10.10.22

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη του ζωγράφου ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΙΟΚΑ στο OlymposVoice.blogspot.com και τον Θεοχάρη Μπικηρόπουλο

Ο Κατερινιώτης ζωγράφος ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΟΚΑΣ με τον νομπελίστα ποιητή ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ 
            Επιμέλεια: 
Θεοχάρης Μπικηρόπουλος
Συγγραφέας -Blogger    
Το 1976 μαθητής του δημοτικού σχολείου, είδα πρώτη φορά έκθεση έργων ζωγραφικής, του Γιώργου Τζιόκα στην "Εκάβη".
Πέρασαν χρόνια και ξαναείδα έργα του σε έκθεση το 1991 στην Κατερίνη. Πέρασαν όμως αρκετά ακόμη χρόνια για να κατανοήσω το μέγεθος και το εκτόπισμα του Κατερινιώτη δημιουργού ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΙΟΚΑ. Μετά τη γνωριμία του με τον ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ μεταφέρει την ποίησή του στον καμβά το 1980 και σχεδόν ταυτόχρονα με την παρουσίαση της σειράς των 20 έργων του (εμπνευσμένα από το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ) ο ποιητής λαμβάνει το ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ !
Λίγα χρόνια νωρίτερα, μαγεμένος από «Το χαμόγελο της Τζοκόντα" του Μάνου Χατζιδάκι αποτυπώνει με τα πινέλα του την έμπνευσή του από το κορυφαίο έργου του Χατζιδάκι, στον μουσαμά και εκθέτει εκείνα τα έργα.
Αν ο Μίκης Θεοδωράκης μύησε τους Έλληνες στην ποίηση μελοποιώντας τους ποιητές, ο Γιώργος Τζιόκας αποτύπωσε την ποίηση στον καμβά με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο, αυτόν που δίνει τον προσωπικό "χαρακτήρα" της δουλειάς του και που ο ίδιος την τοποθετεί "ανάμεσα στον Modiliani και τον Magrite".
Λατρεύει τις γυναίκες και τις ύμνησε με χρώματα.Έντονα.Κόκκινα.Χρώματα της φωτιάς και του πάθους που σμίγουν με τις νεφέλες της φαντασίας, στα δώματα της ηδονής... Οι έννοιες καρτερικότητα, αναμονή, θλίψη, προσμονή είναι αυτές, απ’ τις οποίες αντλεί τις εμπνεύσεις του για να τις μετουσιώσει σε έργα. 
Εκθέτει σε λίγες εβδομάδες έργα του (στις 30 Νοεμβρίου) στην Ελβετία και ετοιμάζεται για τη μεγάλη του αναδρομική του έκθεση το 2023, για τα "50 ΧΡΟΝΙΑ ζωγραφικής-Γιώργος Τζιόκας", τιμής ένεκεν στην πόλη που γεννήθηκε, που τίμησε και τον τιμά, την πόλη απ΄όπου ξεκίνησε το ωραίο ταξίδι και που πάντα επιστρέφει γιατί αγαπά, την Κατερίνη, τα Καταφυγιώτικα, με τη θέα στα Πιέρια των Μουσών και τον μυθικό Όλυμπο...
Για πρώτη φορά ο μεγάλος Έλληνας ζωγράφος αποκαλύπτει τα εσώψυχά του στους συμπολίτες του, (πολλούς με τους οποίους δεν έχει κόψει ποτέ τους δεσμούς φιλίας δεκαετίες τώρα κι επισκέπτεται συχνά), στους συγγενείς και στους φιλότεχνους, σε αυτή την εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξή του στο OlymposVoice.blogspot.com

  
1. Πότε θυμάστε το ξεκίνημά σας στη ζωγραφική;
Ουσιαστικά το ξεκίνημα μου σ΄ αυτήν την όμορφη περιπέτεια, άρχισε στα είκοσί μου χρόνια, στη Βυρώνεια Σερρών, όπου σαν έφεδρος αξιωματικός είχα την ανάγκη να κάνω κάτι στον ελεύθερο χρόνο μου. Άλλωστε σε ένα χωριό κοντά στα σύνορα, λίγα πράγματα μπορούσε να κάνει κανείς εκείνο τον καιρό. H πρώτη σοβαρή μου απόπειρα να ζωγραφίσω ήταν λίγο αστεία. Είχα ακούσει ότι οι πίνακες είναι «λάδι», κι εγώ νόμιζα λαδομπογιά. Αγόρασα, λοιπόν, 4-5 κουτάκια διάφορα χρώματα, πινέλα και ό,τι άλλο χρειαζόμουν και πάνω σε ένα κόντρα πλακέ, άρχισα να ζωγραφίζω. Έλα όμως, που η μπογιά δε στέγνωνε και ταλαιπωρήθηκα, μέχρι επιτέλους, να κάνω τον πρώτο μου πίνακα. Ωστόσο, είχε περάσει ένας μήνας και ακόμα δεν έλεγε να στεγνώσει. Δε μπορεί, αναρωτήθηκα, κάτι άλλο θα πρέπει να είναι. Και τότε, ο «Γιαννάκης» από την Πάτρα, ένας υπέροχος φαντάρος, μου εξήγησε αυτά που εγώ αγνοούσα. Κατέβηκα λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη και αγόρασα τα πρώτα μου υλικά ζωγραφικής και έτσι ξεκίνησα.











