Του Βασίλη Στοϊλόπουλου
Ι. Για πολλοστή φορά τα τελευταία χρόνια εκπρόσωποι των ελληνικών ελίτ έδειξαν να «πέφτουν από τα σύννεφα» όταν στην πρόσφατη άτυπη σύνοδο των υπουργών εξωτερικών της Ε. Ε. η «φίλη» Γερμανία...
(μαζί και οι παραδοσιακοί της σύμμαχοι, που θύμιζαν «άξονες» άλλων εποχών) πήραν σαφή θέση υπέρ της αναθεωρητικής Τουρκίας, η οποία απροκάλυπτα πλέον επιδιώκει την βίαιη επιβολή της κυριαρχίας της σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.
Και ας γνωρίζουν οι τάλαινες, ότι «εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα», από την εποχή που ξεκινούν τα αυτοκρατορικά όνειρα του Καρολιδών και των Οθωνιδών, του Βαρβαρόσσα και του Ερρίκου ΣΤ΄ ενάντια στους Βυζαντινούς, την γερμανοτουρκική «αδελφότητα των όπλων» του Δεύτερου Ράιχ, τις εγκάρδιες σχέσεις του Τρίτου Ράιχ με τον «Επιτήδειο Ουδέτερο», μέχρι και σήμερα, την αγαστή συνεννόηση Μέρκελ-Ερντογάν είναι αμέτρητες οι φορές που οι Γερμανοί βρέθηκαν απέναντι στην πατρίδα μας και συνέβαλαν ενεργά και καθοριστικά στην αποδυνάμωση του Ελληνισμού.
Μια φορά μόνο πήραν οι Γερμανοί σαφή θέση υπέρ των ελληνικών συμφερόντων, παρά τις επίμονες αντιδράσεις της Ρωσίας, της Αυστροουγγαρίας και της Αγγλίας. Στην παράδοση της Καβάλας στους Έλληνες – και όχι στους Βουλγάρους – κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο (Συνθήκη του Βουκουρεστίου, Ιούλιος 1913). Και σε αυτό συνετέλεσαν αποφασιστικά οι ικεσίες του γαμπρού του Κάιζερ και Στρατάρχη του γερμανικού στρατού βασιλιά Κωνσταντίνου – κι ενώ ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν θα αργούσε ακόμα για πολύ και ήδη στον ορίζοντα διαγράφονταν συμμαχίες και «προδοτικές» υποσχέσεις αιώνιας πίστης. Μόνο που και αυτό το αυτοκρατορικό «δώρο» στον γερμανόφιλο βασιλιά μας συνέβαλε τελικά στην …. καταστροφή μας. Στον ολέθριο για το ελληνικό έθνος Εθνικό Διχασμό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην συνακόλουθη Μικρασιατική Καταστροφή, καθώς «η βασιλική πολιτική», όπως έγραφε σε άρθρο του ο Ελευθέριος Βενιζέλος, «δεν ηννόει να θίξη την Βουλγαρίαν, δια να μη δυσαρεστήση τον Κάιζερ», και ότι «οι ασκούντες την βασιλικήν πολιτικήν ήσαν έτοιμοι να θυσιάσουν τα πάντα, αρκεί να ωφελήσουν ή τουλάχιστον να μη παραβλέψουν τα γερμανικά συμφέροντα» («ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ», 18-11-1934). Και όπως ομολογούσε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος «διά νά μή τά χαλάσουν μαζί του εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα». Για τον Ελευθέριο Βενιζέλο πάντως «η τύφλωσις ήτο αθεράπευτος”, καθώς «από την Γερμανίαν, που εχειραγώγησε τους Βουλγάρους μέχρι Καβάλλας, επερίμεναν οι αυλόδουλοι των Αθηνών να μας δώση την Μακεδονίαν» («ΕΛ. ΒΗΜΑ», 21-11-1934).
