2.7.22

Δύο σχολές σκέψεως γιά τήν πατρίδα...

Ἡ «Ἑστία» ἀπεκάλυψε τά πρακτικά τῆς Λωζάννης, τά ὁποῖα δικαιώνουν πανηγυρικῶς τήν Ἑλλάδα γιά νησιά – ἀποστρατιωτικοποίηση Τό «Βῆμα» ἀπεκάλυψε παλαιά ἔγγραφα τοῦ ΝΑΤΟ, πού πριμοδοτοῦν τίς ἀπόψεις τῆς Τουρκίας!
Πρίν δύο ἡμέρες, ἡ «Ἑστία τῆς Κυριακῆς» ὑπενθύμιζε τά πρακτικά τῶν συνομιλιῶν, πού ὁδήγησαν στήν Συνθήκη τῆς Λωζάννης, ἀπό τά ὁποῖα προκύπτει ἀβιάστως ὅτι ἡ κυριαρχία ἐπί τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου καί τῶν πέριξ θαλασσῶν εἶναι δεδομένα ἑλληνική. Προκύπτει ἀκόμη ὅτι θέμα ἀποστρατιωτικοποιήσεως δέν ὑφίσταται καί ὅλες οἱ αἰτιάσεις τῆς Τουρκίας ἐπί τοῦ προκειμένου εἶναι ἕωλες.

Ταυτοχρόνως ὅμως, ἡ ἐφημερίς «Τό Βῆμα» ἀναφέρεται σέ συζητήσεις καί ἔγγραφα τῆς Ἀτλαντικῆς Συμμαχίας, πού χρονολογοῦνται ἀπό τό 1947, ὅταν Ἑλλάς καί Τουρκία ἔγιναν μέλη τοῦ ΝΑΤΟ, καί μέ τά ὁποῖα δικαιώνονται οἱ τουρκικές σχέσεις. Λάθος τάιμινγκ. Δέν ἀμφισβητοῦμε τόν πατριωτισμό κανενός μας, εἶναι ὅμως ἀκατανόητο, γιατί ἡ ἐφημερίς ἀνέσκαψε ἀρχεῖα καί παρουσιάζει κείμενα πού ναί μέν δέν ἔχουν καμμία νομική ἀξία, ὅμως δέν λειτουργοῦν θετικά γιά τό ἐσωτερικό μέτωπο, πού πρέπει νά εἶναι συμπαγές, ἰδιαιτέρως τίς παραμονές μίας κρίσιμης Συνόδου Κορυφῆς, ὅπως αὐτή πού ἀρχίζει αὔριο, ὅπου ὁ Πρωθυπουργός θά κληθεῖ νά ἀντιμετωπίσει τίς τουρκικές αἰτιάσεις. Πόσῳ μᾶλλον πού οἱ Τοῦρκοι καθημερινά συνεχίζουν τίς προκλήσεις μέ κορυφαῖο τήν καταστροφή τῆς Ἁγίας Σοφίας.

Προκειμένου νά δώσουμε ὁλοκληρωμένη εἰκόνα, θά ὑπενθυμίσουμε ὅτι, ὅπως καί «Τό Βῆμα» γράφει τότε, τό 1947, ἡ Τουρκία ἔθεσε θέμα ἀποστρατιωτικοποιήσεως τῶν Δωδεκανήσων, τό ὁποῖο ἔγινε δεκτό ἀπό τόν τότε Γενικό Γραμματέα Λόρδο Ἰσμέϊ, ἐνῶ ἀργότερα αἰτιάσεις τῆς Τουρκίας περιελήφθησαν σέ ὁδηγίες τοῦ διατελέσαντος Γενικοῦ Γραμματέως, τοῦ ἀλήστου μνήμης Γιόζεφ Λούνς, ὁ ὁποῖος ἄφησε ὄνομα ὡς παθολογικά φιλότουρκος. Σήμερα, βεβαίως, τήν θέση τους στήν κορυφή τῶν παρωπιδικά φιλότουρκων νατοϊκῶν ἀξιωματούχων ἀμφισβητεῖ ὁ Γένς Στόλτενμπεργκ.

