Δεν αναπνέει.
Είναι αλήθεια πως δεν ευθύνετο ο ίδιος πια που άρχιζε ένα ανεπανάληπτο, εξωφρενικό δεκαήμερο προετοιμασίας της ταφής του. Εκτός από την τυπωμένη δημοσιογραφία άρχιζε στο Διαδίκτυο -όπως το ονομάζουν- ταυτόχρονα ο χορός χιλιάδων εικόνων, δηλώσεων, γεγονότων γύρω από τον νεκρό, που αν τα αριθμήσουμε, σε χρόνο ή ποσότητα, θα χάσουμε τον έλεγχο του μυαλού μας. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι ακολούθησαν το κλασικό - εξ ιδίων κρίνω τ' αλλότρια ή όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια. Χωρίς να έχουν χορέψει ποτέ, χωρίς να έχουν κάνει ούτε μία φιγούρα ενός δευτερολέπτου σε πάρτι, ποτέ, ατσούμπαλοι, αναιδείς άρχισαν να ρίχνουν δηλητήριο στην πένα τους. Λες και θα υπάρξουν σαν τον νεκρό, αύριο, καινούριες ντουζίνες στην αγορά για τα εκατομμύρια που τον έκλαιγαν. Αυτοί ξέρανε· τα εκατομμύρια ήταν λάθος!
Ο νεκρός είχε δηλώσει, στους αιώνες, πως είναι - ένας διασκεδαστής. Αυτοί δηλώνανε - δημοσιογράφοι. Βεντέτες αποκλειστικής γνώμης. Εμεναν, και επέμεναν, στα εξωτερικά στοιχεία του καλλιτέχνη. Μάλιστα πρωινή, ελληνική, εφημερίδα τον αποκάλεσε αμέσως - αμφιλεγόμενο καλλιτέχνη! Αμφιλεγόμενος δημοσιογράφος, προφανώς, εξ ιδίων έκρινε τ' αλλότρια. Κουρασμένος, δέχτηκε την είδηση, που την έκοψε και την έραψε στα μέτρα του. Σαν της πεθεράς του η όψη του. Τον φαντάζομαι να τη γράφει, βαριεστημένος με το τζατζίκι δίπλα του. Ανακουφισμένος που ο Μάικλ ήταν νεκρός.
Το δηλητήριο δεν ήταν, φυσικά, μόνο ελληνικό. Ηταν παγκόσμιο. Εγγλέζικο, αμερικάνικο, πρωτίστως. Πέθανε! Ουφ, ησυχάσαμε μ' αυτόν τον περιττό. Υπερβολικό καλλιτέχνη. Το τέρας απεσύρθη.
Το μικρό, ισχνό αγόρι, όμως, ήταν σαν τον Φαραώ Τουταγχαμών. Σαν τον Πάνα στο Ριτζ του Λονδίνου. Τίποτα απ' ό,τι βρήκε δεν το κράτησε στα μέτρα του, το προσάρμοζε στα δικά του. Επαιζε με φίδια, ερπετά, ζώα, και άστρα. Ο χορός του ήταν πλανητική ζάλη αστεροειδών. Εμπειροι χορευτές παραδίδονταν στον ρυθμό του. Κάτοχος του λυσιμελούς σώματος που αναδεικνύεται σε πνεύμα έπαιρνε βαθιές αναπνοές και κατακτούσε το χάος. Τα φονικά του τραγούδια, του ρυθμού του η ζάλη ταξίδεψαν τους ανθρώπους, τους σήκωσαν από την καρέκλα τους, έκανε τα ανάπηρα παιδιά να ζωντανεύουν από τις κινήσεις του βλέποντας τον διασκεδαστή - γιατρό να κινείται στη σκηνή, στην αρένα του δρόμου. Το πιο άρρωστο, αδύνατο αγόρι γινόταν το πιο πλούσιο, εκκεντρικό, σπάνιο είδος του θεάματος. Το πένθος τού είχε σακατέψει τη ζωή, είχε σωθεί, όμως, αυτοκτονώντας στη σκηνή στην τελειότητα της τέχνης του. Οπως ο Φαέθων πήγαινε να αγγίξει τον ήλιο και κάηκε.
Ποιος ασχολείται σήμερα, ειλικρινά, πόσα έπιπλα, ρούχα, σανδάλια, κρεβάτια, γυαλικά, σαρκοφάγους είχε ο Φαραώ Τουταγχαμών; Αν επισκεφθεί κανείς το Μουσείο του Καΐρου θέλει ώρες να μελετήσει τα στοιχεία αυτού του Φαραώ και της ζωής που έζησε. Ποιος πράγματι θα εκπλήσσεται, σε λίγα χρόνια, πού υπήρξε ο Μάικλ Τζάκσον -στον Πειραιά τον φωνάζαμε Μιχάλη- κι έζησε εκκεντρική ζωή με πρώτο στόχο τον εαυτό του; Που, τουλάχιστον, δεν τον θεωρούσε δεδομένο -όπως αυτοί- και τον έψαχνε αφού τον άφηνε να χαθεί. Συνέχεια. Και τι φταίει ο νεκρός Μιχάλης αν ένας στους πέντε ανθρώπους στον κόσμο είδε την κηδεία του; Ή ποτέ πριν -ούτε μετά από αυτόν- δεν θα γίνει άλλη τέτοια ταραχή όταν θα ανακοινωθεί η λέξη - θάνατος, για πρόσωπο στον πλανήτη; Ας μην τον κατηγορήσουμε -έστω και πεθαμένο- πως διηύθυνε, μανατζάριζε τη φήμη του από τον τάφο.
Ο Μάνος Χατζιδάκις μου μιλούσε με θαυμασμό για τον, μετά το Γουέστ Σάιντ Στόρι, μοναδικό χορό του· και έπαιζε πάντα, στις εκπομπές του, στο Τρίτο και αλλού, το «Κορίτσι από τη Λιβερία», σε στίχους και μουσική του νεκρού Πάνα.
Η σοβαρότερη εφημερίδα του κόσμου, η γαλλική «Μοντ», τον υποδέχτηκε νεκρό στην πρώτη σελίδα. Και τον στόλισε με αστρική δημοσιογραφική σκόνη. Αφού από τα άστρα είχε έρθει και εκεί επέστρεφε.
Εχει ησυχάσει, προς το παρόν, ο θόρυβος στη Γη γι' αυτόν. Νύχτωσε πάλι. Και να, η Τερψιχόρη, η μούσα του Χορού, και της Αρμονίας, οδηγεί τον Μάικλ Τζάκσον -στον Πειραιά τον φωνάζαμε Μιχάλη- στον Ολυμπο!
ΥΓ.1: Σε άλλες εποχές, σε άλλους τόπους, 17ος-18ος αιώνας, η περιγραφή μιας κηδείας ήταν ένα σπουδαίο γεγονός. Μια δύσκολη συγγραφή. Οπου τα συναισθήματα γίνονταν λέξεις. Τρόπος. Στάση. Μεγαλείο. Τώρα γίνεται κουτσομπολιό πρωινάδικων. Σκουπίδι. Ιεροσυλία.
ΥΓ. 2: Ο Φελίνι στην τελευταία του ταινία αφήνει να ακουστεί Μάικλ Τζάκσον. Σε μια ντισκοτέκ -έξω από τη Ρώμη;- 4.000 άνθρωποι φαίνεται πως διασκεδάζουν με ένα τραγούδι του.
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=70900