2. Θυμάστε την πρώτη σας ζωγραφιά;
Ανεξίτηλη μένει στη μνήμη μου εκείνη η παιδική μου ζωγραφιά, στην 5η δημοτικού, όταν η δασκάλα μας έβαλε να ζωγραφίσουμε μια αγελάδα. Προς μεγάλη μου έκπληξη, η δασκάλα πήρε τη ζωγραφιά μου και την κρέμασε στην τάξη επαινώντας την και παρέμεινε εκεί μέχρι που κάποιος την έκλεψε. Λίγο αργότερα στη β΄ γυμνασίου, ο τότε, καθηγητής καλλιτεχνικών Τσομίδης, με χτύπησε γιατί θεώρησε ότι προσπάθησα να τον ξεγελάσω, λέγοντας πως το κεφάλι του Κίμωνα, που μας είχε βάλει να αποτυπώσουμε, δεν το ζωγράφισα εγώ αλλά κάποιος άλλος.
Χρόνια αργότερα προσπαθούσα ακόμα να καταλάβω το λόγο που δε με είχε πιστέψει αυτός ο καθηγητής τότε. 
Ώσπου κάποια στιγμή, καθώς διηγούμουν το περιστατικό, κάποιος παρατήρησε πως το σχέδιο που είχα κάνει ήταν πιθανώς άρτιο για την ηλικία μου κατά κάποιο τρόπο, έτσι κατάλαβα το λόγο που το είχε θεωρήσει σαν απάτη!

3. Πως ένα παιδί αποφασίζει ότι θα γίνει ζωγράφος εκείνα τα δύσκολα χρόνια του βιοπορισμού για την Ελλάδα;

 Η επιμονή να γίνω ζωγράφος δεν ήταν ακριβώς δική μου. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η επιτυχία της πρώτης μου έκθεσης στη Βυρώνεια το 1969 λίγο πριν την απόλυση μου από το στρατό. Σ ένα χωριό 300 κατοίκων, σε μια εποχή που ο ζωγράφος ήταν, σχεδόν, συνώνυμο του μπογιατζή, το να πουλήσω όλα μου τα έργα ήταν για μένα ένα «άλλοθι» να πιστέψω ότι είμαι ζωγράφος. Με την αφέλεια της άγνοιας και την ανάγκη να εκφραστώ, δεν έβρισκα άλλο τρόπο παρά να καταφύγω στη ζωγραφική και σποραδικά στην ποίηση. Έτσι όσο πιο πολλά μάθαινα και όσο συνέχιζα να ζωγραφίζω, τόσο ο δρόμος αυτός ήταν για μένα μονόδρομος. Ποτέ δεν σκέφτηκα να κάνω κάτι άλλο, δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο και αφέθηκα στην εξέλιξη των πραγμάτων με όλες μου τις δυνάμεις.

4. Ποιοι Έλληνες ή ξένοι ζωγράφοι σας επηρέασαν ή τους θαυμάζετε;
 Όλοι έχουμε κάποια πρότυπα που αγαπάμε και θαυμάζουμε. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι, μέσα απ αυτά τα πρότυπα, να παίρνουμε εκείνα τα στοιχεία που μας κάνουν καλύτερους. 
Ο Modigliani υπήρξε, αναμφίβολα, ο ζωγράφος που με ενέπνευσε και με εμπνέει μέχρι και σήμερα. 
Ο Magritte, ο Αμερικανός Hopper, ο Van Gogh αλλά και ο Τσαρούχης, ήταν αυτοί απ’ τους οποίους άντλησα γνώση ώστε να δημιουργήσω τη δική μου προσωπική εικαστική «γλώσσα».



