Η αλήθεια για τους Ελληνες πολιτικούς
Εισαγωγικό σημείωμα:
Κώστας Τασούλας
Εκδ. Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία (ανατύπωση της έκδοσης του 1971), Αθήνα, 2020
Πρόσφατα συμπληρώθηκαν 53 χρόνια από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Εχει ιδιαίτερη αξία... η πρωτοβουλία του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων να επανεκδώσει το βιβλίο, με το οποίο ο Γεώργιος Ράλλης προσπάθησε να υπερασπιστεί την τιμή των Ελλήνων πολιτικών στο μέσο της απριλιανής δικτατορίας.
Εκδ. Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία (ανατύπωση της έκδοσης του 1971), Αθήνα, 2020
Πρόσφατα συμπληρώθηκαν 53 χρόνια από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Εχει ιδιαίτερη αξία... η πρωτοβουλία του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων να επανεκδώσει το βιβλίο, με το οποίο ο Γεώργιος Ράλλης προσπάθησε να υπερασπιστεί την τιμή των Ελλήνων πολιτικών στο μέσο της απριλιανής δικτατορίας.
Το βιβλίο παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Πρώτα απ’ όλα, η έκδοσή του το 1971 αποτελούσε μια πράξη αντίστασης, ίσως λιγότερο ηχηρή αλλά πάντως ηρωική, απέναντι στο δικτατορικό καθεστώς. Εχει λοιπόν απόλυτο δίκιο ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Κώστας Τασούλας, όταν αναφέρει στο εισαγωγικό του σημείωμα ότι είναι «το πιο λεβέντικο βιβλίο του Ράλλη, ναι λεβέντικο, γιατί εγράφη μεσούσης της Επταετίας και τεκμηριωμένα απέκρουσε το κυρίαρχο τότε αφήγημα του καθεστώτος για τη “φαυλοκρατία” που προηγήθηκε της δικτατορίας και που έπρεπε να καταλυθεί».
Μέσα από την ανάγνωση του βιβλίου ο αναγνώστης μαθαίνει πάρα πολλά. Αποτελεί μια κατατοπιστική σύνοψη όχι μόνο της πολιτικής και οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους έως την 21η Απριλίου 1967, αλλά και της κοινωνικής ζωής. Ενδεικτικές είναι οι ακόλουθες αναπτύξεις για τους εργαζομένους που έχασαν την εργασία τους λόγω της τεχνολογικής προόδου μετά το 1920: «Στην κατηγορία αυτή των εργαζομένων ανήκαν οι εργάτες της καπνοβιομηχανίας που είχαν πληγεί από την εισαγωγή των σιγαροποιητικών μηχανών, οι αμαξηλάτες που επλήγησαν από τα αυτοκίνητα ταξί, οι λεμβούχοι του Πειραιώς και άλλων λιμανιών που έμειναν χωρίς εργασία με την κατασκευή προκυμαιών, όπου επλεύριζαν τα πλοία».
Κυρίως, όμως, το βιβλίο είναι ιδιαίτερα διδακτικό για τον αναγνώστη, ο οποίος διαπιστώνει ότι αυτά που σήμερα θεωρεί αυτονόητα δεν ήταν πάντα δεδομένα και κάποιοι δούλεψαν για να επιτευχθούν. Μαθαίνει λ.χ. ότι η «μέση ετήσια αύξηση του ακαθαρίστου εθνικού εισοδήματος σε σταθερές τιμές για την περίοδο 1958-1966 είναι 6,9, ενώ την ίδια περίοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν 4,7, στη Γερμανία 4,8, στην Ιταλία 6, στην Αγγλία 3,3, στον Καναδά 4,7 και στην Γαλλία 5,8. Μόνον η Ιαπωνία ήταν σε καλλίτερη από μας θέση με αύξηση 10,7». Οπως επίσης ο αναγνώστης μαθαίνει για τη «βαριά βιομηχανία της Ελλάδας», τον τουρισμό, ότι ενώ το 1950 ο αριθμός των τουριστών ήταν μόλις 33.000, το 1966 έφθασε, ως αποτέλεσμα μιας οργανωμένης τουριστικής πολιτικής, σε 1.131.000 τουρίστες.
Το βιβλίο ανατρέπει επίσης εσφαλμένες, αλλά ιδιαίτερα διαδεδομένες αντιλήψεις, όπως π.χ. ότι η κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα αρχίζει με τη λειτουργία του ΙΚΑ το 1937. Οπως μας πληροφορεί ο Ράλλης: «Μετά το 1867 ιδρύθηκαν πολλά Ταμεία Συντάξεων, Προνοίας και Αλληλοβοηθείας διαφόρων κλάδων και επιχειρήσεων», ενώ «το 1901 ψηφίζεται ο νόμος “περί περιθάλψεως των εν τοις μεταλλείοις και μεταλλουργείοις παθόντων και των οικογενειών αυτών” που αποτελεί την πρώτη νομοθετική ρύθμιση σε θέματα εργασίας». Ακολούθησαν οι νόμοι του 1909 και 1910 για την κυριακάτικη αργία, ο νόμος του 1911 «Περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών», ο νόμος του 1912 «περί γυναικών και ανηλίκων», ο νόμος περί Σωματείων του 1914 και πολλοί άλλοι προστατευτικοί νόμοι.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια σημαντική συμβολή που αξίζει να διαβαστεί, ακόμη και εάν κάποιος διαφωνεί με ορισμένες διατυπώσεις που αποδίδουν τα τραύματα της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Εξάλλου, όλοι νομίζω ότι μπορούν να συμφωνήσουν ως προς το συμπέρασμα που συνάγεται από την ανάγνωση του βιβλίου: Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο σε μια δημοκρατία από την ισοπέδωση όλων των πολιτικών και από την αντίληψη ότι «όλοι το ίδιο είναι». Η νοοτροπία αυτή δεν είναι μόνον άδικη. Είναι, πάνω απ’ όλα, μια επικίνδυνη αντίληψη που προετοιμάζει το έδαφος για αυταρχικά καθεστώτα. Από την άποψη αυτή, το βιβλίο του Ράλλη είναι ιδιαίτερα διδακτικό.
* Ο κ. Σπύρος Βλαχόπουλος είναι καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ.