μια πολύπλοκη πολιτισμική διαδικασία που διαπερνά πολλές εκφάνσεις της καθημερινής ζωής μας και της συμπεριφοράς μας. Ο Νιρ Αβιέλι, καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Μπεν Γκουριόν του Ισραήλ, ασχολείται πολλά χρόνια με την κοινωνική ανθρωπολογία της διατροφής.
Η συζήτηση μαζί του είναι απολαυστική όχι μόνο γιατί ξεχειλίζει από μυρωδιές και γεύσεις, αλλά και γιατί ρίχνει λίγο φως στο κοινωνικό πλαίσιο τις μίας εκ των δύο μεγαλυτέρων ανθρώπινων απολαύσεων. Απολαύστε τον!
Είναι η πρώτη φορά που βρίσκομαι τετ α τετ με έναν κοινωνιολόγο με ειδικότητα στην κοινωνική ανθρωπολογία της διατροφή και ομολογώ ότι είμαι ήδη εντυπωσιασμένος. Ποια είναι η σχέση σου με το φαγητό, και πώς μπήκες σε αυτή την γευστική περιπέτεια;
Ο άνθρωπος που με έμαθε να μαγειρεύω ήταν η γιαγιά μου, όπως συμβαίνει με πάρα πολλούς. Όλοι στην οικογένεια λατρεύαμε το φαγητό της και μαγείρευε φρέσκο φαγητό κάθε μέρα. Όταν μεγάλωσα αρκετά, μια μέρα τη ρώτησα αν της αρέσει να μαγειρεύει.
Μου απάντησε “όχι”. Αυτό ήταν μια έκπληξη για μένα και τη ρώτησα, γιατί;
Μου είπε ότι όταν ήταν νέα ήθελε να ταξιδέψει, να γνωρίσει τον κόσμο, να ζήσει ξέγνοιαστα, αλλά η ζωή πήρε διαφορετικό δρόμο. Ξέσπασε ο πόλεμος, οι διώξεις, βρέθηκε στο Άουσβιτς όπου κατάφερε να επιβιώσει και μετά παντρεύτηκε και ήρθε στο Ισραήλ.
«Όλη μου τη ζωή μαγειρεύω και δεν μου αρέσει», μου είπε.
Στη λογοτεχνία το μαγείρεμα περιβάλλεται από μια ατμόσφαιρα ρομαντισμού καθώς παρουσιάζεται σαν έκφραση αγάπης, ενδιαφέροντος για την οικογένεια, το φίλο, τον συνάνθρωπο. Αν μοιραζόμαστε το φαγητό μας, είναι ένδειξη ότι νοιαζόμαστε για τον άλλο. Στην κοινωνιολογία χρησιμοποιούμε τους όρους της “ένταξης” και του “αποκλεισμού”.
Δημιουργούμε κύκλους ένταξης. Για παράδειγμα, η οικογένεια, μετά η κοινότητα, η πόλη, η χώρα κτλ και συχνά χρησιμοποιούμε το φαγητό ως αναφορά για τις θετικές πτυχές της κοινωνίας, ή της παρέας.
Εκείνη η στιγμή ήταν πολύ σημαντική για μένα γιατί έμαθα κάτι ακόμη. Ότι το φαγητό είναι και στοιχείο εξουσίας και κάποιες φορές καταπίεσης ή εκμετάλευσης, ιδιαίτερα για τις γυναίκες.
Η κουζίνα μπορεί να γίνει φυλακή.
Τι ακριβώς κάνει ένας κοινωνικός ανθρωπολόγος της διατροφής;
Αρχικά, αυτό που κάνουμε είναι πολύ απλό. Tρώμε, μαγειρεύουμε, πηγαίνουμε στις κουζίνες άλλων ανθρώπων και συμμετέχουμε σε όσο το δυνατόν περισσότερα διατροφικά γεγονότα να το πω απλά.
Νομίζω ότι ο σημαντικός όρος είναι “διατροφικό γεγονός”. Διατροφικό γεγονός είναι κάθε κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο έχει μία θέση το φαγητό.
Σήμερα η Κοινωνική Ανθρωπολογία της διατροφής είναι πολύ δημοφιλής. Γιατί καταρχάς αρέσει στους φοιτητές και γιατί όλοι βρίσκουν μια ευχαρίστηση στο φαγητό. Όταν ξεκίνησα, δεν υπήρχε κάποια μεθοδολογία στο πώς να κάνουμε την έρευνα και έτσι πήγα στο Βιετνάμ. Έφτασα λοιπόν και αναρωτιόμουν. «Και τώρα τι κάνω;»
Αυτό όμως είναι πάντα ένα πρόβλημα στην ανθρωπολογία, γιατί στην επιστήμη μας, η ιδέα είναι να προσπαθήσεις να πάρεις θέση και μέρος στη ζωή των άλλων ανθρώπων. Και αυτό ξέρεις είναι μία πολύ αφηρημένη ιδέα. Δεν είναι όπως την στατιστική που έχεις έτοιμα τα δεδομένα ή ψάχνεις και τα βρίσκεις και μετά βγάζεις συμπεράσματα.
Πώς, λοιπόν, παίρνεις μέρος συμμετέχεις στην ζωή των άλλων;
Το φαγητό είναι ένας τρόπος;
Και μάλιστα πολύ αποτελεσματικός, γιατί όλοι τρώνε κάθε μέρα.
Όταν πήγα στο Βιετνάμ, ήμουν ο μόνος Ισραηλινός – και νομίζω ακόμη είμαι – που πήρε ποτέ βίζα για έρευνα και νομίζω ότι ο λόγος ήταν το φαγητό.
Σκέφτηκαν προφανώς: «Θα θέλει να μελετήσει την διατροφή μας, το φαγητό μας είναι το καλύτερο στον κόσμο άρα είναι ευπρόσδεκτος».
