5.4.22

Η συμμετοχή της Μηλιάς στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (Με αφορμή την επέτειο ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΜΗΛΙΑΣ 2-4-1822). Γιάννης Πούλιος, φιλόλογος

Το κείμενο εκφωνήθηκε ως πανηγυρικός πριν από είκοσι ακριβώς χρόνια σε εκδήλωση για τα 180 χρόνια από τη μάχη της Μηλιάς. Ύστερα από παράκληση του Δ.Σ. του εκπολιτιστικού εξωραϊστικού συλλόγου Άνω Μηλιάς Η Αγία Παρασκευή, δόθηκε για να αναρτηθεί σε ηλεκτρονικά μέσα και να δημοσιευθεί σε έντυπα της Πιερίας και της Θεσσαλονίκης με αφορμή την εκδήλωση για τα 200 χρόνια από τη μάχη της Μηλιάς (2 Απριλίου 1822 – 2 Απριλίου 2022). Τους ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη τους. Εννοείται πως η αξία του κειμένου δεν έχει μειωθεί και τα γεγονότα δεν έχουν αλλάξει.
Σημείωση: Θα ήταν καλό πριν διαβάσει κανείς το κείμενο να έχει υπόψη του την άποψη της καθηγήτριας κ. Ευθυμίου Μαρίας . “ Για να κατανοήσουμε ένα ιστορικό γεγονός, θα πρέπει να μεταφερθούμε νοερώς στο χρόνο που εκδηλώθηκε και να λάβουμε υπόψη τις συνθήκες που τότε επικρατούσαν” ( από σχετικά πρόσφατη συνέντευξη στο in.gr ).

Κάθε επέτειος ενέχει το στοιχείο της απαξίωσης και της φθοράς, λόγω της κατ έτος επανάληψης και της όλο και αυξανόμενης
χρονικής απόστασης από το γεγονός στο οποίο αναφέρεται. Στην περίπτωσή μας, και πιστεύω πως συμφωνείτε, υπάρχει ένα άλλο
στοιχείο που λειτουργεί εξισορροπητικά. 
Εννοώ την εντοπιότητα, την εγγύτητα από τοπική άποψη, καθώς σήμερα πατούμε τα χώματα στα οποία διαδραματίστηκε το γεγονός που τιμάται με την εκδήλωση
αυτή. Στο ίδιο μέρος, πριν από 180 χρόνια, στις 2 Απριλίου 1822, η Μηλιά και η Πιερία έζησε μια από τις κρισιμότερες στιγμές της
ιστορίας της.

Ωστόσο, πριν αναφερθούμε στα καθέκαστα εκείνης της μάχης, θεωρώ σκόπιμο να γίνει μια σύντομη αναφορά στα γεγονότα που
συνέβαιναν τα χρόνια εκείνα σε όλη την επικράτεια και στην ευρύτερη περιοχή της Πιερίας και της Μακεδονίας, για να έχουμε το
ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται το συγκεκριμένο ιστορικό συμβάν. Απαραίτητη θεωρώ επίσης και την αναφορά στην
ιστορική πορεία της Μηλιάς κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.

Μετά την επιβολή της τουρκικής τυραννίας σε όλη τη Βαλκανική και σχεδόν ταυτόχρονα άρχισε και η αντίσταση των υπόδουλων, η παθητική αντίσταση πρώτα με τη φυγή, την
αυτοεξορία, την απόκρυψη ή την αυτοθυσία, αλλά και η ενεργητική
αντίσταση με την αναχώρηση στα βουνά, την εξέγερση, την ένοπλη αντίσταση, τις επιδρομές.

