη μητέρα τους στη Μυτιλήνη, και όλη η μεγάλη οικογένεια με όλους τους συγγενείς τους που γλίτωσαν από τη μεγάλη καταστροφή του Πάσχα του 1822, συνέχισαν το μεγάλο κεφάλαιο της Ιστορίας των Λαζαίων, το ίδιο λαμπρό, το ίδιο ένδοξο, το ίδιο θαυμαστό. Μετά την καταστροφή της Μηλιάς έφτασαν στον Ασπροπόταμο, στους Στουρναραίους με τους οποίους οι Λαζαίοι ήταν συγγενείς. 
Από εκεί πήγαν στο Μεσολόγγι και έλαβαν μέρος στην πρώτη πολιορκία του. 
Στη συνέχεια ο Τόλιος Λάζος γιός του Γιάννη Λάζου αγωνίζεται με το δικό του μακεδονικό σώμα σε όλες τις μάχες στην Πελοπόννησο και διακρίθηκε στην καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια. 
Το 1824 ο Κωλέτης, παλιός οικογενειακός φίλος των Λαζαίων, τον στέλνει στην Κρήτη Φρούραρχο της Γραμβούσας. Όταν γύρισε από την Κρήτη πολέμησε στη Στερεά Ελλάδα, στην Εύβοια και στη Σκιάθο. Στην καταστροφή του Τοπάλ πασά στο Τρίκκερι ήταν παρών και διακρίθηκε ιδιαίτερα.

Το 1828 ο Τόλιος Λάζος γίνεται χιλίαρχος από το Δημήτρη Υψηλάντη και πολεμάει στο πλευρό του στην Πέτρα της Βοιωτίας, τελευταία μάχη της Επανάστασης.

Στο μεταξύ τα γυναικόπαιδα των Λαζαίων και των άλλων Ολυμπίων αγωνιστών, που ήταν πάνω από 450 οικογένειες, πέρασαν 8 χρόνια γεμάτα βάσανα, περιπλανήσεις, κατατρεγμούς και στερήσεις. Μετά το 1822, άλλα βρέθηκαν στη Σκιάθο, άλλα ακολούθησαν το σώμα των αγωνιστών στον Ασπροπόταμο, στο Μεσολόγγι, στην Πελοπόννησο, στα Μέγαρα και στη Βοιωτία. Μέρος αυτών παρέμειναν σκορπισμένα σαν τα αγρίμια στα δάση και στις σπηλιές του Ολύμπου και των Πιερίων ώσπου το 1824 με ειδική εντολή της Ελληνικής κυβέρνησης, ήρθε να περιμαζέψει ο Διαμαντής Νικολάου Ολύμπιος γαμπρός του γενάρχη Έξαρχου Λάζου, και να τα οδηγήσει στη Μεγαρίδα και την Αταλάντη Φθιώτιδας όπου μετά τον ερχομό του Καποδίστρια δημιούργησαν τον οικισμό Νέα Πέλλα, δηλωτικό της ένδοξης Μακεδονικής καταγωγής τους. 
Το 1832 στη Νέα Πέλλα Αταλάντης ήταν εγκαταστημένες 120 οικογένειες αγωνιστών και γύρω στην περιοχή άλλες 260. Ανάμεσα στις πρώτες οικογένειες των αγωνιστών είναι των αδελφών Δήμου Λάζου, Τόλιου Λάζου, Λιόλιου Λάζου, του Κώστα Διαμαντή, του Χαρίση Διαμαντή, του Παναγιώτη Τσάρα, γιου του Νικοτσάρα, του Συροπουλου, του Βλαχάβα, του Τζαχείλα κ.α.

