«ο Κωστάκης είναι αυτιστικός...»,
«ο Γιώργος είναι κουτσός....»,
«ο γιος της διπλανής είναι σχιζοφρενής...» είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που ακούμε καθημερινά γύρω μας. Παρατηρούμε λοιπόν, πως έχουμε την τάση να ονομάζουμε κάποια άτομα ανάλογα με κάποιο στοιχείο της προσωπικότητάς τους ή της εξωτερικής τους εμφάνισης, δείχνοντας έτσι πως δεν βλέπουμε το άτομο αλλά την διαφορετικότητα.
Όταν βάζουμε στα άτομα ταμπέλες με αρνητικούς χαρακτηρισμούς, τις περισσότερες φορές νιώθουν ότι δεν περιμένουμε από αυτά να αλλάξουν ή να βελτιωθούν. Νιώθουν ότι θα πρέπει να ζήσουν τη ζωή τους με αυτούς τους αρνητικούς χαρακτηρισμούς, και μάλιστα επιβεβαιώνοντάς τους.
Επίσης, βάζοντας ταμπέλες στα άτομα, τους αναγκάζουμε και τους ίδιους να στρέφουν την προσοχή τους στο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, αφήνοντας ανεκμετάλλευτους τους τομείς της προσωπικότητάς τους.
Έτσι λοιπόν τους στερούμε ένα λαμπρό μέλλον που πολύ πιθανόν θα είχαν, αν η αντιμετώπιση των υπολοίπων προς αυτά τα άτομα ήταν διαφορετική.
Η ταμπέλα που «κολλάμε» στους ανθρώπους συνοδεύεται πολλές φορές από οίκτο και περιθωριοποίηση. Στην εκπαίδευση μπορεί να συνοδεύεται από μειωμένες προσδοκίες και ελαχιστοποίηση της πρόσβαση στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες.
Πιο συγκεκριμένα, εξαιτίας της «ταμπέλας» τα παιδιά βιώνουν τον αποκλεισμό από το σύνολο της κοινωνίας: «κανονικά» παιδιά έναντι «προβληματικών» παιδιών που χρειάζονται στην βοήθειά μας σε οποιαδήποτε κίνησή τους, μια βοήθεια που οι περισσότεροι την θεωρούν ελεημοσύνη, σε κάτι που δεν μπορεί να βελτιωθεί. Αυτό γίνεται από το μεγαλύτερο μέρος της «υγιούς» κοινωνίας, το σχολείο ή την γειτονιά, τους εκπαιδευτικούς, τους γνωστούς και άγνωστους ανθρώπους που συναναστρέφεται το άτομο (τον περιπτερά, την πωλήτρια κτλ).
Τέλος, μεγάλη σημασία έχει να αντιληφθούμε πως τα άτομα δεν «είναι» κοντά, χοντρά, υπερκινητικά, δυσλεκτικά, διπολικά αλλά «έχουν» μικρότερο ύψος από κάποιους άλλους, περισσότερα κιλά από κάποιους άλλους, περισσότερη καταπιεσμένη ενέργεια από κάποιους άλλους, δυσκολία στην ανάγνωση και την γραφή από κάποιους άλλους, κάποια ψυχικά προβλήματα σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Καλό θα ήταν την επόμενη φορά που θα θέλαμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ας.... τον αποκαλέσουμε απλά με το όνομά του. Οι ταμπέλες φτιάχτηκαν για τους δρόμους, και όχι για τους ανθρώπους. Χαρακτηρίζοντας κάποιον με μια συγκεκριμένη λέξη-ταμπέλα, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να στρέψουμε όλο μας το ενδιαφέρον στο συγκεκριμένο μειονέκτημα του ατόμου.
Είναι άδικο για το σύνολο αυτών των ανθρώπων να τους προσδιορίζουμε με κάτι στο οποίο υστερούν και εξαιρετικά αντιπαραγωγικό για το σύνολο της κοινωνίας μας να παραβλέπουμε τα θετικά κομμάτια τους και τους τομείς στους οποίους μπορούν να διαπρέψουν αυτοί οι «φακελωμένοι» συνάνθρωποί μας.
