«Ο έλεγχος της φωτιάς είναι τόσο αρχαίος και σηματοδοτεί μια τόσο μνημειώδη εξέλιξη στην ανθρώπινη ιστορία, ώστε έχει γεννήσει έναν τεράστιο αριθμό από μύθους
και θεωρίες που εξηγούν πώς είναι πιθανό να έχει προκληθεί» γράφει ο Michael Pollan, ο Αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος, στο βιβλίο του Cooked. «Μερικοί από αυτούς είναι εντελώς παράλογοι, και όχι μόνο οι αρχαίοι. Πάρτε τη θεωρία του Σίγκμουντ Φρόυντ, για παράδειγμα. Σε μια υποσημείωση στο βιβλίο του Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας, ο Φρόυντ ανιχνεύει τον έλεγχο της φωτιάς στη μοιραία εκείνη στιγμή που ένας άντρας [...] υπερνίκησε για πρώτη φορά την παρόρμησή του να σβήνει όποια φωτιά συναντούσε τυχαία, κατουρώντας πάνω της. Για αμέτρητες χιλιετίες αυτή η παρόρμηση προφανώς αποδείχτηκε ακαταμάχητη, εις βάρος του πολιτισμού, που ανέμενε την καταστολή της για να προοδεύσει. Ίσως επειδή το να σβήνεις φωτιές με τα ούρα είναι κάτι που οι γυναίκες δεν μπορούν να κάνουν πολύ καλά, έτσι η δραστηριότητα αυτή λειτούργησε ως μια σημαντική μορφή αρσενικού ανταγωνισμού, κάτι που ο Φρόυντ ισχυρίζεται [...] ότι είχε ομοερωτικό χαρακτήρα. Το μαγείρεμα στη φωτιά παραμένει σε μεγάλο βαθμό ένα ανταγωνιστικό αρσενικό προνόμιο, και όσοι από εμάς το κάνουν θα πρέπει να θεωρούν τον εαυτό τους τυχερό που ο Φρόυντ δεν είναι τριγύρω να προσφέρει την ανάλυσή του για το τι σημαίνει.«Τα πολλά φαγοπότια των ηρώων [στα ομηρικά έπη] αρχίζουν ακριβώς όπως τα συνηθισμένα φαγοπότια στις αρχαίες κοινωνίες, στους αιώνες που ακολούθησαν, με μια θυσία, μια προσφορά στους θεούς» γράφει η Veronika Grimm στην Ιστορία της γεύσης, τη θαυμάσια εγκυκλοπαίδεια με την ιστορία του φαγητού ανά τους αιώνες που έχει επιμεληθεί ο Paul Freedman. «Οι θεοί, από την πλευρά τους, ήθελαν τις τροφές που και οι άνθρωποι αγαπούσαν περισσότερο, δηλαδή την ψημένη σάρκα των οικόσιτων τετράποδων. Ενώ οι θνητοί έτρωγαν εξίσου ευχαρίστως το κρέας των θηραμάτων, οι θεοί δέχονταν θυσίες μόνον οικόσιτων ζώων. Αυτό φαίνεται κάπως περίεργο, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τον Όμηρο, η τροφή των θεών ήταν διαφορετική από εκείνη των θνητών. Οι αθάνατοι τρέφονταν με αμβροσία και νέκταρ. Γιατί λοιπόν θα έπρεπε να θυσιάζουν οι θνητοί πολύτιμο κρέας; Οι θεοί –αυτό τουλάχιστον πίστευαν οι άνθρωποι– αγαπούσαν την τσίκνα που αναδυόταν από το θυσιασμένο ζώο την ώρα που ψηνόταν. Η κατανόηση αυτού του γεγονότος έκανε την όλη διαδικασία πιο οικονομική. Το ζώο που προοριζόταν για το τραπέζι των ανθρώπων σφαζόταν τελετουργικά και με τη συνοδεία δεήσεων, το μακρύ οστό χωριζόταν από τις λαγόνες, ένα στρώμα λίπους τυλιγόταν γύρω του και όλο αυτό το δέμα ψηνόταν για χάρη των θεών, οι οποίοι απολάμβαναν την ευωδιά του. Στο μεταξύ:
“Κι αφού το γδάραν και το γνοιάστηκαν και το ’κοψαν επιδέξια / το λιάνισαν μετά και πέρασαν στις σούβλες τα κομμάτια / κι ως στη φωτιά με τέχνη τα ’ψησαν, τα αποτραβήξαν όλα. / Κι απ’ τις δουλειές αυτές σα σκόλασαν κι ετοίμασαν τις τάβλες, / ετρώγαν, κι είχεν, ως εταίριαζε, καθείς το μερτικό του (Ομήρου Ιλιάδα, Η 315-320, μτφρ. Ν. Καζαντζάκη και Ι.Θ. Κακριδή)”.