Επαναστατικά επεισόδια μικρής έκτασης εκδηλώνονται πολλές
φορές και σε πολλές περιοχές στην Ελλάδα. Ο νεοελληνικός διαφωτισμός αναλαμβάνει να προετοιμάσει ιδεολογικά το γένος και η
Φιλική Εταιρία να συντονίσει τη δράση και τις ενέργειες όλων των
εμπλεκομένων, ενώ λύση στα πρακτικά, κυρίως, προβλήματα έδιναν
οι έμποροι και τη διεξαγωγή του ένοπλου αγώνα επωμίζονται κατά βάση οι κλεφταρματολοί. Από κοντά κι ο κλήρος να στηρίζει τη
χριστιανική πίστη και να συντηρεί την εθνική συνείδηση.
Προηγήθηκε δηλαδή, γιατί ήταν προαπαιτούμενο, ένας άλλος αγώνας για την ενδυνάμωση της μαχητικότητας, την ωρίμανση της αυτογνωσίας και τη γένεση της πίστης στην απελευθέρωση

Η έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων, όχι τυχαία, έγινε από
τις λεγόμενες παραδουνάβιες ηγεμονίες, το Φεβρουάριο του 1821,
ενώ σε ένα μήνα επαναστάτησε η Πελοπόννησος για να ακολουθήσουν και άλλα μέρη στην ηπειρωτική και τη νησιωτική
Ελλάδα, από την Ήπειρο και τη Μακεδονία και ως κάτω στην Κύπρο.
Εννιάχρονος αγώνας με νίκες και ήττες, ενθουσιασμό και
απογοητεύσεις, ηρωισμούς αλλά και προδοσίες, φωτεινά αλλά και
μελανά σημεία, αυτοθυσία και ανιδιοτέλεια μα και ραδιουργίες και
μίση, διχόνοιες και εμφύλιες διαμάχες οδηγεί στη δημιουργία, με τη
βοήθεια και της ευρωπαϊκής διπλωματίας, ανεξάρτητου ελληνικού
κράτους.

Η Μακεδονία συμπλέει με τις άλλες επαρχίες της χώρας στον
αγώνα και συμμετέχει σε όλες τις επαναστατικές κινήσεις. Λόγιοι
περιοδεύουν κι εδώ και κηρύσσουν τον επαναστατικό λόγο, φιλικοί
ορκίζουν νέους μυημένους, ενώ οι Μακεδόνες κλέφτες και
αρματολοί, από τα πρώτα χρόνια της δουλείας, πυκνώνουν τις τάξεις
των ανυπότακτων που ανεβαίνουν στα βουνά. Επειδή η ιστορία κάθε
τόπου είναι η γεωγραφία του, σε μέγα σύμβολο της κλεφτουριάς
αναδεικνύεται ο Όλυμπος, αλλά και τα Πιέρια, το Βέρμιο, τα Χάσια,
γύρω στα 1750 «εκλεφτοκρατούντο απολύτως», όπως έγραψε
Έλληνας ιστορικός.

Πολλά τα ονόματα των αγωνιστών που έδρασαν στα μέρη αυτά,
πολλές και οι επαναστατικές ενέργειες πριν από το 1821: τοπικού
χαρακτήρα αντιστασιακές πράξεις, συμμετοχή στα Ορλωφικά (1770),
τρεις ή τέσσερις φορές σύγκρουση με τον Αλή Πασά (από το 1795 ως
το 1813), πορεία του Νικοτσάρα προς τη Μολδοβλαχία, συμμετοχή
του Γεωργάκη Ολύμπιου στην επανάσταση στις παραδουνάβιες
ηγεμονίες και αποκορύφωμα τη θυσία του στη μονή Σέκου.

Ενώ όμως προεπαναστατικά η Μακεδονία πρωτοστατεί, με την
εκδήλωση της επανάστασης δεν καταφέρνει να συντονιστεί με τις
υπόλοιπες επαρχίες. Οι Μακεδόνες οπλαρχηγοί συσκέπτονται,
συζητούν, ετοιμάζονται αλλά αναβάλλουν. Έτσι φτάνει ο Μάιος του
1821, όταν ο Εμμανουήλ Παππάς, που είχε μυηθεί στη Φιλική

Εταιρία από το 1817, οργανώνει και κατευθύνει την επανάσταση στη
Χαλκιδική κι από τον Όλυμπο φτάνει ενίσχυση με 400 άνδρες. Ως το
τέλος του χρόνου θα προσπαθούν οι Τούρκοι με μεγάλες
στρατιωτικές δυνάμεις να καταπνίξουν την εξέγερση, κάτι που θα
γίνει τον Ιανουάριο του επόμενου χρόνου.