Στη Σκιάθο, τέλος, παρέμεινε ένας μεγάλος αριθμός από τη φάρα όπου μέχρι σήμερα ζουν και κρατούν απομνημονεύματα, αναφορές, επιστολές. Από χειρόγραφό τους πληροφορούμαστε ότι οι γιοί του Λιόλιου Λάζου ζήτησαν και πήραν μυστικά τη συγκατάθεση του Καποδίστρια για να γυρίσουν στον Όλυμπο και να ξαναφτιάξουν το πατρικό τους αρματολίκι. 
Ο Τόλιος Λάζος πήρε την περιοχή Λιβαδίου, Κοκκινοπλού, Αγίου Δημητρίου και των στενών της Πέτρας. 
Ο Κώστας Ολύμπιος, αδελφός του Διαμαντή Νκολάου πήρε την περιοχή της Κατερίνης ως τον Αλιάκμονα.
 Ο Γιάννης Λάζος, γιος του χιλίαρχου Τόλιου Λάζου πήρε την περιοχή της Ελασσόνας.
 Έτσι γύρω στο 1835 με έδρα αυτή τη φορά το σημερινό Λιβάδι ανασταίνεται το περίδοξο αρματολίκι του Ολύμπου και οι απόγονοι των Λαζαίων συνεχίζουν να γράφουν ένδοξες σελίδες στην οικογενειακή τους αλλά και στην εθνική μας ιστορία, έχοντας τρανούς συμβουλάτορες και καθοδηγητές τον ταγματάρχη καπετάν Διαμαντή και τον χιλίαρχο Τόλιο, Λάζο ο οποίος την εποχή αυτή με το υπ’αριθμ. 141 Διάταγμα της Ελληνικής Πολιτείας είχε διοριστεί μέλος του δικαστηρίου Ανατολικής Ελλάδος.

Το 1835 όμως, σε νέο επαναστατικό κίνημα σκοτώνεται στον Όλυμπο σε μια συμπλοκή, ο Γιάννης, ο γιος του χιλίαρχου και την επόμενη χρονιά πεθαίνει και ο χιλίαρχος αφήνοντας δύο εφήβους ακόμα γιους.

Τον ίδιο χρόνο, 1836, υπάρχει στην Αθήνα μια μυστική πατριωτική οργάνωση, μια νέα φιλική εταιρεία, που έχει σκοπό να οργανώσει όλους τους παλιούς Θεσσαλομακεδόνες αγωνιστές που βρίσκονται στην ελεύθερη Ελλάδα με σκοπό την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Αρχηγοί της νέας αυτής Φιλικής Εταιρείας είναι οι Χριστόφορος Περραιβός και ο Δρόσος Μανσόλας. Ανάμεσα στους πρώτους που μυήθηκαν σε αυτή ήταν και τα Λαζόπουλα στο αρματολίκι του Ολύμπου.

Δυστυχώς όμως, τα σχέδιά τους προδόθηκαν και τα Λαζόπουλα χαρακτηρίστηκαν από το Σουλτάνο προδότες και εχθροί της Τουρκίας για αυτό αναγκάστηκαν το 1841 να παρατήσουν το αρματολίκι και να καταφύγουν στη Νέα Πέλλα.

Δεν άργησε όμως να έρθει η επανάσταση του 1854 στην Πιερία και οι αετοί του Ολύμπου ξανανοίγουν τα φτερά τους με ενθουσιασμό και αυταπάρνηση για νέους αγώνες. Στο χωριό Κελέρια του Αλμυρού όπου έγινε το συμβούλιο των 42 καπεταναίων, πρώτοι έδωσαν το παρών οι αδελφοί Δήμος και Τόλιος Λάζος, οι Βλαχαβαίοι, οι Τζαχειλαίοι, ο Μέλλιος Συρόπουλος, ο Παναγιώτης Τσάρας, ο Μπιζιώτας, ο Κώστας Διαμαντής και άλλοι που πήραν εντολή από τον γενικό αρχηγό Χριστόδουλο Χατζηπέτρου, να κινηθούν προς τα Χάσια.

Υπάρχουν απομνημονεύματα του Δήμου Λάζου από τα οποία παραθέτουμε τα άγνωστα ως τώρα στοιχεία για την αδικημένη, από τους ιστορικούς μας συγγραφείς επανάσταση του 1854 στην Πιερία και την υπόλοιπη Μακεδονία και τη συμμετοχή σε αυτήν των Λαζαίων.

Πληροφορούμαστε λοιπόν, ότι το εκλεκτό σώμα των Μακεδόνων έχοντας για αρχηγούς τους παραπάνω έμπειρους παλιούς καπεταναίους αφού έλαβε μέρος στις μάχες Πλατάνου και του Αλμυρού, απέσπασε το γενικό θαυμασμό στην περίφημη μάχη της Καλαμπάκας, αρχές Μαΐου 1854 πιάνοντας αιχμαλώτους 150 περίπου «αραπάδες», τους οποίους οι Τούρκοι είχαν φέρεις από την Αίγυπτο με διοικητή το Σελίμ Πασά, με σκοπό να καταπνίξουν το κίνημα στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία.

