22.2.20

ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΣ: ΠΟΛΛΟΙ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ. ΑΛΗΘΕΙΑ ΜΙΑ.

Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης

Εισαγωγή.
Η ώρα 23:00 της 25ης Νοεμβρίου 1942, τελειώνοντας η εορτή της Αγίας Αικατερίνης, ήταν η «Ώρα Μηδέν» για την έναρξη της επιχείρησης ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου. Η επιχείρηση τελείωσε στη 01:30 της 26ης Οκτωβρίου. Την επέτειο αυτής της μυστικής επιχείρησης δολιοφθοράς (σαμποτάζ), όπως αναφέρει το Πρόγραμμα Εορτασμού, της Αντιπεριφέρειας, η Ελληνική Πολιτεία με νόμο του 1982 καθιέρωσε ως ημέρα εορτασμού της Εθνικής Αντίστασης. 


Η καθιέρωση της ημέρας για τον εορτασμό της Εθνικής Αντίστασης, για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 10 του σχετικού νόμου, ήταν και σωστή και επιβεβλημένη. Και το λεκτικό ακριβόλογο. Αλλά μέχρι εκεί. Η στρατιωτική αξία της ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου και η σημασία της για τη θετική, υπέρ των συμμάχων, εξέλιξη στο μέτωπο της Βόρειας Αφρικής, είναι αδιαμφισβήτητη. Όμως δεν ήταν μάχη, όπως λέει ο νόμος (μάχη = πολεμική σύρραξη, στρατιωτική αντιπαράθεση) αλλά ήταν μια μικρής κλίμακας και διάρκειας, μυστική επιχείρηση δολιοφθοράς (σαμποτάζ) σε έναν καίριο στρατιωτικό στόχο. Και βέβαια, η σημαντικότατη αυτή επιχείρηση ΔΕΝ αποτελεί, σε καμιά περίπτωση, ενωτικό παράδειγμα προς παραδειγματισμό «…για τις επερχόμενες γενεές» όπως αναφέρει το Πρόγραμμα Εορτασμού. Αυτή η αναφορά στο σαμποτάζ του Γοργοποτάμου δείχνει, το λιγότερο, άγνοια των ιστορικών δεδομένων από την πλευρά της Αντιπεριφέρειας σχετικά με το συγκεκριμένο περιστατικό. Και αυτό δεν αποτελεί, βέβαια, την εξαίρεση αλλά τον κανόνα.

Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι η ανατίναξη του Γοργοποτάμου είναι το πιο διαφημισμένο και πιο γνωστό γεγονός της Αντίστασης εναντίον των Γερμανών και ταυτόχρονα το πιο διαστρεβλωμένο. Και αυτό γιατί, όπως θα δείξουμε παρακάτω, η μία από τις δύο μεγαλύτερες αντιστασιακές οργανώσεις και μάλιστα η μεγαλύτερη, το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, δεν συμφωνούσε με την συμμετοχή του ΕΛΑΣ στο εγχείρημα καθώς, για λόγους αρχής, δεν επέτρεπε εμπλοκή του με συγκροτημένες εχθρικές δυνάμεις. Απόδειξη αυτού είναι ότι προσπάθησε το ΚΚΕ να αποτρέψει τον Βελουχιώτη από το να συμμετάσχει στην επιχείρηση ενώ, εκ των υστέρων, τρεις-τέσσερις μήνες μετά την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, το ΚΚΕ κάλεσε τον Βελουχιώτη σε απολογία για ανυπακοή γιατί συμμετείχε στην επιχείρηση παρά τις αντίθετες εντολές του Κόμματος. Αλλά και ο ίδιος ο Βελουχιώτης και οι αντάρτες του τόσον ακριβώς πριν όσον και κατά τη διάρκεια της επιχείρησης δολιοφθοράς, με συγκεκριμένες πράξεις τους, έδειξαν ωσάν να επιθυμούσαν τη μη πραγματοποίηση του εγχειρήματος ή και την αποτυχία του. Αντίθετα, είναι όντως προς παραδειγματισμό όλων μας η αυθόρμητη, η ανιδιοτελής, η ειλικρινής συμμετοχή και βοήθεια με κάθε τρόπο που παρέσχον οι απλοί «άγνωστοι» χωρικοί, κάτοικοι των χωριών της Ρούμελης και της Ηπείρου για το συγκεκριμένο εγχείρημα αλλά και όλοι εκείνοι οι αφανείς πράκτορες και κομιστές μηνυμάτων κλπ., που «όργωναν» τα βουνά και τα λαγκάδια μεταφέροντας μηνύματα από το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής προς τα βουνά αλλά και από τα βουνά προς το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής για την επιτυχία, τελικώς, του εγχειρήματος.

   


Η ιδέα και ο σκοπός της επιχείρησης.

Η ανατίναξη της Γέφυρας του Γοργοποτάμου συνελήφθη ως ιδέα και οργανώθηκε από το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής με τον κωδικό «HARLING» με σκοπό την ανατίναξη μιας μεγάλης σιδηροδρομικής γέφυρας στην Ελλάδα από την οποία μεταφέρονταν εφόδια προς τις δυνάμεις του Άξονα στο μέτωπο της Βορείου Αφρικής. Η αποστολή ήταν μυστική και δεν την γνώριζε ούτε καν η εξόριστη στο Κάιρο Ελληνική Κυβέρνηση. Την επιχείρηση ανέλαβε η Υπηρεσία Ειδικών Επιχειρήσεων (SOE) και την οποία ανέθεσε στον Βρετανό Ταξίαρχο Έντυ Μάγιερς με υποδιοικητή τον Κρις Γουντχάουζ. Επιλέχθηκαν 12 κομμάντος των απαραίτητων ειδικοτήτων (μηχανικοί, ειδικοί στα εκρηκτικά, ασυρματιστές) εκ των οποίων μόνο ένας ήταν Έλληνας, ο έφεδρος Λοχαγός Θέμης Μαρίνος. Από τα τρία κλιμάκια Άγγλων σαμποτέρ, τα δύο «έπεσαν» στις 29 Σεπτεμβρίου 1942 ενώ το τρίτο, αφού επέστρεψε στο Κάιρο, «έπεσε» στις 28 Οκτωβρίου του ιδίου έτους.