Αλλά την ίδια στιγμή δεν καταλάβαιναν ότι το φαγητό είναι πολιτική. Αν τους έλεγα ότι το φαγητό είναι πολιτική δεν θα μου επέτρεπαν να κάνω την έρευνα μου.
Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν ότι το φαγητό είναι μια από τις πιο ισχυρές και ευθείες εκφράσεις πολιτικής, σχέσεων εξουσίας, σχέσεων μεταξύ φύλων, σχέσεων μέσα στην κοινωνία.
Θα μπορούσες να αναλύσεις λίγο περισσότερο αυτό που μόλις είπες για τις σχέσεις;
Όταν τρώμε βάζουμε τον εγκέφαλο μας σε κατάσταση περιορισμένης λειτουργίας.
Όλο το αίμα συγκεντρώνεται στην περιοχή του στομαχιού. Δεν σκεφτόμαστε καθαρά. Θεωρούμε το φαγητό μία βιολογική ανάγκη και δεν το μεταφράζουμε σε κοινωνική σχέση όπως άλλες ενέργειες. Δεν σπεύδουμε κάθε φορά να μεταφράσουμε κάποια πράγματα ή σημασίες.
Αλλά ακριβώς επειδή το κάνουμε με έναν αυτοματοποιημένο τρόπο και επειδή δεν σκεφτόμαστε γι’ αυτό, για έναν ανθρωπολόγο, αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο μπορεί να δει πολύ ευθείες και άμεσες εκφάνσεις των κοινωνικών σχέσεων που συνήθως δεν μπορεί να τις δει και κανένας να του τις πει μέσα σε ένα διαφορετικό πλαίσιο. Θα σου δώσω ένα παράδειγμα:
Στο Βιετνάμ το τραπέζι στην οικογένεια είναι στρογγυλό. Πως ξεκινάς και πως τελειώνεις το φαγητό;
Στο βόρειο Βιετνάμ ο αρχαιότερος στην ηλικία λέει «παρακαλώ ξεκινήστε». Στο νότιο και στο κεντρικό Βιετνάμ, αυτό το κάνουν οι νεότεροι την ηλικία.
Μπροστά από τη θέση του καθενός υπάρχει ένα μπολ γεμάτο ρύζι, το οποίο είναι ήδη σερβιρισμένο και το γεύμα ξεκινάει τρώγοντας πρώτα από αυτό το μπολ. Εγώ με τη σύζυγό μου, ζούσαμε σε ένα ξενοδοχείο και 2 με 3 φορές την εβδομάδα τρώγαμε μαζί με την οικογένεια που το είχε. Μπορώ να σου πω ότι κάθε φορά το γεύμα γινόταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Όποιος τελείωνε το φαγητό του σηκωνόταν από το τραπέζι και κάθε φορά μέναμε τελευταίοι εγώ, η γυναίκα μου και η κοπέλα που καθάριζε το ξενοδοχείο.
Γνωρίζω ότι στην Ευρώπη, απ’ όπου και καταγωγή των προγόνων μου, ότι η ευγένεια προστάζει να μη σηκώνεται κάνεις από το τραπέζι μέχρι να τελειώσουν όλοι και αναρωτιόμουν γιατί όλοι σηκώνονται και φεύγουν. Δεν μπορούσα να καταλάβω και μετά άρχισα να παρατηρώ.
Όταν ξεκινούσε το γεύμα, ο πρώτος που έβαζε μία μπουκιά ρύζι στο στόμα του ήταν αυτός που βρισκόταν στην κορυφή της ιεραρχίας. Πάντα.
Και μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ακολουθείτο από τον επόμενο στην ιεραρχία και μετά τον επόμενο και πάει λέγοντας.
Στην Βιετναμέζικη κοινωνία, που είναι πολύ επηρεασμένη από τον κομφουκιανισμό, υπάρχει η ιεραρχία. Γνωρίζεις την ιεραρχία και αν δεν τη γνωρίζεις δεν μπορείς να επικοινωνήσεις.
Η δεύτερη ερώτηση που σου κάνουν στο Βιετνάμ πάντα, είναι “πόσων ετών είσαι” και συνήθως οι γυναίκες από τις δυτικές χώρες νιώθουν να προσβάλλονται και δεν μπορούν να καταλάβουν ότι αν δε γνωρίζει κάποιος στην ηλικία σου δεν μπορεί να επικοινωνήσει μαζί σου.
Γιατί στο Βιετνάμ δεν χρησιμοποιούν την προσφώνηση κύριος η κυρία. Χρησιμοποιούν προσφώνηση οποία προέρχεται από τις οικογενειακές σχέσεις όπως μικρότερος αδερφός ή μεγαλύτερη αδερφή, ο θείος ο μεγαλύτερος θείος και τα λοιπά.
Πρόσεξε λοιπόν τώρα γιατί έχει σημασία.
Πόσων χρονών είσαι;
Σαράντα εννέα.
Ωραία εγώ είμαι πενήντα τριών, άρα στο Βιετνάμ θα ήσουνα ο μικρότερος μου αδερφός κι εσύ θα με αποκαλούσες μεγάλε αδελφέ. Τι σημαίνει αυτό; Ότι τώρα που πίνουμε καφέ εγώ πρέπει να πληρώσω γιατί είσαι ο μικρός αδερφός μου.
Ακόμα κι αν δεν γνωριζόμαστε, ακόμα κι αν γνωριστήκαμε πριν από 5 λεπτά. Από τη στιγμή που θα αποκαλέσει ο ένας τον άλλον μικρό και μεγάλο αδερφό, έχουμε δημιουργήσει μία σχέση που περιλαμβάνει όλο το πλαίσιο των συγγενικών σχέσεων.
Δε λειτουργεί πάντα, αλλά σκέψου με ποιο τρόπο η γλώσσα επηρεάζει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Πάμε όμως πάλι πίσω στο φαγητό και στο οικογενειακό τραπέζι που λέγαμε.
