το 1962 που δημιουργήθηκαν μέχρι και σήμερα, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτή της Αθήνας τούς έχει μείνει αξέχαστη, αφού είδαν μπροστά στα μάτια τους να πέφτει στην κυριολεξία ξύλο μετά μουσικής, ενώ λίγο αργότερα οι αστυνομικές δυνάμεις άρχισαν να κυνηγούν και τους ίδιους, με αποτέλεσμα να φυγαδευτούν από τη σκηνή.
Είναι ∆ευτέρα 17 Απριλίου 1967.
Από νωρίς το πρωί έχουν μαζευτεί στον αττικό ουρανό πυκνά μαύρα σύννεφα, με αποτέλεσμα σύντομα να ξεσπάσει βροχή. Κάτι τέτοιο δεν αρέσει καθόλου στους διοργανωτές της εταιρείας Μ+Μ και τον επικεφαλής της, μουσικό παραγωγό και δημοσιογράφο Νίκο Μαστοράκη, που έχουν πληρώσει επισήμως το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 600.000 δραχμών στο γκρουπ προκειμένου να παρουσιάσει το πρόγραμμά του το βράδυ στο γήπεδο του Παναθηναϊκού επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας.
Εκείνη την περίοδο το συγκρότημα μεσουρανεί έχοντας κυκλοφορήσει ήδη επτά δίσκους με μεγάλη επιτυχία και αναμενόταν πως η νεολαία θα αγόραζε σχεδόν όλα τα εισιτήρια που είχαν εκδοθεί. ∆εν έγινε όμως κάτι τέτοιο.
Εκείνη την περίοδο το συγκρότημα μεσουρανεί έχοντας κυκλοφορήσει ήδη επτά δίσκους με μεγάλη επιτυχία και αναμενόταν πως η νεολαία θα αγόραζε σχεδόν όλα τα εισιτήρια που είχαν εκδοθεί. ∆εν έγινε όμως κάτι τέτοιο.
Η «διεφθαρμένη» νεολαία
Το γήπεδο ήταν μισογεμάτο, περίπου 12.000 άτομα, ωστόσο στις κερκίδες υπήρχε παλμός. Τόσο εντός του γηπέδου όσο και εκτός, ο χώρος είχε ζωστεί με χιλιάδες αστυνομικούς που είχαν ως αποστολή να επιτηρούν τη «διεφθαρμένη» νεολαία. Η Ασφάλεια είναι ιδιαίτερα καχύποπτη με τους νέους της εποχής, καθώς πρωτοστατούν στις κοινωνικές διεκδικήσεις και στα επεισόδια.
Αρκετές φορές οι Αρχές δεν διστάζουν να χτυπούν στον δρόμο τους 18χρονους μόνο και μόνο επειδή μπορεί π.χ. να μην τους αρέσει το κούρεμα ή το ντύσιμό τους. Μην ξεχνάμε ότι η συναυλία γίνεται ∆ευτέρα 17 Απριλίου του 1967 και ξημερώματα Παρασκευής 21 του μηνός θα βγουν στους δρόμους τα τανκς καταλύοντας τη ∆ημοκρατία.
Το πρόγραμμα θα ανοίξουν στις 20.15 γνωστά ελληνικά μουσικά σχήματα της εποχής, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι Idols, οι M.G.C. οι Loudogg αλλά και ο αείμνηστος Τάσος Παπασταμάτης με τον Δάκη.
Την ίδια ώρα ο 24χρονος τραγουδιστής των Rolling Stones Μικ Τζάγκερ είχε ξαπλώσει σε έναν πάγκο στα παρασκήνια φορώντας ενα χρυσό κιμονό και ξεκουραζόταν, πίνοντας βότκα με πορτοκαλάδα. Οταν τον ειδοποιούν ότι ήρθε η σειρά τους βγαίνει τρέχοντας στη σκηνή.
Το κοινό παραληρεί. Στις πρώτες νότες όλοι ενθουσιάζονται, εκτός από τους αστυνομικούς που επιτηρούν τις εξέδρες. Οι επιτυχίες των Λονδρέζων διαδέχονται η μία την άλλη. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, οι αστυνομικοί είχαν εντολή να «σπάσουν στο ξύλο» όποιον χορεύει ή χειροκροτεί με περισσότερο ενθουσιασμό. Η αφορμή θα δοθεί πολύ σύντομα από τον ίδιο τον Μικ Τζάγκερ, εν αγνοία του.
Εάν πιστέψουμε τα όσα έχουν δηλώσει κατά καιρούς στα μέσα ενημέρωσης πρόσωπα που ήταν παρόντα σε αυτήν την επεισοδιακή συναυλία, την ώρα που τραγουδούσε τη μεγάλη επιτυχία της εποχής, το (I can’t get no) «Satisfaction», κάποιος του δίνει ένα μπουκέτο με κόκκινα γαρίφαλα.