Τό θέμα, ὅμως, εἶναι πώς οὔτε ὁ Γενικός Γραμματεύς οὔτε ἄλλος ἀξιωματοῦχος τῆς Ἀτλαντικῆς Συμμαχίας ἔχει ἁρμοδιότητα νά ἑρμηνεύει διεθνεῖς συνθῆκες, ἀκόμη καί ἄν ἀφοροῦν σέ κράτη-μέλη τοῦ ΝΑΤΟ. Τό τελευταῖο, βεβαίως, δέν εἶναι διεθνές δικαιοδοτικό ὄργανο, ὥστε νά ἐμπλέκεται σέ διαφορές μεταξύ τῶν κρατῶν-μελῶν του. Αὐτό πού μπορεῖ νά κάνει, εἶναι νά ἀποφασίσει ἄν θά χρηματοδοτήσει ὑποδομές στό ἕνα ἤ τό ἄλλο μέρος μιᾶς συμμαχικῆς χώρας ἤ ἄν θά τό περιλάβει στόν σχεδιασμό ἀσκήσεων καί ἐκπαιδεύσεων. Σέ καμμία περίπτωση, μία ἀπόφασις τῆς ἡγεσίας τοῦ ΝΑΤΟ γιά ἄρνηση χρηματοδοτήσεως ὑποδομῶν σέ ἕνα νησί δέν σημαίνει ὅτι ἡ Συμμαχία τό θεωρεῖ ἀποστρατιωτικοποιημένο. Δέν ἔχει ὡς ὀργανισμός τήν νομική ὑπόσταση νά τό κάνει. Τώρα τό πῶς (παρ)ερμηνεύουν ἔγγραφα παρελθουσῶν δεκαετῶν ὁ Ταγίπ Ἐρντογάν καί ὁ Γένς Στόλτενμπεργκ δέν συνιστᾶ πραγματική ἀμφισβήτηση. Εἶναι, ὅμως, μία αἰτίασις, ἐπί τῆς ὁποίας ἡ Ἑλλάς θά πρέπει νά δώσει ἀπάντηση. Καί τοῦτο εἶναι εὔκολο καί νομότυπο.

Ἐπί τοῦ προκειμένου ὅμως καί ὅπως ἀναφέρει «Τό Βῆμα», «ἡ γειτονική χώρα ἀποφάσισε νά ἐγείρει, μόλις πέντε χρόνια ἀφότου Ἑλλάδα καί Τουρκία ἔγιναν μέλη τῆς Συμμαχίας (1953), τό ζήτημα τῆς ἀποστρατιωτικοποίησης, στηριζόμενη στή Συνθήκη τῶν Παρισίων τοῦ 1947, μέ τήν ὁποία παραχωρήθηκαν στήν Ἑλλάδα τά Δωδεκάνησα». Καί μπορεῖ τό αἴτημα τῆς Τουρκίας νά ἔγινε δεκτό ἀπό τόν Λόρδο Ἰσμέϊ καί νά ἐμποδίσθηκαν νατοϊκά ἔργα στήν Λέρο, ὅμως αὐτό εἶναι ἐσωτερικό ζήτημα τοῦ ΝΑΤΟ. Καί σήμερα ἡ Τουρκία θέτει τέτοια ζητήματα καί ἡ Ἑλλάς ἀπαντᾶ μπλοκάροντας χρηματοδοτήσεις ὑποδομῶν στήν γείτονα, ὅμως αὐτό δέν συνιστᾶ ἀμφισβήτηση διεθνῶν συνθηκῶν.

