8.10.21

ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΣΧΟΛΕΙΟ!! Του Θεόδωρου Τσιώτσιου-ΦΩΤΟ

Το επάνω σχολείο είναι του χωριού μού Καταφύγιο Κοζάνης, είναι αυτό που κάψανε οι Γερμανοί παραμονές Χριστούγεννα το 1943. Μα εμείς το ξαναχτήσαμε...ποιό όμορφο από πρώτα. Το κάτω είναι εδώ στην πόλη μας την δεκαετία του σαράντα συγκεκριμένα 48- 49,τότε κάναμε μάθημα σε δύο δωμάτια, και όταν είχε καλό καιρό κάπου κάπου πηγαίναμε στο πάρκο.
Θυμάμαι μία περίπτωση που δεν πρόκειται να την ξεχάσει κάνεις όσοι το ζήσαμε.
Αφού κάναμε την πρώτη ώρα, την δεύτερη είχαμε αριθμητική έτσι το λέγαμε τότε, το μάθημα γινόταν ερωτήσεις, είχαμε πρόσθεση-αφαίρεση, ρωτάει τον Γιάννη Γιαννάκη αν σ'αυτό το δέντρο καθότανε 100 πουλάκια και ο μπαμπά σου ο κυνηγός σκοτώνει τα 40 πόσα θα μένουν επάνω;
Η απάντηση του Γιαννάκη, κάνκανενα κυρία σκιάχκαν όλα κεφκαν, κόκαλο η κυρία βουλα.
Είναι ο πρόλογος για το παλιό
ΣΧΟΛΕΊΟ.

Μιά φορά πριν από πολλά χρόνια οι μαθητές πηγαίναμε στο σχολείο με μια πάνινη τσάντα και μέσα είχαμε μιά πλάκα και ένα κοτύλι, κάναμε μάθημα πρωί, απόγευμα, και το Σάββατο. Οι αίθουσες καμιά σχέση με τις σημερινές, για να ζεσταίνουμε το χώρο με μιά ξυλόσομπα, τα ξύλα τα φέρναμε από το σπίτι, ένα ξύλο ο καθένας μας, τα βιβλία τα αγοράζαμε, όσο για ξύλο? Αν ήσουν αδιάβαστος το ξύλο της χρονιάς, θυμάμαι έναν Αλέκο ξύλοοο, και όταν έσπαζε η βέργα μάς έλεγε να του φέρουμε μία καλύτερη και να είναι από κρανιά, ότι και να ήταν όμως εμείς μετά το σχολείο φαγητό και παίξιμο μέχρι που βασίλευε ο ήλιος, μετά στο σπίτι μας κατσάδιαζαν και οι γονείς μας γιατί έπρεπε να διαβάσουμε με την λάμπα πετρελαίου, και το πετρέλαιο τότε το περνάμε με την μισή οκά σε ένα μπετωνάκι μικρό,
τι να πρώτο θυμηθώ, την πείνα, το φόβο, το κρύο, με δύο λόγια τη φτώχεια.
Κάθε μεσημέρι όμως όλοι στο τραπέζι περιμέναμε τον πατέρα για να αρχίσουμε να τρώμε αφού κάναμε πρώτα το σταυρό μας, δεν κάναμε κανείς παράπονα για το φαγητό, ότι και αν ήταν αρκεί πού είχαμε κάτι να φάμε, η γιαγιά πάντα κάτι θα είχε κρυφά τρείς ελιές και ψωμί, η ψωμί με λίγο ζάχαρη έτσι για το μάτι,
χόρταινε το μάτι, το στομάχι σε λίγο θα ήταν άδειο, πώς να μην είναι, δέν σταματούσαμε όλη μέρα, ένα βράδυ είχα αρχίσει λίγο είχε σκοτεινιάσει για τα καλά, ήταν και ο πατέρας στο σπίτι, έγινε ο χαμός,
Πάω κατευθείαν στο κρεβάτι ελπίζοντας ότι θα με φωνάξουν για το βραδινό, όχι σπουδαία πράγματα λίγο ψωμί τσάι και από τρείς τέσσερις ελιές, την πρώτη φορά έκανα τον δύσκολο, δεύτερη φορά μού λένε σήκω τώρα αλλιώς θα μένεις νηστικός, Ε, λέω την άλλη φορά θα σηκωθώ, αμ, δε, και έτσι εκείνο το βράδυ κυμήθηκα νηστικός, άλλη φορά λέω θα σηκώνουμε με την πρώτη.
Την άλλη μέρα στο σχολείο γουργούριζε η κοιλιά μού από την πείνα.


