5.4.20

Διαβάζοντας μυθιστορήματα

Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν εξηγεί γιατί τα μυθιστορήματα είναι για να καταβροχθίζονται, και δη ωμά, και αναλύει τη σχέση ανάγνωσης και φαγητού, αμφισβητώντας (εκ των προτέρων, μιας και δεν την είχε ακόμη διατυπώσει) τη γενίκευση του C. S. Lewis ότι «το φαγητό και το διάβασμα είναι δύο απολαύσεις που συνδυάζονται θαυμάσια».
Από το βιβλίο Η αποστολή του μεταφραστή και άλλα κείμενα για τη γλώσσα, μετάφραση Γιώργος Σαγκριώτης, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2011.

Διαβάζοντας μυθιστορήματα

Δεν διαβάζονται όλα τα βιβλία με τον ίδιο τρόπο. Τα μυθιστορήματα, για παράδειγμα, υπάρχουν για να τα καταβροχθίζεις. Η ανάγνωσή τους συνιστά μια ηδονή της ενσωμάτωσης. Ο αναγνώστης δεν μετατίθεται στη θέση του ήρωα, αλλά ενσωματώνει ό,τι συμβαίνει σε αυτόν.
Την παραστατική περιγραφή των παραπάνω προσφέρει ο ορεκτικός διάκοσμος με τον οποίον καταφθάνει στο τραπέζι ένα θρεπτικό έδεσμα. Υπάρχει βεβαίως μια ωμοφαγική δίαιτα της εμπειρίας —όπως ακριβώς μια ωμοφαγική δίαιτα του στομαχιού—, και συγκεκριμένα: οι εμπειρίες στο ίδιο μας το σώμα.
Η τέχνη, όμως, του μυθιστορήματος, όπως και η μαγειρική τέχνη, δεν ξεκινά παρά με το ωμό προϊόν. Και πόσες θρεπτικές ουσίες δεν υπάρχουν που είναι ακατάλληλες σε ακατέργαστη μορφή! Πόσα βιώματα που ενδείκνυται να τα διαβάζεις, όχι να τα ζεις. Χορταίνουν αυτόν που θα καταστρεφόταν αν του συνέβαιναν in natura.
Εν ολίγοις, αν υπάρχει μούσα του μυθιστορήματος —η δέκατη—, φέρει τα εμβλήματα της νεράιδας της κουζίνας. Ανορθώνει τον κόσμο από την ακατέργαστη μορφή, για να του ετοιμάσει κάτι φαγώσιμο, για να αποσπάσει από τον κόσμο τη γεύση του. Όταν τρως, μπορείς, αν είναι απαραίτητο, να διαβάζεις εφημερίδα. Ποτέ όμως μυθιστόρημα. Είναι δουλειές που αλληλοσυγκρούονται.