Θα πρέπει να φας 100 φορές μαζί τους για να καταλάβεις τι ακριβώς συμβαίνει. Είναι πάρα πολύ περίπλοκο. Το με ποια σειρά βάζουν οι άνθρωποι το ρύζι στο στόμα τους λοιπόν δηλώνει ιεραρχία.
Δε λειτουργεί πάντα, αλλά σκέψου με ποιο τρόπο η γλώσσα επηρεάζει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Πάμε όμως πάλι πίσω στο φαγητό και στο οικογενειακό τραπέζι που λέγαμε.
Θα πρέπει να φας 100 φορές μαζί τους για να καταλάβεις τι ακριβώς συμβαίνει. Είναι πάρα πολύ περίπλοκο. Το με ποια σειρά βάζουν οι άνθρωποι το ρύζι στο στόμα τους λοιπόν δηλώνει ιεραρχία.
Ποια είναι η ιεραρχία;
Ηλικία πριν από το φύλο. Στην Κίνα είναι το αντίστροφο όπως και σε άλλες περιοχές της νοτιοανατολικής Ασίας.
Λοιπόν ηλικία πριν από το φύλο αλλά άντρες πριν από τις γυναίκες. Μετά η μόρφωση.
Στο ξενοδοχείο λοιπόν που μέναμε μαζί μας έτρωγε και ο ρεσεψιονίστας ο οποίος ήταν απόφοιτος του πανεπιστημίου και μιλούσε αγγλικά.Ήταν ψηλότερα στην ιεραρχία από κάθε άλλον υπάλληλο εκεί μέσα, μεγαλύτερο η μικρότερο σε ηλικία γιατί ακριβώς ήταν μορφωμένος.
Έχουμε λοιπόν τρεις συνθήκες που είναι το φύλο, η ηλικία και μόρφωση, τα οποία παίζουν ρόλο στο πως ξεκινάς και τελειώνεις το φαγητό και τα οποία βρίσκονται σε μία δυναμική σχέση μεταξύ τους για το πιο έρχεται πρώτο και αυτό κάθε φορά εξαρτάται από τις συνθήκες.
Πώς τελείωνε λοιπόν το γεύμα; Ο πρώτος στην ιεραρχία, που ξεκίνησε και πρώτος, είναι αυτός που φεύγει και πρώτος.
Εγώ λοιπόν που ήμουνα μόνο μερικά χρόνια στο Βιετνάμ και έκανα το διδακτορικό μου ήμουν ο νεότερος.
Θυμάμαι μου έλεγε η κόρη του ιδιοκτήτη που ήταν δέκα χρονών: Νιρ, όταν ήρθες εδώ δεν ήξερες τίποτα, ούτε να τρως, ούτε την ιεραρχία, ούτε να μιλάς, τίποτα. Τώρα έχεις αρχίσει να μαθαίνεις, είσαι σε ηλικία περίπου τεσσάρων χρονών.
Το φαντάζεσαι; Ένα κορίτσι δέκα χρονών μου έλεγε ότι ήμουν τεσσάρων χρονών. Ε λοιπόν ήταν φυσικό αφού ήμουν τεσσάρων χρονών να είμαι ο τελευταίος που θα φύγει από το τραπέζι.
Για να κερδίσω λοιπόν τη θέση μου στην κοινωνία θα έπρεπε να μάθω και το φαγητό ήτανε ένας σταθμός μέσα σε αυτή τη διαδικασία της εκμάθησης.
Θυμήσου επίσης ότι το τραπέζι ήτανε στρογγυλό. Στρογγυλό τραπέζι σημαίνει ότι δεν υπάρχει η κεφαλή. Μοιραζόμαστε το φαγητό και το μοιραζόμαστε πολύ προσεκτικά. Νοιαζόμαστε ο ένας για τον άλλον.
Πρόσεξε τώρα μία λεπτομέρεια. Παρά το ότι στο στρογγυλό τραπέζι δεν υπάρχει η κεφαλή του τραπεζιού, στο βιετναμέζικο τραπέζι κεφαλή του τραπεζιού είναι εκεί όπου βρίσκεται η μεγάλη γαβάθα με το ρύζι.
Και η μεγάλη γαβάθα με το ρύζι βρίσκεται πάντα κοντά στην μητέρα.
Είναι μία έκφραση αυτής της δυναμικής ισορροπίας που την βλέπουμε στον κομφουκιανισμό μεταξύ ανδρών και γυναικών και αυτή φυσικά εκφράζεται μέσα από το φαγητό.
Αυτό ήταν ένα παράδειγμα για το πως το φαγητό εκφράζει κοινωνικές σχέσεις και θα σου δώσω ένα άλλο παράδειγμα:
Πως ένας άντρας εκφράζει το θυμό του στη γυναίκα του; Είναι κάτι που όλοι το έχουμε δει.
Δεν λέει τίποτα. Απλά δεν τρώει. Της λέει με τη σιωπή του: “Δεν τρώω το φαγητό σου”. Και η γυναίκα νιώθει αμέσως άσχημα.
Βλέπεις ότι εκφράζει το θυμό του χωρίς να χρειαστεί να μιλήσει.
Πώς το φαγητό καθορίζει την εθνική ταυτότητά μας;
Να ξεκινήσω από την τοπική ταυτότητά μας και να σε πάω πάλι στο Βιετνάμ ως παράδειγμα.
Όταν πήγα εκεί, εγκαταστάθηκα στην πόλη Χόι Αν. Πολύ φημισμένη και πανέμορφη. Χόι Αν σημαίνει “ειρηνική συνάθροιση”. Ήταν το βασικό λιμάνι στο παρελθόν από όπου γινόταν το εμπόριο. Οπότε εκεί έβρισκες Κινέζους, Γιαπωνέζους, Κορεάτες, Ευρωπαίους κυρίως Γάλλους που πήγαιναν να αγοράσουν προϊόντα.