Στη συνέχεια τα 600 παλικάρια του Μακεδονικού σώματος πέρασαν νικηφόρα από τη Δεσκάτη κατατροπώνοντας τις δυνάμεις του Ζεϊνέλ πασά και έφτασαν στο Λιβάδι Ολύμπου όπου τους περίμενε αληθινός θρίαμβος.

Να τι γράφει ο Δήμος Λάζος στα απομνημονεύματά του:

«Το πεδίον της μάχης είχεν καλυφθεί εκτάδην υπό 500 και πλέον νεκρών Τούρκων ελθόντων εκ Σερβίων, των υπολοίπων τραπέντων επονείδιστον φυγήν και ζωγρηθέντων ετέρων 150»

Κατόπιν το σώμα έφτασε στα περίχωρα της Κατερίνης. Όταν πάτησαν στη Μηλιά ο Καπετάνιος Λάζος γράφει:

«Ευθύς ως επατήσαμεν το πόδι μας το χώμα της πατρώας γης, ηνοίξαμεν τας αγκάλας μας, κατεφιλήθημεν, θερμώς μεταξύ μας και ενώ όλοι μηδενός εξαιρουμένου εκλαίομεν ωσάν μικρά παιδιά επέσαμεν καταγής και ηρχίσαμεν να καταφιλώμεν το άγιο χώμα της πατρίδος μας. Επιτέλους το εβλέπαμεν ελεύθερον»

Θα το θεωρούσα μεγάλη παράλειψη σεβαστοί μου, αναγνώστες αν δεν ανέφερα και το παρακάτω απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του Γιάννη Λάζου που από τις λίγες γραμμές μπορεί κανείς να νοιώσει και να θαυμάσει το ψυχικό μεγαλείο που εξακολουθούσε να υπάρχει στην ψυχή των Λαζαίων, λες και ήταν ο θησαυρός που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους

«Τι κι αν ήταν μαύροι οι αιχμάλωτοί μας; Μην τάχα δεν είναι άνθρωποι και αυτοί όμοιοι με ημάς; Άμα τους αφήναμεν νηστικούς να πεθάνουν από την πείνα ή τους εσκοτώναμεν άοπλους, θα έπρεπε να ξουρίσωμεν τα μουστάκια μας και να φορέκωμεν γυναικόρουχα».

Αλλά όμως τι ειρωνεία! Τα δάκρυα χαράς και ο απερίγραπτος ενθουσιασμός για το αντάμωμα με την πατρίδα γρήγορα μετατράπηκαν σε ανείπωτη οδύνη και απογοήτευση. Μόλις τα Λαζόπουλα και οι άλλοι Μακεδόνες καπεταναίοι έφτασαν στη Βροντού, του Ολύμπου οι Αγγλογάλλοι έστειλαν από τη Θεσσαλονίκη τον πρόξενο Λουϊ Ντε Μορνάρ με σκοπό να αναγκάσει τους επαναστάτες να σταματήσουν αμέσως τον πόλεμο.

Ο Γάλλος πρόξενος συναντήθηκε με τους καπεταναίους στην Κατερίνη τέλη Μαΐου 1854 και όταν κατάλαβε ότι τα διπλωματικά του επιχειρήματα δεν έπειθαν κανένα κατέφυγε στις απειλές λέγοντας πως αν δεν πάψουν αμέσως τον πόλεμο και δεν καταθέσουν τα όπλα, η Αγγλία και η Γαλλία θα κάνουν απόβαση στον Πειραιά.

Στην όχι και πολύ γνωστή, ως τώρα, αυτή συνάντηση, πήρε το λόγο ο Δήμος Λάζος και απάντησε :