Αντίθετα με τη σαφή διαφορά ανάμεσα στις θείες και τις ανθρώπινες μερίδες των θυσιασμένων ζώων, μια συνήθεια που αργότερα έδωσε βολικό στόχο στους σατιρικούς συγγραφείς, οι ομηρικοί ήρωες απολάμβαναν πάντα ένα “δίκαιο φαγοπότι”. Κρέας βοδινό, αρνίσιο, κατσικίσιο ή χοιρινό μοιραζόταν σε ίσες μερίδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια πράξη ανδρείας ή ένας καλός αγώνας αμειβόταν με κάποιο ζηλευτό κομμάτι κρέας, δίνοντας στην αιωνιότητα μια ιδέα για το τι έτερπε τον αρχαίο ουρανίσκο. Οι ήρωες δεν έδειχναν προτίμηση για κάποιο από τα τέσσερα είδη οικόσιτων τετράποδων, όλοι τους όμως απολάμβαναν ιδιαίτερα το λίπος, ιδιαίτερα εκείνο που είναι ενσωματωμένο στο ψαχνό, καθώς και τα “νόστιμα κομμάτια γύρω απ’ τη ραχοκοκαλιά”. Το κρέας συνοδευόταν από άφθονο ψωμί σε ψάθινα πανέρια. Έπιναν κρασί σε μεγάλα κύπελλα, αφού όμως είχαν προηγηθεί σπονδές στους θεούς».
Φυσικά, δεν έτρωγαν μόνο ψητά κρέατα, έτρωγαν και βραστά. Αναφέρει ο ποιητής στην Ιλιάδα (Φ, 362):
Όπως βράζει ένα καζάνι που απ’ όλα τα μέρη κοχλάζει, επειδή αναγάζεται από μεγάλη φωτιά, όταν μέσα του λιώνει λίπος καλοθρεμμένου χοίρου, και από κάτω βρίσκονται ξύλα γερά...
Η κατανάλωση του κρέατος στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν μόνο θρησκευτική πράξη ή πράξη τιμής, ήταν και πολιτική πράξη:
«Δύο παραδείγματα μαρτυρούν εύγλωττα το μέτρο της αλληλοεξάρτησης ανάμεσα στο πεδίο της πολιτικής και της θυσίας» γράφει ο Marcel Detienne στο πρώτο κεφάλαιο «Οι πρακτικές της μαγειρικής και το πνεύμα της θυσίας» από το βιβλίο Θυσία και Μαγειρική στην Αρχαία Ελλάδα. «Το πρώτο αφορά τον χώρο της φυλακής, στον οποίο κρατούνται προσωρινά οι πολίτες αναμένοντας την απόφαση του δικαστηρίου ή την εκτέλεση μιας ποινής. Όλοι οι φυλακισμένοι μοιράζονται τη φωτιά και το τραπέζι: η θυσία και το γεύμα επιβεβαιώνουν την εφήμερη συλλογικότητα των φυλακισμένων. Μόνο το τυπικά ακοινώνητο άτομο αποκλείεται από την τέλεση αυτών των θυσιών και από το γεύμα που τις συνοδεύει, και απορρίπτεται από τους συγκρατουμένους του, που αρνούνται να ανάψουν μαζί του φωτιά και να του εκχωρήσουν μια θέση στην μικρογραφία της “πόλης” τους. Το δεύτερο, αντιθέτως, παράδειγμα αφορά την προέκταση του πολιτικού πεδίου: για να ιδρύσει κανείς μια αποικία αρκεί να φέρει μαζί του από την μητρόπολη έναν οβελό (δηλαδή σούβλα) και έναν λέβητα μαζί με την φωτιά. Η θυσία, που κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται εφικτή, δεν συνιστά μόνο την πράξη ίδρυσης μιας καινούργιας πολιτικής κοινότητας που γεννιέται από την φωτιά της πρώτης· επιπλέον, παραμένει ο κατεξοχήν χώρος για τις σχέσεις που μία αποικία διατηρεί με τον τρόπο προέλευσης. Ο Θουκυδίδης μάς εξιστορεί ότι ο λόγος για τον οποίο οι Κορίνθιοι μισούν τους κατοίκους της Κέρκυρας –αποικίας της Κορίνθου- είναι επειδή στις θρησκευτικές τελετές, την ώρα του διαμοιρασμού του κρέατος από τις θυσίες, οι πολίτες της Κέρκυρας παραμελούν να αρχίσουν με έναν Κορίνθιο, στον οποίο θα έπρεπε να δώσουν το τιμητικό κομμάτι».
Αν εξαιρέσουμε την εποχή του Ομήρου που οι ήρωες παρουσιάζονται κυρίως κρεατοφάγοι, η συχνότητα που έτρωγαν κρέας οι άνθρωποι (τουλάχιστον της μεσαίας και κατώτερης τάξης) μέχρι και την εποχή που ο χριστιανισμός επιβλήθηκε ως νέα θρησκεία, συνδεόταν απόλυτα με τις θρησκευτικές εκδηλώσεις. Οι μεγάλες γιορτές ήταν η αφορμή να φάνε κρέας, ή έτρωγαν κρέας σε πολύ ξεχωριστές περιπτώσεις (γάμους, το τέλος ενός πολέμου, κτλ.).
Βέβαια, και όταν ήρθε ο χριστιανισμός ελάχιστα άλλαξαν, αλλά τότε άρχισαν να υπάρχουν νέοι περιορισμοί με τις νηστείες.