5. Ποιοι ήταν οι δάσκαλοί σας;


 Δασκάλους, με την κυριολεκτική έννοια του όρου δεν είχα, παρά μόνο έναν που μου δίδαξε κάποιες τεχνικές. Όμως έκανα κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό. Μελέτησα έργα μεγάλων ζωγράφων για να μπορέσω να καταλάβω τι είναι αυτό που τα κάνει να ξεχωρίζουν. Εννοείται ότι παρακολουθούσα τα καλλιτεχνικά δρώμενα ανέκαθεν και είχα αμέτρητες συναντήσεις με ποιητές και άλλους καλλιτέχνες. Άλλωστε την εποχή εκείνη, η παρέα ήταν τρόπος ζωής και τα διάφορα στέκια έγραφαν ιστορία. 
Ο «Μαγεμένος Αυλός», στο Παγκράτι, όπου ο Μάνος Χατζηδάκις συναντούσε κάθε βράδυ τον Γκάτσο, τον Κουρουπό και άλλους για ατέρμονες καλλιτεχνικές συζητήσεις. 
Σ’ αυτό το πνεύμα της εποχής είχα καταφέρει κι εγώ να κάνω το ατελιέ μου, ένα καθημερινό στέκι απ’ όπου πέρασαν πολλοί και σπουδαίοι άνθρωποι, απ’ τους οποίους άντλησα γνώση και αναγνώριση.


 6. Πότε φύγατε από την Κατερίνη, στην Αθήνα; Η ζωγραφική ήταν η αιτία;
Αμέσως μόλις απολύθηκα από τον στρατό, τον Δεκέμβριο του ’69, έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Αθήνα, γνώρισα κάποιους ανθρώπους και τον Σεπτέμβριο του ’70, εγκαταστάθηκα μόνιμα, όπου ζω και μέχρι σήμερα. Η ανάγκη να μάθω να γνωρίσω και να δημιουργήσω, ήταν το κίνητρο να εγκατασταθώ στην Αθήνα. Η ανάγκη για δημιουργία, οι πολύτιμες βιωμένες στιγμές, ο πόνος, η χαρά της ζωής, είναι η πεμπτουσία της τέχνης. Σε μια μεγάλη πόλη όπως η Αθήνα, όλα αυτά μεγεθύνονται.

7. Ποια είναι η τεχνική που ακολουθείτε;

 Σε εποχές που η ζωγραφική ήταν κάτω απ’ την ομπρέλα των σχολών και των διαφόρων κινημάτων, υπήρχαν και συγκεκριμένες και προκαθορισμένες τεχνικές. 
Μετά τους κυβιστές που έσπασαν τη φόρμα και τον Picasso που ανέτρεψε τους κανόνες, άλλαξαν και οι τεχνικές. 
Προσωπικά, αν εξαιρέσουμε τα πρώτα χρόνια που ζωγράφιζα με κλασσικές τεχνικές, σχέδιο, φωτοσκίαση, φόρμα, χρησιμοποιώντας λάδι (λινέλαιο, νεύτη, στεγνωτικό), από ένα σημείο και έπειτα χρησιμοποίησα διάφορους τρόπους όπως σφουμάτο, σπάτουλα, ακρυλικά, μεικτή τεχνική ανάλογα με τις ανάγκες και το θέμα του έργου. Μ΄ αυτό τον τρόπο ήθελα να δημιουργήσω τη δική μου προσωπική «γλώσσα».

8. Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄70 κάνατε 2 ατομικές εκθέσεις, η μια μάλιστα εμπνευσμένη από το έργο του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη Μάνου Χατζηδάκι «Το χαμόγελο της Τζοκόντα». Πως προέκυψε αυτή η ιδέα;

Το Χαμόγελο της Τζοκόντα, το κουβάλησα μέσα μου, απ’ το πρώτο κιόλας άκουσμα στο ραδιόφωνο το 1967. Η μουσική του 
Μάνου Χατζηδάκι ήταν για μένα το ταξίδι στο χώρο του ονείρου. 
Το πρώτο πράγμα που έκανα με τα πρώτα χρήματα από τον στρατό, ήταν να αγοράσω το δίσκο της «Τζοκόντα» κι ας μην είχα ακόμα πικ-απ. Αρκούσε που στόλιζε το δωμάτιό μου. Σύντομα, όμως, το απέκτησα και από κείνη τη στιγμή, ατελείωτες φορές, συνόδευε τα όνειρά μου.
 Η ιστορία της μοναχικής γυναίκας στη Νέα Υόρκη ήταν για μένα ο πυρήνας της έμπνευσής μου και μέχρι σήμερα το στοιχείο της μοναξιάς και της αναμονής, διατρέχει όλο μου το έργο. Ανεξίτηλη μένει στη μνήμη μου, εκείνη η ωραία συνάντησή μου με τον Μ.Χατζηδάκι. 
Βράδυ στη μπουάτ «Σείριος» στην Πλάκα, στο πάλκο, η Φλέρυ Νταντονάκη και πίσω μου ο μεγάλος Μάνος Χατζιδάκις. 
Η παρουσία του διαπέρασε όλο μου το είναι και τον ένιωθα χωρίς να τον βλέπω.
 Όταν τόλμησα να τον πλησιάσω, σχεδόν πήγα πετώντας. Σε λίγες ημέρες με κάλεσε στο "μαγεμένο αυλό" και είχα ήδη, σχεδόν, ολοκληρώσει τα έργα μου. 
Η αποδοχή τους, ήταν για μένα, μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της πορείας μου.