Οι Βρετανοί που έπεσαν στην Γκιώνα προσπαθούσαν επί ένα μήνα, όλον τον Οκτώβριο, να έρθουν σε επαφή με τις ομάδες του ΕΛΑΣ που δρούσαν στην Ρούμελη και ιδιαίτερα με τον Βελουχιώτη που γνώριζε ο Μάγιερς ότι δρούσε στην περιοχή της Γκιώνας, αλλά δυστυχώς, δεν υπήρχε καμία ανταπόκριση από την πλευρά του Βελουχιώτη. Παρόλο ότι ο Μάγιερς έστελνε μηνύματα στον Βελουχιώτη, εκείνος δεν απαντούσε. «Φαινόταν σαν να μας απέφευγε επίτηδες», γράφει συγκεκριμένα ο Μάγιερς στο βιβλίο του «Η Ελληνική Περιπλοκή» (MAYERS, 1975, σελ. 60). Στο μεταξύ οι Βρετανοί κομάντος με την βοήθεια απλών Ελλήνων πατριωτών έκαναν αναγνώριση των τριών υποψήφιων προς ανατίναξη γεφυρών (Παπαδιάς-Γοργοποποτάμου-Ασωπού) ενώ η επιβίωσή τους εκείνον τον μήνα οφείλεται, όπως το παραδέχθηκαν επισήμως, στην αγάπη και βοήθεια των απλών πολιτών χωρικών των γύρω χωριών. Με βάση τα στοιχεία των αναγνωρίσεων και μιας σειράς κριτηρίων (προσβασιμότητα, χαρακτηριστικά γεφυρών, φρουρές κλπ.) επιλέχθηκε, τελικά, ο Γοργοπόταμος.



Η προσπάθεια επαφής των Βρετανών με την Αντίσταση.



Την ίδια περίοδο, ανήσυχος και αποκαρδιωμένος από την μη ανταπόκριση του Βελουχιώτη, γιατί έβλεπε να χάνεται πολύτιμος χρόνος, ο Μάγιερς ζητάει να μάθει μέσω του πράκτορα Κουτσογιαννόπουλου ή αλλιώς πράκτορα «Προμηθέα ΙΙ», το πού μπορεί να βρει τον αρχηγό της άλλης μεγάλης αντιστασιακής ομάδας, του ΕΔΕΣ, τον Ζέρβα. Η πληροφορία έρχεται οπότε και στέλνει στις 2 Νοεμβρίου 1942 τον Γουντχάουζ να συναντήσει τον Ζέρβα στο χωριό Σακαρέτσι του Βάλτου, να ζητήσει τη συνδρομή του και να επιστρέψουν μέχρι τα μεσάνυκτα της 17ης Νοεμβρίου. Στις 8 Νοεμβρίου, καθοδόν προς τον Ζέρβα, έμαθε ο Γουντχάουζ από τον παπά του χωριού Βελότα ή Χρυσώ, κατά τον Νικηφόρο), του Ν.Ευρυτανίας, ότι εκεί κοντά βρίσκεται ο Βελουχιώτης με ένα ολιγομελές κλιμάκιο Βρετανών. Ετοιμάζει λοιπόν δύο σημειώματα, ένα για τον Βελουχιώτη και ένα για το κλιμάκιο των τεσσάρων Άγγλων σαμποτέρ, τα οποία επιδόθηκαν την ίδια μέρα.

Το κλιμάκιο αυτό ήταν η τρίτη ομάδα σαμποτέρ που έπεσε τα ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου όπως αναφέρει ο Θ. Μαρίνος στο βιβλίο του: «ΑΠΟΣΤΟΛΗ HARLING-1942 (Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΥ)». Τους σαμποτέρ, όπως λέει ο Μαρίνος, τους βρήκε ένας παπάς και τους παρέδωσε σε μια ομάδα ανταρτών που τυχαία περνούσαν από εκεί υπό τον Δημήτρη Δημητρίου, δηλαδή υπό τον καπετάν «Νικηφόρο» του ΕΛΑΣ και όχι, όπως λέει ο «Νικηφόρος» στο βιβλίο του, ότι άνθρωποι του ΕΑΜ τους γλύτωσαν από τα χέρια των Ιταλών. (ΜΑΡΙΝΟΣ, 1994; σελ. 72).

Σε κάθε περίπτωση, οι σαμποτέρ συναντήθηκαν με τον Βελουχιώτη στις 29 Οκτωβρίου, ο οποίος τους αντιμετώπισε με καχυποψία, θέτοντάς τους, μάλιστα, υπό περιορισμό (σελ. 75). Μετά από σχεδιασμένες «περιπλανήσεις» προς την Αιτωλοακαρνανία, τελικά ξεκίνησαν, όπως τους είπε ο Βελουχιώτης, για την Γκιώνα «…αλλά ήταν φανερό πως η κατεύθυνσή μας ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη που θέλαμε…», λέει στο βιβλίο του ο Μαρίνος (σελ. 77). Αντί για τη Γκιώνα που ήταν νοτιοανατολικά, ο Βελουχιώτης τους πήγαινε νοτιοδυτικά, προς Αιτωλοακαρνανία. Όταν ο Μαρίνος μετέφερε τις ανησυχίες του για την καθυστέρηση στον «Νικηφόρο», η πορεία άλλαξε και συνέχισαν προς βορρά, προς Φιδάκια, Παπαρούσι. Κυρίως όμως άλλαξε ο Βελουχιώτης από τη στιγμή που πήρε από τον παπά το σημείωμα του Γουντχάουζ. Ήταν ήδη 8 Νοεμβρίου. Είχαν περάσει έντεκα ημέρες όταν ανέλαβε ο Άρης να τους πάει δήθεν στη Στρώμνη και αφού τους πήγαινε από εδώ και από εκεί δείχνοντας στα χωριά ότι οι Εγγλέζοι ήταν μαζί του, τελικά βρισκόταν στην ίδια περιοχή. Ας δεχθούμε λοιπόν ότι ο Βελουχιώτης «είχε χάσει» τον …δρόμο.