Στον πόλεμο του Βιετνάμ, 60 χιλιόμετρα νότια του Χόι Αν, στο χωριό Μάι Λάι έγινε μια τρομερή σφαγή αμάχων από Αμερικανούς που έμεινε στην ιστορία. Τριάντα χιλιόμετρα βόρεια στο χωριό Φονγκ Νι έγινε μια άλλη σφαγή από Κορεάτες στρατιώτες. Στο Χόι Αν τίποτα, σαν να μην πέρασε από εκεί ο πόλεμος.
Πρόσεξε τώρα. Το πιο φημισμένο φαγητό στο Χόι Αν λέγεται “Κάο Λάο”. Είναι νουντλς με λαχανικά και χοιρινό κρέας. Θα το δεις σε όλους τους τουριστικούς οδηγούς του κόσμου και το έχουν παντού σε όλα τα εστιατόρια. Όταν άρχισα να ψάχνω για την καταγωγή αυτού του πιάτου άλλος μου έλεγε ότι είναι βιετναμέζικο, άλλος κινέζικο, άλλος, άλλος γιαπωνέζικο, άλλος κορεάτικο ακόμη και γαλλικό και όλοι είχαν και μια εξήγηση. Και στο τέλος έκανα τον συνδυασμό.
Φυσικά και τόσοι πολλοί διεκδικούν την πατρότητα του. Είμαι σε μια πόλη που λέγεται “Ειρηνική Συνύπαρξη”. Ποιο μπορεί αν είναι το όχημα για μια ειρηνική συνύπαρξη; Ένα συγκεκριμένο φαγητό του οποίου όλοι διεκδικούν την πατρότητα.
Η έκπληξη ήρθε μετά όμως. Πήγα με έναν ντόπιο για φαγητό σε ένα εστιατόριο και παραγγείλαμε. Εγώ παράγγειλα Κάο Λάο και αυτός ένα άλλο πιάτο που λέγεται “μιγκουάν”. Τον ρώτησα γιατί δεν παρήγγειλε κι αυτός Κάο Λάο και η απάντηση με εξέπληξε.
“Γιατί δεν μας αρέσει. Αυτό το φαγητό το τρώνε μόνο οι τουρίστες”. Κάνοντας μετά έρευνα ανακάλυψα ότι στο “μιγκουάν” υπάρχουν στοιχεία του βιετναμέζικου εθνικισμού.
Έχουμε εδώ δηλαδή δύο εθνικά φαγητά. Ένα για τους ντόπιους κι ένα για τους ξένους. Ένα για δημόσιες σχέσεις κι ένα για κατανάλωση και είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα πως το διατροφικό πλαίσιο σου επιτρέπει να διαπραγματεύεσαι την τοπική και εθνική ταυτότητά σου.
Άκουσα πρόσφατα μια ομιλία σου κατά την οποία διαπραγματευόσουν τη σχέση μεταξύ φαγητού και σεξισμού. Πώς αντανακλούν οι σχέσεις των φύλων μέσα από τα διατροφικά γεγονότα όπως τα αποκαλείς;
Το φαγητό είναι το μόνο πολιτισμικό κατασκεύασμα που μπαίνει στο σώμα μας.
Το σεξ είναι επίσης μια πράξη κατά την οποία βάζουμε στο σώμα μας κάποιον άλλο άνθρωπο. Το σεξ έχει πολλές σχέσεις με το φαγητό και επιπλέον είναι δύο βασικές ανάγκες του ανθρώπου που έχουν να κάνουν φυσικά με την επιβίωση και την αναπαραγωγή.
Το φαγητό ωστόσο είναι πιο περίπλοκο με αμέτρητες διαφοροποιήσεις. Πάρε την εγκυκλοπαίδεια του καμασούτρα για παράδειγμα. Πόσες σεξουαλικές προτάσεις έχει; Διακόσιες πενήντα;
Μόνο στην Ελλάδα πόσα διαφορετικά πιάτα φαγητού έχετε;
Δεν κάνω σύγκριση απλά προσπαθώ να πω ότι το φαγητό σε σχέση με το σεξ έχει να κάνει περισσότερο με την πολιτιστική ταυτότητα. Παίρνεις μία πρώτη ύλη πχ αλεύρι και το κάνεις γαλλική μπαγκέτα, τυρόπιτα, σπαγγέτι ή κινέζικα νούντλς. Δηλαδή παίρνεις μια πρώτη ύλη και την διαφοροποιείς ανάλογα με κάποια πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Τα διαφορετικά πιάτα είναι το πολιτισμικό αποτέλεσμα.
Πάμε πίσω στο θέμα φαγητό και φύλο. Μια από τις πιο ευδιάκριτες διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών έχουν να κάνουν με το πως μαγειρεύουν και πως τρώνε. Οι γυναίκες μαγειρεύουν, σχεδόν σε όλες τις κοινωνίες και οι άντρες έχουν προνομιακή πρόσβαση στο φαγητό. Και ειδικά στο κρέας.
Οι γυναίκες συνταυτίζονται με τα λαχανικά και οι άντρες με το κρέας. Στα πρώτα χρόνια της ανθρωπολογίας στη μελέτη των πρώτων ανθρώπων γινόταν η ταύτιση του άντρα με τον κυνηγό.
Τι έκαναν οι Νεάντερταλ και οι homo sapiens; Κυνηγούσαν και έτρωγαν κρέας. Πολύ αργότερα όταν άρχισαν οι μελέτες πάνω στις διάφορες φυλές της Αφρικής και μάλιστα επί του πεδίου, συνειδητοποίησαν οι ανθρωπολόγοι ότι το μεγαλύτερο μέρος της τροφής ήταν φυτική (χόρτα, ρίζες καρποί). Το μεγαλύτερο μέρος της το έφερναν στο τραπέζι οι γυναίκες και οι άντρες πήγαιναν για να φέρουν κρέας.