Εκείνος τα παίρνει και αρχίζει να τα σκορπάει από μακριά προς τον κόσμο που βρισκόταν στις εξέδρες, δίχως να γνωρίζει ότι στην Ελλάδα είναι έντονα τα πολιτικά πάθη και πως το κόκκινο γαρίφαλο έχει συνδεθεί άρρηκτα με τον κομμουνισμό και την Αριστερά εν γένει.
Η κίνησή του ερμηνεύεται από τους αστυνομικούς ως αμιγώς πολιτική. Παράλληλα, η λέξη «Satisfaction» («Ικανοποίηση») ακουγόταν στ’ αυτιά των ένστολων που δεν γνώριζαν αγγλικά ως... «θα σας σφάξω».
Το κοινό παραληρεί. Στις πρώτες νότες όλοι ενθουσιάζονται, εκτός από τους αστυνομικούς που επιτηρούν τις εξέδρες. Οι επιτυχίες των Λονδρέζων διαδέχονται η μία την άλλη. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, οι αστυνομικοί είχαν εντολή να «σπάσουν στο ξύλο» όποιον χορεύει ή χειροκροτεί με περισσότερο ενθουσιασμό. Η αφορμή θα δοθεί πολύ σύντομα από τον ίδιο τον Μικ Τζάγκερ, εν αγνοία του.
Εάν πιστέψουμε τα όσα έχουν δηλώσει κατά καιρούς στα μέσα ενημέρωσης πρόσωπα που ήταν παρόντα σε αυτήν την επεισοδιακή συναυλία, την ώρα που τραγουδούσε τη μεγάλη επιτυχία της εποχής, το (I can’t get no) «Satisfaction», κάποιος του δίνει ένα μπουκέτο με κόκκινα γαρίφαλα.
Εκείνος τα παίρνει και αρχίζει να τα σκορπάει από μακριά προς τον κόσμο που βρισκόταν στις εξέδρες, δίχως να γνωρίζει ότι στην Ελλάδα είναι έντονα τα πολιτικά πάθη και πως το κόκκινο γαρίφαλο έχει συνδεθεί άρρηκτα με τον κομμουνισμό και την Αριστερά εν γένει.
Η κίνησή του ερμηνεύεται από τους αστυνομικούς ως αμιγώς πολιτική. Παράλληλα, η λέξη «Satisfaction» («Ικανοποίηση») ακουγόταν στ’ αυτιά των ένστολων που δεν γνώριζαν αγγλικά ως... «θα σας σφάξω».
Το τραγουδούν με πάθος τόσο τα μέλη του συγκροτήματος όσο και ο κόσμος.
Οι Αρχές θεωρούν ότι απειλούνται και πρέπει να δράσουν.
«ΣΤΟΠ, ΡΕ!»
Ξυλοκοπούν τους νεαρούς που χοροπηδούν, ενώ φωνάζουν στον Τζάγκερ να σταματήσει.
«Στοπ, ρε!».
Ο νεαρός σταρ αρχικά ζητά τον λόγο, αλλά βλέποντας τις άγριες διαθέσεις των ένστολων, καθώς επίσης και το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν με βία τον μάνατζερ του γκρουπ Τομ Κέιλοκ, ο οποίος είχε πάει προς τις εξέδρες να μοιράσει κάποια από τα λουλούδια, κάνει νόημα στην μπάντα να σταματήσει. Μπαίνουν στα παρασκήνια φανερά ενοχλημένοι από την εξέλιξη, ενώ οι υπεύθυνοι του γηπέδου, κατόπιν εντολής της Αστυνομίας, κατεβάζουν τον γενικό διακόπτη και τα φώτα σβήνουν. Η συναυλία μόλις έχει λήξει άδοξα.
Τα μέλη του συγκροτήματος θα φυγαδευτούν προκειμένου να μεταφερθούν στο ξενοδοχείο Hilton όπου διέμεναν και την επόμενη μέρα θα αναχωρήσουν από το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Πίσω θα μείνει μόνο ο μπασίστας Μπιλ Γουάιμαν, που επιλέγει να κάνει ολιγοήμερες διακοπές στην Αθήνα.
Τα μέλη του συγκροτήματος θα φυγαδευτούν προκειμένου να μεταφερθούν στο ξενοδοχείο Hilton όπου διέμεναν και την επόμενη μέρα θα αναχωρήσουν από το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Πίσω θα μείνει μόνο ο μπασίστας Μπιλ Γουάιμαν, που επιλέγει να κάνει ολιγοήμερες διακοπές στην Αθήνα.
Για κακή του τύχη κλείνει για την Παρασκευή τα εισιτήρια επιστροφής στο Λονδίνο, αλλά εκείνη την ημέρα εκδηλώνεται το πραξικόπημα, με αποτέλεσμα να αναχωρήσει για τη βρετανική πρωτεύουσα στις 23 Απριλίου 1967.