Ο Γουντχάουζ, συνεχίζει μόνος του πεζοπορώντας, νύκτα-μέρα, για τον Βάλτο. Ο Ζέρβας, στο μεταξύ, ειδοποιείται από τον σύνδεσμό του με τον «Προμηθέα ΙΙ», τον Δ. Μπαρδόπουλο, για την άφιξη ενός Εγγλέζου αξιωματικού στο χωριό Σακαρέτσι του Βάλτου όπου είναι η έδρα του Αρχηγείου του. Επειδή ο Ζέρβας είχε εμπλακεί από τις 20 Οκτωβρίου σε μάχες με τους Ιταλούς, έστειλε τον υπασπιστή του Μιχάλη Μυριδάκη, έφεδρο λοχαγό του Πυροβολικού, να παραλάβει τον Εγγλέζο, όπως αναφέρει ο υπαρχηγός του Ζέρβα, ο Πυρομάγλου, στο βιβλίο του «Δούρειος Ίππος». Στις 9 Νοεμβρίου ο Πρόεδρος της κοινότητας Σακαρετσίου ειδοποιεί τον Μυριδάκη ότι ο Εγγλέζος τον περιμένει στο σπίτι του παπά. Μετά από την ενημέρωση που είχε ο Μυριδάκης, ο Γουντχάουζ ζητάει να δουν τον Ζέρβα τον οποίο και συναντούν μετά από 24ώρες πεζοπορίας στο χωριό Αργύρη, «…την 17ην ώραν , ημέραν Τρίτη της 10ης Νοεμβρίου…», όπως αναφέρει στο ημερολόγιό του ο Ζέρβας (Εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ 2013; σελ.122). Μετά τη σχετική ενημέρωση που έλαβε ο Ζέρβας για την αποστολή, υποσχέθηκε ότι όχι μόνον θα συμμετάσχει στην προετοιμασία του εγχειρήματος αλλά θα παραστεί και ο ίδιος σ’ αυτό το εγχείρημα. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει ο Μυριδάκης στο βιβλίο του (σελ. 18-19), ο Ζέρβας του είχε πει χαρακτηριστικά: «Δεν θα σας δώσω όμως μία δύναμη 50 ανταρτών που μου ζητάτε, αλλά θα έλθω ο ίδιος με την απαιτούμενη δύναμη..».

Έτσι, στις 12 Νοεμβρίου 1942 ο Ζέρβας, ο Γουντχάουζ, ο Μυριδάκης και δύναμη 92 ανταρτών ξεκινούν για τη Στρώμνη καθοδόν έμειναν τελικά οι εξήντα. Οι υπόλοιποι γύρισαν στην Ήπειρο. Μπαίνοντας ο Ζέρβας «στα χωρικά ύδατα» του Βελουχιώτη του στέλνει μήνυμα να συναντηθούν στη Βίνιανι, οπότε φθάνει εκεί στις 14 Νοεμβρίου και ο Βελουχιώτης με 100 αντάρτες, ο οποίος αφού ενημερώνεται από τον Γουντχάουζ, συμφωνεί να συμμετάσχει «…υπό την προϋπόθεση», όπως αναφέρει ο Μυριδάκης στο βιβλίο του, «ότι θα εγκρίνει τη συμμετοχή του η Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ». Η φάλαγγα ξεκινάει αμέσως και φθάνει στις 17 Νοεμβρίου και ώρα 10η πρωινή στο χωριό Κολοκυθιά και συνεχίζει για το χωριό Στρώμνη όπου βρίσκονταν ο Μάγιερς, χωρίς τον Βελουχιώτη, ο οποίος υποσχέθηκε να τους ακολουθήσει την επομένη ημέρα, αλλά και χωρίς τον Ζέρβα που είχε μείνει στο Μαυρολιθάρι, μια ώρα απόσταση από τη Στρώμνη.

Την επομένη, 18 Νοεμβρίου, το μεσημέρι φθάνει μόνος ο Ζέρβας, χωρίς τον Βελουχιώτη που δεν φάνηκε, στη σπηλιά-Αρχηγείο του Μάγιερς, γνωρίζονται και αμέσως άρχισε η συζήτηση για την επιχείρηση και η παρουσίαση του σχεδίου από τον Μαγιερς, παρόντος και του Κρις Γουντχάουζ, ως μεταφραστή. Ο Ζέρβας ενέκρινε κατ΄αρχήν το σχέδιο ζητώντας όμως να περιμένουν και τον Βελουχιώτη. Όπως λέει ο Εντυ Μάγιερς στο βιβλίο του, προσέφερε στον Ζέρβα «..τους άνδρες και τα μικρά εφόδια που είχα στη διάθεσή μου και του ζήτησα να αναλάβει της διεύθυνση της επιχείρησης. Του είπα ότι θα ήμουν ευτυχής να θεωρηθώ σαν Επιτελάρχης του» (MYERS, E. 1975; σελ. 67). Ο Ζέρβας δέχθηκε αφού ζητήσουν από τον Άρη να συμμετάσχει στη διεύθυνση της επιχείρησης. Όταν ο Μάγιερς απόρησε πώς θα ήταν δυνατόν τρεις άνδρες να διευθύνουν την ίδια επιχείρηση ο Ζέρβας τον καθησύχασε λέγοντας τον: «Θα τη διευθύνω εγώ, αλλά για τις κύριες αποφάσεις και τα σχέδια θα συμφωνήσουμε και οι τρεις» (MYERS, E. 1975. σελ. 68). Για τις ανωτέρω εξελίξεις με μικρές, μη ουσιώδεις, παραλλαγές συμφωνούν και ο ΜΥΡΙΔΑΚΗΣ (1983) και ο ΜΑΡΙΝΟΣ (1994) στα βιβλία τους, πρωτεργάτες και οι δύο της επιχείρησης.

Στο μεταξύ ο Βελουχιώτης που έμεινε στο χωριό Κολοκυθιά, όπως εκμυστηρεύθηκε αργότερα στον Πυρομάγλου και στον Γουντχάουζ - και το αναφέρουν και οι δύο στα βιβλία τους – θα είχε συνάντηση στις 17 Νοεμβρίου με μία επιτροπή τους ΕΑΜ από την Λαμία «…με σκοπό να εμποδίσει οπωσδήποτε τη συμμετοχή του ΕΛΑΣ στην Επιχείρηση» (ΜΑΡΙΝΟΣ, 1994, σελ. 96). Παρέμεινε εκεί άλλες τρεις ημέρες και έφθασε στο Μαυρολιθάρι στις 20 Νοεμβρίου το απόγευμα. Την ίδια εκείνη ημέρα και ενώ χιόνιζε, ο Ζέρβας, ο Νικηφόρος με τους άντρες τους και ο Μάγιερς με τον Γούντχαουζ και τους δέκα σαμποτέρ και με είκοσι φορτωμένα με τα προσυσκευασμένα εκρηκτικά μουλάρια έφθαναν από την Στρώμνη στο Μαυρολιθάρι καθ΄οδόν για τον Γοργοπόταμο. Εκεί συναντήθηκαν για πρώτη φορά, στις 20 Νοεμβρίου οι Μάγιερς και Βελουχιώτης, πέντε ημέρες πριν από την επιχείρηση. Από την πρώτη αυτή συνάντηση και συζήτηση ο Μάγιερς συμπέρανε ότι ο Άρης «…συμφωνώντας να συνεργαστεί μαζί μας στην ανατίναξη του Γοργοποτάμου, παρέβαινε τις οδηγίες των ανωτέρων του στην Αθήνα να μην επιτίθεται σε συγκροτημένες εχθρικές δυνάμεις και ότι η παράβαση αυτή θα του στοίχιζε πιθανόν σοβαρές εκπλήξεις. Δεν απόκλεισε το ενδεχόμενο να φθάσουν στο μεταξύ διαταγές που να του απαγορεύουν να μας βοηθήσει αλλά στην περίπτωση που οι διαταγές αυτές δεν θα έφθαναν, ήταν έτοιμος να συνεργαστεί μαζί μας.» ((MYERS, E. 1975, σελ. 70).