Όλοι ήθελαν να φάνε κρέας αλλά το κρέας ήταν πάντα λιγοστό και πιο άμεση πρόσβαση είχαν οι άντρες. Βλέπουμε ότι ακόμη και στις πιο απλές κοινωνίες υπήρχε αυτός ο διαχωρισμός, Άντρας -κρέας και γυναίκα – λαχανικά και αυτό θα περιλαμβάνει πολλά νοήματα στη συνέχεια.
Στις πατριαρχικές κοινωνίες οι γυναίκες έχουν το ρόλο του να μετατρέπουν την φύση σε πολιτισμό. Παίρνουν λοιπόν θρεπτικά συστατικά από τη φύση και τα μετατρέπουν σε φαγητό. Ή παίρνουν τα παιδιά που είναι μικρά «τερατάκια» και τα κάνουν ανθρώπους. Οι άντρες είναι εκτός αυτού του κύκλου. Βρίσκονται στη δημόσια σφαίρα, ασχολούνται μα την πολιτική και όπως είπαμε και παραπάνω τρώνε κρέας….
Η διατροφή με κρέας είναι μια από τις πιο ισχυρές εκφράσεις της εξουσίας και της δύναμης. Σκοτώνεις ένα ζώο και το τρως.
Θυμάσαι τι σου έλεγε η μητέρα σου όταν ήσουν μικρός; «Φάε το μπιφτέκι σου για να γίνεις δυνατός, αν τρως μαρούλι και ντομάτες θα γίνεις αδύναμος σαν κουνέλι».
Από διατροφική άποψη ή από άποψη φυσιολογίας αν το θες αυτό δεν είναι αλήθεια φυσικά. Δεν γίνεσαι δυνατός αν τρως μπιφτέκι ούτε γίνεσαι σαν κουνέλι ή αδύναμος αν τρως μαρούλι. Αλλά με όρους κουλτούρας αυτή η έκφραση είναι πολύ ισχυρή.
Το κρέας λοιπόν και ειδικά το ψητό κρέας πολιτιστικά συνδέεται με τους άντρες.
Αν πάρεις ένα κιλό κρέας και το κάνεις σούπα μπορείς να βγάλεις φαγητό για να φάνε δέκα άτομα. Αν το κάνεις στα κάρβουνα θα έχεις συμπαγές κρέας ικανό να ταΐσει έναν, δύο ανθρώπους. Έτσι λοιπόν το ψητό κρέας συνδέθηκε με την εξουσία, την αφθονία, τον ανδρισμό και είναι μόνο για άντρες. Και αν περισσέψει τρώνε και οι γυναίκες.
Για σκέψου: Ποιοι κάνουν μπάρμπεκιου στους κήπους και στις αυλές; Ποιοι ανάβουν τα κάρβουνα ή ψήνουν το αρνί το Πάσχα;
Αν κάτσεις σε ένα τραπέζι, θα δεις τις γυναίκες να τρώνε τα λαχανικά και τις σαλάτες και τους άντρες να περιμένουν το κρέας. Αν μια γυναίκα εκφράσει την επιθυμία ή την ανυπομονησία να φάει κι αυτή κρέας, αρχίζουν και την κοιτάνε. Στα εβραϊκά αλλά νομίζω και στα αγγλικά υπάρχει η έκφραση “lust for flesh” (επιθυμία για σάρκα).
Αυτή η έκφραση μπορεί να σημαίνει ότι θες να φας κρέας αλλά και ότι θέλεις να κάνεις σεξ. Νομίζω ότι και στα ελληνικά έχετε κάτι ανάλογο.
Η προηγούμενη έκφραση είναι κάτι που μπορούν να το λένε οι άντρες. Οι γυναίκες δεν μπορούν να έχουν “επιθυμία για σάρκα” δημόσια γιατί θα χαρακτηριστούν ανήθικες και άλλα πολλά. Το βλέπεις ότι αυτό το στερεότυπο υπάρχει στην κοινωνία.
Το νόημα όλων αυτών αποτυπώνεται στο ποιος μαγειρεύει τι; Στη χώρα μου και νομίζω στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες οι γυναίκες είναι αυτές που μαγειρεύουν κυρίως στην οικογένεια. Όταν όμως πρόκειται για μπάρμπεκιου ή για να ψήσεις το αρνί στη σούβλα αυτό είναι “αντρική δουλειά”.
Γιατί οι άνθρωποι και τα έθνη νιώθουν συχνά την ανάγκη να ιδιοποιηθούν την ταυτότητα ενός φαγητού; Πάρε παράδειγμα τον καφέ. Ελληνικός ή τούρκικος; Ή το χούμους.
Μιλούσα κάποτε με ένα φίλο μου σεφ γι αυτό και μου είχε πει κάτι σημαντικό:
-Νιρ, ξέρεις πότε ένα φαγητό αποκτά την ταυτότητα του “τοπικού φαγητού” μόνο όταν έρχεται ένας ξένος. Μέχρι να έρθει ο ξένος δεν είναι “τοπικό” είναι απλώς φαγητό.
Είναι αυτό λοιπόν μία έκφραση της τοπικής ταυτότητας.
Τα εθνικά κράτη είναι ένα σχετικά καινούργιο φαινόμενο στην ιστορία. Έχουν ζωή περίπου διακόσια χρόνια.
Το σύγχρονο ελληνικό κράτος έχει ζωή περίπου 200 χρόνια.
