-Για τους θεούς, Ίκαρε! Μη! Ξέρεις τι είναι Τέχνη; Κοίταξες γύρω σου; Αν δεν ουρλιάζουμε, αν δεν βρυχιόμαστε, αν δεν ξεσκιζόμαστε… ξέρεις ποιος βοήθησε σε αυτό; Η Τέχνη. Αυτή είναι που υπόταξε μέσα μας το θηρίο… Και ποιο θηρίο, το πιο αρπαχτικό απ’ όλα, τον άνθρωπο. Ναι, πιο αρπαχτικό, γιατί ήταν οπλισμένο και με νου. Βλέπεις;… Λέω «οπλισμένο», δε λέω «προικισμένο», γιατί στα πολύ παλιά χρόνια –επειδή οι άνθρωποι αλληλοτρώγονταν- όλα τα ‘καναν όπλα.
Μα κάποτε ήρθε η Τέχνη. Και γλύκανε το βλέμμα μας.
Κι έκανε τον άνθρωπο να ντραπεί –για πρώτη φορά- για τα νύχια του και να τα κρύψει. Να ντραπεί και για την ασκήμια του, και να τη λιγοστέψει.
Ε, από τότε άρχισε η ζωή των ανθρώπων.
Ο Ίκαρος κούνησε θλιμμένα το κεφάλι του.
-Άνθρωποι είναι και αυτοί που τάιζαν το Μινώταυρο με ανθρώπινα κρέατα. Άνθρωποι είναι κι αυτοί που μας έκλεισαν εδώ μέσα.
-Όχι. Βλέπεις… Η Τέχνη δεν τέλειωσε το έργο της. Έχει πολλή δουλειά ακόμη μπροστά της. Ο κόσμος είναι ακόμη γεμάτος με θηρία και χρωστά να τα ημερέψει, να τα μεταμορφώσει σε ανθρώπους. Αν είχαν γίνει όλοι άνθρωποι θα σου ΄λεγα: «άφησε την Τέχνη. Διάλεξε κάτι άλλο, πιο εύκολο. Γίνε ζευγίτης ή ψαράς. Θα περάσεις ειρηνικά απ’ τη ζωή και δε θα φύγεις με το φαρμάκι στα χείλη». Μα τώρα έχεις χρέος. Γιατί ακόμη βράζει η αγριότητα γύρω μας. Ο τεχνίτης είναι ο θηριοδαμαστής, που ήρθε για να ξεσκιστεί απ’ τα θηρία, παρά για να δημιουργήσει.
-Κι ως πότε θα γίνεται αυτό, πατέρα; Ώσπου να γεράσω;
-Ώσπου να γεράσουν όλοι σου οι απόγονοι. Και πάλι θα χρειαστούν κι άλλοι. Οι μάρτυρες της Τέχνης δε θα τελειώσουν ποτέ. Μέσα στα στήθη των ανθρώπων παραμονεύει μουδιασμένο ένα τιγράκι, που περιμένει να παραιτηθούμε για να ορμήσει. Θα μας μισήσουν ίσως πολλοί. Μα, εκείνοι που θα μας αγαπήσουν, θα είναι περισσότεροι.
-Και δε θα σταματήσουν ποτέ οι άνθρωποι να ‘χουν ανάγκη από τέχνη;
-Ποτέ.
-Κι ως πότε θα ζουν και θα δημιουργούν οι τεχνίτες;
-Όσο το βλέμμα του ανθρώπου που θα έχει ανάγκη από Ομορφιά.
* * *
-Πατέρα… Αφού ήρθαμε στη ζωή για να πεθάνουμε, γιατί ήρθαμε;
-Όχι για να πεθάνουμε, Ίκαρε. Καθόλου. Ήρθαμε για να χαρούμε το δώρο της ζωής και κατόπι να φύγουμε, για να ‘ρθουν να το χαρούν κι άλλοι. Γι’ αυτό πρέπει να πούμε στη ζωή «ευχαριστώ» για το πολύτιμο δώρο της.
-Μα πως; Με τι τρόπο;
-Κάνοντάς την ομορφότερη. Αυτή είναι η πληρωμή μας. Και το χρέος μας: Να κάνουμε αυτούς που θα έρθουν, να ζουν με πιο πολλά γέλια παρά με δάκρυα. Να αραδιάζουν πιο πολλά τραγούδια παρά βογκήματα.
Ήρθαμε μόνοι, ζήσαμε μόνοι, θα φεύγαμε μόνοι..Τι αξία έχει αυτό; Είναι ίδιο σαν να μην ήρθαμε...
- Άμα ανακαλύψεις την ομορφιά και δεν την παρουσιάσεις... άμα ανακαλύψεις την αλήθεια και τη σκεπάσεις.. άμα ανακαλύψεις το δίκαιο και το κρύψεις... τότε τι άνθρωπος είσαι;
Πως την πλήρωσες τη ζωή;
Απολαμβάνοντάς την μόνο;
Τότε, δε γεννήθηκες.
* * *
Άμα ανακαλύψεις την ομορφιά και δεν την παρουσιάσεις’ άμα ανακαλύψεις την αλήθεια και τη σκεπάσεις’ άμα ανακαλύψεις το δίκαιο και το κρύψεις… τότε τι άνθρωπος είσαι;
Πως την πλήρωσες τη ζωή;
Απολαμβάνοντάς την μόνο;
Τότε δε γεννήθηκες.
* * *
-Θα σου λιγοστέψουμε τον πόνο με την αγάπη μας.
-Αλίμονο… Δε θα μπορέσετε.
Την παρηγοριά –αν θα υπάρξει πια για μένα παρηγοριά- μόνο η Τέχνη θα μπορέσει να μου τη δώσει.
* *
Μενέλαος Λουντέμης, Ο Ίκαρος, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα
https://www.o-klooun.com/anadimosiefseis/lountemis-ama-anakalypseis-tin-omorfia-kai-den-tin-parousiaseis-tote-ti-anthropos-eisai