Γενικό «Επιχειρησιακό Συμβούλιο».

Στις 20 Νοεμβρίου 1942 γίνεται μια συνάντηση, ένα πολεμικό συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχαν οι: Εντυ, Βελουχιώτης, Ζέρβας, Γουντχάουζ και Μυριδάκης. Έγινε από τον Μάγιερς ανάπτυξη του σχεδίου που είχε συμφωνηθεί μεταξύ τού ιδίου και του Ζέρβα και κατά την ανταλλαγή απόψεων διατυπώθηκαν από τον Βελουχιώτη κάποιες παρατηρήσεις που θα ενσωματώνονταν στο τελικό σχέδιο. Ως ημερομηνία εκτέλεσης της επιχείρησης ορίστηκε κατ΄αρχήν η 22α ή 23η του μηνός Νοεμβρίου 1942. Ο Άρης ζήτησε παράταση 2-3 ημερών ελπίζοντας ότι μέχρι τότε θα ερχόταν και «η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ».

Στις 22 Νοεμβρίου 1942, από τον Ζέρβα και τον Έντυ «έγινε κατανομή των δυνάμεων, του τακτικού μέρους, των σαμποτέρ και των συνεργείων αποκοπής των τηλεπικοινωνιακών και σιδηροδρομικών γραμμών, πριν και μετά την γέφυρα. Ενημερώθηκε ο Άρης για το τακτικό σχέδιο θέτοντας πάλι θέμα αναβολής. Ο Ζέρβας και ο Έντυ επέμεναν για να γίνει επιχείρηση στις 11 το βράδυ της 25ης Νοεμβρίου 1942 έστω και αν δεν ελάμβανε μέρος ο ίδιος. Τότε και μόνον τότε στις 22 Νοεμβρίου, τρεις μέρες πριν την επιχείρηση, ο Άρης δήλωσε ενώπιον και των δύο ότι θα λάβει μέρος είτε έλθει είτε δεν έλθει η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ. (ΜΥΡΙΔΑΚΗΣ, 1983; σελ. 23-24).

Στο μεσοδιάστημα μεταξύ 20ης και 22ας Νοεμβρίου ανάμεσα από τις δύο παραπάνω συσκέψεις ο Άρης εξαφανίστηκε για να ασχοληθεί με την υπόθεση ενός ορνιθοκλέπτη από το χωριό Μουσονίτσα. Στον άτυχο αυτόν απαγγέλθηκε από τον ίδιο τον Αρη η κατηγορία της ζωοκλοπής, μαστιγώθηκε σχεδόν μέχρι θανάτου και ο ίδιος του έδωσε την χαριστική βολή. Το περιστατικό το αναφέρει ως αυτόπτης μάρτυρας ο Μαρίνος (σελ. 100-1) που έτυχε να περνάει από εκεί αλλά και ο Μυριδάκης και Μάγιερς, ο τελευταίος λίγο διαφορετικά.

Ξεκινούν στις 23 Νοεμβρίου για το προκαθορισμένο σημείο με χιόνι και πυκνή ομίχλη και φθάνουν, τελικά, στη θέση Πλακωτό ακριβώς πάνω από τη Γέφυρα, σε απόσταση 1000μέτρων, σε ευθεία γραμμή από αυτή. Λόγω των συνθηκών αποφάσισαν να επιχειρήσουν τελικά την 25η Νοεμβρίου παρά τις αντιρρήσεις του Βελουχιώτη ότι υπήρχε συρματόπλεγμα ηλεκτροφόρο ή παγιδευμένο με χειροβομβίδες, ζητώντας μάλιστα να αναβληθεί η επιχείρηση για τις πρωινές ώρες της 26ης . Το πρόγραμμα παραμένει το ίδιο. Έναρξη της επιχείρησης: Τετάρτη 25η Νοεμβρίου 1942 και ώρα 23:00.



H ανατίναξη της Γέφυρας του Γοργοποτάμου.

Το τελικό Σχέδιο επιχείρησης όπως είχε συνταχθεί από τον έχοντα το γενικό πρόσταγμα Ζέρβα και από τον Επιτελάρχη τού Μάγιερς και λαμβάνοντας υπόψη και τις παρατηρήσεις που είχε κάνει ο Άρης, προέβλεπε τον χωρισμό της δύναμης σε επτά (7)ομάδες. Από αυτές, δύο (2) ομάδες προστασίας, υπό τους Κουκ και Μαρίνο, και με 15 αντάρτες του ΕΛΑΣ η κάθε μια, ανέλαβαν, το κόψιμο των καλωδίων τηλεπικοινωνίας, την φύλαξη της σιδηροδρομικής γραμμής, την υπονόμευσή της βόρεια και νότια της γέφυρας και την ανατίναξή της, αν χρειαζόταν για απόκρουση προσπάθειας ενίσχυσης είτε από Λαμία είτε από Αθήνα. Μία τρίτη (3) ομάδα με ομαδάρχη τον Σκαρμούτσο, καπετάν- Ηρακλή και 15 αντάρτες του ΕΛΑΣ στάλθηκε να φυλάξει μία μικρή ξύλινη γέφυρα του Σπερχειού ποταμού και να εμποδίσει την διέλευση τυχόν ενισχύσεων οδικώς από Λαμία και το κάψιμό της αν χρειαστεί. Μία τέταρτη (4) ομάδα ήταν η ομάδα προστασίας του Σταθμού Διοίκησης, του «στρατηγείου», διακόσια-τριακόσια μέτρα μακρυά από τη γέφυρα και αποτελούνταν από 30 άνδρες του ΕΛΑΣ και μερικούς, λίγους, του ΕΔΕΣ υπό τον καπετάν-Νικηφόρο. Οι παραπάνω τέσσερες ομάδες δεν ήταν «μάχιμες» αλλά προστασίας και κάλυψης της κύριας επιχείρησης. Η κύρια φάση της ανατίναξης είχε δύο σκέλη: Την εξουδετέρωση των δύο ιταλικών φρουρών και αυτήν καθαυτήν την τοποθέτηση των εκρηκτικών και την ανατίναξη της γέφυρας. Την συνολική ευθύνη της εξουδετέρωσης των δύο Ιταλικών φρουρών την είχε ο Μυριδάκης με δύο (2) ομάδες. Ο Μυριδάκης με τη μία (1) ομάδα της οποίας είχε και τη μερική ευθύνη εξουδετέρωσης της νότιας φρουράς διέθετε δύναμη 60 ανταρτών, 36 του ΕΛΑΣ, 18 του ΕΔΕΣ και 6 του Καραλίβανου. Τη ευθύνη της φρουράς του βόρειου βάθρου την είχε ο υπολοχαγός του ΕΔΕΣ Παπαχρήστου με 23 αντάρτες του. Την υπομόνευση της γέφυρας με εκρηκτικά, το καθαυτό τεχνικό κομμάτι του εγχειρήματος έγινε από τους Βρετανούς ειδικούς Μπάρνς, Έντμοντς, Γκιλλ και Χάμσον που είχαν ως βοηθούς 8 αντάρτες του ΕΛΑΣ και 4 του ΕΔΕΣ. Να σημειωθεί ότι καμιά από τις τρεις τελευταίες «μάχιμες» ομάδες δεν διοικούνταν από βαθμοφόρος του ΕΛΑΣ ενώ από τις υπόλοιπες τέσσερις προστασίας και κάλυψης μόνον δύο ανήκαν σαυτόν.