Το βασικό όχημα λοιπόν για την δήλωση αυτής της εθνικής ταυτότητας είναι – και στην Ελλάδα νομίζω ισχύει επίσης – να δηλώσεις τον τόπο καταγωγής σου και συγκεκριμένα την πόλη σου ή την περιοχή σου, ή το χωριό σου. Σπάνια θα ακούσεις να σου λέει κάποιος “είμαι ηπειρώτης αλλά μπορεί να σου πει ξέρεις “είμαι από την Κόνιτσα” ή “είμαι από Γιάννενα” ή κι αν σου πει “είμαι Ηπειρώτης” θα συμπληρώσει ή θα περιμένει να τον ρωτήσεις από ποιο μέρος της Ηπείρου.
Κατά τη γνώμη μου το φαγητό είναι η μετατροπή του φανταστικού σε κάτι συγκεκριμένο.
Εγώ είμαι Ισραηλινός. Τι σημαίνει αυτό όμως;
Προσπαθούμε λοιπόν να βρούμε ένα τρόπο να μετατρέψουμε αυτή την αφηρημένη ιδέα, να την προσγειώσουμε και να την μετατρέψουμε σε κάτι υλικό.
Τι σημαίνει είμαι Ισραηλινός; Τι σημαίνει είμαι Έλληνας; Ένας εύκολος τρόπος για να το εκφράσουμε είναι με το φαγητό. Γιατί το φαγητό είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο και κάτι πολύ άμεσο. Ερχόμαστε όλοι σε επαφή με αυτό και φυσικά σε μέρη όπως το Ισραήλ που όλα σχετίζονται με την σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και Αράβων, το χούμους, για παράδειγμα, είναι η ιδανική έκφραση αυτής της σύγκρουσης.
Δεν έχει να κάνει με την ταυτότητα, αλλά έχει να κάνει με το θέμα της σύγκρουσης.
Σε ποιον ανήκει το Χούμους; Στους Ισραηλινούς ή στους Άραβες;
Πριν από καμιά δεκαετία μια μεγάλη αμερικανική εταιρεία η οποία είχε αγοράσει μια ισραηλινή εταιρεία που έφτιαχνε σαλάτες και διάφορα είδη διατροφής ήθελε να κάνει μια μεγάλη διαφημιστική δράση στη Νέα Υόρκη και διαπίστωσε ότι δεν είχε δοθεί ποτέ βραβείο Γκίνες για το χούμους. Έτσι λοιπόν έφτιαξε το μεγαλύτερο πιάτο χούμους στην ιστορία.
Πρόσεξε τώρα το παράδοξο και τα μηνύματα.
Το όνομά της αμερικανικής εταιρίας είναι “Σάμπρα”.
“Σάμπρα” στα εβραϊκά είναι η φραγκοσυκιά αλλά επίσης “Σάμπρα” αποκαλούν οι Ισραηλινοί εβραίοι τους Ισραηλινούς που γεννήθηκαν στο Ισραήλ.
Η λέξη “Σάμπρα” λοιπόν είναι σήμα κατατεθέν και έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία γιατί ο καρπός της φραγκοσυκιάς, το φραγκόσυκο, πολύ γλυκός από μέσα και με αγκάθια απ έξω. Έτσι κάπως χαρακτηρίζουν οι Ισραηλινοί τους εαυτούς τους.
Το αστείο τώρα της υπόθεσης με την λέξη “Σάμπρα” είμαι ότι είναι ξένη. Έρχεται από το Μεξικό και οι φραγκοσυκιές χρησιμοποιούνταν από τους Παλαιστινίους για να οριοθετήσουν τα χωράφια τους. Κάθε φορά που βλέπεις φραγκοσυκιές στο Ισραήλ ξέρεις ότι εκεί είναι ή ήταν Παλαιστινιακά χωριά. Μπορείς να αντιληφθείς πόσο πολύπλοκη είναι αυτή η γλωσσική και σημειολογική μεταφορά;
Εμείς λέμε για παράδειγμα ότι είμαστε “Σάμπρα” επειδή είμαστε από το Ισραήλ αλλά στην πραγματικότητα, η “Σάμπρα” είναι από το Μεξικό και έφτασε στη γη αυτή από τους Παλαιστινίους.
Η φραγκοσυκιά είναι επίσης σύμβολο στο Ισραήλ, της νίκης στον πόλεμο επί των Αράβων.
Και την ίδια στιγμή είναι σύμβολο της ύπαρξης των Παλαιστινίων σε αυτή τη γη.
Όταν λες ότι είμαι “Σάμπρα” είναι σαν να αποδέχεσαι ταυτόχρονα και ότι οι Παλαιστίνιοι βρισκόταν σε αυτή την γη από πριν. Και αυτό είναι ένα παράδειγμα πως το φαγητό ή ένα διατροφικό προϊόν αποκτά εθνική ταυτότητα.
***
Πηγή: Κώστας Πλιάκος , CNN Greece
Αντικλείδι , https://antikleidi.com
Το φαγητό ωστόσο είναι πιο περίπλοκο με αμέτρητες διαφοροποιήσεις. Πάρε την εγκυκλοπαίδεια του καμασούτρα για παράδειγμα. Πόσες σεξουαλικές προτάσεις έχει; Διακόσιες πενήντα;
Μόνο στην Ελλάδα πόσα διαφορετικά πιάτα φαγητού έχετε;
Δεν κάνω σύγκριση απλά προσπαθώ να πω ότι το φαγητό σε σχέση με το σεξ έχει να κάνει περισσότερο με την πολιτιστική ταυτότητα. Παίρνεις μία πρώτη ύλη πχ αλεύρι και το κάνεις γαλλική μπαγκέτα, τυρόπιτα, σπαγγέτι ή κινέζικα νούντλς. Δηλαδή παίρνεις μια πρώτη ύλη και την διαφοροποιείς ανάλογα με κάποια πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Τα διαφορετικά πιάτα είναι το πολιτισμικό αποτέλεσμα.