9. Ακολούθησε ένα ακόμη μεγάλο εικαστικό γεγονός, αντλώντας έμπνευση από τον νομπελίστα ποιητή μας, Οδυσσέα Ελύτη και το έργο του «Άξιον Εστί». Μιλήστε μας γι΄ αυτή τη συνεργασία και τη θεματική στα ζωγραφικά σας έργα με τους ογκόλιθους του σύγχρονου πολιτισμού μας.

 «Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν» και το «Μακρινή μητέρα, Ρόδο Αμάραντο» ήταν οι στίχοι που καρφώθηκαν στο μυαλό μου από την πρώτη στιγμή που άκουσα το «Άξιον εστί», μαθητής ακόμα στο γυμνάσιο. 
Την εποχή εκείνη, 1963, πολύ λίγα πράγματα γνωρίζαμε για την ποίηση, αν και προσωπικά, μου άρεσε και να διαβάζω και να γράφω. 
Πολλά χρόνια αργότερα και αφού είχα ήδη ζωγραφίσει «το χαμόγελο της Τζοκόντα», είχα την τύχη να συναντήσω τον Ποιητή Οδυσσέα Ελύτη στο Εθνικό Θέατρο, όπου εργαζόμουν στο σκηνογραφικό τμήμα. 
Η συνάντηση μαζί του ήταν η σπίθα που χρειαζόμουν για να μπω στην πιο όμορφη περιπέτεια της ζωγραφικής μου πορείας, να μεταφέρω στον μουσαμά τον ποιητικό λόγο. Χωρίς να χάσω χρόνο μελέτησα, σε βάθος, τα ανερμήνευτα, πολλές φορές, λόγια, 
διάβασα ό,τι σχετικό είχε γραφτεί για το "Άξιον εστί", σχημάτισα μια άποψη και έκανα τα πρώτα σχεδιάσματα. 
Μετά από ένα σύντομο χαιρετισμό, καθίσαμε σ΄ ένα τραπεζάκι και πιάσαμε την κουβέντα. Προς μεγάλη μου έκπληξη, σηκώθηκε και έψησε ελληνικό καφέ, κάτι που δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα συνέβαινε. 
Μετά από αυτό, η συζήτηση κύλισε αβίαστα, γύρω από την ποίηση, τον Χατζιδάκι, τον Τσαρούχη και άλλους καλλιτέχνες για αναλύσεις και μικρο-εκμυστηρεύσεις. 
Το τέταρτο για το οποίο είχα πάει, έγινε δυόμισι ώρες. Όταν στις 22:30 έφυγα πια, πολύ σοφότερος, από το σπίτι του, γύρισα στο ατελιέ μου και έπιασα τα πινέλα. Στις 2 Φεβρουαρίου του 1980 στα εγκαίνια της εκθέσεως μου στο Hilton, ο ποιητής ήρθε ακριβώς στις 9μμ η ώρα για να επιβεβαιώσει την αποδοχή των έργων μου. 
Είπε τότε ο Ελύτης: «Ο Γ. Τζιόκας είναι ο μόνος που κατάλαβε την πεμπτουσία της σκέψης μου»!












10. Η ποίηση πάντως αλλά και οι γυναίκες σας εμπνέουν. Είχατε και άλλες συνεργασίες, όπως με τη φίλη Γιώτα Τσερτεκίδου.