Ο συνολικός αριθμός των ανταρτών που χρησιμοποιήθηκε για την επιχείρηση της ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου ήταν, κατά τους Άγγλους, 120 άνδρες από τον ΕΛΑΣ αλλά και 60 από τον ΕΔΕΣ. Κατά τον Μυριδάκη, 100 και 60 αντίστοιχα ενώ κατά τον καπετάν Νικηφόρο 150 και 50, με την εκτίμηση του Μυριδάκη να είναι πιο αληθοφανής καθώς πλησιάζει με εκείνη των Εγγλέζων και αναγράφονται στις εμπιστευτικές τους εκθέσεις και αναφορές τους προς το Γενικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής.

Η έναρξη της επιχείρησης έγινε με εντολή του Μυριδάκη, επικεφαλής των δύο ομάδων του, στη βόρεια και νότια πλευρά της γέφυρας, στις 23:15, με καθυστέρηση 15 λεπτών. Και αυτό γιατί, όπως λέει ο ίδιος στο βιβλίο του, δύο ομαδάρχες του ΕΛΑΣ εκδήλωσαν απροθυμία να πάνε εκεί που προβλέπονταν από το σχέδιο για το οποίο συμφώνησε και ο Βελουχιώτης γιατί «…θεωρούσαν τους τομείς αυτούς επικίνδυνους» αφού όπως, είπαμε, ο Βελουχιώτης, για να πετύχει την αναβολή της επιχείρησης ισχυριζόταν ότι τα συρματοπλέγματα ήταν ηλεκτροφόρα ή παγιδευμένα με χειροβομβίδες (ΜΥΡΙΔΑΚΗΣ, 1983). Στην υποομάδα της νότιας πλευράς υπό τον ίδιο τον Μυριδάκη, είχε διατεθεί, με βάση τα στοιχεία των Μαγιερς, Γουντχαόυζ, Μυριδάκη και Μαρίνου, μία δύναμη 60 περίπου ανδρών εκ των οποίων 36 του ΕΛΑΣ, 18 του ΕΔΕΣ και 5 του Καραλίβανου. Στη δύναμη της βόρειας πλευράς υπό τον μόνιμο ανθυπολοχαγό Παπαχρήστου του ΕΔΕΣ υπάγονταν συνολικά 23 άνδρες (κατά τον Μάγιερς 30), όλοι του ΕΔΕΣ.

Όταν, τελικά, δόθηκε από τον Μυριδάκη η εντολή επίθεσης, οι αντάρτες με ορμή άρχισαν, με καταιγιστικά πυρά, σχεδόν συγχρόνως και στις δύο πλευρές της γέφυρας, να βάλλουν μαζικά εναντίον και των δύο Ιταλικών θέσεων. Οι Ιταλοί ανταπέδωσαν άμεσα και κυρίως με βαρέα όπλα, γεγονός «…που έκανε τους δικούς μας να υποπτευθούν πως ίσως μας περίμεναν…» (ΜΑΡΙΝΟΣ, 1994; Σελ. 115). Η συντονισμένη δράση των ανταρτών, παρά τις πρώτες επιφυλάξεις, είχε ως αποτέλεσμα, μέσα σε είκοσι λεπτά να καταληφθούν τα τέσσερα φυλάκια που διέθεταν οι Ιταλοί στη νότια πλευρά της γέφυρας, να εκκαθαριστεί και να εγκατασταθούν οι αντάρτες της ομάδας Μυριδάκη για κάλυψη και προστασία της ομάδας ανατινάξεων του Τομ Μπαρνς, που ήδη βρισκόταν στη βάση της γέφυρας. Στο μεταξύ οι αντάρτες του ΕΛΑΣ και χωρίς εντολή από τον Μυριδάκη, όπως αναφέρει στο βιβλίο του, είχαν απομακρυνθεί και κάποιοι το έριξαν στο πλιάτσικο για ρούχα, όπλα, τρόφιμα των Ιταλών.