Ένα μήνα μετά εκδηλώνεται η επανάσταση στα Πιέρια και τη
Νάουσα, δυστυχώς με καθυστέρηση η οποία ευνόησε τον εχθρό, που
συγκεντρώνει όλες του τις δυνάμεις και σε διάστημα περίπου δύο
μηνών, στα μέσα Απριλίου, θα καταφέρει να κατασταλεί η κίνηση
αυτή. Τότε θα προστεθούν άλλα 120 ολοσχερώς κατεστραμμένα
χωριά, στα 79 που είχαν την ίδια τύχη, λίγους μήνες νωρίτερα, στη
Χαλκιδική. Η παραδειγματική τιμωρία και η εκδικητική μανία των
Τούρκων ξεπερνάει και τα δικά της τα όρια. Έτσι πνίγεται στο αίμα η
επανάσταση στη Μακεδονία, χωρίς βέβαια να πάει χαμένη, αφού για
περίπου 15 μήνες με την καταστολή της απασχολούνται πολλές
δυνάμεις των εχθρών και δεν χρησιμοποιούνται στις επιχειρήσεις στη
νότια Ελλάδα αφήνοντας έτσι περιθώρια στους εκεί εξεγερμένους να
σταθεροποιήσουν τη θέση τους. Επιπλέον, πολλά μακεδονικά
σώματα θα προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε άλλες επιχειρήσεις
στις νοτιότερες περιοχές.

Σ αυτό το ιστορικό πλαίσιο εντάσσεται και η ιστορία της Μηλιάς
με προεξάρχοντες τους Λαζαίους. Την ιστορία αυτή και τη δράση της
ονομαστής οικογένειας των Λαζαίων θα παρουσιάσουμε με πολλή
συντομία παρακάτω, σχεδόν επιγραμματικά:

Στα 1537 η Μηλιά ονομάζεται αρματολίκι μαζί με την Ελασσόνα,
τα Σέρβια, τα Γρεβενά και τη Βέροια (για την περιοχή της Δυτικής
Μακεδονίας).

Γύρω στα 1680 (1682-1684) «πολλοί κάτοικοι του χωριού Μηλιά
των Πιερίων - Ολύμπου ετράπησαν ομαδικώς εις τα όρη,
πυκνώσαντες τας τάξεις των κλεφτών. Οι Τούρκοι διήρπασαν
περιουσιακά στοιχεία και εξετόπισαν συζύγους και τέκνα εις άλλας
περιοχάς», (γράφει ο ιστορικός I. Βασδραβέλλης).

Μερικά χρόνια αργότερα, στα 1691, οι Τούρκοι απελευθέρωσαν
τους αιχμαλώτους που προαναφέρθηκαν, έδωσαν αμνηστία στους
εξεγερμένους και τους επέτρεψαν να επιστρέφουν στο χωριό, με
τη δέσμευση ότι θα ζήσουν στο εξής ειρηνικά.

Στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1768-1774 δρουν
στην περιοχή από τα Τρίκαλα κι ως την Έδεσσα πολλά
επαναστατικά σώματα . Επικεφαλής ενός τέτοιου σώματος στη
Μηλιά και τα Πιέρια βρίσκονται οι Λαζαίοι.

Κατά το ίδιο διάστημα (1770), στα Ορλωφικά, ο Τόλιος Λάζος,
παίρνει μέρος στις επιχειρήσεις στο Αιγαίο στο πλευρό των
Ρώσων.