Η ποίηση ήταν πάντα το καταφύγιό μου, στα δύσκολα εφηβικά χρόνια. Ευτυχώς ο αδερφός μου, ο δάσκαλος διέθετε μια πλούσια βιβλιοθήκη και ήταν εύκολο για μένα να βρω αυτό που έψαχνα. Έτσι η ποίηση πέρασε μέσα μου και σιγά - σιγά ταυτίστηκε με τη ζωγραφική μου, σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μου. Όσον δε, αφορά τις γυναίκες- μούσες, δεν υπάρχει αμφιβολία, πως χωρίς αυτές, πιθανώς, να μην είχα γίνει ζωγράφος. 
Η γυναίκα είναι τα πάντα και ενσαρκώνει την ίδια τη ζωή, αφού μάλιστα την κυοφορεί. 
Η πολύπλευρη υπόσταση της, η Γυναίκα μάνα, η Γυναίκα ερωμένη, η γυναίκα φίλη, η γυναίκα συνοδοιπόρος, είναι μερικές μόνο από τις ιδιότητές της. 
Η συνεργασία μου με τη Γιώτα Τερτεκίδου προέκυψε όταν διάβασα κάποια ποιήματά της και κατάλαβα πως ο υπερβατικός λόγος της είναι πέρα από τα όρια της ποίησης. Καταπληκτική συνεργασία και καταπληκτικό αποτέλεσμα. 
Επίσης με τη σοπράνο Χαρά Καλατζίδου συνεργαστήκαμε για τη δημιουργία μιας ποιητικής συλλογής αλλά και άλλους ποιητές, κυρίως γυναίκες, κόσμησαν τα βιβλία τους με τα έργα μου.
 




11. Επιλέγετε να ζωγραφίζετε θεματικές σειρές έργων όπως τις «Κόρες Μικρές και Ωραίες», «Γυναίκες Πεταλούδες», «Ρόζ Γυναίκες», «Η Απέραντη Σιωπή Των Σταθμών». 
Γιατί επιλέγετε τις σειρές έργων; 

Η επιλογή να ζωγραφίζω έναν αριθμό έργων πάνω στο ίδιο θέμα, προέκυψε μάλλον μετά το «χαμόγελο της Τζοκόντα» όπου είδα και κατάλαβα πως ένα θέμα για να είναι ολοκληρωμένο πρέπει να το δεις από πολλές πλευρές. 
Όχι πάντοτε απαραίτητα, αλλά τα θέματα που εγώ επέλεξα και επιλέγω είναι πολύπλευρα. 
Και μόνο η διαφορά στο φωτισμό και μία άλλη οπτική γωνία, αμέσως δίνει ένα άλλο θέμα κι ας είναι το ίδιο αντικείμενο.


 

 




12. Τι άλλα θέματα περιλαμβάνει η εργογραφία σας. Τι σας συγκινεί και σας εμπνέει και θέλετε να το αποτυπώσετε στον καμβά;

Η έμπνευση είναι κάτι που δεν γίνεται με τη σκέψη ή με την επιθυμία. 
Είναι κάτι που συμβαίνει σε μια στιγμή, μια κίνηση, μια πόζα, η σκιά ενός δέντρου, ένα παλιό αντικείμενο. 
Εκτός από τη γυναίκα που είναι διαχρονική έμπνευση για μένα, η σειρά «τα καπέλα της γιαγιάς μου» είναι η άλλη πλευρά του θέματος. Όπου ένα απλό αντικείμενο, ένα γυναικείο αξεσουάρ, γίνεται το ίδιο, η φύση της έμπνευσης.
Οι έννοιες καρτερικότητα, αναμονή, θλίψη, προσμονή είναι αυτές, απ’ τις οποίες αντλώ τις εμπνεύσεις μου για να τις μετουσιώσω σε έργα. Οι έννοιες αυτές είναι πανάρχαιες και μέρος της ύπαρξής μας. Αιώνες τώρα προσπαθούμε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε το υπαρξιακό μας πρόβλημα μέσα από την επιστήμη και την τέχνη.
Η φύση επίσης, μας δίνει απλόχερα τη θεματολογία της, που είναι ατελείωτη.
Αυτό τον καιρό, μάλιστα, δουλεύω μια καινούρια σειρά, με θέμα, τις φθινοπωρινές εικόνες, κάτι που από χρόνια είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Το δέντρο από μόνο του είναι μια οντότητα και προσδίδει στο χώρο, όπου βρίσκεται, ταυτότητα.







13. Ζωγραφίζετε, κάνετε εκθέσεις, αλλά παράλληλα και σπουδές. Μάλιστα στο εξωτερικό. Στο Παρίσι. Πόσο μείνατε εκεί και τι αποκομίσατε;

Σίγουρα οι σπουδές, ακόμα και στην τέχνη, είναι απαραίτητες και σημαντικές. Ωστόσο η τέχνη κινείται στη δική της σφαίρα και πολλοί, μεγάλοι δημιουργοί ήταν αυτοδίδακτοι. 
Το πλεονέκτημα σ΄ αυτή την περίπτωση, είναι πως ο καλλιτέχνης μέσα στην άγνοιά του είναι απαλλαγμένος από αναστολές και αμφιβολίες καταθέτοντας την ίδια την ψυχή του. Προσωπικά επειδή ξεκίνησα πολύ νωρίς τις καλλιτεχνικές μου υποχρεώσεις, με παρέσυρε , αυτό που λέμε, το ρεύμα και για πολλά χρόνια δεν μπορούσα να σταματήσω, για να παρακολουθήσω κάποια μαθήματα. 
Όμως την δεκαετία του ’80 και αμέσως μετά την παρουσίαση του «Άξιον εστί», πήγα στο Παρίσι, όπου για δύο χρόνια παρακολούθησα στην Εcol de Bauzart ως ένας από τους πέντε φιλοξενούμενους. 
Οι σπουδές αυτές, μου έδωσαν τη δυνατότητα να αντιληφθώ κάποια πράγματα τα οποία μέχρι τότε, παρέμεναν άγνωστα. 
Άλλωστε μένοντας στο Παρίσι, είναι σα να ζεις μέσα στην ίδια την τέχνη.

14. Πως θα χαρακτηρίζατε την ζωγραφική σας;

Μου είναι πολύ δύσκολο να χαρακτηρίσω τη ζωγραφική μου, γιατί δε στηρίχθηκα στις κλασσικές σχολές και μεθόδους, αλλά σε καθαρά προσωπική μου άποψη για το τι ήθελα να κάνω. Ωστόσο αν υπήρχε ένα όρος “Modilianismos” τότε θα μπορούσα να πω πως κάπου εκεί ανήκω. Η ζωγραφική μου πιστεύω πως βρίσκεται ανάμεσα στο Modiliani και τον Magrite, μια δόση ρομαντισμού που προκύπτει κυρίως από τη συναισθηματική στάση που έχουν οι φιγούρες.

15. Έχετε κάνει πολλές εκθέσεις. Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός! Σας έλειψαν αυτές οι εκδηλώσεις με την πανδημία  του covid-19;

Σίγουρα η πανδημία άλλαξε τις ζωές όλων μας και η έλλειψη επικοινωνίας και δραστηριότητας, είχε τις συνέπειες της. Ήταν σα να σταμάτησε η ζωή και όλα ήταν ακίνητα. Ευτυχώς ήταν μια περίοδος που είχα ήδη αρχίσει να επεξεργάζομαι μια καινούρια σειρά έργων με βασικό θέμα την απεικόνιση του δέντρου σαν υπαρξιακό στοιχείο, κάπως ήταν πιο ανεκτά. Τώρα ετοιμάζω δυο εκθέσεις για να καλύψω τον χαμένο χρόνο. Μια στην Ελβετία και μια στην Κατερίνη.

16. Στην περίοδο της πανδημίας ζωγραφίσατε περισσότερο για να γεμίσετε το χρόνο σας;
Τον πρώτο καιρό, μέχρι να καταλάβουμε, τι μας συνέβαινε, ήταν δύσκολο να ζωγραφίσω αφού η σκέψη ακόμα ήταν παγωμένη. Στην πορεία όμως ξαναβρήκα τη διάθεσή μου και τη δημιουργικότητά μου. Και ενώ, κατά κάποιο τρόπο, υποτίθεται πως όταν έχουμε πολύ χρόνο κάνουμε περισσότερα πράγματα., μάλλον το αντίθετο συνέβη. Γιατί λες, έλα μωρε έχω καιρό και όλο το αναβάλλεις. 
Κάποια στιγμή ο ποιητής μας ο  Οδυσσέας Ελύτης μου είχε πει «Ξέρεις, κάθε φορά που πρέπει να πάω κάπου για φαγητό ή κάποια υποχρέωση, τότε με πιάνει η μανία να γράψω και θέλω να το ακυρώσω»!

17. Πείτε μας για τις δύο εκθέσεις που ετοιμάζετε για την Ελβετία και την Κατερίνη.
Ναι, όπως είπα και προηγουμένως, ετοιμάζω μια έκθεση στη Βέρνη της Ελβετίας στις 30 Νοεμβρίου 2022, προσκεκλημένος της Ελληνικής Πρεσβείας και στη συνέχεια, στην αγαπημένη μου Κατερίνη, αρχές Μαρτίου με την "ολιστική" στήριξη από το Δήμο Κατερίνης. 
Η έκθεση θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα με σκοπό να τιμήσω την πόλη μου όπως εκείνη με τίμησε και με στήριξε όλα αυτά τα χρόνια. Είναι μια έκθεση με έργα μου είτε δικά μου είτε από συλλογές ιδιωτών, που καλύπτουν ολόκληρη την πορεία μου, 50 χρόνια. Ολόκληρη η πορεία μου σε μια μεγάλη έκθεση...

18. Η Κατερίνη πάντως είχε τη χαρά πριν την πανδημία να απολαύσει τα έργα σας!