Στη βόρεια πλευρά της γέφυρα η ομάδα Παπαχρήστου συνάντησε πολλές δυσκολίες καθώς βρέθηκε αντιμέτωπη με υπέρτερη δύναμη, μόνιμο οχυρό, περισσότερα και βαρύτερα όπλα, με ενισχυμένη άμυνα την οποία δεν γνώριζε ο Ζέρβας. Την γνώριζε όμως ο πολιτικός καθοδηγητής του Βελουχιώτη, ο καπετάν «Περικλής» (Χουλιάρας Γεώργιος) όπως ομολόγησε σε δημοσίευση του στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ τριάντα έξη (36) αργότερα (3/12/1978)!! Έτσι χρειάστηκε η ενίσχυση της ομάδας Παπαχρήστου με την αποστολή του υπαρχηγού του Ζέρβα, του Πυρομάγλου, με εφεδρική ομάδα ανδρών από τον Σταθμό Διοίκησης (Σ.Δ) η οποία πέτυχε, έστω και με καθυστέρηση, την εξουδετέρωση και υπερφαλάγγιση των Ιταλών. (Ημερολόγιο Κωτσάκη Παντελή). Η ομάδα ανατινάξεων του Τομ Μπαρνς και ενώ διαδραματίζονταν τα ανωτέρω, έφτασε «υπό βροχή και πλήρες σκότος» και στις δύο πλευρές της γέφυρας και σε απόσταση ασφαλείας ξεφόρτωσε τα εκρηκτικά, τα χώρισε σε μικρές ποσότητες περιμένοντας το σύνθημα (φωτοβολίδα). Τελικά δόθηκε η εντολή έναρξης της τοποθέτησης των εκρηκτικών στο νότιο άκρο παρόλον ότι δεν είχαν εξουδετερωθεί πλήρως οι Ιταλοί στο βόρειο βάθρο της γέφυρας. Την ώρα εκείνη και ενώ εργάζονταν τα συνεργεία δολιοφθοράς τακτοποιώντας τα εκρηκτικά κάτω από τη γέφυρα, πολύ κοντά τους έγιναν δύο δυνατές εκρήξεις που θα μπορούσαν να είχαν αποβεί μοιραίες. Οι εκρήξεις προέρχονταν, κατά τον Μυριδάκη, που ήταν εκεί, από δύο χειροβομβίδες Μιλς που έριξαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ με σκοπό την εξουδετέρωση των Βρετανών σαμποτέρ και των βοηθών τους ανταρτών του ΕΔΕΣ αφού είχαν ήδη αποτραβηχθεί οι δικοί τους, όπως ειπώθηκε παραπάνω. Η άποψη που διατυπώθηκε για χρήση όλμων από τους Ιταλούς δεν ευσταθεί όχι μόνο γιατί ο κρότος τους είναι εντελώς διαφορετικός από εκείνον των χειροβομβίδων Μιλς αλλά και γιατί ο χώρος, η τοπογραφία, οι κλίσεις και οι αποστάσεις δεν επιτρέπουν τη χρήση του όπλου αυτού.

Η ανατίναξη στο νότιο βάθρο έγινε, παρά τις κάποιες διαφορές στις βιβλιογραφικές αναφορές που υπάρχουν, πριν από την κατάληψη του βόρειου βάθρου της γέφυρας. Η έκρηξη ήταν τρομακτική, σείστηκε όλη η κοιλάδα, οπότε, λόγω του περίκλειστου της περιοχής, ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός. Η νύκτα έγινε σαν ημέρα και φλεγόμενα κομμάτια ξύλου και σιδήρου τινάχτηκαν φλεγόμενα στον αέρα. Από την επιθεώρηση που έκανε εκείνη την ώρα ο Μπαρνς, είδε πως έπεσε ένας πύργος και δύο τόξα, γι’ αυτό και δεν έμεινε ευχαριστημένος και ζήτησε άδεια και χρόνο για μια δεύτερη ανατίναξη. Ο φόβος για αποστολή εχθρικών ενισχύσεων και για να μην προλάβουν να καλυφθούν σε δασοσκεπή περιοχή οι αντάρτες αλλά και η έλλειψη πυρομαχικών έκανε τον Ζέρβα να ανησυχεί, οπότε συμφώνησε με τον Μάγιερς για τη δεύτερη ανατίναξη υπό την προϋπόθεση να μην πάρει πάνω από είκοσι λεπτά. Όντως σε είκοσι λεπτά έγινε η δεύτερη έκρηξη.

Από τις τρεις ομάδες, στις οποίες είχε ανατεθεί το έργο της κάλυψης και παρεμπόδισης τυχόν ιταλικών ενισχύσεων, η ομάδα του ΕΛΑΣ υπό τον Σκαρμούτσο παρέμεινε αδρανής καθότι δεν υπήρξε καμιά κίνηση του εχθρού ενώ η ομάδα του Βρετανού Κουκ που στάλθηκε στις σιδηρογραμμές, ένα χιλιόμετρο νοτίως της γέφυρας του Γοργοποτάμου, έκοψε τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά καλώδια και ανατίναξε τμήματα της σιδηροδρομικής γραμμής. Η Τρίτη ομάδα που ανέλαβε τη φύλαξη της σιδηρογραμμής βορείως της γέφυρας, προς τη Λαμία, υπό τον Θέμη Μαρίνο και 15 ΕΛΑΣίτες αντάρτες, συνάντησε δυσκολίες. Αφού κόπηκαν τα καλώδια των τηλεπικοινωνιών, τοποθετήθηκε ο εκρηκτικός μηχανισμός στη μία σιδηροτροχιά και ολόκληρη η ομάδα ανέβηκε στο ύψωμα της ενέδρας. Ο ομαδάρχης των ανταρτών του ΕΛΑΣ, καπετάν Λάμπρος (Μπέκιος Σπύρος), που πηγαινοερχόταν, ενημέρωσε τον Μαρίνο ότι θα υπήρχε και δεύτερη ανατίναξη. Στο μεταξύ ακούστηκε αγκομαχητό τραίνου από την πλευρά της Λαμίας και έτσι οι αντάρτες της ομάδας που ήταν όλοι ΕΛΑΣίτες υπό τον β’ ομαδάρχη, γιατί ο Λάμπρος είχε ξαναφύγει, παίρνουν θέσεις στο ύψωμα. Σε λίγο εμφανίστηκε το τραίνο με δύο επιβατικά βαγόνια γεμάτα με Ιταλούς. Μόλις η μηχανή πάτησε τον εκρηκτικό μηχανισμό προκλήθηκε έκρηξη και σταμάτημα του τραίνου χωρίς όμως εκτροχιασμό, λόγω της μικρής του ταχύτητας. Οι Ιταλοί πηδούσαν από το τραίνο για να αποφύγουν τα πυρά των σαμποτέρ και για να καλυφθούν. Το βαρύ οπλοπολυβόλο μας, στα δεξιά του Μαρίνου, σταμάτησε να βάλλει λόγω εμπλοκής, όπως είπε ο αντάρτης πολυβολητής. Ήρθε ο Λάμπρος, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, πηγαινοερχόταν, διόρθωσε το οπλοπολυβόλο το οποίο και ξανάρχισε να βάλλει. Τα πυρά των Ιταλών αραίωσαν, ίσως για να κυκλώσουν τους αντάρτες. Σταμάτησαν όμως και τα πυρά από την πλευρά των ανταρτών οπότε και ο Μαρίνος διαπιστώνει ότι το οπλοπολυβόλο στα δεξιά του είχε αθόρυβα αποσυρθεί ενώ οι αντάρτες αποσύρονταν χωρίς εντολή του και χωρίς να του το αναφέρουν. Προφανώς είχε δώσει ο Λάμπρος διαταγή στους αντάρτες για σύμπτυξη. Όπως αναφέρει ο Μαρίνος στο βιβλίο του, τη δράση της ομάδας αυτής παρουσιάζει ο καπετάν Λάμπρος στο βιβλίο του «Σελίδες από την Εθνική Αντίσταση» (Εκδόσεις «Βελούχι», 1976), παραποιώντας τα γεγονότα σε τέτοιο βαθμό ώστε να παρουσιάζεται σαν επικεφαλής της ομάδας, αντιστρέφοντας πραγματικά περιστατικά, μπερδεύοντας «…τα πάντα είτε από άγνοια είτε από σκοπιμότητα» οδηγώντας, μάλιστα, τον Κομνηνό Πυρομάγλου, πολύ αργότερα, να απευθύνει επιστολή προς την εφημερίδα «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» (06/4/1980), επειδή όπως έλεγε, δεν μπορούσε να ανεχθεί «…την παραποίηση, από τον Λάμπρο, της ιστορικής αλήθειας».