«Μινίστρο, εμείς όλοι το τομάρι μας το έχομε ταγμένο να το φάνε τα όρνια και τ’ αγρίμια του Ολύμπου, όπως έφαγαν και των πατεράδων και των παππούδων μας. Μη γνοίζεσαι λοιπόν, για μας και μη μας φοβερίζεις γιατί, από φοβέρες είμαστε χορτάτοι από τα παιδικά μας χρόνια. Για να σου δείξουμε πως εμείς μόνο λευτεριά ζητούμε και τίποτις άλλο, σε παρακαλούμε ν’ αφήσεις τις φοβέρες και να φροντίσεις γι αυτούς τους άμοιρους αραπάδες, που τους, κουβαλήσατε στα χώματά μας, απ’ την Ανατολή για να μας ρουφήξετε το αίμα. Τους λυπάτε η καρδιά μας για το χάλι τους. Φρόντισε να τους στείλεις στην πατρίδα και στις οικογένειές τους, δεν τους κάναμε κακό μα ούτε και τους θέλουμε άλλο για να μας μοιράζουν στα μισά το λίγο ξερόψωμά μας και τα τσαρούχια μας. Ας πάνε στην πατρίδα τους να πουν ότι εμείς οι Έλληνες δεν σκοτώνουμε άνανδρα και ότι μόνο για την ελευθερία της πατρίδος μας αγωνιζόμαστε. Τόσο κακό κάνουμε που ζητούμε να ελευθερωθούμε και μας απειλείτε με πόλεμο;»

Στο άκουσμα αυτών των λόγων, ο Γάλλος έδειξε αμηχανία, δέχτηκε πρόθυμα την παράδοση των αιχμαλώτων κι έφυγε, δίχως να πει λέξη. Το άτυχο τέλος αυτής της επανάστασης είναι γνωστό και οι Μακεδόνες αγωνιστές επέστεψαν στη Νέα Πέλλα περιμένοντας μια νέα ευκαιρία που ήρθε το 1878. Οπότε και πάλι η Πιερία έγινε το κέντρο ενός νέου απελευθερωτικού αγώνα.

Στο μεταξύ στη Νέα Πέλλα, το 1865, πέθανε ο Δήμος Λάζος σε ηλικία 61 χρόνων, αφήνοντας δυο γιούς, το Γιάννη 25 χρόνων που σπούδασε γιατρός και τον Αλέξανδρο 20 χρόνων που κατατάχτηκε εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό στις 25 Απριλίου 1867.

Από τα ιδιόχειρα απομνημονεύματα του γιατρού Γιάννη Λάζου θα παραθέσω τα παρακάτω ενδιαφέροντα στοιχεία. Δεν θα επεκταθώ σε λεπτομέρειες για τα γεγονότα και τα αποτελέσματα της επανάστασης του 1878. Είναι γνωστά.

Στις 22 Ιανουαρίου 1878 η Μακεδονική Επιτροπή της Αθήνας έστειλε άκρως απόρρητο έγγραφο στο γιατρό και τον όρισε οπλαρχηγό με την παράκληση να στρατολογήσει όσο περισσότερους Μακεδόνες της Αταλάντης μπορούσε επειδή ήταν ο μόνος που έχαιρε της εκτίμησης των. Ολοπρόθυμα ο Γιάννης Λάζος παράτησε την επιστήμη – την εποχή αυτή ήταν εσωτερικός χειρουργός στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών – και με τον αδερφό του Αλέξανδρο που είχε γίνει επιλοχίας των ευζώνων, βρέθηκε από τους πρώτους στον Όλυμπο το Φεβρουάριο του 1878 στο πλευρό του επισκόπου Κίτρους Νικόλαο Λούση και της προσωρινής Κυβέρνησης της Μακεδονίας με πρόεδρο τον Ευάγγελο Κοροβάγκο. Η αθάνατη φάρα των Λαζαίων και πάλι αγωνίζεται και πάλι δοξάζεται.

Από την πλούσια και θαυμαστή δράση των νέων Λαζαίων καπετανέων αναφέρουμε μόνο το παρακάτω περιστατικό αποφεύγοντας τα απομνημονεύματα του Γιάννη όπου αναφέρει τα ίδια για να μη θεωρηθούν μεροληπτικά και υποκειμενικά .

Στην εφημερίδα «ΕΣΠΕΡΙΝΗ» ο απεσταλμένος της στον Όλυμπο δημοσιογράφος Αλβανάκης έγραψε στο φύλλο της 27ης Φεβρουαρίου 1878 :