Στην Κατερίνη η τελευταία φορά που παρουσίασα τα έργα μου, ήταν πριν από περίπου 6 χρόνια, το Δεκέμβριο του 2016, με θέμα «Οι Νύφες με τα κόκκινα» στην Αστική Σχολή.


19. Η επαρχία, όσον αφορά τον πολιτισμό, την παραγωγή, και την ανάδειξη ενός καλλιτέχνη «είναι αρκετή» ή μόνο η Αθήνα προσφέρει τις ευκαιρίες αλλά και τις ζυμώσεις για τη δημιουργία και την καταξίωση;
Η αλήθεια είναι πως είναι δύσκολο ένας καλλιτέχνης να αναδειχθεί στο ευρύ κοινό μένοντας μόνο στην επαρχία. Και ναι μεν μπορεί στην τοπική κοινωνία να καταξιωθεί και να αναγνωριστεί το έργο του, αλλά για να φτάσει πιο μακριά, σίγουρα η Αθήνα και όλες οι μεγάλες πόλεις είναι το εφαλτήριο για να κοινωνήσεις το έργο σου. 

20. Κύριε Τζιόκα, η συζήτηση μαζί σας μας έκανε πιο φωτισμένους και γνωρίσαμε καλύτερα τον καλλιτέχνη που θαυμάζουμε. Ανυπομονούμε να δούμε την έκθεσή σας την Άνοιξη του 2023 στην Κατερίνη!
Κι εγώ ευχαριστώ πολύ!
Τελειώνοντας, θέλω να ευχαριστήσω πολλούς ανθρώπους και φίλους που όλα αυτά τα χρόνια συμπορεύονται μαζί μου αλλά κυρίως εσένα Θεοχάρη Μπικηρόπουλε που μου έδωσες την ευκαιρία να εκφράσω τις απόψεις μου και να μιλήσω για το έργο μου. Ραντεβού το Μάρτιο του ’23, αν όλα πάνε καλά!






ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκα στην Κατερίνη το 1947.
Ζωγραφίζω απ'την ηλικία των δώδεκα και τον Οκτώμβριο του 1969 στις Σέρρες,ενώ υπηρετούσα στον στρατό, παρουσίασα την πρώτη μου ατομική έκθεση.Ένα χρόνο αργότερα μετακόμισα στην Αθήνα όπου είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω μαθήματα ζωγραφικής και σκηνογραφίας, καθώς και να εργαστώ σε αρκετά θέατρα. 
 Το 1972 παρουσίασα ατομική έκθεση στην Γκαλερί του Χίλτον και ήμουν σκηνογράφος στο “Πόθοι κάτω από τις λεύκες” του θεάτρου “Νέα Πορεία”.
Το 1975 παρουσίασα μια σειρά έργων με τον γενικό τίτλο “Χαμόγελο Της Τζοκόντας”,εμπνευσμένη από το ομώνυμο έργο του Μάνου Χατζιδάκι, πάλι στην Γκαλερί του Χίλτον.
Τα έργα παρουσίαστηκαν και στην Κατερίνη καθώς και στη Θεσσαλονίκη.
Αργότερα,τον Μαίο του 1977 παρουσίασα στην Γκαλερί Walberg στη Ζυρίχη την έκθεση “Εικόνες Της Πατρίδας Μου”.
Επίσης εικονογράφησα αρκετά βιβλία και σε συνεργασία με τον Παύλο Τζήκα εκδόσαμε την συλλογή “Σχηματική Ποίηση”.
Την ίδια περίοδο, το 1976-1978,δούλευα στο Εθνικό Θέατρο, όπου συνάντησα για πρώτη φορά τον Οδυσσέα Ελύτη.
Βαθιά επηρεασμένος απ'το 'Άξιον Εστί”,αποφάσισα να μεταφέρω τα ποιήματα στον καμβά.
Έτσι,μετά από συναντήσεις μας προέκυψε ένας κύκλος δουλειάς 20 έργων που παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο Χίλτον, τον Φεβρουάριο του 1980. Η έκθεση αυτή τελικά συνέπεσε με την απονομή του Νόμπελ στον Ο.Ελύτη. 
 Το 1979 ήμουν στο Παρίσι όπου παρακολούθησα μαθήματα ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών στο ατελιέ του Καθηγητή Τζερμινιάνι πάνω στην ελεύθερη πλαστική και το χρώμα.Μέσα στο καλοκαίρι του 1980 σχεδίασα το θεατρικό “Άξιον Εστί” στην ”Εστία Πιερίδων Μουσών” στο Φεστιβάλ Ολύμπου με ταυτόχρονη προβολή των έργων μου.
Παρόμοιες προβολές και εκθέσεις αφιερωμένες στο έργο του μεγάλου ποιητή ακολούθησαν,καθώς υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον από το κοινό,τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό,σε μέρη όπως το Χίλτον,η Ελληνική Κοινότητα Λονδίνου, Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσαλλονίκης,Γκαλερί Claudiana στο Ίνσμπρουκ της Αυστρίας και αλλού.Επίσης στο ίδιο διάστημα εικονογράφησα την ποιητική συλλογή “Δυσαρμονία” του Χρήστου Μαρκόπουλου,η οποία τιμήθηκε με χρυσό μετάλλιο από τη διεθνή ακαδημία της Λουτέζ στο Παρίσι.Τ
ον Φεβρουάριο του 1981 εξέθεσα για δεύτερη φορά στη γκαλερί Walberg στη Ζυρίχη,αυτή τη φορά με το “Άξιον Εστί” το οποίο εκδόθηκε και σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μέλισσα. Ακολούθησε μια σειρά κύκλων όπως ”Ρόζ Γυναίκες”(1984), ”Τα Καπέλα Της Γιαγιάς Μου” (1987), “Κόρες Μικρές και Ωραίες” (1992).
Αυτά τα έργα εκτέθηκαν σε διάφορες γκαλερί σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Το 1999 παρουσίασα την καινούργια μου δουλειά,”Γυναίκες Πεταλούδες” στον Ζυγό και ακολούθησε η σειρά “Η Σιωπή Των Σταθμών” (2009).
Η πιό πρόσφατη δουλειά μου είναι ”Οι νύφες με τα Κόκκινα” που τον Δεκέμβριο του 2016,υπό την αιγίδα της Αντιπεριφέρειας Πιερίας Κ.Μακεδονίας παρουσιάστηκε στην Αστική Σχολή Αικατερίνης.

