Μεταξύ των ελεγχόμενων προσώπων είναι υψηλόβαθμοι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως διευθυντές Υπουργείων και δημοσίων υπηρεσιών.
Τα στοιχεία της Αρχής προέκυψαν μετά από συγκρίσεις των φορολογικών δηλώσεων των εν λόγω προσώπων με τα ποσά που διέθεταν για τζόγο και τα οποία δεν μπορούσαν να δικαιολογηθούν από τα νόμιμα εισοδήματά τους.
Πώς γινόταν το ξέπλυμα;
Οι δέκα στοιχηματικές εταιρείες εκμεταλλευόμενες νομοθετικό κενό, χρησιμοποιούσαν ως πράκτορες – εισπράκτορες ιδιοκτήτες καταστημάτων, όπως ψιλικατζίδικα, μίνι μάρκετ, πρατήρια υγρών καυσίμων. Έχουν αυτό το δικαίωμα.
Αρχικώς οι υποτιθέμενοι παίκτες τυχερών παιχνιδιών, οι 200 ελεγχόμενοι, άνοιγαν ηλεκτρονικό παικτικό λογαριασμό, λαμβάνοντας έναν μοναδικό κωδικό για να παίζουν. Μετά πήγαιναν σε αυτά τα καταστήματα και παρέδιδαν σε μετρητά χρήματα, τα οποία οι υπάλληλοι των ψιλικατζίδικων και των μινι μαρκετ τα μετέφεραν στους παικτικούς λογαριασμούς τους.
Από εκεί οι ελεγχόμενοι τα μετέφεραν σε προσωπικούς λογαριασμούς και έτσι τα νομιμοποιούσαν. Η ανεξάρτητη Αρχή ενημέρωσε για το θέμα και την αρμόδια επιτροπή εποπτείας ελέγχου παιγνίων.
Οι τραπεζικοί λογαριασμοί και η λοιπή περιουσια των 200 ελεγχομένων ξεσκονίζονται από τα έμπειρα στελέχη της αρχής.