Το σύνθημα για την αποχώρηση δόθηκε με τρεις πράσινες φωτοβολίδες που ρίχθηκαν από το Σταθμό Διοικήσεως. Η αποχώρηση άρχισε κατά τις 02:30 τα ξημερώματα της 26ης Νοεμβρίου 1942. Κατά την επιχείρηση σκοτώθηκαν πολλοί Ιταλοί ενώ από την ελληνική πλευρά τραυματίσθηκαν δύο αντάρτες: Ο ανθυπολοχαγός Παπαχρήστου και ο αντάρτης Ζαγκαβιέρος Γ., ο οποίος ανήκε στην ομάδα ανατινάξεων του Μπαρνς, αμφότεροι του ΕΔΕΣ. Και είναι αστείο αυτό που έγραψε ο Δημητρίου-Νικηφόρος ότι μετά το πέρας της επιχείρησης ήχησε η σάλπιγγα της αποχώρησης, δεδομένου ότι αυτή η επιχείρηση ήταν ένα κτύπημα σαμποτάζ-δολιοφθοράς, εξ ορισμού, δηλαδή, ήταν μια μυστική αποστολή χωρίς φανφάρες… χωρίς ονόματα και διευθύνσεις…Μπαίνει λάθρα και αθόρυβα κάπου, τα κάνει «γυαλιά καρφιά» και φεύγει γρήγορα εξίσου αθόρυβα.



Πώς αντέδρασε το ΚΚΕ/ΕΑΜ; Η Προπαγάνδα.



Μετά απ’ αυτό το χτύπημα, τίθεται και ένα ερώτημα: Πώς αντέδρασε το ΚΚΕ/ΕΑΜ τότε; Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ξαφνιάστηκε τότε από αυτή την αναπάντεχη «δημοσιότητα» του Ζέρβα και σχεδόν το αποσιώπησε. Λίγο αργότερα όμως, μόλις συνήλθαν απ’ αυτό το ξάφνιασμα, προσπάθησαν να εμφανίσουν την επιτυχία αυτή ως δευτερεύουσα, ενώ αργότερα υπήρξε προσπάθεια να την οικειοποιηθούν, λέγοντας ότι «οργανώθηκε από τον Άρη, τον Ζέρβα, και τον Άγγλο Μάγιερς… αλλά ότι πραγματοποιήθηκε με 150 ΕΛΑΣίτες, 60 ΕΔΕΣίτες και 12 Άγγλους….» όπως αναφέρει ο καπετάν-Αμάρμπεης (Καλλίνος Θ) σε επιστολή του στον Υπουργό Εθνικής Αμύνης το 1978. Κατά την τελευταία, μυθοποιημένη, «έκδοση» που κυκλοφόρησε, όταν πλέον είχαν γίνει γνωστές οι λεπτομέρειες και οι αλήθειες, το ΚΚΕ «μοιράζει» σε όλους εύσημα με έναν «ακριβοδίκαιο» (!!!) τρόπο: «Το Σχέδιο ήταν των Άγγλων… Το Σχέδιο της Επίθεσης για την κατάληψη της γέφυρας διατυπώθηκε από τον αρχηγό του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη... και η γενική Αρχηγία ανετέθη στον Ναπολέοντα Ζέρβα..». Δηλαδή όλοι μέσα: Οι Εγγλέζοι είχαν την αρχική ιδέα, τον σχεδιασμό της επίθεσης τον έκανε δήθεν «ο στρατηγικός νους» Βελουχιώτης ενώ ο Ζέρβας είχε την γενική αρχηγία.. αφού συμφώνησε και ο Άρης Βελουχιώτης …μεγαλόψυχα.

Από ελληνικής πλευράς, το τίμημα το πλήρωσαν περί τους 25 αθώοι πατριώτες που συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς από τα γύρω χωριά της Παρνασσίδος, από τους οποίους οι 7 εκτελέστηκαν σε ένα από τα βάθρα της γέφυρας όπου και αναγέρθηκε Μνημείο τιμής τους. Από τους εκτελεσθέντες, κανένας δεν συμμετείχε στην επιχείρηση και κανένας δεν ήταν αντάρτης.



Η Τιμή. Ο Νικητής.

Σε κάθε περίπτωση, η επικρατούσα αντίληψη στον απλό λαό για τον Γοργοπόταμο είναι ότι ήταν δημιούργημα του ΕΛΑΣ που συμμετείχε από την αρχή, ότι ο Βελουχιώτης ήταν όχι μόνον ο Αρχηγός της Επιχείρησης αλλά και ότι κατέστρωσε και το τακτικό της σχέδιο. Ο ΕΑΜίτης Ιστορικός και Εθνοσύμβουλος στην «Κυβέρνηση του Βουνού» (ΠΕΕΑ) Σόλων Γρηγοριάδης, γράφει για το ποιος πράγματι ήταν ο πραγματικός νικητής της ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου: Την «..την επιχείρηση διηύθυνε ο Αρχηγός του ΕΔΕΣ…», και «αυτός κατέστρωσε το σχέδιο της». Στον Ζέρβα «…στον αρχηγό του ΕΔΕΣ ανήκει η τιμή που απονέμεται σε κάθε νικητή πολέμαρχο». Το όνομα του Ζέρβα, συνεχίζει, έγινε από την ημέρα εκείνη γνωστό, με αποτέλεσμα να επικηρυχθεί από την Ιταλική διοίκηση της Αθήνας ως Ληστής, με αμοιβή 100.000.000 δραχμές…