Κατάλογος Εκθέσεων
● Απρίλιος 1975 “Χαμόγελο Της Τζοκόντα” Γκαλερί Χίλτον,Αθήνα 
● Ιανουάριος 1976 Πνευματικό Κέντρο Δήμου Κατερίνης 
● Μάιος 1977 “Εικόνες Της Πατρίδας Μου” Γκαλερί Γουόλμπεργκ,Ζυρίχη 
● Φεβ/ριος 1980 “Άξιον Εστί” Γκαλερί Χίλτον,Αθήνα 
● Απρίλιος 1981 “Άξιον Εστί” Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης 
● Ιούνιος 1982 Ομαδική Έκθεση με την γλύπτρια Ζέτα Λαγουδάκου,Βέροια,Νάουσα,Καστοριά 
● Απρίλιος 1982 Γκαλερί Κλαουντιάνα,Ίνσμπρουκ προσκεκλημένος του Ελληνοαυστριακού Συνδέσμου,υπό την αιγίδα του δημάρχου Dr.Luger 
● Μάρτιος 1984 “Ρόζ Γυναίκες” γκαλερί Ζυγός,Αθήνα 
● Νοέμβριος 1985 Ομαδική Έκθεση με την Ιωάννα Μητσέα Μαλάμου,Γκαλερί Έρση,Αθήνα 
● Μάιος 1986 Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσαλλονίκης 
● Μάιος 1987 “Τα Καπέλα Της Γιαγιάς Μου” γκαλερί Ζυγός 
● Ιούνιος 1991 Χατζόγλειο Μέγαρο Λαικής Επιμόρφωσης,Κατερίνη.Τιμητική διάκριση από τον Νομάρχη Πιερίας για την μέχρι τώρα προβολή της Πιερίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό 
● Φεβρουάριος 1992 “Κόρες Μικρές Και Ωραίες”,γκαλερί Ζυγός 
● Φεβρουάριος 1993 Θέατρο Κολλεγίου Αθηνών,Από το Άξιον Εστί μέχρι σήμερα 
● Μάιος 1999 “Γυναίκες Πεταλούδες” γκαλερί Ζυγός 
● Δεκέμβριος 2004 Πολιτιστικό Κέντρο Ίνσμπρουκ ● Ιούλιος 2006 “3 Εποχές” Πολιτιστικό Κέντρο Μπατσί,Άνδρος 
● Νοέμβριος 2009 “Η Σιωπή Των Σταθμών” Σύλλογος Εστία Πιερίδων Μουσών 
● Δεκέμβριος 2016 “Οι Νύφες Με Τα Κόκκινα” Αστική Σχολή Κατερίνης

Την άνοιξη του 2023, αναμένεται μεγάλη ατομική επετειακή έκθεση στην Κατερίνη, 50 ΧΡΟΝΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΟΚΑΣ μια έκθεση που θα αποτελέσει πολιτιστικό γεγονός.