Πάμε πίσω στο θέμα φαγητό και φύλο. Μια από τις πιο ευδιάκριτες διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών έχουν να κάνουν με το πως μαγειρεύουν και πως τρώνε. Οι γυναίκες μαγειρεύουν, σχεδόν σε όλες τις κοινωνίες και οι άντρες έχουν προνομιακή πρόσβαση στο φαγητό. Και ειδικά στο κρέας.
Οι γυναίκες συνταυτίζονται με τα λαχανικά και οι άντρες με το κρέας. Στα πρώτα χρόνια της ανθρωπολογίας στη μελέτη των πρώτων ανθρώπων γινόταν η ταύτιση του άντρα με τον κυνηγό.
Τι έκαναν οι Νεάντερταλ και οι homo sapiens; Κυνηγούσαν και έτρωγαν κρέας. Πολύ αργότερα όταν άρχισαν οι μελέτες πάνω στις διάφορες φυλές της Αφρικής και μάλιστα επί του πεδίου, συνειδητοποίησαν οι ανθρωπολόγοι ότι το μεγαλύτερο μέρος της τροφής ήταν φυτική (χόρτα, ρίζες καρποί). Το μεγαλύτερο μέρος της το έφερναν στο τραπέζι οι γυναίκες και οι άντρες πήγαιναν για να φέρουν κρέας.
Όλοι ήθελαν να φάνε κρέας αλλά το κρέας ήταν πάντα λιγοστό και πιο άμεση πρόσβαση είχαν οι άντρες. Βλέπουμε ότι ακόμη και στις πιο απλές κοινωνίες υπήρχε αυτός ο διαχωρισμός, Άντρας -κρέας και γυναίκα – λαχανικά και αυτό θα περιλαμβάνει πολλά νοήματα στη συνέχεια.
Στις πατριαρχικές κοινωνίες οι γυναίκες έχουν το ρόλο του να μετατρέπουν την φύση σε πολιτισμό. Παίρνουν λοιπόν θρεπτικά συστατικά από τη φύση και τα μετατρέπουν σε φαγητό. Ή παίρνουν τα παιδιά που είναι μικρά «τερατάκια» και τα κάνουν ανθρώπους. Οι άντρες είναι εκτός αυτού του κύκλου. Βρίσκονται στη δημόσια σφαίρα, ασχολούνται μα την πολιτική και όπως είπαμε και παραπάνω τρώνε κρέας….
Η διατροφή με κρέας είναι μια από τις πιο ισχυρές εκφράσεις της εξουσίας και της δύναμης. Σκοτώνεις ένα ζώο και το τρως.
Θυμάσαι τι σου έλεγε η μητέρα σου όταν ήσουν μικρός; «Φάε το μπιφτέκι σου για να γίνεις δυνατός, αν τρως μαρούλι και ντομάτες θα γίνεις αδύναμος σαν κουνέλι».
Από διατροφική άποψη ή από άποψη φυσιολογίας αν το θες αυτό δεν είναι αλήθεια φυσικά. Δεν γίνεσαι δυνατός αν τρως μπιφτέκι ούτε γίνεσαι σαν κουνέλι ή αδύναμος αν τρως μαρούλι. Αλλά με όρους κουλτούρας αυτή η έκφραση είναι πολύ ισχυρή.
Το κρέας λοιπόν και ειδικά το ψητό κρέας πολιτιστικά συνδέεται με τους άντρες.
Αν πάρεις ένα κιλό κρέας και το κάνεις σούπα μπορείς να βγάλεις φαγητό για να φάνε δέκα άτομα. Αν το κάνεις στα κάρβουνα θα έχεις συμπαγές κρέας ικανό να ταΐσει έναν, δύο ανθρώπους. Έτσι λοιπόν το ψητό κρέας συνδέθηκε με την εξουσία, την αφθονία, τον ανδρισμό και είναι μόνο για άντρες. Και αν περισσέψει τρώνε και οι γυναίκες.
Για σκέψου: Ποιοι κάνουν μπάρμπεκιου στους κήπους και στις αυλές; Ποιοι ανάβουν τα κάρβουνα ή ψήνουν το αρνί το Πάσχα;
Αν κάτσεις σε ένα τραπέζι, θα δεις τις γυναίκες να τρώνε τα λαχανικά και τις σαλάτες και τους άντρες να περιμένουν το κρέας. Αν μια γυναίκα εκφράσει την επιθυμία ή την ανυπομονησία να φάει κι αυτή κρέας, αρχίζουν και την κοιτάνε. Στα εβραϊκά αλλά νομίζω και στα αγγλικά υπάρχει η έκφραση “lust for flesh” (επιθυμία για σάρκα).
Αυτή η έκφραση μπορεί να σημαίνει ότι θες να φας κρέας αλλά και ότι θέλεις να κάνεις σεξ. Νομίζω ότι και στα ελληνικά έχετε κάτι ανάλογο.
Η προηγούμενη έκφραση είναι κάτι που μπορούν να το λένε οι άντρες. Οι γυναίκες δεν μπορούν να έχουν “επιθυμία για σάρκα” δημόσια γιατί θα χαρακτηριστούν ανήθικες και άλλα πολλά. Το βλέπεις ότι αυτό το στερεότυπο υπάρχει στην κοινωνία.
Το νόημα όλων αυτών αποτυπώνεται στο ποιος μαγειρεύει τι; Στη χώρα μου και νομίζω στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες οι γυναίκες είναι αυτές που μαγειρεύουν κυρίως στην οικογένεια. Όταν όμως πρόκειται για μπάρμπεκιου ή για να ψήσεις το αρνί στη σούβλα αυτό είναι “αντρική δουλειά”.
Γιατί οι άνθρωποι και τα έθνη νιώθουν συχνά την ανάγκη να ιδιοποιηθούν την ταυτότητα ενός φαγητού; Πάρε παράδειγμα τον καφέ. Ελληνικός ή τούρκικος; Ή το χούμους.