Ο ραδιοφωνικός σταθμός του BBC από το Λονδίνο ανήγγειλε, όπως ήταν φυσικό, το κατόρθωμα των ελληνικών ανταρτικών ομάδων ΕΔΕΣ και ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ισχυρίστηκε ότι αγνοήθηκε η προσφορά του από τους Άγγλους οι οποίοι ανέφεραν μόνον τον ΕΔΕΣ και τον Ζέρβα και όχι και τον Άρη. Πρόκειται όμως για ψευδείς ισχυρισμούς δεδομένου ότι υπάρχουν τα ηχογραφημένα αρχεία του BBC εκείνης της εποχής, όπως λέει ο Μαρίνος στο Βιβλίο του. Εξάλλου, δεν ήταν δυνατόν τότε να αναφερθούν ονόματα αντιστασιακών για λόγους προστασίας τους. Δεν θα ήταν, άραγε, τραγικό οι Εγγλέζοι να βοηθούν μεν τις ανταρτικές ομάδες για να διενεργούν πράξεις σαμποτάζ και από την άλλη πλευρά να ανακοινώνουν τα ονόματα αυτών που συμμετείχαν; Αυτό που, όντως, το ΕΑΜ–ΕΛΑΣ δεν μπορούσε να αντέξει ήταν η επικήρυξη του Ζέρβα από την Ιταλική Διοίκηση Αθηνών με το ποσόν των 100.000.000 δρχ. για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου. Στις προκηρύξεις που ρίχτηκαν ή τοιχοκολλήθηκαν, υπήρχε εκτός από τη φωτογραφία του Ζέρβα, με πολιτικά, αλλά και σχετικό κείμενο, στα ιταλικά, γερμανικά και ελληνικά, στο οποίο ο Ζέρβας αναφέρονταν σαν «ληστής.». Προφανώς οι Ιταλοί έμαθαν το όνομα του Ζέρβα από ένα σημείωμα που άφησε ο Μυριδάκης σε ένα εικονοστάσι με την ρήση: «Εις Οιωνός Άριστος Αμύνεσθαι περί Πάτρης». Υπογραφή Ναπολέων Ζέρβας.



H μια Αλήθεια.



Για τη συμμετοχή του στην επιχείρηση του Γοργοποτάμου ο Άρης Βελουχιώτης κλήθηκε σε απολογία από την ΚΕ του ΚΚΕ. Παρόλον ότι κλήθηκε να παρουσιαστεί στις 3 ή 4/12/1943 στον Γραμματέα του ΚΚΕ Ρούμελης, Μανιάτη, ο Βελουχιώτης δεν προσέρχεται, γιατί υποψιάζεται τι τον θέλουν… Το καλούν επανειλημμένως μέχρι που ζήτησαν να τον φέρει ο Χατζής. Ο Βελουχιώτης, μετά την παρέμβαση Χατζή, αποφασίζει να κατέβει στην Αθήνα και να παρουσιαστεί στην επιτροπή της Κ.Ε του ΚΚΕ που απαρτίζεται από τους: Γ. Σιάντο, Γ. Ιωαννίδη και Θ. Χατζή. Κατηγορείται για παράβαση εντολών του κόμματος και απειθαρχία. Ο Γραμματέας του ΚΚΕ Γ. Σιάντος κατηγόρησε τον Άρη Βελουχιώτη για υπερβάσεις, σκληρότητα και ειδεχθείς πράξεις εναντίον των χωρικών, για παραβάσεις των εντολών του κόμματος να αποφύγει επαφή με τους Άγγλους, να μη συμμετάσχει στην επιχείρηση, να την εμποδίσει. Στόχος του κόμματος ήταν η αντικατάσταση του Βελουχιώτη από τον απόστρατο Συνταγματάρχη Στεφανάκο Γ., ο οποίος τελικά δεν αποδέχθηκε την πρόταση με αποτέλεσμα να παραμείνει ο Άρης στη θέση του, ελλείψει αντικαταστάτη αλλά και με τη βοήθεια του Τζήμα. (ΜΥΡΙΔΑΚΗΣ, 1984). Να όμως τι γράφει Γιάννης Ιωαννίδης β΄ Γραμματέας του ΚΚΕ τότε στο βιβλίο του Αναμνήσεις (σελ. 160) για τον Άρη και με αφορμή την κλήση του σε απολογία: «…Έκανε δηλαδή τέτοιες δουλειές ο Άρης. Έπειτα έπιανε ένα παιδί, λογουχάρη τσοπανόπουλο. Του έλεγε: Αυτό φοβισμένο καθόταν. Τραβούσε ο Άρης το πιστόλι και μπαμ μια πιστολιά κοντά στο αυτί του παιδιού. Όχι βέβαια για να το σκοτώσει. Και ύστερα: Χα, χα. Ο Άρης μπροστά στους αντάρτες του. Πόσα άλλα τέτοια δεν μου είπε τότε ο Σιάντος… Έ, μπορούσες ένα τέτοιον άνθρωπο να τον κρατάς επικεφαλής του αντάρτικου, επικεφαλής ενός μαζικού στρατού...». (ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Γ. 1979).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΟΥΝΤΧΑΟΥΖ, Κ., (1982). Κάτι διακινδυνεύθηκε.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ) ΔΗΜ., 1978. Αντάρτης στα Βουνά της Ρούμελης.
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Γ., (1979). Αναμνήσεις, Επιμέλεια: Παπαπαναγιώτου Αλέκος, Εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ.
ΚΑΛΛΙΝΟΣ, θ.Ε. – ΑΜΑΡΜΠΕΗΣ, 1978. Επιστολή προς τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσα. Αρχεία Γενικού Επιτελείου Στρατού. Τόμος 5, σελ. 48. ΤΟ ΒΗΜΑ.
ΜΑΡΙΝΟΣ, θ., 1994. ΑΠΟΣΤΟΛΗ HARLING. 1942. (H ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΥ). ΕΤΑΙΡΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ.
ΜΠΕΚΙΟΣ, ΣΠ. (Λάμπρος) (1976). ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ. Εκδόσεις «Βελούχι»
ΜΥΡΙΔΑΚΗΣ, Μ., 1983. Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΤΟΥ ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
MYERS, E.C.W., 1975. H ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΛΟΚΗ. Εκδόσεις Εξάντας.
ΠΥΡΟΜΑΓΛΟΥ, ΚΟΜΝ. (1958).