Ὅσο γιά τίς περίφημες «Ὁδηγίες Λούνς» τοῦ 1980 καί αὐτές ἀναφέρονται σέ ὑποδομές μέ ἐπίκεντρο αὐτή τήν φορά τήν Λῆμνο. Ὁ Λούνς ὑποστηρίζει ὅτι «ἐπιβεβαιώνεται ἕνα σημεῖο ἀρχῆς, πού καθιερώθηκε ἤδη ἀπό τό 1957», γιά νά «ἀποφευχθοῦν νομικά ζητήματα πού ἀφοροῦν διευθετήσεις Συνθηκῶν μεταξύ μελῶν τῆς Συμμαχίας, τά ὁποῖα δέν βρίσκονται ἐντός τῆς δικαιοδοσίας τοῦ ΝΑΤΟ νά κρίνει νομικά ἤ νά ἐπιλύσει». Καί ἐνῶ ὁ ἴδιος ὁ φιλότουρκος Λούνς ἀναγνωρίζει ὅτι τό ΝΑΤΟ δέν ἔχει δικαιοδοσία ἐπιλύσεως νομικῶν διαφορῶν, παρακάτω ἀπευθυνόμενος πρός τόν Ἀνώτατο Στρατιωτικό Διοικητή Εὐρώπης (SACEUR) ἀναφέρει: «Θά ἤμουν εὐγνώμων γιά τήν διαβεβαίωσή σας ὅτι κάθε μελλοντική ὑποβολή ἔργων, τά ὁποῖα, ὑπό τήν ὀπτική τοῦ καταλλήλου στρατιωτικοῦ διοικητῆ, θά ἤγειρε νομικά ἐρωτήματα περί διευθετήσεων Συνθηκῶν μεταξύ κρατῶν, δέν θά λαμβάνονται ὑπ’ ὄψη στίς εἰσηγήσεις σας γιά τά μερίδια». Δηλαδή, ἡ «ἀθώα» αὐτή διατύπωσις συνιστᾶ στόν SACEUR νά μήν εἰσηγεῖται τήν χρηματοδότηση ἔργων σέ νησιά, ἐπί τῶν ὁποίων ἡ Τουρκία ἔχει ἐγείρει «νομικά» ζητήματα. Ἀποδέχεται δηλαδή τήν τουρκική θέση, ἄν καί αὐτό ἀφορᾶ ἀποκλειστικῶς σέ νατοϊκές χρηματοδοτήσεις καί δέν ἔχει νά κάνει μέ κυριαρχία ἤ ἀποστρατιωτικοποίηση, ὅπως θά θελήσει νά τό παρουσιάσει ἡ Τουρκία.

Στήν ἴδια γραμμή, τό 2006 ὁ τότε SACEUR στρατηγός Τζαίημς Τζόνσον ἐξέδωσε ὁδηγίες «πολιτικῆς γιά τά νησιά τοῦ Αἰγαίου», διά τῶν ὁποίων θεσπίζεται ἀποφυγή χρηματοδοτήσεως ἔργων καί περιλήψεως τῶν νησιῶν σέ ἀσκήσεις. Μᾶς εἶναι ἀκατανόητο γιατί ἡ ἐφημερίς αὐτά τά χαρακτηρίζει «γκριζάρισμα», σάν νά ἀποδέχεται ὅτι τό ΝΑΤΟ ἔχει δικαίωμα νά ἐκφέρει ἄποψη γιά τήν κυριαρχία ἤ τήν στρατιωτικοποίηση τῶν νησιῶν.

Ἀπεναντίας, ἡ «Ἑστία» παρουσιάζει τήν ξεκάθαρη θέση πού ἀπορρέει ἀπό τά πρακτικά τῶν συνομιλιῶν, πού προηγήθηκαν τῆς ὑπογραφῆς τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης. Ἀπό αὐτά, θά ὑπενθυμίσουμε ἕνα χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα καί συγκεκριμένα ἀφορῶν στήν αποδόμηση τῶν αἰτιάσεων τοῦ Τούρκου ἀντιπροσώπου, πού ζητοῦσε νά περιέλθουν στήν χώρα του οἱ νῆσοι Λῆμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος καί Ἰκαρία «ὡς ζωτικῆς σημασίας γιά τήν ἀσφάλεια τῆς Τουρκίας».