ΙΙ. Η ίδια «αθεράπευτος τύφλωσις» παρατηρείται και σήμερα από τους εμβρόντητους από τις δυσοίωνες εξελίξεις, αλλά κατά τ’ άλλα «αντικειμενικούς», «συμβιβαστικούς» και «συνετούς» πολιτικούς αναλυτές, οι οποίοι κυριαρχούν στον «δημόσιο διάλογο» (ΜΜΕ, ΕΛΙΑΜΕΠ, πολιτικά κόμματα, πανεπιστήμια) εκλιπαρώντας για την «ουδέτερη» γερμανική διαμεσολάβηση μήπως και μετριαστεί, έστω με «επώδυνο συμβιβασμό», η «απληστία» του νεοθωμανού ηγέτη των Αδελφών Μουσουλμάνων, Ταγίπ Ερντογάν. Η ιδεαλιστική προσέγγιση της γεωπολιτικής και της ιστορίας σε συνδυασμό με την «θρησκευτική» προσήλωση, πολλών εκ των ψύχραιμων «ιπποτών» του κατευνασμού, σε ξένα κέντρα εξουσίας (Βερολίνο, Βρυξέλλες, Ουάσιγκτων κ.α.) είναι όμως που τους κάνει να μοιάζουν πλέον με ντελάληδες της ηττοπάθειας, της στοχευμένης απομείωσης του εθνικού φρονήματος και του επερχόμενου, αργά ή γρήγορα, εθνικού ακρωτηριασμού, είτε στα πεδία των μαχών είτε, το πιθανότερο, στις τράπεζες των διαπραγματεύσεων που μας «σέρνουν» υπομονετικά και βάση σχεδίου, εσωτερικού και εξωτερικού. Και ο ελληνικός λαός, ή η «κοινότητα» προς το ορθοπολιτικότερο; Θ΄ αποδεχτεί ταπεινωμένη τον «έντιμο», όπως θα μας δασκαλέψουν οι «ψύχραιμοι», συμβιβασμό ή θα βρει τρόπο ν’ αντιδράσει; Ιδού το ερώτημα, που σίγουρα δεν θ΄ αργήσει ν΄ απαντηθεί.
Ι. Για πολλοστή φορά τα τελευταία χρόνια εκπρόσωποι των ελληνικών ελίτ έδειξαν να «πέφτουν από τα σύννεφα» όταν στην πρόσφατη άτυπη σύνοδο των υπουργών εξωτερικών της Ε. Ε. η «φίλη» Γερμανία...
(μαζί και οι παραδοσιακοί της σύμμαχοι, που θύμιζαν «άξονες» άλλων εποχών) πήραν σαφή θέση υπέρ της αναθεωρητικής Τουρκίας, η οποία απροκάλυπτα πλέον επιδιώκει την βίαιη επιβολή της κυριαρχίας της σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.
Και ας γνωρίζουν οι τάλαινες, ότι «εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα», από την εποχή που ξεκινούν τα αυτοκρατορικά όνειρα του Καρολιδών και των Οθωνιδών, του Βαρβαρόσσα και του Ερρίκου ΣΤ΄ ενάντια στους Βυζαντινούς, την γερμανοτουρκική «αδελφότητα των όπλων» του Δεύτερου Ράιχ, τις εγκάρδιες σχέσεις του Τρίτου Ράιχ με τον «Επιτήδειο Ουδέτερο», μέχρι και σήμερα, την αγαστή συνεννόηση Μέρκελ-Ερντογάν είναι αμέτρητες οι φορές που οι Γερμανοί βρέθηκαν απέναντι στην πατρίδα μας και συνέβαλαν ενεργά και καθοριστικά στην αποδυνάμωση του Ελληνισμού.