Στον δεύτερο Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1787-1792), οι οπλαρχηγοί
του Ολύμπου και των Πιερίων εγκατέλειψαν τα λημέρια στη
στεριά και μετατράπηκαν σε δεινούς πειρατές στις θάλασσες του
Βορείου Αιγαίου.

Το 1805 οπλαρχηγοί του Ολύμπου συναντιούνται με το Θ.
Κολοκοτρώνη στο Άγιον Όρος. Μεταξύ αυτών και κάποιος από
την οικογένεια των Λαζαίων.

Σε μάχη στην Ορμύλια της Χαλκιδικής το 1808, κατά μαρτυρία
του Τόλιου Λάζου, από επιστολή που έγραψε το 1865 και που
δημοσίευσε ο κ. Γ. Χιονίδης, συμμετέχουν πολλά μέλη της
οικογένειας των Λαζαίων και φονεύονται τρεις αδελφοί του
πατέρα του και μια αδελφή τους.

Το 1809 ο Λιόλιος Λάζος συμπράττει με τον Ευθύμιο Βλαχάβα σε
επαναστατική κίνηση στη Θεσσαλία.

Στα 1813 ο Λιόλιος Λάζος μάχεται κατά του Βελή Πασά στη
Σκύρο και αργότερα βρίσκεται στη Μάνη, όπου και
συλλαμβάνεται.

Ένα σημαντικό κομμάτι της δράσης των Λαζαίων , επομένως και
της ιστορίας της Μηλιάς, αποτελεί μια μακρόχρονη διαμάχη με
τον Αλή Πασά, που διαρκεί πάνω από μια δεκαετία. Πολεμικές
επιχειρήσεις και σκληρές μάχες, συνεννοήσεις και εξαγορές και
δόλος και απάτη, μα και εξορίες και απαγχονισμοί συνθέτουν το
πλέγμα των σχέσεων των δύο πλευρών. Ενώ γίνεται μια
προσπάθεια να συνδιαλλαγούν το 1812 με τη μετάβαση του
Λιόλιου Λάζου στα Γιάννενα, η κατάληξη στη διαμάχη θα είναι
πολύ βαριά για τη Μηλιά και τους Λαζαίους, αφού το 1813
γράφεται η τελική πράξη στην έδρα τους, ύστερα από την
επιχείρηση του γιου του Αλή, του Βελή Πασά. 'Όταν το 1819 ο Τόλιος
Λ. Λάζος επιστρέφει μετά από δοκιμασία πολλών ετών στην
αιχμαλωσία και την εξορία στην πατρίδα του τη Μηλιά
παραπονιέται: «Ουδένα συγγενή εύρομεν, ως αιχμαλωτισθέντων και καταστραφέντων υπό του Αλή Πασά, ανακαλύψαντος την Φιλικήν Εταιρίαν, ής μέλη ήσαν οι συγγενείς μου ούτοι». Το απόσπασμα
από την επιστολή που προαναφέραμε. Όσοι γνωρίζουν τα
μηλιώτικα τραγούδια μπορούν να διαπιστώσουν πόσο αυτά
απεικονίζουν την ιστορική πραγματικότητα.

Αλλά οι Λαζαίοι δεν καταθέτουν εύκολα τα όπλα, γιαυτό και τα
επόμενα χρόνια η δράση τους μεταφέρεται και πάλι στη θάλασσα,
στις βόρειες Σποράδες και οι γενναίοι καπεταναίοι μετατρέπονται
και πάλι σε πειρατές και κουρσάρους.

Σημαντικό στοιχείο για τη δράση τοιν Λαζαίων αποτελεί και η
πληροφορία από ένα άλλο αξιόλογο έγγραφο, σύμφωνα με το
οποίο, το 1816, αναγνωρίζεται στο Δήμο Λάζο το αρματολίκι της
Μηλιάς, επί λέξει; «περί του καπετανάτου αυτού επί 16 χωρίων
περί την Μηλιά».