Ὅμως: «Μιλῶντας ἐξ ὀνόματος τόσο τοῦ ἰδίου ὅσο καί τῶν Συμμάχων συναδέλφων του, ὁ λόρδος Curzon ἀπαντᾶ ὅτι τό ζήτημα «πρέπει νά τεθεῖ κατ’ ἀρχάς στήν ὀρθή νομική του βάση» («first of all to place the matter on a proper juridical basis»). Ὁ λόρδος Curzon θυμίζει στόν Ismet Pasha ὅτι ἡ ὑπογραφεῖσα στίς 30/5/1913 Συνθήκη μεταξύ Τουρκίας, Ἑλλάδας, Σερβίας, Βουλγαρίας καί Μαυροβουνίου ἀναφέρεται στίς ἐν λόγῳ νήσους (ἄρθρο 5 τῆς Συνθήκης), ἡ τύχη τῶν ὁποίων, σέ ἀντίθεση μέ ὅσα ὑποστηρίζει ὁ Τοῦρκος ἐκπρόσωπος, «δέν ἐξαρτήθηκε ἀπό κανέναν ὅρο» («there were none»). Σύμφωνα μέ τόν ἴδιο, τό ἄρθρο 5 ἀναθέτει ἁπλούστατα στίς Μεγάλες Δυνάμεις «τό καθῆκον νά ἀποφασίσουν γιά τήν τύχη ὅλων τῶν ὀθωμανικῶν νήσων στό Αἰγαῖο (ἐκτός τῆς Κρήτης) καί τῆς χερσονήσου τοῦ Ἁγίου Ὄρους» [«the duty of deciding the fate of all the Ottoman islands in the Aegean Sea (except Crete) and of the Mount Athos peninsula»]. Ὑπενθυμίζει, περαιτέρω, ὅτι ἡ Συνδιάσκεψη τῶν Πρέσβεων τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, μέ ἀντικείμενο τήν τύχη τῶν νήσων, ἀπηύθυνε στίς 14/2/1914 ἔγγραφο στήν Τουρκία, κοινοποιῶντας της τήν ἀπόφασή της, σύμφωνα μέ τήν ὁποία «ὅλες οἱ ὑπό τήν κατοχή τῆς Ἑλλάδας νῆσοι θά ἔπρεπε νά ἐκχωρηθοῦν στήν χώρα αὐτή, ἐξαιρουμένων τῶν τριῶν νήσων» («the decision that all the islands then in the occupation of Greece should be ceded to that country with the exception of the three islands [Ἴμβρου, Τενέδου καί Καστελλορίζου]». Καί παραθέτει ὡς ἑξῆς τήν πρόταση τοῦ Ismet Pasha, προκειμένου νά τήν ἀποδομήσει πλήρως: πρῶτον, οἱ νῆσοι Ἴμβρος καί Τένεδος, ἀλλά καί ἡ Σαμοθράκη, θά πρέπει νά ἀποδοθοῦν στήν Τουρκία, καί, δεύτερον, ὅλες οἱ ὑπόλοιπες νῆσοι, ἰδίως δέ οἱ Λῆμνος, Λέσβος, Χίος καί Ἰκαρία, οἱ ὁποῖες εἶχαν δοθεῖ στήν Ἑλλάδα τό 1913, θά πρέπει νά τῆς ἀφαιρεθοῦν καί νά τεθοῦν ὑπό εἰδικό καθεστώς. Ὁ λόρδος Curzon καταλήγει ἐκτιμῶντας ὅτι παρόμοια λύσις ἐνέχει μεγάλες δυσχέρειες ἀπό ἀπόψεως δικαίου, δικαιωμάτων καί «δυνατότητας ἐφαρμογῆς της στήν πράξη» («practicability»), «δοθέντος ὅτι οἱ ἀνωτέρω νῆσοι ἀποτελοῦν νόμιμη ἑλληνική κτήση βάσει διεθνοῦς συνθήκης» («The islands in question were a lawful Greek possession by treaty»), ἐνῶ ὁ πληθυσμός τους εἶναι ἀμιγῶς ἑλληνικός («their populations were entirely Greek in character») (σελ. 97 καί 98 τῶν «Πρακτικῶν»)».

Περαιτέρω σχολιασμός εἶναι περιττός. Τό ζήτημα εἶναι ξεκάθαρο. Οἱαδήποτε ἀμφισβήτησις θά μποροῦσε νά θεωρηθεῖ ὑποβολιμιαία.



ΕΣΤΙΑ