Μιλούσα κάποτε με ένα φίλο μου σεφ γι αυτό και μου είχε πει κάτι σημαντικό:
-Νιρ, ξέρεις πότε ένα φαγητό αποκτά την ταυτότητα του “τοπικού φαγητού” μόνο όταν έρχεται ένας ξένος. Μέχρι να έρθει ο ξένος δεν είναι “τοπικό” είναι απλώς φαγητό.
Είναι αυτό λοιπόν μία έκφραση της τοπικής ταυτότητας.
Τα εθνικά κράτη είναι ένα σχετικά καινούργιο φαινόμενο στην ιστορία. Έχουν ζωή περίπου διακόσια χρόνια.
Το σύγχρονο ελληνικό κράτος έχει ζωή περίπου 200 χρόνια.
Το βασικό όχημα λοιπόν για την δήλωση αυτής της εθνικής ταυτότητας είναι – και στην Ελλάδα νομίζω ισχύει επίσης – να δηλώσεις τον τόπο καταγωγής σου και συγκεκριμένα την πόλη σου ή την περιοχή σου, ή το χωριό σου. Σπάνια θα ακούσεις να σου λέει κάποιος “είμαι ηπειρώτης αλλά μπορεί να σου πει ξέρεις “είμαι από την Κόνιτσα” ή “είμαι από Γιάννενα” ή κι αν σου πει “είμαι Ηπειρώτης” θα συμπληρώσει ή θα περιμένει να τον ρωτήσεις από ποιο μέρος της Ηπείρου.
Κατά τη γνώμη μου το φαγητό είναι η μετατροπή του φανταστικού σε κάτι συγκεκριμένο.
Εγώ είμαι Ισραηλινός. Τι σημαίνει αυτό όμως;
Προσπαθούμε λοιπόν να βρούμε ένα τρόπο να μετατρέψουμε αυτή την αφηρημένη ιδέα, να την προσγειώσουμε και να την μετατρέψουμε σε κάτι υλικό.
Τι σημαίνει είμαι Ισραηλινός; Τι σημαίνει είμαι Έλληνας; Ένας εύκολος τρόπος για να το εκφράσουμε είναι με το φαγητό. Γιατί το φαγητό είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο και κάτι πολύ άμεσο. Ερχόμαστε όλοι σε επαφή με αυτό και φυσικά σε μέρη όπως το Ισραήλ που όλα σχετίζονται με την σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και Αράβων, το χούμους, για παράδειγμα, είναι η ιδανική έκφραση αυτής της σύγκρουσης.
Δεν έχει να κάνει με την ταυτότητα, αλλά έχει να κάνει με το θέμα της σύγκρουσης.
Σε ποιον ανήκει το Χούμους; Στους Ισραηλινούς ή στους Άραβες;
Πριν από καμιά δεκαετία μια μεγάλη αμερικανική εταιρεία η οποία είχε αγοράσει μια ισραηλινή εταιρεία που έφτιαχνε σαλάτες και διάφορα είδη διατροφής ήθελε να κάνει μια μεγάλη διαφημιστική δράση στη Νέα Υόρκη και διαπίστωσε ότι δεν είχε δοθεί ποτέ βραβείο Γκίνες για το χούμους. Έτσι λοιπόν έφτιαξε το μεγαλύτερο πιάτο χούμους στην ιστορία.
Πρόσεξε τώρα το παράδοξο και τα μηνύματα.
Το όνομά της αμερικανικής εταιρίας είναι “Σάμπρα”.
“Σάμπρα” στα εβραϊκά είναι η φραγκοσυκιά αλλά επίσης “Σάμπρα” αποκαλούν οι Ισραηλινοί εβραίοι τους Ισραηλινούς που γεννήθηκαν στο Ισραήλ.
Η λέξη “Σάμπρα” λοιπόν είναι σήμα κατατεθέν και έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία γιατί ο καρπός της φραγκοσυκιάς, το φραγκόσυκο, πολύ γλυκός από μέσα και με αγκάθια απ έξω. Έτσι κάπως χαρακτηρίζουν οι Ισραηλινοί τους εαυτούς τους.
Το αστείο τώρα της υπόθεσης με την λέξη “Σάμπρα” είμαι ότι είναι ξένη. Έρχεται από το Μεξικό και οι φραγκοσυκιές χρησιμοποιούνταν από τους Παλαιστινίους για να οριοθετήσουν τα χωράφια τους. Κάθε φορά που βλέπεις φραγκοσυκιές στο Ισραήλ ξέρεις ότι εκεί είναι ή ήταν Παλαιστινιακά χωριά. Μπορείς να αντιληφθείς πόσο πολύπλοκη είναι αυτή η γλωσσική και σημειολογική μεταφορά;
Εμείς λέμε για παράδειγμα ότι είμαστε “Σάμπρα” επειδή είμαστε από το Ισραήλ αλλά στην πραγματικότητα, η “Σάμπρα” είναι από το Μεξικό και έφτασε στη γη αυτή από τους Παλαιστινίους.
Η φραγκοσυκιά είναι επίσης σύμβολο στο Ισραήλ, της νίκης στον πόλεμο επί των Αράβων.
Και την ίδια στιγμή είναι σύμβολο της ύπαρξης των Παλαιστινίων σε αυτή τη γη.
Όταν λες ότι είμαι “Σάμπρα” είναι σαν να αποδέχεσαι ταυτόχρονα και ότι οι Παλαιστίνιοι βρισκόταν σε αυτή την γη από πριν. Και αυτό είναι ένα παράδειγμα πως το φαγητό ή ένα διατροφικό προϊόν αποκτά εθνική ταυτότητα.
***
Πηγή: Κώστας Πλιάκος , CNN Greece
Αντικλείδι , https://antikleidi.com