Το πιο σπουδαίο ιστορικό συμβάν, το τελευταίο αυτού του
κεφαλαίου από την ιστορία της Μηλιάς και τη δράση των
Λαζαίων, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της
επανάστασης στην Πιερία και τη Μακεδονία, όσο και γενικά του
αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας, είναι η μάχη της Μηλιάς στις
2 Απριλίου του 1822, το ιστορικό γεγονός το οποίο τιμούμε με τη
σημερινή εκδήλωση. Αντί να παρουσιάσω το γεγονός με δικά μου
λόγια, προτιμώ να αφήσω να μιλήσει άλλος. Κάνοντας την
εισαγωγή μόνο στο θέμα θα ήθελα να σημειώσω ότι, 40 μέρες πριν
από τη μάχη της Μηλιάς, είχε αποβιβασθεί στο Ελευθεροχώρι
Πιερίας αποστολή από τη νότιο Ελλάδα και είχαν προηγηθεί
σκληρές μάχες στον Κολυνδρό και τη γύρω περιοχή αλλά και στον
Κοκκινοπλό και τον Αγιο Δημήτριο. Οι Τούρκοι κέρδισαν όλες τις
μάχες παρά τις πολλές απώλειες. Οι Έλληνες αποφασίζουν να
συμπτυχθούν στη Μηλιά:

«Ο Διαμαντής εις την Μηλιάν ηνώθη με τα αρματολικά σώματα του
Γούλα και του Λάζου, απεφάσισαν δε όλοι, να επιτεθούν κατά των
Τούρκων, οίτινες είχον στρατοπεδεύσει εις την Βροντούν. Τελικώς, το
σχέδιον της ομαδικής συνεργασίας εγκατελείφθη και ο μεν Λάζος
απεφάσισε μόνος του, στηριζόμενος εις τας γνώσεις που είχε του
εδάφους, να προσβάλει το εχθρικόν στρατόπεδον, ο Κασομούλης παρέμεινεν εντός της Μηλιάς, ο Σάλας με τους επιτελείς του και τον Γούλαν εκλείσθη εις τον πύργον των Λαζαίων, ο δε Διαμαντής κατέλαβε καταλλήλους θέσεις έμπροσθεν και εντός της Μηλιάς. Ο
Λάζος, κατερχόμενος ίνα αιφνιδιάση τους Τούρκους, συνεπλάκη εις
κακήν δι αυτόν τοποθεσίαν εντός χαράδρας με την εχθρικήν εμπροσθοφυλακήν και κινδυνεύων να κυκλωθή και να αφανισθή,
υποχώρησε προς τα έναντι της Μηλιάς υψώματα, αποκοπείς από τους υπερασπιζόμενους την Μηλιάν, αλλά και οι περί τον Διαμαντήν και το
Κασομούλην άνδρες, μη δυνηθέντες να αντεπεξέλθουν κατά της
ισχυράς τουρκικής πιέσεως, υποχώρησαν και κατέφυγον εις τα Κρύα
Νερά (πρόκειται για το γνωστό μας Κρυονέρι), ένθα είχον συγκεντρωθεί, ευρισκόμεναι εν σχετική ασφαλεία, αι οικογένειαι των
πολεμιστών. Ήδη ως τελευταίον οχυρόν παρέμενεν ο υπερήφανος πύργος των Λαζαίων εις το άκρον της Μηλιάς, όπου ευρίσκετο ο Σάλας
με τους επιτελείς του, ο Γούλας με 40 κλέφτες και ο αδερλφός του
Κασομούλη Μήτρος. Ο πύργος, κτισμένος επί δεσποζούσης
τοποθεσίας, ήτο φύσει οχυρός, είχε πυρομαχικά, αλλά και θαυμασίαν ακτίνα βολής, παρέχων ισχυράν αμυντικήν τοποθεσίαν... Αλλά και το
τελευταίο αυτό έρεισμα του αγώνος των Πιερίων - Ολύμπου δεν ήτο
πεπρωμένον να σημειώσει κάτι ένδοξον και ηρωικόν... »Αυτά
αναφέρει ο Βασδραβέλλης στο έργο του, Οι Μακεδόνες κατά την επανάστασιν του 21. Οι έγκλειστοι τελικά κατάφεραν να διαφύγουν
από την υπόγεια σήραγγα, που κατά τις μαρτυρίες των παλιότερων
υπήρχε και κρύφτηκαν στα γύρω δάση. Ένα μέρος του πύργου
γκρεμίστηκε ή επειδή το ανατίναξαν οι υπερασπιστές του, καθώς τον εγκατέλειπαν ή από τις βολές των εχθρών που τον πολιορκούσαν.
Έτσι πέρασαν μια μαύρη Λαμπρή οι Μηλιώτες και γράφτηκε μια
μαύρη σελίδα στην ιστορία της επανάστασης. Η μάχη ήταν σίγουρα
άνιση αλλά και σφάλματα στρατηγικής και τακτικής έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για την ήττα. Την ίδια και χειρότερη μοίρα είχαν
λίγες μέρες αργότερα η Βέροια και προπάντων η Νάουσα.