«Εις την Μονή Πέτρας, συγκεντρώθησαν πολλά γυναικόπαιδα. Τούτο δε δεν διέφυγεν του Τούρκους. Όθεν συχνάκις επεχείρουν την εκπόρθησιν της Μονής. Την 22αν Φεβρουαρίου 1878, μετά τα γεγονότα, χωρικός Τούρκος επληροφόρησεν μπουλούκια Γκεκηδων ατάκτων ότι εις την Μονήν ευρίσκοντο πλείστα , γυναικόπαιδα και πολλά λάφυρα, τον όπερ εξήγειρε τα άγρα αρπακτικά και αιμοβόρα αυτών ένστικτα. Την επομένην, λοιπόν, λίαν πρωί, εξεκίνησαν, ούτοι εις τετρακοσίους ανερχόμενοι, κατά της Μονής. Εγκαίρως όμως, επληροφορήθησαν τούτο και οι επαναστάτες Μακεδόνες και έλαβον τα κατάλληλα μέτρα. Το συμβούλιον των οπλαρχηγών εξέλεξεν εκουσίως προσφερθέντα τον Ιωάννην Λάζον να ηγηθεί της επιδρομής αυτής, επειδή ουδείς των άλλων προσφέρθει να προσφέρει βοήθειαν εις τα κινδυνεύοντα γυναικόπαιδα. Ο Ιωάννης Λάζος με τα εξήκοντα περίπου επαναστατών έσπευσεν εις την Μονήν και έστησεν ενέδρα των Γκεκηδων. Ούτοι επεφάνησαν μετά μικρόν και σφοδράν εδέχθησαν των Ελλήνων την επίθεσιν. Ο γενναίος οπλαρχηγός Λάζος εμάχετο ως λέων αψηφών το πενταπλάσιον των εχθρών και την επιθετικής αυτών μανίαν. Οι επαναστάται φιλοτιμούμενοι εκ του παραδείγματος του αρχηγού των εμιμούντο αυτόν ριψοκινδυνεύοντες. Επί δίωρον η μάχη εξηκολουθεί σφοδροτάτη. Ο φιλότιμος οπλαρχηγός Λάζος, μη ανεχόμενος να τον πατούν την ουράν οι Γκεκηδες, ως χαρακτηριστικώς έλεγεν, διέταξε να ρίψουν τα κάπας και εφώνησε δια τρομεράς φωνής προς τους Τούρκους: «Σταθήτε, γουρουνομύτες, να δείτε πως πολεμούν οι Έλληνες». Σύρας δε την πάλαν του όρμησεν ως κεραυνός κατά των Γκεκηδων κραυγάζων προς τους συντρόφους του: «Απάνω τους παιδιά. Απάνω τους». Οι Γκεκηδες κατάπληκτοι προς της τοιαύτης ανδρείας ετράπησαν εις άτακτου φυγήν φωνάζοντες : «Ράϊ, ορέ, ράΪ» δηλαδή παραδινόμεθα. Η μάχη αυτή υπήρξεν η πρώτη εν Μακεδονία, συγκροτηθείσα, κατά το 1878, ενεθάρρυνεν δε μεγάλως τους εγχωρίους και κατεπτόησεν τους Τούρκους και ιδία τους Γκεκηδες οίτινες κατ’αυτήν είχον πάθει αληθή πανωλεθρίαν, αφήσαντες υπέρ τους 150 νεκρούς».

Κάθε σχόλιο στο παραπάνω δημοσίευμα νομίζουμε ότι είναι περιττό.

Μετά την αποτυχία και του κινήματος του 1878 τα Λαζόπουλα επέστρεψαν πάλι στην Αταλάντη και Αθήνα. Στα αρχεία του Στέφανου Δραγούμη υπάρχει επίσημο έγγραφο που αναφέρει ότι όλοι οι οπλαρχηγοί που έλαβαν μέρος στην επανάσταση του 1878 πήραν αποζημίωση. Μόνο τα Λαζόπουλα δεν δέχτηκαν καμία αμοιβή. Επέστρεψαν τα χρήματα με ειδική αναφορά στην οποία ο Γιάννης Λάζος μεταξύ άλλων γράφει:

«Αι προσφερόμενοι υπηρεσίας διά εθνικάς υποθέσεις δεν πληρώνονται και οι αληθείς πολεμισταί και πατριώται δεν δέχονται αμοιβάς δια το χρέος και το καθήκον των προς την φίλτατην πατρίδα».

Η συνείδηση της φυλής οδηγεί σε εθνική Ελευθερία που διαφέρει από την ελευθερία των συνόρων. Αυτή η εθνική συνείδηση διατυπώνεται με κανόνες συμπεριφοράς, τόσο του έθνους, όσο και του ατόμου. Αυτά, μαζί αποτελούν την ταυτότητά μας, μια ταυτότητα που μας την έπλασαν ήρωες όπως οι Λαζαίοι που συντήρησαν και μας δίδαξαν των Ελλήνων τα αρχέτυπα. Έτσι τώρα, εμείς μπορούμε να ψυθιρίζουμε: «Καλότυχοι εσείς οι λεύτεροι νεκροί». Κραυγάζετε μέσα στην αιώνια σιωπή σας.