Μια φορά μόνο πήραν οι Γερμανοί σαφή θέση υπέρ των ελληνικών συμφερόντων, παρά τις επίμονες αντιδράσεις της Ρωσίας, της Αυστροουγγαρίας και της Αγγλίας. Στην παράδοση της Καβάλας στους Έλληνες – και όχι στους Βουλγάρους – κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο (Συνθήκη του Βουκουρεστίου, Ιούλιος 1913). Και σε αυτό συνετέλεσαν αποφασιστικά οι ικεσίες του γαμπρού του Κάιζερ και Στρατάρχη του γερμανικού στρατού βασιλιά Κωνσταντίνου – κι ενώ ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν θα αργούσε ακόμα για πολύ και ήδη στον ορίζοντα διαγράφονταν συμμαχίες και «προδοτικές» υποσχέσεις αιώνιας πίστης. Μόνο που και αυτό το αυτοκρατορικό «δώρο» στον γερμανόφιλο βασιλιά μας συνέβαλε τελικά στην …. καταστροφή μας. Στον ολέθριο για το ελληνικό έθνος Εθνικό Διχασμό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην συνακόλουθη Μικρασιατική Καταστροφή, καθώς «η βασιλική πολιτική», όπως έγραφε σε άρθρο του ο Ελευθέριος Βενιζέλος, «δεν ηννόει να θίξη την Βουλγαρίαν, δια να μη δυσαρεστήση τον Κάιζερ», και ότι «οι ασκούντες την βασιλικήν πολιτικήν ήσαν έτοιμοι να θυσιάσουν τα πάντα, αρκεί να ωφελήσουν ή τουλάχιστον να μη παραβλέψουν τα γερμανικά συμφέροντα» («ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ», 18-11-1934). Και όπως ομολογούσε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος «διά νά μή τά χαλάσουν μαζί του εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα». Για τον Ελευθέριο Βενιζέλο πάντως «η τύφλωσις ήτο αθεράπευτος”, καθώς «από την Γερμανίαν, που εχειραγώγησε τους Βουλγάρους μέχρι Καβάλλας, επερίμεναν οι αυλόδουλοι των Αθηνών να μας δώση την Μακεδονίαν» («ΕΛ. ΒΗΜΑ», 21-11-1934).
ΙΙ. Η ίδια «αθεράπευτος τύφλωσις» παρατηρείται και σήμερα από τους εμβρόντητους από τις δυσοίωνες εξελίξεις, αλλά κατά τ’ άλλα «αντικειμενικούς», «συμβιβαστικούς» και «συνετούς» πολιτικούς αναλυτές, οι οποίοι κυριαρχούν στον «δημόσιο διάλογο» (ΜΜΕ, ΕΛΙΑΜΕΠ, πολιτικά κόμματα, πανεπιστήμια) εκλιπαρώντας για την «ουδέτερη» γερμανική διαμεσολάβηση μήπως και μετριαστεί, έστω με «επώδυνο συμβιβασμό», η «απληστία» του νεοθωμανού ηγέτη των Αδελφών Μουσουλμάνων, Ταγίπ Ερντογάν. Η ιδεαλιστική προσέγγιση της γεωπολιτικής και της ιστορίας σε συνδυασμό με την «θρησκευτική» προσήλωση, πολλών εκ των ψύχραιμων «ιπποτών» του κατευνασμού, σε ξένα κέντρα εξουσίας (Βερολίνο, Βρυξέλλες, Ουάσιγκτων κ.α.) είναι όμως που τους κάνει να μοιάζουν πλέον με ντελάληδες της ηττοπάθειας, της στοχευμένης απομείωσης του εθνικού φρονήματος και του επερχόμενου, αργά ή γρήγορα, εθνικού ακρωτηριασμού, είτε στα πεδία των μαχών είτε, το πιθανότερο, στις τράπεζες των διαπραγματεύσεων που μας «σέρνουν» υπομονετικά και βάση σχεδίου, εσωτερικού και εξωτερικού. Και ο ελληνικός λαός, ή η «κοινότητα» προς το ορθοπολιτικότερο; Θ΄ αποδεχτεί ταπεινωμένη τον «έντιμο», όπως θα μας δασκαλέψουν οι «ψύχραιμοι», συμβιβασμό ή θα βρει τρόπο ν’ αντιδράσει; Ιδού το ερώτημα, που σίγουρα δεν θ΄ αργήσει ν΄ απαντηθεί.