Το ερώτημα είναι αν θα μπορούσε να έχει καλύτερη τύχη ο αγώνας της Μακεδονίας και της Πιερίας. Η απάντηση δεν είναι
εύκολη, γιατί καμιά από τις ενέργειες αυτές δεν είναι μονοσήμαντη και κανένα ιστορικό συμβάν δεν μπορεί να αξιολογηθεί, εάν δεν
ενταχθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και εάν δε συνεκτιμηθούν πολλοί παράμετροι. Το βέβαιο είναι ότι στη Μακεδονία οι δυσκολίες και οι

αντιξοότητες ήταν απείρως μεγαλύτερες από ό,τι στις νοτιότερες περιοχές, χωρίς αυτό να απαλλάσσει πολλούς από την ευθύνη για
λανθασμένους χειρισμούς.

Στη συνέχεια πολλοί Μακεδόνες και οι Λαζαίοι βεβαίως με τους συντρόφους τους θα δώσουν τον αγώνα στην επαναστατημένη νότια
Ελλάδα. Αξίζει να αναφερθεί ότι στη μάχη που σφράγισε τον εννιάχρονο αγώνα, το 1829, στην Πέτρα της Βοιωτίας, στο πλευρό
του Δημητρίου Υψηλάντη μάχεται ο γηραιός οπλαρχηγός Τόλιος
Λάζος, που στο μεταξύ έχει λάβει και το αξίωμα του χιλίαρχου, επικεφαλής της Έβδομης χιλιαρχίας.

Ο αγώνας αυτών των γενναίων Μηλιωτών δε σταματά, γιατί και
αργότερα η μοίρα της μακεδονικής αυτής γης συνδέεται με τη δική
τους μοίρα. Σε όλες τις προσπάθειες που γίνονται το 1834-35, το
1856, το 1878, για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, οι απόγονοι
των Λαζαίων δίνουν πάντα το παρών με σκοπό να γίνει το όνειρο
πραγματικότητα, να ελευθερωθεί η Μακεδονία και η Πιερία, η γη των προγόνων τους.


