19.9.21

«Όχι» και στην ήπια αξιολόγηση από τους εκπαιδευτικούς. Οι ομοσπονδίες ανεβάζουν τους τόνους

Υποχρεωτική καθίσταται πλέον η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα. Αυτό ορίζει απόφαση της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως, η οποία κοινοποιήθηκε στα σχολεία, προκαλώντας τις αντιδράσεις των συνδικαλιστών.«Αντιδραστική αξιολόγηση». Αυτός είναι ο όρος που χρησιμοποιεί η Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδος (ΔΟΕ) όχι μόνο κατά του νόμου της νυν ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, αλλά και των προηγουμένων. Οι αντιδράσεις των συνδικαλιστών αποδίδονται σε πολιτικούς λόγους αλλά και στην αντίληψη ότι όποια αξιολόγηση υποκρύπτει την πρόθεση των κυβερνώντων να προχωρήσουν σε απολύσεις.
Χαρακτηριστικά η ΔΟΕ αναφέρει ότι «κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των ψευδεπίγραφων, αντιεκπαιδευτικών νομοθετημάτων (σ.σ. της νυν κυβέρνησης) είναι η συνέχεια αντίστοιχων προσπαθειών όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων για την επιβολή της αντιδραστικής αξιολόγησης».

Από την άλλη, οι νομικοί σύμβουλοι των ομοσπονδιών αναδεικνύουν τις πτυχές του νόμου 4823/21 για την άρνηση – αποχή από τη διαδικασία της αυτοαξιολόγησης, λέγοντας όμως πως «σε περίπτωση που η Διοίκηση παρά ταύτα παρανόμως προχωρήσει σε εφαρμογή των προβλεπόμενων στο άρθρο 56 του ν. 4823/2021 υπηρεσιακών και πειθαρχικών συνεπειών, εις βάρος απεργών εκπαιδευτικών, πέραν της συνδικαλιστικής αντιμετώπισης του θέματος είναι δυνατή η προσφυγή στη Δικαιοσύνη, όπως εξάλλου έγινε και στο παρελθόν στην αντίστοιχη περίπτωση του ν. 4489/2017, που ανωτέρω εκτέθηκε», όπως αναφέρει έκθεση της Μαρίας Μαγδαληνής Τσίπρα, νομικής συμβούλου της ΔΟΕ.

Στο ίδιο πλαίσιο η ΟΛΜΕ, σε ενημερωτικό προς τους καθηγητές, σημειώνει: «Συνεχίζουµε τον αγώνα, συµµετέχουµε µαζικά στην απεργία – αποχή, σπάµε τον αυταρχισµό και την τροµοκρατία του υπουργείου Παιδείας. Η απεργία – αποχή ως µορφή απεργίας έχει κριθεί στα δικαστήρια ως απόλυτα νόµιµη και συνταγµατικά κατοχυρωµένη (Δ. Εφ. Πειραιώς 486/1995, Δ. Εφ. Αθηνών 4843/2014, Μ. Π. Αθηνών 2395/2014, Δ. Εφ. Αθηνών 559/2020). Η ΟΛΜΕ έχει τηρήσει όλες τις προβλεπόµενες νοµικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη νοµιµότητα της απεργίας – αποχής, καταθέτοντας σχετικό εξώδικο, µέσω νοµικού, στην Προεδρία της Κυβέρνησης και στα υπουργεία Παιδείας, Εσωτερικών και Οικονοµικών. Ακόµα και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αναγνωρίζοντας τη λευκή απεργία ως νόµιµη µορφή απεργιακής κινητοποίησης, εξέδωσε την υπ’ αριθµόν 2038978/4420/0022/14-06-1990 εγκύκλιό του, στην οποία αναφέρεται: “1. Σύµφωνα µε τη νοµολογία (8384/79 και 8272/89 αποφάσεις του Εφετείου Αθηνών και 920/1983 του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών), η µείωση της απόδοσης των εργαζοµένων (ποσοτική ή ποιοτική) ή η επιβράδυνση του ρυθµού της εργασίας –λευκή απεργία– αποτελεί µορφή απεργίας. Συνεπώς η αποχή των εκπαιδευτικών από ορισµένα καθήκοντά τους συνεπάγεται ποσοτική µείωση της απόδοσής τους, η οποία κατά τα ανωτέρω αποτελεί µορφή απεργίας, τη λευκή απεργία (βλ. σχετικώς και ΔΙΚΠΡ/Φ9/2741/7072/3.9.86 και ΔΙΚΠΡ/Φ9/241/11026/23.10.85 έγγραφα του υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως)”». Μάλιστα η ΟΛΜΕ προσθέτει ότι «µε τη διάταξη του άρθρου 36 παρ. 2 ν. 4489/2017 είχε αντιστοίχως προβλεφθεί στον υπόλοιπο δηµόσιο τοµέα ότι η συµµετοχή στη διαδικασία αξιολόγησης αποτελεί προϋπόθεση για την επιλογή υπαλλήλου σε διαδικασίες κρίσεων και τοποθέτησης προϊσταµένων. Η ως άνω διάταξη καταργήθηκε µεταγενεστέρως, αφού µε την υπ’ αρ. 559/2020 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών κρίθηκε ότι η συµµετοχή υπαλλήλου σε νοµίµως προκηρυχθείσα απεργία δεν κωλύει τη συµµετοχή του σε διαδικασίες επιλογής προϊσταµένων».

Βέβαια, όταν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ περί τα 600 στελέχη του δημόσιου τομέα δήλωσαν άρνηση – αποχή από τη διαδικασία της αυτοαξιολόγησης με βάση τις θέσεις της ΑΔΕΔΥ, βρέθηκαν εκτός και έχουν προσφύγει στη διοικητική Δικαιοσύνη.




Πληροφορίες από ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