Μιά άλλη φορά ήταν η μέρες πού είχαμε διαγωνισμό, μας λέει ο δάσκαλος μήν σάς δω το απόγευμα να παίξετε μπάλα, διάβασμα θα έχετε καιρό για παίξιμο, είναι σα να μάς έλεγε μετά το φαγητό έξω για παίξιμο, αλλά και ο δάσκαλος το ήξερε πώς κάπως έτσι θα γίνει, αφού πέρασε λίγη ώρα νάσου ο δάσκαλος με το ποδήλατο, φέρτε μου την μπάλα, αμέσως εδώ, μου δίνει την μπάλα να την πάω στο σχολείο, έτσι και έγινε ήμουνα επιμελητής το πρωί έπρεπε να ανοίξω να πάρουν το γάλα και το κακάο για το πρωινό που είχαμε τότε η κυρία πού έκανε το πρωινό ήταν ακριβώς απέναντι από το σχολείο, αλλά την άλλη μέρα το πρωί την ώρα πού έδωσα τα πράγματα στην κυρία, μπήκε ένας συμμαθητής ο Γιώργος και πήρε την μπάλα, τα μικρά τής πρώτης τον είδαν και το μαρτύρησαν στο δάσκαλο, το μάθαμε και εμείς, αλλά τσιμουδιά, γιατί για να πάρουμε αυτή την μπάλα μαζεβαμε ένα μήνα από δραχμή, δραχμή, έρχεται στην τάξη και αρχίζει, πρώτα εμένα, ποίος πήρε την μπάλα; δεν ξέρω κύριε, την τσάντα σου στο σπίτι και αύριο με τον κηδεμόνα, ρώτησε μερικούς ακόμα η ίδια απάντηση, φτάνει και στον Γιώργο, ποίος πήρε την μπάλα, μιά δύο φορές, δεν ξέρω κύριε, το ξύλο που έφαγε απ'οτι μας είπαν δεν λέγεται μέχρι πού μπήκε κάτω από την έδρα.
Ένας συμμαθητής μου και εγώ του λέω, θα πάμε στον επιθεωρητή αφού δεν κάναμε κάτι, έτσι και έγινε, η επιθεώρηση ήταν στο τέταρτο Σχολείο, ευτυχώς που δεν ήταν, βρήκαμε τον επιστάτη μάς ρωτάει τι τον θέλουμε του είπαμε για ποιό λόγω ήμασταν εκεί, και μας λέει γυρίστε στό σπίτι, και αύριο σχολείο γιατί αν πείτε αυτά στον επιθεωρητή αλίμονο σας, στο σπίτι φάγαμε από καμιά σφαλιάρα και νηστικός για ύπνο.
Δέν προδίδεις τον συμμαθητή σου αυτοί ήμασταν η τότε γενιά σε εκείνα τα πέτρινα χρόνια, οι προδότες δεν εύρισκαν εύκολα παρέα.
Αυτό ήταν το χθές του λαού μας, ως πρώην πρόεδρος των Συνταξιούχων Ι.Κ.Α Πιερίας, ζήτησα πολλές φορές το χέρι τής νέας γενιάς, αλλά και των συναδέλφων ενωμένοι και μακριά από κόμματα γιατί φαίνονταν καθαρά η λαίλαπα πού είχε ξεκινήσει και το κερασάκι στην τούρτα το 2009- 2010 ήρθαν τα πάνω κάτω, για μας κάποιας ηλικίας περάσανε τα χρόνια, αλλά τι αφήνουμε πίσω μας στα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, τους γυρίσαμε πολλά χρόνια πίσω, και όμως, εμείς λέμε μιά παροιμία, τον λύκο τον βλέπουμε, τον τουρό παλαΐζωμε.
Κλίνω με μιά ευχή να μήν περάσει η νέα γενιά αυτά που ζήσαμε και περάσαμε εμείς!!