Ο Τόλιος Λάζος, του Λιόλιου ο γιος, ο αγωνιστής του 1854, πέθανε σε ηλικία 75 χρόνων με το βαθμό του επίτιμου ανθυπολοχαγού, με σύνταξη 40 δρχ. το μήνα, σύνταξη πείνας. Ο γιατρός Γιάννη Λάζος υπήρξε βοηθός του ονομαστού χειρουργού και μεγάλου εθνικού ευεργέτη Θεοδώρου Αρεταίου και πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Αρεταίειου Νοσοκομείου της Αθήνας. Πέθανε στην Αταλάντη το 1921 σε ηλικία 81 χρόνων, αφού πρόσφερε, εθελοντικά και αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες του στους τραυματίες των Βαλκανικών πολέμων και του Α’ παγκοσμίου πολέμου.

Ο Αλέξανδρος Λάζος στις 14 Μαίου 1907 έγινε αντισυνταγματάρχης και πήρε μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα του 1912. Πέθανε το 1925 σε ηλικία 80 χρόνων και θάφτηκε στη Νέα Πέλλα Αταλάντης, δίπλα στον αδελφό του. Και μια συγκινητική λεπτομέρεια: 
Την Άνοιξη του 1914 ο Γιάννης Λάζος με τον αδελφό του Αλέξανδρο επισκέφτηκαν τη Μηλιά ψηλά στα Πιέρια και φίλησαν με δάκρυα χαράς τα αιματοβαμμένα χώματα της ελεύθερης πια πατρικής τους γης.

Η εμφάνιση των Λαζαίων δεν είναι καθόλου τυχαία σε τούτη την περιοχή της Μακεδονίας. Θα λέγαμε ότι είναι ένα νομοτελειακό φαινόμενο. Ζούσαν καθημερινά αγνάντι με τον Όλυμπο που για τον Ελληνισμό υπήρξε ο εγκέφαλός τους. Ζούσαν στον Όλυμπο όπου οι Έλληνες τοποθέτησαν ότι υψηλότερο δημιούργησαν τις έννοιες της θεότητας, της φυσικής, της Ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ανδρείας, της σοφίας. Εδώ στον Όλυμπο οι Έλληνες μορφοποιήσαμε αυτές τις έννοιες στα πρόσωπα των Θεών. Δίας, Αθηνά, Άρης, Απόλλων, Θέμις και τις τοποθετήσαμε στην πιο ψηλή κορφή της χώρας για να τις βλέπει ο κόσμος όλος και να εμπνέεται.

Τούτη την ψυχή του Ελληνισμού, το πνεύμα το πυρίκαυτο ενσάρκωσαν και οι Λαζαίοι, με τη δράση τους. Και αν ακόμα το παράδειγμά τους μένει στην αφάνεια, είναι καιρός να βιαστούμε να τα βγάλουμε στο φως.

Οι καιροί που βιώνουμε είναι απρόβλεπτοι. Μετασχηματισμοί, συσχετισμοί, ανασχηματισμοί κοινωνικοί, εθνικοί, συμπλησιασμοί και συνδυασμοί, διακρατικές ενώσεις, υπερατλαντικές συγκρούσεις, θρησκευτικοί δογματισμοί, άκρατοι φονταμενταλισμοί και συγχύσεις λαών, πολιτισμών, γλωσσών, ιδεών. Βρισκόμαστε στο καζάνι μιας μεγάλης ζύμωσης με αστάθμητα αποτελέσματα. Παντού αμφισβήτηση. Σ’ αυτόν τον κόσμο του αύριο που θα προκύψει έχουμε ένα ιερό χρέος να διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα. Τα κίνητρά μας δεν είναι εθνικιστικά, αλλά πολιτισμικά. Αυτή η ταυτότητα δεν είναι δική μας, την δανειστήκαμε και θα πρέπει να την παραδώσουμε αυτούσια για το καλό της Ανθρωπότητας.

*Ο κ. Μπίντας, είναι ομότιμος καθηγητής