Επειδή φοβάμαι ότι κινδυνεύω να χαρακτηριστώ υπερβολικός στα όσα για τους Λαζαίους ανέφερα, θα ήθελα την προσοχή σας, καθώς θα μεταφέρω αυτολεξεί όσα γράφονται για αυτούς στο μνημειώδες έργο, την 17τομη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής
Αθηνών: «Από τους επιφανέστερους κλεφταρματολούς της Μακεδονίας
και Θεσσαλίας ήταν οι Λαζαίοι, με γενάρχη τον Λάζο και έδρα τη Μηλιά, κοντά στην Κατερίνη. Περισσότερο γνωστοί ήταν οι γιοι του,
γεννημένοι μετά το 1770, οι ονομαζόμενοι Λαζαίοι ή Λαζόπουλα, Γιάννης, Λιόλιος, Δήμος και Κώστας, οι οποίοι ήταν πολύ συμπαθείς
στους αρματολούς, γιατί διακρίνονταν για το ήθος, τη φρόνηση και την ανδρεία τους. Είχαν κάποια μόρφωση και υποστηρίζονταν μεταξύ τους κατά τις κρίσιμες στιγμές. Είχαν πάρει μέρος σε όλα τα τελευταία
κινήματα των Ελλήνων και με τα μεγάλα προτερήματά τους ασκούσαν
μεγάλη επιρροή στους κατοίκους και στους καπετάνιους διαφόρων περιοχών, ώστε να προκαλούν το φόβο του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, που έβλεπε στα πρόσωπά τους τούς μελλοντικούς άξιους ηγέτες του
ελληνικού λαού».

Ένα μικρό απόσπασμα ακόμη από το ίδιο έργο, αλλά με τα λόγια του Κασομούλη αυτή τη φορά, που αναφέρεται στους κλεφταρματολούς του Ολύμπου, του Βερμίου και των Χασίων:

« Θαρρούσαμε ότι αυτοί είναι προορισμένοι δια την σωτηρίαν του έθνους, και αυτοί είναι οι Τουρκοφάγοι και ή γράμμα τους ή λόγον τον
θεωρούσαμε χρησμόν ».

Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί πώς οι κάτοικοι αυτού του μικρού χωριού, της Μηλιάς, οι πρόγονοί μας δηλ., ύμνησαν με τόση ένταση
και σε τόση έκταση αυτούς τους ανθρώπους, τους ήρωές τους, τους Λαζαίους. Στη Μηλιά έλαχε το ανεκτίμητο προνόμιο να μπορεί να
καυχηθεί για μια τόσο λαμπρή οικογένεια. Οι Μηλιώτες μοιράζονταν τη ζωή τους με γενναίους και ονομαστούς άνδρες, με τους
πρωταγωνιστές της ιστορίας. Έτσι λοιπόν, αυτόματα σχεδόν και κατά
έναν τρόπο υποχρεωτικά, πολλά τραγούδια της Μηλιάς, περί τα είκοσι, έχουν ως θέμα τους τους Λαζαίους. Ας σημειωθεί ότι είναι
μοναδικά λαϊκά δημιουργήματα και δεν τραγουδιούνται πουθενά
αλλού, ούτε στα γειτονικά μας χωριά. 
Με τα τραγούδια αυτά ο ανώνυμος καλλιτέχνης, ο αγνός και απλοϊκός άνθρωπος της Μηλιάς,
φανερώνει την αγάπη του, μια λατρεία και ένα είδος ευγνωμοσύνης προς τους δικούς του ήρωες, τους Λαζαίους.

Επειδή ο τρόπος που ερμηνεύουμε το παρελθόν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το παρόν μέσα στο οποίο ζούμε. Επειδή η
ερμηνευτική δύναμη της ιστορικής σκέψης είναι εκείνη που καταλύει
τα όρια μεταξύ παρελθόντος και παρόντος. Επειδή η ιστορία ορίζεται
πια όχι ως επιστήμη του παρελθόντος αλλά ως επιστήμη του
ανθρώπου μέσα στο χρόνο, ώστε να αγγίζει το παρόν και να το κατανοεί. Επειδή, τέλος, η παρανόηση του παρόντος είναι η
αναπόφευκτη συνέπεια της άγνοιας του παρελθόντος, θα ήθελα να
κλείσω τη σημερινή ομιλία με μερικές επιλογικές σκέψεις.