Χρήστος Κωνσταντινίδης, Ψυχολόγος
Πηγή: xronos.gr
Όταν βάζουμε στα άτομα ταμπέλες με αρνητικούς χαρακτηρισμούς, τις περισσότερες φορές νιώθουν ότι δεν περιμένουμε από αυτά να αλλάξουν ή να βελτιωθούν. Νιώθουν ότι θα πρέπει να ζήσουν τη ζωή τους με αυτούς τους αρνητικούς χαρακτηρισμούς, και μάλιστα επιβεβαιώνοντάς τους.
Επίσης, βάζοντας ταμπέλες στα άτομα, τους αναγκάζουμε και τους ίδιους να στρέφουν την προσοχή τους στο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, αφήνοντας ανεκμετάλλευτους τους τομείς της προσωπικότητάς τους.
Έτσι λοιπόν τους στερούμε ένα λαμπρό μέλλον που πολύ πιθανόν θα είχαν, αν η αντιμετώπιση των υπολοίπων προς αυτά τα άτομα ήταν διαφορετική.
Η ταμπέλα που «κολλάμε» στους ανθρώπους συνοδεύεται πολλές φορές από οίκτο και περιθωριοποίηση. Στην εκπαίδευση μπορεί να συνοδεύεται από μειωμένες προσδοκίες και ελαχιστοποίηση της πρόσβαση στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες.
Πιο συγκεκριμένα, εξαιτίας της «ταμπέλας» τα παιδιά βιώνουν τον αποκλεισμό από το σύνολο της κοινωνίας: «κανονικά» παιδιά έναντι «προβληματικών» παιδιών που χρειάζονται στην βοήθειά μας σε οποιαδήποτε κίνησή τους, μια βοήθεια που οι περισσότεροι την θεωρούν ελεημοσύνη, σε κάτι που δεν μπορεί να βελτιωθεί. Αυτό γίνεται από το μεγαλύτερο μέρος της «υγιούς» κοινωνίας, το σχολείο ή την γειτονιά, τους εκπαιδευτικούς, τους γνωστούς και άγνωστους ανθρώπους που συναναστρέφεται το άτομο (τον περιπτερά, την πωλήτρια κτλ).
Τέλος, μεγάλη σημασία έχει να αντιληφθούμε πως τα άτομα δεν «είναι» κοντά, χοντρά, υπερκινητικά, δυσλεκτικά, διπολικά αλλά «έχουν» μικρότερο ύψος από κάποιους άλλους, περισσότερα κιλά από κάποιους άλλους, περισσότερη καταπιεσμένη ενέργεια από κάποιους άλλους, δυσκολία στην ανάγνωση και την γραφή από κάποιους άλλους, κάποια ψυχικά προβλήματα σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Καλό θα ήταν την επόμενη φορά που θα θέλαμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ας.... τον αποκαλέσουμε απλά με το όνομά του. Οι ταμπέλες φτιάχτηκαν για τους δρόμους, και όχι για τους ανθρώπους. Χαρακτηρίζοντας κάποιον με μια συγκεκριμένη λέξη-ταμπέλα, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να στρέψουμε όλο μας το ενδιαφέρον στο συγκεκριμένο μειονέκτημα του ατόμου.
Είναι άδικο για το σύνολο αυτών των ανθρώπων να τους προσδιορίζουμε με κάτι στο οποίο υστερούν και εξαιρετικά αντιπαραγωγικό για το σύνολο της κοινωνίας μας να παραβλέπουμε τα θετικά κομμάτια τους και τους τομείς στους οποίους μπορούν να διαπρέψουν αυτοί οι «φακελωμένοι» συνάνθρωποί μας.
Χρήστος Κωνσταντινίδης, Ψυχολόγος
Πηγή: xronos.gr