9.7.24

«Η φιλημένη», Κ.Καριωτάκης.

«Καθόμαστε αμίλητοι-θυμήσου, κοπελιά μου-
ερόδιζες από ντροπή-αλήθεια ‘ναι ή ψέμα;-
κι άφηνες το κεφάλι σου να σιγογείρει χάμου
όταν το βλέμμα σου έσμιξε με το δικό μου βλέμμα.
Σου ζήτησα ο άμοιρος ένα φιλί μονάχα
εσύ μου το αρνήθηκες με τη γλυκιά φωνή σου
κι έγειρες το κεφάλι σου-να το θυμάσαι τάχα;-
μα ‘γω το «ναι» εδιάβασα στα μάτια, 
τη μορφή σου.
Σ’ αγκάλιασα, σε φίλησα, 
χωρίς να σε ρωτήσω
εσύ φαινόσουν, πονηρή, 
πως ήσουν θυμωμένη
και να ξεφύγεις ήθελες…
μα όχι να σ’αφήσω
εγλίστρισες
 και μου ‘φυγες… είσ’ όμως φιλημένη.»