Από το μεσοπόλεμο ακόμα αλλά κυρίως κατά το δεύτερο μισό του 20ου αι. οι Μηλιώτες εγκατέλειψαν την Άνω, όπως ονομάζεται
σήμερα, Μηλιά, την έδρα τους για αρκετούς αιώνες, και επανήλθαν καταπώς φαίνεται στην προτέρα τους έδρα, στα πεδινά. Η αλλαγή
τόπου κατοικίας, ευτυχώς, δεν οδήγησε και στην αλλαγή του τρόπου ζωής. Οι Μηλιώτες δεν ξέχασαν τις παραδόσεις, διατήρησαν τα έθιμα
και τραγουδούν ακόμα τα δικά τους τραγούδια. Όμως, δυστυχώς, η
ιστορική μνήμη αρκετών από τους σημερινούς Μηλιώτες αδυνάτισε
και μέσα στο αντιπνευματικό ρεύμα της εποχής και σε ένα
αντιιστορικό πνεύμα και με μια ισοπεδωτική αντίληψη, αποστασιοποιήθηκαν από τα γεγονότα στα οποία έγινε αναφορά
σήμερα και με μια μηδενιστική νοοτροπία, κάποτε και με μια
ευκολία, απορρίπτουν αυτούς που οι πρόγονοί τους με τόσο πάθος ύμνησαν και αναφέρονται στους Λαζαίους με τρόπο απαξιωτικό και
μειωτικό.

Θα ήταν αφέλεια να πιστέψει κανείς ότι οι Λαζαίοι ήταν άμεμπτοι, άκακοι και άδολοι, ότι πάντα η σχέση τους με τους άλλους
κατοίκους του χωριού ήταν άριστες, χωρίς συγκρούσεις και αντιπαλότητες. Θα έδειχνε επιπολαιότητα και άγνοια πάλι όποιος θα
πίστευε ότι σε μια κοινότητα ανθρώπων μπορεί να της επιβληθεί να
τραγουδήσει και να υμνήσει κάτι ή κάποιον που δεν αξίζει και, πολύ
περισσότερο, κάποιον που δεν την τιμά με τη στάση του και τη
δράση του. Η οπτική γωνία από την οποία εξετάζει κανείς τα γεγονότα είναι αυτή που κάνει τη διαφορά. Και η ιστορική γνώση
βοηθά ακριβώς σε αυτό, στο να βλέπουμε από τη σωστή οπτική
γωνία τα πράγματα και να τα εξετάζουμε με τη δέουσα προσοχή, να
τα κρίνουμε όσο γίνεται πιο αντικειμενικά και να τους αποδίδουμε την πραγματική τους αξία.

Όσο για εμάς, τους νέους έποικους, που τα τελευταία χρόνια καταπατήσαμε κυριολεκτικά το ιστορικό αυτό χωριό, το λιγότερο
που θα επέβαλλε το χρέος μας απέναντι στην ιστορία, θα ήταν να μην συμπεριφερόμαστε ως νεοβάρβαροι*, αλλά να δείχνουμε τον δέοντα
σεβασμό σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο. Γιατί ο τόπος αυτός
αποτελεί μνημείο εθνικής αυτογνωσίας και αποπνέει ένα δυνατό άρωμα ιστορίας. Για να οσφρανθούμε όμως αυτό το άρωμα, θα
πρέπει να έχουμε ασκημένες όλες μας τις αισθήσεις, να έχουμε σε εγρήγορση τις πνευματικές μας δυνάμεις, να έχουμε πάντα ανοιχτά
πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μας. Προς αυτή την κατεύθυνση
στοχεύει και η σημερινή εκδήλωση του Συλλόγου, αυτός ήταν και ο σκοπός αυτής της ομιλίας. Αν προσέγγισε κάπως το στόχο θα είναι η ωραιότερη τιμή στην επέτειο της μάχης της Μηλιάς και η καλύτερη
ανταμοιβή για τον ομιλούντα.


* οι αυστηροί χαρακτηρισμοί έχουν να κάνουν με τον άναρχο τρόπο δόμησης του οικισμού και τη χωρίς κανένα σχέδιο εναρμόνισης με το φυσικό περιβάλλον και την ιστορία του τόπου.